Tag Archives: λεξιλόγιο

Ο βαλτοσλαβικός κλάδος

Στη σημερινή ανάρτηση θα περιγράψω το κεφάλαιο του Tijmen Pronk από αυτόν εδώ τον πρόσφατο τόμο (επιμ. Olander 2022) για τα γλωσσολογικά δεδομένα που υποστηρίζουν την υπόθεση παραδοχής ενός ενδιάμεσου βαλτοσλαβικού κλάδου (και άρα μιας πρωτοβαλτοσλαβικής ύστερης ΠΙΕ διαλέκτου). Continue reading

7 Comments

Filed under Γλωσσολογία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα, Σλαβικές γλώσσες

Το λεξικό του Αρμανικού ιδιώματος του Μετσόβου του Φάνη Δασούλα #3

Στην σημερινή και τελευταία ανάρτηση της σειράς (#1, #2 και εδώ) θα σχολιάσω τους υποστρωματικούς όρους (substrate) που η ΑΒΡ συμμερίζεται με την Αλβανική, τους οποίους βρήκα στο λεξικό του Φάνη. Αυτό που τους διακρίνει από τα μεταγενέστερα (μεσαιωνικά) αλβανικά δάνεια της Αρμανικής είναι ότι εμφανίζονται και στην Ρουμανική, κάτι που δείχνει ότι είναι παλιά πρωτοαλβανικά δάνεια στην κοινή ΑΒΡ (πριν την διασπορά των ομιλητών της κατά τον πρώιμο μεσαίωνα). Continue reading

17 Comments

Filed under Βαλκανικές γλώσσες, Γλωσσολογία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα

Οι Κελτικές γλώσσες #3: η γαλατική ονοματοθεσία και το πρωτοκελτικό λεξιλόγιο

Σε αυτήν την τρίτη ανάρτηση της σειράς για τις Κελτικές γλώσσες (βλ. ανάρτηση #1, ανάρτηση #2) θα ασχοληθώ με την ετυμολόγηση ορισμένων αρχαίων Κελτικών ανθρωπωνυμίων και τοπωνυμίων. Όσοι έχετε εμπεδώσει τις πρωτοκελτικές φωνολογικές εξελίξεις που περιέγραψα στην προηγούμενη ανάρτηση, δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα να κατανοήσετε τις παρακάτω ετυμολογήσεις. Τα βιβλία που θα χρησιμοποιήσω είναι το λεξικό πρωτοκελτικών όρων του Ranko Matasović που χρησιμοποίησα και στις προηγούμενες αναρτήσεις και το βιβλίο του D. Ellis Evans Gaulish Personal Names: A Study of Some Continental Celtic Formations (Clarendon Press, 1967). Continue reading

6 Comments

Filed under Γλωσσολογία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα

Το ΙΕ λεξιλόγιο της τροχοζωήλατης μεταφοράς #2

Από τις συζητήσεις μου στα σχόλια με τον Χρήστο κατάλαβα πως η ισχύς του επιχειρήματος των γλωσσολόγων για το κοινό ΙΕ λεξιλόγιο της τροχοζωήλατης μεταφοράς στο ζήτημα της χρονολόγησης της ΠΙΕ γλώσσας δεν γίνεται αμέσως κατανοητή. Για το λόγο αυτό, σε αυτήν την ανάρτηση θα προσπαθήσω ν΄αναδείξω αυτήν την ισχύ.

Το ΙΕ λεξιλόγιο της τροχοζωήλατης μεταφοράς το έχω περιγράψει σε παλαιότερη ανάρτηση. Υπάρχουν δύο ρίζες με τη σημασία «τροχός» (*kwe/o-kwl-os , *roth2-os/eh2) που προέκυψαν από υπάρχουσες ρηματικές ρίζες (*kwel- «γυρίζω» και *reth2- «τρέχω»), μία με τη σημασία «άξονας» (*h2ek’s-), μία με τη σημασία «ρυμός» (*h2/3èjH-os) και μία ρηματική ρίζα με τη σημασία «εποχέομαι» (*weg’h-) που έχει δώσει παράγωγα ουσιαστικά (*weg’h-nos, *wog’h-nos, wog’h-os, *weg’h-i-tlom) με τη σημασία «τροχοφόρο όχημα».

Το διπλασιασμένο θέμα *kwe/o-kwl-os «τροχός» απαντά σε 4 κλάδους (Τοχαρικό, Ελληνικό, Ινδο-Ιρανικό και Γερμανικό), ενώ ο όρος *h2ek’s- «άξονας» απαντά σε 6 κλάδους (σε όλους εκτός από τον Τοχαρικό, που όμως έχει ένα παράγωγό του όπως θα δούμε παρακάτω, και τον Ανατολιακό).

wheel-lexicon

Με την εξαίρεση του Ανατολιακού κλάδου (και σε μικρότερο βαθμό του Τοχαρικού) όλοι οι υπόλοιποι ΙΕ κλάδοι παρουσιάζουν κοινή ορολογία για την τροχοζωήλατη μετάφορα, η οποία εφευρέθηκε γύρω στο 3500 π.Χ. και εξαπλώθηκε ταχύτατα στην Ευρασία. Η μη συμμετοχή του Ανατολιακού κλάδου σημαίνει ότι ο κλάδος αυτός είχε ήδη αποσχιστεί πριν από το 3500 π.Χ. . Αντίθετα, οι υπόλοιπες γλώσσες διαθέτουν όρους με την ίδια σημασία που πληρούν την αρχή της αντιστοιχίας (correspondence principle), δηλαδή ανάγονται σε κοινό ΠΙΕ πρόγονο. Αυτό σημαίνει ότι η Μέση ΠΙΕ μιλιόταν ακόμα γύρω στο 3500 π.Χ. και δεν είχε ακόμα διασπαστεί σε θυγατρικούς κλάδους. Αν η Μέση ΠΙΕ είχε διασπαστεί πριν από το 3500 π.Χ. και οι θυγατρικές γλώσσες είχαν απομακρυνθεί η μία από την άλλη τόσο γεωγραφικά όσο και γλωσσολογικά, τότε ο σχηματισμός του κοινού λεξιλογίου θα ήταν υπερβολικά απίθανος. Για να καταλάβουμε πόσο απίθανό είναι οι θυγατρικές ΙΕ γλώσσες να σχημάτισαν ανεξάρτητα η μία από την άλλη το κοινό λεξιλόγιο, πρέπει να δούμε πως συμπεριφέρθηκαν οι διάφοροι θυγατρικοί κλάδοι με τις έννοιες και τα αντικείμενα που εφευρέθηκαν σίγουρα ΜΕΤΑ από την διάσπαση της ΠΙΕ γλώσσας.

1) «σίδηρος»

Το ότι ο σίδηρος ήταν αντικείμενο άγνωστο στην ΠΙΕ κοινωνία είναι γνωστό σε όλους. Η σιδηρουργία εμφανίστηκε τον 11° π.Χ. αιώνα σε Μικρά Ασία και Κύπρο, σε μια εποχή όπου υπάρχουν ήδη γραπτές μαρτυρίες των θυγατρικών γλωσσών (Ανατολιακές, Ελληνική, Ινδο-Ιρανική).

Πως συμπεριφέρθηκαν οι θυγατρικοί κλάδοι όταν χρειάστηκε να εφεύρουν την λέξη «σίδηρος»;

α) Ο Ανατολιακός κλάδος δείχνει τον λουβικό όρο *parza- , ο οποίος εισήλθε ως δάνειο στις σημιτικές γλώσσες (λ.χ. ακκαδικό parzillu). Δεν υπάρχει μια ΙΕ ρίζα στην οποία μπορεί να αναχθεί με ασφάλεια ο όρος.

parza

β) Η Ελληνική εφηύρε την λέξη σίδᾱρος (αττικο-ιωνικό σίδηρος). Ούτε αυτός ο όρος έχει ασφαλή ΙΕ ετυμολογία. Μπορεί να σχετίζεται με το τοπωνύμιο Σίδη στην Παμφυλία («το μέταλλο της Σίδης»), όπως μπορεί να σχετίζεται με την ΙΕ ρίζα *sweid- «λάμπω».

γ) Η Λατινική εφηύρε την λέξη ferrum που μπορεί να είναι ετρουσκο-φοινικικό δάνειο και εν τέλει να ανάγεται στο προαναφερθέν λουβικό *parza-.

δ) η Αρμενική σχημάτισε για τον σίδηρο την λέξη ērkatʿ, μια ρίζα που μπορεί να ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *dweHros = «σκληρός, ανθεκτικός» (στην Αρμενική, το IE *dw> erk-).

ε) Η Αλβανική δείχνει την μυστήρια λέξη hekur που παραμένει ανετυμολόγητη μέχρι σήμερα.

στ) Ο Κελτικός κλάδος εφηύρε τον όρο īsarnom ο οποίος μπορεί να προέρχεται από τις ΠΙΕ ρίζες *h1èsh2r. «αίμα» και *ish1ros «ισχυρός, ιερός».

ζ) Ο Γερμανικός κλάδος δανείστηκε τον κελτικό όρο (*īsarną).

η) Τέλος, ο Βαλτο-Σλαβικός κλάδος έχει τον κοινό όρο *g’hel-ez- (πρωτο-σλαβικό *želězo , λιθουανικό geležis) που μπορεί να ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *g’hel- «λάμπω» (λ.χ. gold ~ zlato).

Δεν υπάρχει ούτε μία ΙΕ ρίζα που χρησιμοποιήθηκε ανεξαρτήτως από 3 ή περισσότερους κλάδους για τον σχηματισμό λέξης με τη σημασία «σίδηρος». Όσον αφορά την περίπτωση αμοιβαίου δανεισμού, αυτό συνέβη μόνο μεταξύ του Κελτικού και Γερμανικού κλάδου, ίσως μεταξύ του Βαλτικού και του Σλαβικού κλάδου (αν δεν είναι ανεξάρτητοι σχηματισμοί) και αβεβαιότερα ίσως μεταξύ Λουβιανής και Λατινικής μέσω φοινικο-ετρουσκικής διαμεσολάβησης. Όταν αυτό συγκρίνεται με τις 6 απαντήσεις της ρίζας *h2ek’s- «άξονας» και τις 4 απαντήσεις της διπλασιασμένης ρίζας *kwe/o-kwlos «τροχός» προκύπτει μια αισθητή διαφορά.

Στον παρακάτω χάρτη δείχνω με μαύρο πλαίσιο τις περιοχές όπου συνέβη αλληλεπίδραση στον σχηματισμό της λέξης «σίδηρος» (δανεισμός ή παράλληλη χρήση κοινού όρου) σε γειτνιάζοντες κλάδους (κελτο-γερμανικό και βαλτο-σλαβικό σύνορο) κατά την πρώιμη εποχή του Σιδήρου. Με την μπλε καμπύλη έχω ενώσει τον Ελληνικό και τον Τοχαρικό κλάδο που έχουν κοινούς απογόνους της ΙΕ ρίζας *kwokwlos, αλλά και κοινούς και αποκλειστικούς απογόνους της ρίζας *h2em-h2ek’s-ih2 = «σασί» (κυριολεκτικά «αυτό που κρατάει (*h2em-) τους άξονες (*h2ek’s-)»).

amaksa

Ποια η πιθανότητα δύο κλάδοι που διαχωρίστηκαν 1500 χρόνια πριν την εφεύρεση του τροχού και των τροχοφόρων οχημάτων (κατά την βελτιωμένη εκδοχή Β του Renfrew) και που χωρίζονται από μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα να κάνουν τα παρακάτω κοινά βήματα ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο:

i) Να πλάσουν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο την ίδια λέξη με την σημασία «άξονας» *h2ek’s-.

ii) Να επιλέξουν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο την ρηματική ρίζα *h2em- από τις 7 διαθέσιμες ΙΕ ρηματικές ρίζες με την σημασία «κρατώ» για τον σχηματισμό του όρου «σασί/αυτό που κρατάει τους άξονες» *h2em-h2ek’s-ih2:

h2emh2eks

2) «γράφω» και «βιβλίο»

Οι ομιλητές των ΙΕ γλωσσών άρχισαν να γράφουν πολλούς αιώνες μετά την διάσπαση της ΠΙΕ γλώσσας. Η γραφή τους βρήκε διασκεδασμένους στις ιστορικές τους περιοχές και ο καθένας έπρεπε να εφεύρει ένα ρήμα με τη σημασία «γράφω» και, αιώνες αργότερα, να εφεύρει μια λέξη με τη σημασία «βιβλίο».

α) Η Ελληνική επέλεξε το ρήμα γράφω από την ΙΕ ρίζα *gerbh- «χαράσσω», γιατί η γραφή αρχικά γινόταν με χάραξη σε σκληρές επιφάνειες. Το ελληνικό βίβλος/βιβλίον προήλθε από το όνομα της Φοινικικής πόλης Βύβλος, της οποίας οι έμποροι έφερναν τον πάπυρο από την Αίγυπτο στο Αιγαίο.

β) Η Λατινική επέλεξε το ρήμα scrībō από την ΙΕ ρίζα *skreibh- «χαράσσω, σκαλίζω», ενώ η λέξη liber = «βιβλίο» αρχικά σήμαινε «φύλλο» και ανάγεται ή στην ΙΕ ρίζα *lep- «λεπτός φλοιός, ξεφλουδίζω» (λ.χ. λέπι, λεπτός) ή από την ΙΕ ρίζα *leup- με τις ίδιες σημασίες.

γ) Ο Γερμανικός κλάδος επέλεξε το ρήμα *wrītaną (από την ΙΕ ρίζα *wer-) που αρχικά σήμαινε «χαράσσω» και αργότερα δανείστηκε το λατινικό scrībō > skrībaną . Η πρωτο-γερμανική λέξη για το «βιβλίο» είναι *bōks και ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *bheh2gos = «οξιά».

δ) Το Αλβανικό shkruaj = «γράφω» μάλλον προέρχεται από το λατινικό scrībō, αλλά δεν αποκλείεται να σχετίζεται με το ρήμα kruaj = «χαράσσω» που φαίνεται να είναι συγγενής του γράφω. Το αλβανικό «βιβλίο» (libër)είναι λατινικό δάνειο.

ε) Το πρωτο-σλαβικό ρήμα «γράφω» pĭsati αρχικά σήμαινε «ζωγραφίζω, μουτζουρώνω» και προέρχεται από την ΙΕ *peik’- «μουτζουρώνω, στίζω» (λ.χ. ελληνικό ποικίλος = παρδαλός και λατινικό pingō «ζωγραφίζω» κλπ). Το σλαβικό βιβλίο είναι kŭnjiga και μάλλον είναι γερμανικό δάνειο (kunnaną «γνωρίζω» > γνώρισμα ~ σύμβολο ~ γράμμα).

στ) Το λιθουανικό ρήμα «γράφω» είναι rašyti και το «βιβλίο» σλαβικό δάνειο (knyga).

ζ) Το αρμενικό ρήμα «γράφω» είναι grel, παράγωγο του  gir «γραφή, έγγραφο» που κατάγεται από την ίδια ρίζα *wer- «χαράσσω, σκαλίζω» όπως και το αγγλικό write. Το «βιβλίο» girkʿ είναι από την ίδια ρίζα.

Συμπέρασμα για τους όρους «γράφω» και «βιβλίο»:

Οι περισσότερες ΙΕ γλώσσες χρησιμοποιήσαν την σημασία «χαράσσω» για τη σημασία «γράφω», προφανώς επειδή η παλαιότερη γραφή ήταν χαράγματα πάνω σε σκληρές επιφάνειες. Ωστόσο χρησιμοποιήθηκαν 3 διαφορετικές ΙΕ ρίζες με τη σημασία «χαράσσω» (*gerbh-, *wer-, *skreibh-). Δεν υπάρχουν 3 ή περισσότερες ΙΕ γλώσσες που να χρησιμοποίησαν την ίδια ΙΕ ρίζα για την σημασία «γράφω». Ζευγάρια ΙΕ γλωσσών που χρησιμοποίησαν την ίδια ρίζα υπάρχουν αρκετά (γράφω, kruaj > skruaj αν δεν είναι λατινικό δάνειο και write ~ grel). Στην λέξη για το «βιβλίο» ο κάθε κλάδος κινήθηκε εντελώς ανεξάρτητα με τους άλλους, με την εξαίρση της Λιθουανικής που δανείστηκε το σλαβικό βιβλίο. Δάνεια υπάρχουν από την Λατινική στον Γερμανικό κλάδο στο ρήμα «γράφω» (skrībaną) και στην Αλβανική (στο «βιβλίο» και ίσως στο ρήμα «γράφω» shkruaj), από τον Γερμανικό κλάδο στον Σλαβικό στο «βιβλίο» (αλλα όχι η γερμανική λέξη για «βιβλίο») και, στη συνέχεια, από τον Σλαβικό στον Βαλτικό (λιθουανικό knyga).

Ὀταν τα παραπάνω δεδομένα συγκρίνονται με τη ρηματική ρίζα *weg’h- «εποχέομαι» που απαντά σε 6 ΙΕ κλάδους , με την ρίζα *h2ek’s- «άξονας» που απαντά σε 6 κλάδους με την ίδια ακριβώς σημασία και στο ειδικό παράγωγο *h2em-h2ek’s-ih2 για το «σασί» που «κρατάει τους άξονες» που απαντά σε δύο κλάδους που απέχουν χιλιάδες χιλιόμετρα μεταξύ τους και με την διπλασιασμένη ρίζα *kwe/o-kwlos  «τροχός» που απαντά σε 4 κλάδους τότε, όπως και με τον «σίδηρο», καταλαβαίνουμε πόσο απίθανός είναι ο ανεξάρτητος σχηματισμός της ορολογίας για την τροχοζωήλατη μεταφορά.

3) «σκληρός δίσκος»

Ο πρώτος σκληρός δίσκος ανακαλύφθηκε το 1956 στην αγγλόφωνη Αμερική. Ξανά οι ομιλητές ΙΕγλωσσών του 20ου αιώνα χρειάστηκε να μεταφράσουν το αγγλικό “hard disc” στις μητρικές τους γλώσσες.

α) Το αγγλικό hard disc περιέχει το επίθετο hard που ανάγεται στο πρωτο-γερμανικό *harðuz «σκληρός», που με τη σειρά του ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *kortus «σκληρός, δυνατός» που, στον μηδενικό βαθμό, έχει δώσει το ελληνικό κρατύς.

β) Η ελληνική μετάφραση ήταν σκληρός δίσκος με το επίθετο σκληρός (< *skl.h1-ros) να ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *skelh1- που φαίνεται να κρύβεται πίσω και από τον όρο σκελετός (μάλλον ο πρωτοελληνικός τονισμός ήταν *σκέλετος ~ γένεσις/γνητός ~ κάματος/κμητός ~ θάνατος/θνητός). Η ίδια ΙΕ ρίζα *skelh1- έχει δώσει «σκληρά» αντικείμενα όπως το αγγλικό κοχύλι shell/shale και το αλβανικό «ψαροκόκαλο» halë (ετυμολογία #2).

γ) Η λιθουανική μετάφραση ήταν standusis diskas με το επίθετο standusis να σημαίνει «άκαμπτος, που στέκεται όρθιος αλύγιστος».

δ) Η Λεττονική μετάφραση ήταν Cietais disks παράγωγο του επιθέτου ciets που απέκτησε την σημασία «σκληρός» από την IE *keit- «άθραυστος ~ ακέραιος». Ο πρωτο-σλαβικός όρος *čitŭ «ακέραιος, ολόκληρος» είναι συγγενής.

ε) Η Αλβανική δανείστηκε αυτούσιο τον αγγλικό όρο Hard Disk.

στ) Η Ιταλική μετάφρασε το Hard Disc ως Disco rigido , χρησιμοποιώντας το επίθετο rigido = «άκαμπτος, αλύγιστος» που, μέσω της λατινικής (rigidus < rigeo), ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *reig’- «απλώνομαι, εκτείνομαι» (~ ξεδιπλώνομαι/τεντώνομαι/ισιάζω).

ζ) Η Γαλλική μετέφρασε το Hard Disc ως Disque dur , χρησιμοποιώντας εν τέλει το λατινικό επίθετο dūrus = «ανθεκτικός» που ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *dweh2ros που συναντήσαμε παραπάνω ως πιθανή ρίζα του αρμενικού «σιδήρου».

η) Οι σλαβικές γλώσσες χρησιμοποίησαν 3 διαφορετικά επίθετα με τη σημασία «σκληρός» για να μεταφράσουν το αγγλικό Hard disc. Οι νοτιοσλαβικές γλώσσες και η Ουκρανική χρησιμοποίησαν απογόνους του πρωτο-σλαβικού *tvĭrdŭ που ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *twer- «κρατώ» (~ αντέχω, είμαι ανθεκτικός). Η Ρωσική απέδωσε τον όρο ως Жёсткий диск χρησιμοποιώντας το επίθετο žóstkij, ενώ η Τσεχοσλοβακική απέδωσε το Hard disc ως Pevný disk, χρησιμοποιώντας το επίθετο pevný.

Oι ομιλητές των ΙΕ γλωσσών έπρεπε απλά να μεταφράσουν το αγγλικό hard = «σκληρός» στην γλώσσα τους. Σχεδόν όλοι οι ΙΕ κλάδοι χρησιμοποίησαν όρους που ανάγονται σε ΙΕ ρίζες (*skelh1-, *kert-, *reig’-, *dweh2ros, *twer-, *keit- κλπ). Δεν υπάρχουν δύο ΙΕ κλάδοι που χρησιμοποίησαν την ίδια ΙΕ ρίζα για την σημασία «σκληρός», όπως δεν υπάρχει ένας κλάδος με πολλές γλώσσες-μέλη που να δείχνει την ίδια ΙΕ ρίζα σε όλα τα μέλη του! Στον Ρωμανικό κλάδο βρίσκουμε τους απογόνους των λατινικών rigidus (λ.χ. Ιταλική και Ισπανική) και dūrus (λ.χ. Γαλλική και λόγιο δάνειο στην Ρουμανική από την Γαλλική), στον Γερμανικό κλάδο έχουμε το αγγλικό Hard disc και το γερμανικό Festplattenlaufwerk και στον σλαβικό κλάδο έχουμε τρία διαφορετικά επίθετα (*tvĭrdŭ, pevný, žóstkij).

Όσο για την λέξη «δίσκος» που απαντά σε όλες τις γλώσσες εκτός από την Γερμανική, εύκολα μπορεί ν΄αποδειχθεί ότι δεν είναι όρος κοινής ΙΕ καταγωγής, αλλά ελληνο-λατινικό δάνειο στην αγγλική. Το αγγλικό disc δεν μπορεί να είναι ΙΕ συγγενής του ελληνικού «δίσκος», γιατί από την αρχή της αντιστοιχίας γνωρίζουμε ότι στο ελληνικό /δ/ αντιστοιχεί αγγλικό /t/ (λ.χ. *dek’m- > δέκα ~ ten , *demh2- > δαμάζω ~ tame, *duweh3- > δύο ~ two) και στο ελληνικό -σκ- αντιστοιχεί το αγγλικό -sh- (λ.χ. *skelh1- > σκληρός/σκελετός ~ shell/shale, *skot- > σκότος ~ shadow κλπ).

Συμπέρασμα:

Μόνον όταν εξετάσει κανείς την ανομοιογένεια που έδειξαν οι ΙΕ γλώσσες στην λεξιπλασία για τις έννοιες και τα αντικείμενα («σίδηρος», «γράφω», «βιβλίο», «σκληρός δίσκος») που προέκυψαν σίγουρα μετά την διάσπαση της ΠΙΕ γλώσσας, μπορεί να συνειδητοποιήσει την ισχύ του κοινού ΙΕ λεξιλογίου της τροχοζωήλατης μεταφοράς στο ζήτημα της χρονολογίας της ΠΙΕ γλώσσας. Το μόνο  π ι θ α ν ό  σενάριο για την ύπαρξη του κοινού λεξιλογίου για την τροχοζωήλατη μεταφορά είναι να θεωρήσουμε την Μέση ΠΙΕ γλώσσα ως ακόμα αδιάσπαστη γύρω στο 3500 π.Χ. όταν εφευρέθηκε ο τροχός και τα τροχοφόρα οχήματα. Το λεξιλόγιο αυτό δημιουργήθηκε μια φορά στην Μέση ΠΙΕ και κατόπιν κληροδοτήθηκε στις θυγατρικές ΙΕ γλώσσες.

10 Comments

Filed under Γλωσσολογία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα