Tag Archives: Λέων

Ριβαλδίνιο, μια ιδέα για τους «Γραικούς» του Χοιροσφάκτη

Ριβαλδίνιο, νομίζω πως βρήκα ποιοι μπορεί να ήταν οι αιχμαλωτισμένοι «Γραικοί» που απελευθέρωσε ο Λέων Χοιροσφάκτης στην αποστολή του στα Εμιράτα της Ταρσού και της Μελιτήνης το 904/5. Ο όρος «Γραικοί» εδώ μπορεί να σημαίνει «Ελλαδικοί» (λ.χ. η πληροφορία του Προκόπιου ότι οι λογοθέτες τους στρατού αποκαλούσαν τους «ἀπὸ Ἑλλάδος» υποτιμητικά «Γραικούς»), γιατί το εμιράτο της Ταρσού αυτήν την περίοδο σχετίζεται με δύο καταγεγραμμένες επιθέσεις στο θέμα Ελλάδος (στον Εύριπο της Εύβοιας και στην Δημητριάδα της Θεσσαλίας). Continue reading

14 Comments

Filed under Βυζαντινολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Η ανταρσία του Θωμά του Σλάβου

Ο Κεκαυμένος συμβουλεύει τα παιδιά του στο Στρατηγικόν του, αν ποτέ βρεθούν στην δύσκολη θέση όπου πρέπει να επιλέξουν μεταξύ δύο αντιμαχόμενων διεκδικητών του θρόνου, να επιλέξουν αυτόν που ελέγχει την Κωνσταντινούπολη, επειδή αυτός πάντα νικά. Continue reading

Leave a comment

Filed under Βυζαντινολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Η Ιστορία του Λέοντος του Διακόνου #3: εθνολογικά

Η σημερινή ανάρτηση θα συνεχίσει το εθνολογικό θέμα της προηγούμενης ανάρτησης. Αφού έδειξα την γενική -και τυπική «βυζαντινή»- διάκριση του κόσμου σε Ρωμαίους και βάρβαρους/Σκύθες, θα περάσω τώρα σε μερικά πιο ειδικά θέματα.

Εθνοτικές ομάδες της Ρωμαϊκής επικράτειας

Ο Λέων είναι ίσως ο πρώτος βυζαντινός ιστορικός που κάνει χρήση της εθνοτικής/εθνικής Ρωμαϊκής ταυτότητας. Ο Ρωμαϊκός στρατός ή, κατά τον Λέοντα, η «Ρωμαϊκή αιχμή», δεν αποτελείται μόνο από Ρωμαίους, αλλά και από Αρμένιους.

Κατά την κρητική εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά ο Λέων περιγράφει μία αιφνιδιαστική επίθεση στην οποία η «Ρωμαϊκή αιχμή» κατέσφαξε 40.000 βάρβαρους (Άραβες Κρήτες, σίγουρα υπερβολικός/«φουσκωμένος» ο αριθμός). Στην συνέχεια ο Φωκάς διέταξε τους άνδρες του να κόψουν τα κεφάλια τα νεκρών βαρβάρων και να τα καρφώσουν στα δόρατά τους, λέγοντας πως θα πλήρωνε ένα αργύριον για κάθε κομμένο κεφάλι. Σκοπός του μαζικού αυτού αποκεφαλισμού ήταν να δείξουν στους Άραβες που ακόμα κρατούσαν τον ευερκή Χάνδακα τα κεφάλια των «συγγενών και ομοεθνών τους», για να τους προκαλέσουν φρίκη και να ρίξουν το ηθικό τους κατά την πολιορκία. Τότε ο Λέων προσθέτει πως «τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος» (δηλαδή τα Αρμενικά στρατεύματα) έδειξε την μεγαλύτερη προθυμία σε αυτό το έργο.

[1.7] ἀκονιτὶ οὖν ἐν μικρᾷ χρόνου ῥοπῇ τὸ τῶν τεττάρων μυριάδων τῶν βαρβάρων ἡβηδὸν παραπώλετο πλῆθος, ἔργον γεγονὸς αἰχμῆς Ῥωμαϊκῆς. Ἀλλὰ τῷ τοιούτῳ καινῷ τροπαίῳ ἕτερον ὁ στρατηγὸς ἐξήρτυε τρόπαιον. Τοῦ γὰρ πεσόντος πλήθους τὰς κάρας ἐκτεμεῖν διωρίσατο, καὶ ταύτας ταῖς πήραις ἐνθέντας μετακομίσαι πρὸς τὸ στρατόπεδον. Μισθὸν δὲ τῷ κάραν κομίζοντι δίδοσθαι διεβεβαιοῦτο ἀργύριον. Τοῦτο τὸ δόγμα ἀσμένως δεξάμενος ὁ στρατός, καὶ μάλιστα τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος, τὰ βαρβαρικά ἐναπέτεμε κάρηνα καὶ ταῖς πήραις ἀπέθεντο.

[1.8] τοὺς δὲ Κρῆτας, τὴν επίστιχον τῶν δοράτων τάξιν καὶ τὰς ἐπ΄αὐτῶν ἐμπεπαρμένας κὰρας ἀθρήσαντας, τὰς δὲ κατὰ τὸ ἄστυ ἐκσφενδονωμένας καὶ ταῖς ἐπάλξεσι προσαρασσομένας τοῦ ἄστεος, καὶ ταύτας τῶν ὁμοεθνῶν καὶ συγγενῶν εἶναι ἀκριβῶς ἐπιφρασαμένους, φρίκη μὲν ἐκ τοῦ εὐθέος καὶ ἀλλοίωσις ᾕρει φρενῶν,

Σε αυτό το χωρίο, ο Ρωμαϊκός στρατός/η Ρωμαϊκή αιχμή διαιρείται σε Αρμένιους και λοιπούς που δεν κατονομάζονται.

Ότι η πλειοψηφία των «λοιπών» είναι εθνοτικοί Ρωμαίοι φαίνεται από ένα άλλο χωρίο λίγο παρακάτω. Όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση της Κρήτης, ο Φωκάς εγκατέστησε στη νήσο “charter groups” (μειονότητες με κοινωνική επιρροή) για να επιταχύνει τον επανεκρωμαϊσμό της Κρήτης. Τότε ανέλαβε δράση στη μεγαλόνησο και ο «Νίκων ο μετανοείτε» που προσηλύτισε πολλούς μουσουλμάνους στον Χριστιανισμό. Ο Λέων ονομάζει αυτά τα charter groups «φατρίες Αρμενίων, Ρωμαίων και σύγκλυδων ανδρών».

[2.8] καὶ τὴν νῆσον ἐξημερώσας ἅπασαν, Ἀρμενίων τε καὶ Ῥωμαίων καὶ συγκλύδων ἀνδρῶν φατρίας ἐνοικισάμενος, καὶ πυρφόρους τριήρεις ἐς φυλακὴν ταύτης καταλιπὼν, αὐτὸς τὴν λείαν καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἀνειληφώς, ἀνέπλει πρὸς τὸ Βυζάντιον.

Στο παραπάνω χωρίο, λοιπόν, οι φατρίες εποίκων διαιρούνται σε Αρμένιους, Ρωμαίους και σύγκλυδες άνδρες. Ο όρος «σύγκλυδες» κυριολεκτικά σημαίνει «ετερογενείς άνθρωποι που ξεβράστηκαν (κλύδων = κύμα, κλύζω) μαζί από το κύμα στην ίδια ακτή». Με άλλα λόγια, ο Λέων εδώ μας λέει ότι ο Φωκάς εγκατέστησε στην Κρήτη φατρίες «Ρωμαίων, Αρμενίων και πληθυσμούς ποικίλης άλλης καταγωγής». Είναι ξεκάθαρο ότι αυτές οι πληθυσμιακές κατηγορίες είναι εθνοτικές ομάδες (ethnic groups) και έτσι κατανοούν το χωρίο οι μεταφραστές Talbot & Sullivan αν και τους δυσκόλεψε λίγο η φράση «σύγκλυδες ἀνδρες». Ωστόσο, παραθέτουν την -ορθή κατά τη γνώμη μου- ερμηνεία του Τσουγκαράκη της φράσης ως «πληθυσμοί από ποικίλες άλλες εθνοτικές ομάδες ~ από διάφορες άλλες “φυλές”».

sunkludes

Ποιοι μπορεί να ήταν οι «σύγκλυδες άνδρες»; Εδώ μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε από την στιγμή που ο Λέων δεν μας εξηγεί, αλλά γνωρίζουμε ότι στην εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά το 961 υπήρχαν και Σκλαβησιανοί από το θέμα του Οψικίου (Σλάβοι από την Βουλγαρία που στα μέσα του 8ου αιώνα πήραν την άδεια των Βυζαντινών να εγκατασταθούν στην περιοχή του Οψικίου που ονομάστηκε «Σκλαβησία»). Στην αποτυχημένοι εκστρατεία ανάκτησης της Κρήτης του 911 συμμετείχαν και 5000 Μαρδαΐτες ναυτικοί.

sunkludes2

Αυτό που έχει σημασία σ΄αυτό το χωρίο του Λέοντα είναι πως ο όρος «Ρωμαίος» ΔΕΝ έχει «μόνον πολιτική σημασία» και πως «Ρωμαίος» ΔΕΝ είναι «απλά και μόνο ο χριστιανός υπήκοος του Βασιλέα των Ρωμαίων».

Ο Λέων μας παραθέτει δύο στοιχεία που διαφοροποιούν τους Αρμένιους από τους εθνικούς/εθνοτικούς Ρωμαίους: η Αρμενική τους γλώσσα και η ανατολική ακριτική περιοχή στην οποία κατοικούν.

Ο Λέων μας πληροφορεί ότι το επώνυμο Τσιμισκής προέρχεται από ένα πρόσρημα (παρατσούκλι) «τῆς Ἀρμενίων διαλέκτου» και «εἰς τὴν Ἑλλάδα μεθερμηνευόμενον» σημαίνει «Μουζακίτσης». Ωστόσο, ο Λέων -μάλλον- κάνει λάθος και κατανοεί το «μουζακίτσης» ως «κοντός» (βραχύτατος γὰρ τὴν ἡλικίαν τελῶν), ενώ είναι πιθανότερο ο όρος να σχετίζεται με τα «μουζάκια» (= σανδάλια που φορούσαν οι λιγότερο εύποροι στρατιώτες, λ.χ. caligae > Caligula).

[5.9] καὶ περὶ τῶν τῷ Ἰωάννῃ πραχθέντων, ὃς κατ΄ἐπίκλησιν Τζιμισκῆς ἐκαλεῖτο. Τοῦτο δὲ τὸ τῆς Ἀρμενίων διαλέκτου πρόσρημα ὂν, εἰς τὴν Ἑλλάδα μεθερμηνευόμενον μουζακίτζην δηλοῖ. Βραχύτατος γὰρ τὴν ἡλικίαν τελῶν ἐπωνυμίων ταύτην ἐκτήσατο,

Εδώ η «Ἑλλάς γλῶσσα» (= Ελληνική, ορισμός Ι.8 και ΙΙ) είναι η δημώδης Ελληνική και όχι η αρχαΐζουσα/αττικίζουσα Ελληνική των λογίων, στην οποία ο «αγροικικός, χυδαίος» όρος «μουζακίτσης» δεν είχε καμία θέση. Αυτήν την δημώδη Ελληνική γλώσσα ο Λέοντας αλλού την ονομάζει «κοινή διάλεκτο» και γράφει πως αυτοί που μιλάνε αυτήν την «ἰδιώτιδα/χυδαία» γλώσσα διακατέχονται από «ἀγροικική ἱδιωτεία».

[4.6] ἐς τοὺς Ταυροσκύθας ἐξέπεμψεν, οὓς ἡ κοινὴ διάλεκτος Ῥῶς εἴωθεν ὀνομάζειν,

[7.6] Ὠηλέοντα, πρὸς δὲ τῆς ἀγροικικῆς ἰδιωτείας κεκλῆσθαι Γωλέοντα.

Επομένως, οι Αρμένιοι μιλάνε την «τῶν Ἀρμενίων διάλεκτον» (Αρμενική γλώσσα) και οι εθνοτικοί/εθνικοί Ρωμαίοι μιλάνε την δημώδη «Ἑλλάδα» γλώσσα.

Το άλλο στοιχείο που μας παραθέτει ο Λέων γι΄αυτούς τους Αρμένιους είναι ότι η περιοχή τους βρίσκεται ανατολικά της Λάπαρας/Λυκάνδου. Για το πεδίο της Λάπαρας (κοντά στο φρούριο Λύκανδος) όπου ο αποστάτης Βάρδας Σκληρός νίκησε τα νομιμόφρονα στρατεύματα που στάλθηκαν εναντίον του, ο Λέων γράφει πως βρισκόταν πάνω στο «μεθόριον» των χώρας των Αρμενίων.

[10.7] Βάρδας Μάγιστρος, ὁ κατ΄ἐπωνυμίαν Σκληρός, […] ὅτε κατὰ τὴν Λάπαραν τὸ πεδίονμεθόριον δὲ τοῦτο τῆς χώρας τῶν Ἀρμενίων– ἡ μάχη συνεκροτεῖτο,

Αυτή η «χώρα των Αρμενίων» ήταν χονδρικά η αραβο-βυζαντινή παραμεθόριος ανατολικά από την οροσειρά του Αντίταυρου. Το μικρό αρμενικό θέμα της Λυκάνδου, ειδικότερα, δημιουργήθηκε λίγο πριν το 910, όταν ο Αρμένιος Μελίας/Mleh (Mleh-mec = Μλέχ ο Μέγας αρμενιστί) εγκατέστησε πολλούς Αρμένιους στην περιοχή αναλαμβάνοντας την υπεράσπισή της.

Lapara

Ο Άραβας γεωγράφος Al-Muqaddasi γύρω στο 985 έγραψε ότι το όρος Αμανός μεταξύ της Αντιόχειας και του κόλπου της Αλεξανδρέττας κατοικούνταν αποκλειστικά από Αρμένιους. Εκεί αργότερα θα προκύψει το βασίλειο της Κιλικιακής Αρμενίας.

Byz-Arm-expansion-10th

Ο Ιωάννης Τσιμισκής είχε αρμενική καταγωγή από τον πατέρα του που ανήκε στην «λαμπρότατη» στρατιωτική φάρα των Κουρκούων. Η μητέρα του ήταν αδελφή του Νικηφόρου Φωκά. Η εκ πατρός πατρίδα του Τσιμισκή ήταν το θέμα των Αρμενιακών στο οποίο και προσέφερε φοροαπαλλαγή όταν ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας.

[6.5] [Ἐκ] λαμπροτάτου γὰρ γένους ὁ Ἰωάννης κατήγετο, πρὸς μὲν πατρὸς εὐγενὴς τῶν ἀφ΄ἡλίου ἀνατολῶν, ἐκ δὲ μητρὸς ἀνεψιὸς Νικηφόρου τοῦ αὐτοκράτορος. […] φόρων τε ἀτέλειαν τῷ τῶν Ἀρμενιακῶν θέματι παρέσχεν. Ἐκεῖθεν γὰρ ὥρμητο.

Ο «ἐκ γένους προσήκων τῷ βασιλεῖ» Ιωάννης Κουρκούας ακολούθησε τον Τσιμισκή στην εκστρατεία για την εκδίωξη των Ρως από την «Μυσία» (Βουλγαρία) και, σύμφωνα με τον Λέοντα, έγινε «θυμοῦ βαρβαρικοῦ παρανάλωμα» (έπεσε από το άλογό του και κατασφάχτηκε από τους Σκύθες) λόγω Θείας Δίκης, επειδή είχε «κεραΐσει» (λεηλατήσει) πολλούς «σηκούς» (ναούς, κυριολεκτικά «μαντριά ποιμνίων») της Μυσίας.

[9.5] Ἰωάννης δὲ ὁ Κουρκούας καὶ Μάγιστρος, ἐκ γένους προσήκων τῷ βασιλεῖ, […] ἵππου ἐπιβὰς […] ἤλαυνε κατ΄αὐτῶν. […] Οἱ δὲ Σκύθαι, ἀριπρεπῆ πανοπλίαν ἰδόντες, […] δόξαντες αὐτὸν ἐκεῖνον εἶναι τὸν αὐτοκράτορα, ἀθρόως περιδραμόντες αὐτοῖς ὅπλοις τοῦτον τοῖς ξίφεσι καὶ πελέκεσι κατεμέλισαν ἀπηνῶς. […] Ἀλλὰ τοιαῦτα μὲν Ἰωάννης ὁ Μάγιστρος ἀπηνέγκατο τὰ ἐπίχειρα, ὧν εἰς τοὺς θείους πεπαρῳνήκει σηκοὺς, θυμοῦ βαρβαρικοῦ γεγονὼς παρανάλωμα. Λέγεται γὰρ πολλοὺς τῶν κατὰ Μυσίαν κεραΐσαι, καὶ τὰ τούτων ἔπιπλα καὶ σκεύη τὰ ἱερὰ εἰς ἰδιωτικὰ μετασκευάσαι κειμήλια.

Την περίοδο που ο Νικηφόρος Φωκάς ήταν στην Κωνσταντινούπολη με τα στρατεύματά του για να στεφθεί επίσημα αυοκράτορας, ο Λέων αναφέρει καβγάδες μεταξύ «Αρμενίων» και «Βυζαντίων/αστικών», ενώ άλλες πηγές αναφέρουν καβγάδες μεταξύ «Αρμενίων» και «πλωίμων» (ναυτών) στα λιμάνια της Κωνσταντινούπολης. Δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτές οι αναφορές σε «Αρμένιους» είναι για «τωόντι Αρμένιους» ή πρόκειται για κων/πολίτικο παρατσούκλι εν γένει για τα ανατολικά στρατεύματα του Φωκά (τα οποία σαφώς περιείχαν και τωόντι Αρμένιους, λ.χ. «τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος» του στρατού στην Κρήτη που αναφέρθηκε παραπάνω).

[1.7] διαμάχη τις μεταξύ Βυζαντίων καὶ Ἀρμενίων συνέβαινεν, ὡς πολλοὺς πρὸς τῶν Ἀρμενίων τρωθῆναι τῶν ἀστικῶν. Ἄρτι δὲ πρὸς ἑσπέραν ἐπὶ τὰ ἀνάκτορα τοῦ βασιλέως ἐλαύνοντος, ὕβρεσι κἀκ τοῦ ἀναφανδὸν ἐχρῶντο Βυζάντιοι.

Armenians

Ένα άλλο ενδιαφέρον εθνολογικά πρόσωπο είναι ο Βασίλειος Λεκαπηνός ο Νόθος/Παρακοιμώμενος. Ήταν ευνούχος/εκτομίας, νόθος γιος του αυτοκράτορα Ρωμανού Λεκαπηνού και είχε «ἐπίμικτον τὸ γένος» επειδή ήταν «υἱὸς ἐκ Σκυθίδος» του Λεκαπηνού. Κατάφερε να παραμείνει στα παρασκήνια της βυζαντινής κυβέρνησης παρά την αλλαγή πέντε αυτοκρατόρων, ήταν ο κύριος συνομιλητής του Λιουτπράνδου της Κρεμόνας κατά την δεύτερη επίσκεψη του τελευταίου στην Κωνσταντινούπολη, μάλλον ήταν εμπλεγμένος στην δηλητηρίαση του Ιωάννη Τσιμισκή και ο Βασίλειος Β΄ αναγκάστηκε να τον εξορίσει το 985, για να μπορέσει να αναλάβει πλήρως την εξουσία.

[3.7] ἐκ τούτου παρρησίαν ὁ Βασίλειος εἰληφώς, ὃς ἐκτομίας μὲν ἦν καὶ τῷ τοῦ παρακοιμωμένου καὶ αὐτὸς ἐπὶ τῶν τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου καιρῶν ἐνδιέπρεψεν ἀξιώματι, νόθος υἱὸς ἐκ Σκυθίδος τῷ παλαιοτάτῳ αὐτοκράτορι Ῥωμανῷ γεννηθεῖς, δραστήριος δὲ, καὶ τὸ παριστάμενον αὑτῷ εἰς ἔργον ἐξενεγκεῖν προμηθέστατος, ἅτε τὸ γένος ἔχων ἐπίμικτον.

[6.1] οἷς ἐκ τοῦ διαστήματος ἐφείπετο Βασίλειος ὁ Νόθος, Ῥωμανοῦ τοῦ πάλαι αὐτοκράτορος ἐκ Σκυθίδος υἱὸς, τῷ τοῦ προέδρου ἐκδιαπρέπων ἀξιώματι.

Ο Λέων και οι Έλληνες

Η στάση του Λέοντα για τους «Ἕλληνες» (αρχαίοι πολυθεϊστές) και την «θύραθεν/ἔξωθεν» Ελληνική παιδεία είναι τυπικά Χριστιανική και Ρωμαϊκή. Η Ελληνική παιδεία αντιπαραβάλλεται ως «θύραθεν» στην «θεία και ημέτερη» (Χριστιανική) παιδεία, όταν ο Λέων γράφει πως ο πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος Β΄ (970-976) από την Κολώνεια κατείχε στο έπακρο την δεύτερη και ελλιπώς την πρώτη. Αντίθετα, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πολύευκτος που τον έχρισε «τὴν γνῶσιν τῆς θείας καὶ ἀνθρωπίνης σοφίας καὶ ἐπιστήμης, εἰς ἄκρον ἐξήσκησε». Σε αυτόν το αντιθετικό ζεύγος «θύραθενημέτερη και θεία» (παιδεία) παρουσιάζεται ως «ανθρώπινηθεία» (σοφία/επιστήμη).

[6.6] ἦλθεν ὁ ἐκ Κολωνείας Θεόδωρος, ἀνὴρ ἐξ ὀνύχων τὸν ἐρημικὸν καὶ ἀπράγμονα βίον αἱρετισάμενος, καὶ πολλοῖς ἱδρῶσιν ἀσκητικοῖς τὸ σαρκίον καταδαμάσας. Τρίχινον γὰρ ῥάκος ἐνδιδυσκόμενος, […] τοῦτον τῷ Βυζαντίῳ τότε παρουσιάζοντα ὁ Ἰωάννης προσάγει τῷ Πολυεύκτῳ. Ὁ δὲ, ἅμα τοῖς ἐνδημούσι τῶν ἐπισκόπων τὸν ἄνδρα ἐξητακὼς, ἐφευρών τε τὴν μὲν θύραθεν παιδείαν οὐ πάνυ ἠκριβωκότα, τήν γε μὴν θείαν καὶ ἡμετέραν ἐξησκημένον φιλοτιμότατα, χρίει αὐτὸν πατριάρχην ἈντιοχείαςὉ δὲ Πολύευκτος, μικρὰς ἡμέρας ἐπιβιοὺς μετὰ τὴν Θεοδώρου προχείρισιν, […] καὶ τὴν γνῶσιν τῆς θείας καὶ ἀνθρωπίνης σοφίας και ἐπιστήμης, ἣνεἰς ἄκρον ἐξήσκησε.

Με αφορμή έναν σεισμό στην Κλαυδιούπολη της Γαλατίας, ο Λέων συζητάει τα αίτια του σεισμού (ἔνοσις, κλόνος) απορρίπτοντας την «εἰκαιομυθία» (= παπαρολογία, εἰκαῖος = άσκοπος, άχρηστος) των Ελλήνων/μαθηματικών και προτιμώντας να συμβαδίσει με τον θείο Δαβίδ στην ερμηνεία του σεισμού ως «επισκοπή» (= επίσκεψη) του Θεού στην γη.

[4.9] Κλαυδιούπολιν τε, τὸ εὐδαιμονέστατον χωρίον τῶν Γαλατῶν, τότε συνέβη, κατεριπωθεῖσαν ἐκ τῆς ἀνυποστάτου κινήσεως καὶ ἐνόσεως, αἰφνίδιον τῶν οἰκητόρων τάφον γενέσθαι, […] Αἴτιον δὲ τῆς τοσαύτης ἐνόσεως καὶ κινήσεως ἀτμοὺς μὲν οἱ μαθηματικοὶ καὶ ἀναθυμιάσεις μυθολογοῦσι τινας, […] ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἡ τῶν Ἑλλήνων εἰκαιομυθία πρὸς τὸ ταύτῃ δοκοῦν ἐξηγήσατο. Ἐγὼ δὲ τῷ θείῳ Δαβίδ συνεπόμενος, ἐπισκοπῇ φαίην τοῦ Θεοῦ πρὸς ἡμᾶς τὸν τοσοῦτον κλόνον ἐγγίνεσθαι,

Για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του ότι η εμφάνιση κομήτη είναι κακός οιωνός, περιγράφει μια σκηνή της Ιλιάδος όπου, μετά την εμφάνιση ενός «αστέρα», η Τρωϊκή φάλαγγα τρέπεται σε φυγή από τους Αχαιούς. Συνεχίζει λέγοντας «αλλά και στην ιστορία των Ρωμαϊκών πολέμων όποιος ψάξει, θα διαπιστώσει ότι συνέβη πολλές φορές, κάθε φορά που συνέβη επίσκεψη του «φάσματος», να συνοδεύεται από ανδροκτασία».

[10.8] Τεκμήριον τοῦτο σαφὲς ὁ ἐπὶ τῆς Τρωϊκῆς πληθύος κατενεχθεὶς ἀστὴρ, ὁπηνίκα Πάνδαρος τῷ Μενελάῳ ἐπετοξάζετο. Ἐκεὶ γὰρ αὐθημερὸν ἡ Τρωϊκὴ φάλαγξ πρὸς τῶν Ἀχαιῶν εἰς φυγὴν ἀγεννῆ συνεκλείετο. Καὶ ὲπὶ τῶν Ῥωμαϊκῶν δὲ πολέμων εὕροι τις ἄν, τὴν ἱστορίαν μετιὼν, τὸ τοιοῦτον πολλάκις συμβὰν, καὶ τὸ στράτευμα διαφθαρὲν, ἵνα τὸ φάσμα ἐπέσκηψεν.

Τα Τρωικά εδώ αντιπαραβάλλονται στην [δικής μας] Ρωμαϊκή ιστορίας, αλλά πότε ξεκινάει η τελευταία; Ο Λέων δεν εξηγεί αναλυτικά. Πάντως, οι «πάλαι Ρωμαίοι» που προστάτευαν την «Πρεσβυτέρα Ῥώμη» με το σθένος τους, αναφέρονται ως «σκέτοι» Ρωμαίοι, όπως και οι «νῦν» Ρωμαίοι. Από εκεί και μετά, όταν ο Τσιμισκής φτάνει στην Αδριανούπολη και στο Δορύστολον για να πολεμήσει τους «Σκύθες» Ρως, ο Λέων θυμάται τους πάλαι Ρωμαίους αυτοκράτορες Αδριανό και Μεγάλο Κωνσταντίνο που, πολεμώντας τους «Σκύθες», ο μεν πρώτος μετονόμασε την «Ορεστιάδα» (που υποτίθεται ότι πήρε το όνομά της από τον Ορέστη) σε Αδριανούπολη, ο δε δεύτερος ίδρυσε το Δορύστολον (κάτι που δεν έκανε, γιατί το Durostorum προϋπήρχε του Κωνσταντίνου και ο δεύτερος όταν πολεμούσε τους «Σκύθες» Γότθους το 328 έχτισε την γέφυρα του Δούναβη στον Οίσκο).

[4.1] ἀπεκρούσθη δὲ οὐχὶ Βαβυλῶνος, ἣν ἡ Σεμίραμις ἑπτὰ περιβόλοις ὠχύρωσεν· ἢ τῆς πρεσβυτέρας Ῥωμής, τὸ τῶν Ῥωμαίων σθένος ἥν περ ἐπολίσατο· ἢ τῶν τῆς Ἰουδαίας τειχῶν […] ἀλλὰ Ταρσοῦ.

[8.2] Ἰωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, τοῦ Βυζαντίου ἀπάρας, ἐς τὴν Ἀδριανοῦ σὺν παντὶ τῷ στρατεύματι παραγίνεται. Ἣν Ὀρέστην φασὶ πολίσαι τὸν τοῦ Ἀγαμέμνονος, ὅτε τὸν πλάνον ὑπέστη μετὰ τὴν ἀναίρεσιν Κλυταιμνήστρας, τῆς ἰδίας μητρός· ἐξ ἐκείνου τε Ὀρεστιάδα κεκλῆσθαι τὸ πρότερον. Ἀδριανὸν δὲ αὖθις τὸν αὐτοκράτορα, Σκύθαις μαχόμενον, ἁλῶναι τε τῇ θέσει τῆς χώρας, καὶ ταύτην ἐχυροῖς περιβόλοις τειχίσαι, καὶ Ἀδριανοῦ ὀνομάσαι.

[8.8] πανστρατὶ [ὁ βασιλεὺς Ἰωάννης] ἐπὶ τὸ Δορύστολον ἴετο. Ὅπερ Κωνσταντῖνος, ὁ ἐν βασιλεῦσιν ἀοίδιμος, ἐκ βάθρων ἐδείματο, καὶ εἰς ὃ νῦν ὁρᾶται κάλλος καὶ μέγεθος ἤγειρεν […] Σκύθας δεσμενῶς ἀντιτεταγμένους αὐτῷ καὶ μανικῶς ὁρμῶντας κατεπολέμησε.

Αν υπάρχουν κάποιοι «Ἕλληνες» στην ιστορία του Λέοντα, αυτοί είναι οι «Σκύθες» Ρως που τελούν «ελληνικές θυσίες» και «ελληνικά όργια», τα οποία έμαθαν είτε από τους φιλοσόφους «τους» Ανάχαρσι και Ζαλμόξι είτε από τους εταίρους του Αχιλλέα (Μυρμιδόνες). Στην συνέχεια ο Λέων εξηγεί γιατί κατά την γνώμη του ήταν αληθείς οι φήμες (ανύπαρκτες στην πραγματικότητα) που ήθελαν τον Αχιλλέα Σκύθη εξορισμένο από την Σκυθία που εγκαταστάθηκε αργότερα στην Φθία.

Έχω κάνει παλαιότερη ανάρτηση για τον Σκύθη Αχιλλεα και τους Ρωσοβούλγαρους Μυρμιδόνες του.

[9.6] Λέγεται γὰρ Ἑλληνικοῖς ὀργίοις κατόχους ὄντας [τους Σκύθας/Ρως], τὸν Ἑλληνικὸν τρόπον θυσίας καὶ χοὰς τοῖς ἀποιχομένοις τελεῖν, εἴτε πρὸς Ἀναχάρσεως ταῦτα καὶ Ζαμόλξιδος, τῶν σφετέρων φιλοσόφων, μυηθέντες, εἴτε καὶ πρὸς τῶν τοῦ Ἀχιλλέως ἑταίρων. Ἀρριανὸς γὰρ φησιν ἐν τῷ Περίπλῳ, Σκύθην Ἀχιλλέα τὸν Πηλέως πεφηνέναι, ἐκ τῆς Μυρμηκιῶνος καλουμένης πολίχνης, παρὰ τὴν Μαιῶτιν λίμνην κειμένης. Ἀπελασθέντα δὲ πρὸς τῶν Σκυθῶν διὰ τὸ ἀπηνές, ὠμὸν, καὶ αὔθαδες τοῦ φρονήματος, αὖθις Θετταλίαν οἰκῆσαι. Τεκμήρια τοῦ λόγου σαφῆ ἥ, τε τῆς ἀμπεχόνης σὺν τῇ πόρπῃ σκευὴ, καὶ ἡ πεζομαχία, καὶ ἡ πυρσὴ κόμη, καὶ οἱ γλαυκιῶντες ὀφθαλμοὶ, καὶ τὸ ἀπονενοημένον, καὶ θυμοειδὲς, καὶ ὠμὸν. Ἃ καὶ ὀνειδίζων Ἀγαμέμνων ἐπέσκωπτεν, οὑτωσὶ λέγων: «Αἰεὶ γάρ τοι ἔρις τε φίλη, πόλεμοι τε, μάχαι τε». Φόνῳ γὰρ εἰσέτι καὶ αἵματι τὰ νείκη Ταυροσκύθαι διακρίνειν εἰώθασιν. Ὅτι δὲ τὸ ἔθνος ἀπονενοημένον, καὶ μάχιμον, καὶ κραταιὸν, πᾶσι τοῖς ὁμόροις ἐπιτιθέμενον ἔθνεσι, μαρτυροῦσι πολλοί, καὶ ὁ θείος δὲ Ἰεζεκιὴλ, μνήμην τούτου ποιούμενος, ἐν οἷς ταῦτα φησιν: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγω ἐπὶ σὲ τὸν Γὼγ καὶ Μαγὼγ, ἄρχοντα Ῥώς». Ἀλλ΄ ἀπόχρη μὲν ταῦτα περὶ τῶν Ταύρων ἐναγισμῶν.

Σημειώνω μόνο τα κατά Λέοντα «σαφή τεκμήρια» που «δείχνουν» την Σκυθική καταγωγή του Αχιλλέα:

  1. Ενδυμασία
  2. Πεζομαχία (οι «Σκύθαι»/Ρως είναι «πεζομαχοῦν ἔθνος ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδός»)
  3. Πυρσή κόμη και γλαυκιώντες οφθαλμοί (ξανθά μαλλιά και ανοιχτόχρωμα μάτια)
  4. Απηνές, Ωμό, Αύθαδες, Απονενοημένο και Θυμοειδές Φρόνημα

Πολεμική αντιπαράθεση Ρωμαίων και Σκυθών

Όταν πολεμούν οι Ρωμαίοι και οι «Σκύθες»/Ρως, συγκρούονται δύο διαφορετικές ιδεολογίες πολέμου που ο Λέων εξηγεί στο παρακάτω χωρίο που θα μεταφράσω:

[8.10] Τῶν δὲ στρατοπέδων εἰς χεῖρας ἀλλήλοις συναραχθέντων, καὶ σφοδρᾶς τῆς μάχης καταρραγείσης, ἱσοπαλὴς παρὰ τὰς πρώτας προσβολὰς ὁ ἀγὼν τέως ἐν ἀμφοτέροις ἐγίνετο. Ῥῶς μὲν γὰρ δεινόν που καὶ σχέτλιον τιθέμενοι, εἰ δόξαν παρὰ τῶν προσοίκων ἐθνῶν ἔχοντες, ἐν ταῖς μάχαις ἀεὶ τῶν ἀντιπάλων κρατεῖν, νῦν δὲ ὑπὸ Ῥωμαίων αἰσχρῶς ἡττηθέντες ταύτης ἐκπέσοιεν, ἐκθύμως διηγωνίζοντο. Ῥωμαίοις δὲ αἰδώς τις εἰσῃ ει καῖ νέμεσις, εἰ τὸ ἀντίξουν ἅπαν ὅπλοις καὶ τὴν σφῶν ἀρετῇ καταστρεφόμενοι, νῦν ἀπέλθοιεν, παρὰ πεζομαχοῦντος ἔθνους, ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδότος, καταγωνισθέντες, ὥς τινες ἔργων μάχης ἀνάσκητοι, καὶ τοσοῦτον αὑτοῖς ἐν ἀκαρεῖ κλέος οἰχήσεται. Τὰς τοιάυτας δἠ δόξας παρ΄ἑαυτοῖς ἐντρέφοντα τὰ στρατεύματα θαρραλέως διηγωνίζοντο. Καὶ Ῥῶς μὲν τῇ συντρόφῳ θηριωδίᾳ καὶ τῷ θυμῷ στρατηγούμενοι, μετὰ ῥύμης κατὰ Ῥωμαίων ἐφήλλοντο, οἷον ἐνθουσιῶντες καὶ βρυχώμενοι. Ῥωμαῖοι δὲ μετ΄ἐμπειρίας καὶ τεχνικῆς ἐπιστήμης αὐτοῖς ἀντεπῄεσαν. Καὶ συχνοὶ παρ΄ἀμφοτέρων ἔπιπτον τῶν μερῶν, καὶ μέχρι μὲν δείλης βαθείας ἀμφιτάλαντος ἡ νίκη ἐδόκει, τῇδε κἀκεῖσε μεταφερομένης τῆς μάχης. Ἤδη δὲ τοῦ φωσφόρου καταφερομένου πρὸς δυσμὰς, τὴν ἵππον βασιλεὺς ἀνὰ κράτος αὐτοῖς ἐπιρράξας, ἐμβοήσας τε, Ῥωμαίους ὄντας ἐπὶ τῶν ἔργων τὴν σφῶν ἀρετὴν ἐπιδείκνυσθαι, τῶν ἀνδρῶν ἐπέρρωσε τὰ φρονήματα, ἐπέβρισαν γὰρ ἐκτὀπῳ φορᾷ, καὶ οἱ σαλπιγκταὶ τὸ ἐνυάλιον ἐπήλάλαξαν, καὶ βοή τις ἀθρόα παρὰ Ῥωμαίων ἤρθη. Σκύθαι δὲ, τὴν τούτων οὐκ ἐνεγκόντες ῥοπὴν, ἐς φυγὴν ἔκλιναν καὶ πρὸς τὸ τεῖχος συνώσθησαν, πολλοὺς τῶν σφετέρων παρὰ ταύτην ἀποβαλόντες τὴν μάχην. Ῥωμαῖοι δὲ, τὰ ἐπινίκια παιωνίσαντες, ἐν εὐφημίαις εἶχον τὸν αὐτοκράτορα.

Μετάφραση: Όταν οι δύο στρατοί πιάστηκαν στα χέρια και η μάχη άναψε για τα καλά, ο αγώνας ήταν ισόπαλος κατά τις πρώτες συγκρούσεις. Από τη μια, οι Ρώσοι διαγωνίζονταν εκθύμως γιατί θεωρούσαν δεινό και σχέτλιο να ηττηθούν αισχρώς τώρα από τους Ρωμαίους, αυτοί που είχαν δημιουργήσει την φήμη στα πρόσοικά τους έθνη ότι νικάνε πάντοτε τους αντιπάλους τους. Από την άλλη, οι Ρωμαίοι, που στο παρελθόν κατανίκησαν όλους τους αντιπάλους τους με την αρετή και τα όπλα τους, αισθάνονταν αιδώ και νέμεσι στην σκέψη μιας υποχώρησης -σαν να ήταν ανάσκητοι στην μάχη- που θα έσβησε ακαριαία το κλέος τους, ιδίως εναντίον ενός πεζομαχούντος έθνους που ούτε καν ήξερε να ιππεύει. Τέτοιες σκέψεις περί δόξας έκαναν και τα δύο στρατεύματα και αλληλομάχονταν θαρραλέα. Οι Ρώσοι στρατηγούμενοι από την σύντροφό τους θηριωδία και τον θυμό τους, έπεσαν με δύναμη πάνω στους Ρωμαίους βρυχόμενοι σαν δαιμονισμένοι (οἷον ἐνθουσιῶντες). Οι Ρωμαίοι, από την άλλη, κατάφεραν να τους αντιμετωπίσουν με την εμπειρία και την τεχνική τους επιστήμη. Αμφότερες οι παρατάξεις είχαν πολλές απώλειες και η νίκη έμοιαζε αμφιτάλαντος μέχρι το βαθύ δειλινό. Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει, όταν ο βασιλέας οδήγησε το ιππικό με μεγάλη ορμή κατά των αντιπάλων. Ακούγοντας οι άνδρες τον βασιλέα να τους φωνάζει πως είναι Ρωμαίοι και επιδεικνύουν την αρετή τους με τα έργα τους, τονώθηκε το φρόνημά τους και επέβρισαν κατά των αντιπάλων τους με έκτοπη φορά. Οι σαλπιγκτές επηλάλαξαν το ενυάλιον και παράχθηκε αθρόα βοή από τους Ρωμαίους. Οι μεν Σκύθες, μην αντέχοντας την ροπή των τελευταίων, τράπηκαν σε φυγή και συνωστίστηκαν εντός των τειχών έχοντας χάσει πολλούς δικούς τους στην μάχη. Οι δε Ρωμαίοι επαιώνισαν τα επινίκια και ευφήμιζαν τον αυτοκράτορα.

Τελικά, η οριστική νίκη που οδήγησε στην Σκυθική συνθηκολόγηση ήρθε με μια προσποιητή υποχώρηση των Ρωμαίων καταφράκτωνπου ακολουθήθηκε από μία εκ νέου έφοδο την οποία υποτίθεται ότι οδήγησε «λευκόπωλος» ο Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, προς τιμήν του οποίου ο Τσιμισκής μετονόμασε το Δορύστολον Θεοδωρούπολη. Σε όλη την εκστρατεία η Ρωμαϊκή αιχμή κατηκόντισε 38.000 Σκύθες και ο Ιωάννης Τσιμισκής ανέσωσε την «Μυσία» (Βουλγαρία) και την καθυπέταξε στους Ρωμαίους.

[9.11] τὰς γὰρ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ χιλιάδας ἡ Ῥωμαϊκὴ αἰχμὴ κατηκόντισε

[9.12] Ἰωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, ἐν τέτταρσιν ὅλοις μησὶ τὴν Ῥωσικὴν πανοπλίαν καταγωνισάμενος, ὡς φθάσας ὁ λόγος δεήλωκε, καὶ τὴν Μυσίαν Ῥωμαίοις ἀνασωσάμενος, τὸ τὲ Δορύστολον Θεοδωρούπολιν ἐπ΄ὀνόματι τοῦ στρατηλάτου καὶ μάρτυρος Θεοδώρου μετονομάσας […] καῖ τῶν Μυσῶν βασιλέα Βορὴν παραγάγων τὰ τῆς βασιλείας ἀποθέσθαι παράσημα παρεσκεύασε. […] ὁ αὐτοκράτωρ Ἱωάννης διαπραξάμενος τρόπαια, τὴν τε Ῥωσικὴν αὐθάδειαν καὶ τὰ ἐπηρμένα τούτων φρονήματα ἐμπειρίᾳ πολέμων καὶ λελογισμένης ἀνδρείας τόλμη καταβαλὼν καὶ κατασπάσας εἰς τὴν γῆν, καὶ τὴν Μυσίαν Ῥωμαίοις καθυποτάξας,

Στην «θηριωδία» και τον «θυμό» των Ρως, οι Ρωμαίοι αντέταξαν την «εμπειρία πολέμων» και την «τόλμη λελογισμένης ανδρείας».

Θα συνεχίσω στην επόμενη ανάρτηση.

Leave a comment

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Η Ιστορία του Λέοντος του Διακόνου #2: εθνολογικά

Μετά την πρώτη ανάρτηση της σειράς με τα ιστορικά προλεγόμενα, στην σημερινή δεύτερη ανάρτηση θα παραθέσω το εθνολογικό μέρος της Ιστορίας του Λέοντα του Διακόνου.

Ο κόσμος του Λέοντα, όπως και κάθε άλλου «βυζαντινού» ιστορικού, χωρίζεται σε Ρωμαίους και βάρβαρους. «Ἡ βάρβαρος γῆ» (βάρβαρος οικουμένη) είναι όλος ο κόσμος που βρίσκεται εκτός των ορίων της «Ἀρχῆς/Ἡγεμονίας τῶν Ῥωμαίων» και κατοικείται από «τὰ Ἔθνη». Οι εντός των ορίων περιοχές συνιστούν την «Ῥωμαϊκή ἐπικράτεια/χώρα». Το αντιθετικό ζεύγος «Ῥωμαῖοι-βάρβαροι» χρησιμοποιείται ειδικά για να περιγράψει τις μάχες των Ρωμαίων με τους Άραβες/Μουσουλμάνους.  Αντίθετα, στις αντιπαραθέσεις των Ρωμαίων με τα βόρεια «Ἔθνη», όπως οι Βούλγαροι, οι Ρως και οι Ούγγροι, ο Λέων χρησιμοποιεί το αντιθετικό ζεύγος «Ῥωμαῖοι-Σκύθαι». Οι κατεξοχήν «Σκύθαι» της ιστορίας του είναι οι «Ταυροσκύθαι» Ρως.

Η «βάρβαρος γη/οικουμένη»:

Στον θρίαμβό που έκανε στην Κωνσταντινούπολη ο Νικηφόρος Φωκάς μετά την κατάκτηση της Κρήτης παρουσίασε τόσα λάφυρα «που όποιος τα έβλεπε θα έλεγε πως είχε μαζευτεί όλος ο πλούτος της βάρβαρης γης»:

[2.8] μεγαλοπρεπῶς τε πρὰ τοῦ αὐτοκράτορος Ῥωμανοῦ ὑποδεχθεὶς, θρίαμβον ἐπὶ τοῦ θεάτρου κατήνεγκε […] εἶπεν ἄν τις ἔκεῖσε παρατυχὼν, τῆς βαρβάρου γῆς τὸν ἅπαντα πλοῦτον συγκομισθῆναι τότε κατὰ τὸ θέατρον.

Όταν ο Τσιμισκής πληροφόρησε τον Νικηφόρο Φωκά ότι ο ευνούχος Ιωσήφ Βρίγγας επιχείρησε να τον εξαγοράσει εναντίον του παροτρύνοντάς τον στην συνέχεια να πάρει τον θρόνο, του θύμισε πως οι δυό τους ήταν «άνδρες που είχαν αποκτήσει τόση ακαταγώνιστη ισχύ, ώστε τους έτρεμε και θαύμαζε όλη η βάρβαρος οικουμένη», ενώ άτομα όπως ο  ευνούχος Βρίγκας ήταν «απαλά και σκιατραφή γυναικάρια».

[3.3] ὡς ἂν γνῷ καὶ Ἱωσὴφ, […] μὴ πρὸς ἁπαλὰ καὶ σκιατραφὴ διαμιλλώμενοι γυναικάρια, πρὸς ἄνδρας δὲ ἀκαταγώνιστον κεκτημένους ἰσχὺς, καὶ οὓς ἡ βάρβαρος φρίττει καὶ τέθηπε.

Η «Ρωμαϊκή Επικράτεια, Χώρα, Γη, Αρχή, Ηγεμονία»:

Οι «Ἀραβῖται Κρῆται» ληΐζονταν τα παράκτια της «Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας»:

[1.2] τὴν τῶν Ἀραβιτῶν Κρητῶν δυναστείαν, […] τὰ παράκτια τῆς Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας ἐληΐζετο μάλιστα.

Ο «Χαμβδᾶν» (Hamdan, Sayf Al-Dawla) εκστράτευσε κατά της «Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας» και, ειδικότερα, κατά του τμήματος της Ανατολής (Μικρά Ασία) που ανήκει στην «Ῥωμαϊκὴ Ἀρχὴ».

[2.1] ἐν τούτῳ δὲ Χαμβδᾶν, ὁ τῶν τῆς Κιλικίας προσοίκων Ἀγαρηνῶν ἀρχηγός […] ἀδεῶς τε τῆς ἀνατολῆς καταδραμεῖν, ὁπόσον ἡ Ῥωμαϊκὴ διέπει ἀρχὴ, […] καῖ δῆτα τὸ ἀκμαῖον καὶ νεανικὸν τῶν Ἀρἀβων καὶ Ἀγαρηνῶν συναλίσας, κατὰ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας ἐχώρει,

Ανάμεσα στους λόγους που παραθέτει ο πατριάρχης Πολύευκτος για την ενθρόνιση του Νικηφόρου Φωκά είναι και το ότι «τα βαρβαρικά φύλα δεν θα σταματήσουν να ληΐζονται την Ρωμαϊκή γη» (η οποία χρειάζεται σαν προστάτη της τον αγχίνου και «ἀγαθὸν τὰ πολέμια» Φωκά)

[2.12] ἐπεὶ δὲ καὶ τὰ βαρβαρικὰ φῦλα ληΐζεσθαι τὴν Ῥωμαϊκὴν οὐκ ἀπέχονται γῆν, συμβουλεύω, τὸν ἄνδρα τουτονὶ (τὸν Νικηφόρον ὑποδεικνὺς), ἀγχίνουν τε ὄντα καὶ ἀγαθὸν τὰ πολέμια […]

Ο Νικηφόρος Φωκάς με τα πολεμικά του ανδραγαθήματα πρόσφερε τα πλείστα στην [Ρωμαϊκή] Πολιτεία (Res Publica Romana), πλάτυνε τα «Ῥωμαϊκὰ ὅρια» και αύξησε «τὴν ἐπικράτειαν τῆς Ῥωμαϊκῆς Ἀρχῆς».

[2.11] ἐπεὶ εἰς λόγους ἦλθεν ὁ Νικηφόρος, καλάς γε, ἔφη, […] τὰ Ῥωμαϊκὰ μοι πλατύνοντι ὅρια […]

[3.6] καὶ προσέτι τὰ μέγιστα τὴν πολιτείαν ὀνήσοντα, καὶ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἀρχῆς τὴν ἐπικράτειαν αὐξήσοντα τοῖς κατὰ πολέμους ἀνδραγαθήμασιν,

Όταν αποφάσισε να συλλέξει τα στρατεύματά του και να πάει στην Κωνσταντινούπολη για να αναλάβει επίσημα το στέμμα, ο Φωκάς:

[3.6] ἐντάλματά τε καὶ διατάγματα πανταχοῦ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἡγεμονίας ἐξέπεμπε,

ενώ όταν τελικά στέφθηκε Βασιλεύς Ρωμαίων:

[4.1] τὴν τῶν Ῥωμαίων ἡγεμονίαν ἀνδρείᾳ ἀγχινοίᾳ παρειληφώς

Οι «βάρβαροι» Άραβες:

Οι «βάρβαροι» «(Αραβίτες) Κρήτες»:

Η αποτυχημένη κρητική εκστρατεία του «τομία» (ευνούχου) Κωνσταντίνου Γογγύλη, στην οποία σχεδόν όλη η στρατιά κατεκόπη από τους βάρβαρους Κρήτες:

[1.2] Κωνστανῖνος ὁ αὐτοκράτωρ, μὴ στέγων τὴν τῶν Κρητῶν ὕβριν καὶ τὰς λαθραίους ὲπιδρομὰς, στρατιὰν ἀξιόμαχον συνειληχὼς καὶ τριήρεις ἐξαρτύσας πυρφόρους μάλα συχνὰς, κατὰ τῆς Κρήτης ἔστελλεν […] Ἀλλ΄ ἀναδρίᾳ καὶ ἀπειρίᾳ στρατηγοῦ, τομίου θαλαμηπόπολου τελοῦντος, καὶ άνδραρίου σκιατραφοῦς ἐκ τῆς τῶν Παφλαγόνων ὡρμημένου -Κωνσταντῖνος ὄνομα τούτῳ, Γογγύλης ἐπίκλησις- […] ἅπασα ἡ λεχθεῖσα στρατιὰ, πλὴν ὀλίγων ἀνδρῶν, κατεκόπη πρὸς τῶν βαρβάρων καὶ παραπώλειτο.

Η επιτυχημένη απόβαση του Νικηφόρου Φωκά στην Κρήτη, ο οποίος κατέπληξε τους βάρβαρους Κρήτες επειδή είχε ετοιμάσει τους κατάφρακτους ιππείς ήδη μέσα στα πλοία, ώστε να κάνουν αμέσως έφοδο μόλις τα πλοία θα ακουμπούσαν στην παραλία, χρησιμοποιώντας «κλίμακες» (ράμπες αποβάσεως) που είχε φροντίσει να φέρει μαζί του:

[1.3] Ταύτην τὴν ἧτταν ὁ αύτοκράτωρ Ῥωμανὸς ἀνακαλέσασθαι προθυμούμενος, Νικηφόρον τὸν Φωκᾶν, τοῖς μαγίστροις ἐνδιαπρέποντα καὶ τῶν τῆς Ἀνατολῆς στρατευμάτων κατάρχοντα -δομέστικον τῶν σχολῶν Ῥωμαῖοι ἀρχὴν τὴν τοιαύτην ἐπιφημίζουσιν-, ἄνδρα ῥέκτην τε καὶ δραστήριον, ἀγαθὸν τὰ πολεμικὰ καὶ τὴν ἰσχὺν ἀνυπόστατον, αὐτοκράτορα-στρατηγὸν τῆς πρὸς τοὺς Κρῆτας μάχης κεχειροτόνηκεν. […] ἐπεὶ δὲ τῆς ἀποβάσεως ἐδὀκει καιρὸς, ἔδειξε πρακτικῶς, ἣν εἶχεν ἐμπειρίαν ἔργων πολιεμικῶν. Κλίμακας γὰρ ἐπὶ πορθμείων ἐπιφερόμενος, ταύτας ἐπὶ τὴν ἡϊόνα προσυφαπλῶν, τὴν στρατιὰν ἔνοπλον τε καὶ ἔφιππον ἀπὸ τῆς ὑγρᾶς ἐπὶ τὴν ξηρὰν μεταβίβαζε. Τῷ δὲ καινῷ καὶ ἀλλόκοτῳ τοῦ ὁράματος καταπλαγέντες οἱ βάρβαροι κατὰ χώραν ἔμενον ἰλαδὸν,

Αν και συνήθως ο όρος «Κρήτες» δηλώνει τους Άραβες κατοίκους του νησιού, ο Λέων διακρίνει τους «ἰθαγενεῖς τῶν τόπων ἡγεμόνες» (ντόπιοι Κρήτες, προφανώς Χριστιανοί) που βοήθησαν τους Ρωμαίους ως οδηγοί από τους «βάρβαρους ἰθαγενείς» εχθρούς του νησιού.

[1.7] καὶ ἡγεμόνας τῶν τόπων ἰθαγενεῖς ἄνδρας ἀνειληφώς, […] καὶ κυκλόθεν τὸν γεώλοφον περιεστοίχισεν, ἵνα βαθὺν οἱ βάρβαροι ὕπνον ἐκάθευδον.

[2.1] Ὁ μὲν δὴ τῶν Ῥωμαίων στρατηγὸς Νικηφόρος ἐς τὴν τῶν Κρητῶν νῆσον, ᾖπὲρ μοι εἴρηται, ἤδη τὴν Ῥωμαϊκὴν περαιωσάμενος δύναμιν, καὶ τῶν ἰθαγενῶν βαρβάρων ἐν τῇ συστάδην μάχῃ τοὺς μὲν παρανάλωμα μαχαίρας ἀπεργασάμενος

ithageneis

Οι «βάρβαροι» Άραβες/Αγαρηνοί του Χαμβδᾶν που εισέβαλαν για λεηλασία στην Μικρά Ασία και κατανικήθηκαν από τους Ρωμαίους του Λέοντα Φωκά, οι οποίοι παραλίγο θα αιχμαλώτιζαν και τον ίδιο τον Χαμβδᾶν:

[2.1] ἐν τούτῳ δὲ Χαμβδᾶν, ὁ τῶν τῆς Κιλικίας προσοίκων Ἀγαρηνῶν ἀρχηγός […] ἀδεῶς τε τῆς ἀνατολῆς καταδραμεῖν, ὁπόσον ἡ Ῥωμαϊκὴ διέπει ἀρχὴ, […] καῖ δῆτα τὸ ἀκμαῖον καὶ νεανικὸν τῶν Ἀρἀβων καὶ Ἀγαρηνῶν συναλίσας, κατὰ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας ἐχώρει,

[2.5] καὶ κἂν καὶ αὐτὸς ὁ Χαμβδᾶν ἥλω μικροῦ πρὸς τῶν Ῥωμαίων δορυάλωτος. […] λέγεται δὲ τοσοῦτον αὐτουργηθῆναι φόνον τοῦ βαρβαρικοῦ πλήθους πρὸς τῶν Ῥωμαίων κατὰ τουτονὶ τὸν πόλεμον, […] τὴν πολυάνθρωπον πληθὺν τῶν βαρβάρων ὁ στρατηγὸς ἡγωνίσατο καὶ διέφθειρε, καὶ τὸ ὑψαύχενον τοῦ Χαμβδᾶν καὶ τετυφωμένον εἰς ἀγεννῆ καὶ ἄνανδρον δειλίαν καὶ φυγαδείαν κατέσπασε καὶ συνέκλεισε […] καὶ τὴν λείαν ἐπισυνάξας, ὅση τε ἦν βαρβαρικὴ, καὶ ὁποση Ῥωμαϊκὴ ἐκ τῆς προνομῆς τοῖς βαρβάροις συνήθροιστο, ταύτης τὸ πλείστον τῇ στρατιᾷ διένειμε.

 Οι «Σκύθες»:

Η «Σκυθική στρατιά» του «έθνους των Οὔννων» (Ούγγροι) που πέρασε τον Ίστρο και ηττήθηκε από τον Δομέστικο Δύσεως Λέοντα Φωκά:

[2.2] τῷ τοι καὶ Σκυθικῆς στρατιᾶς τὸν Ἴστρον περαιωθείσης τὸ κατ΄ἐκεῖνο καιροῦ (Οὕννους τὸ ἔθνος κατονομάζουσιν) […] ὁ στρατηγὸς Λέων ἐξ ἀντιπάλου ταύτῃ συμπλέκεσθαι […] καὶ δόξαν εὐκλεᾶ σφετερίσασθαι.

Οι ΒούλγαροιΜυσοί») ως «Σκύθες»:

Ο «τῶν Μυσῶν ἀρχηγός Συμεών», ήθελε να αναγνωριστεί βασιλεύς των Ρωμαίων επειδή, ως «Σκύθης», μετά τις νίκες του εναντίον των Ρωμαίων, πήραν τα μυαλά του αέρα, λόγω της «σκυθικής» του απόνοιας, ύβρεως και αλαζονείας.

[7.7] Συμεὼν, ὁ τῶν Μυσῶν ἀρχηγὸν, ἀνὴρ τολμητίας καὶ θερμουργὸς τὰ πολεμικὰ, παλαι σφαδάζων, καὶ τὴν κατὰ Ῥωμαίων μάχην ὠδίνων, εύκαιρίας δραξάμενος, λεηλατῶν οὐκ ἀνίη Μακεδονίαν καὶ Θρᾴκην. εἰς ἀπόνοιαν τε τὴν Σκυθικὴν καὶ συνήθη ἐπαρθεὶς, αὐτοκράτορα ἑαυτὸν ἀνακηρύττειν Ῥωμαίοις ἐκέλευεν. Οἱ δὲ, τὴν ὕπαιθρον ἀλαζονείαν καὶ ὕβριν τοῦ Σκύθου μὴ φέροντες, τὰ ὅπλα κινεῖν κατ΄αὐτοῦ ἔγνωσαν

Όταν οι άγγελοι των Μυσών ήρθαν στον ιππόδρομο για να πάρουν τους «εἰθισμένους» φόρους που οι Ρωμαίοι πλήρωναν στον Βούλγαρο ηγεμόνα από τις ημέρες του Συμεών, ο Νικηφόρος Φωκάς διέταξε να ραπιστούν για την «αυθάδεια» που έδειξαν όταν τόλμησαν να ζητήσουν από τον σεβάσμιο βασιλέα των Ρωμαίων να πληρώσει φόρο στον «σκυτοτρώκτη» (τομαροφάγο;), «διφθερία» (τομαρένδυτο) και «τρίδουλο εκ προγόνων» (δούλος που είναι γιος και εγγονός δούλων) άρχοντα ενός «ΣΚΥΘΙΚΟΥ, πενιχρού, μιαρού και πενέστατου έθνους». Ο άρχων των Μυσών πρέπει να αναγνωρίζει ως δεσπότες τους ηγεμόνες των Ρωμαίων και όχι να τους ζητεί φόρους σαν να ήταν ανδράποδα! (σημειώνω όμως ότι για περίπου 50 χρόνια οι ηγεμόνες των Ρωμαίων πλήρωναν αυτούς τους φόρους στον Συμεών και τους διαδόχους του 🙂 ).

[4.5] ἄγγελοι τῶν Μυσῶν, πρὸς αὐτὸν ἀφιγμένοι, τοὺς εἰθισμένους ἀπαιτεῖν ἔλεγον φόρους τὸν ἀρχηγὸν ἑαυτῶν […] ἔθνει Σκυθικῷ, πενιχρῷ τε τὴν ἄλλως καὶ μιαρῷ, […] καὶ τῶν Ῥωμαίων σεβάσμιος βασιλεύς ἔθνει πενεστάτῳ καὶ μιαρῷ φόρους τελῶν ὑποκείσομαι; Ῥαπίζειν οὖν κατὰ κόρρης θᾶττον τοὺς ἀγγέλους προσέταττε, καὶ, ἄπιτε, ἔφη, καὶ τῷ σκυτοτρώκτῃ καὶ διφθερίᾳ ὑμῶν ἄρχοντι ἀπαγγείλατε, […] τρίδουλος ὢν ἐκ προγόνων, δέσποτας τοὺς Ῥωμαίων ἡγεμόνας ἀνακηρύττειν, οὐχ ὡς ἀνδράποδα τούτους φόρους αἰτεῖν!

Με αυτές τις προσβολές ο Νικηφόρος Φωκάς κήρυξε τον πόλεμο στους Βούλγαρους και ότρυνε τους Ρως εναντίον τους. Επειδή όμως ο Τσιμισκής, αργότερα, έχασε χρόνο μέχρι να σιγουρέψει τον θρόνο του και οι Ρως κατέκτησαν γρήγορα την (ανατολική) Βουλγαρία, ο Λέων αλλάζει πρόσωπο και παρουσιάζει τον Τσιμισκή ως τον «σωτήρα/επιτιμήτορα» των «αδελφών Χριστιανών» Βούλγαρων, οι οποίοι έπαθαν πολλά δεινά από τους «Σκύθες» Ρως. Οι ίδιοι οι Βούλγαροι αριστοκράτες χωρίστηκαν σε «ρωμαιόφρονες» και «ρωσόφρονες» και οι δεύτεροι πολέμησαν μαζί με τους Ρως κατά των Ρωμαίων.

Μετά την αλλαγή προσώπου, ο κατά τον Φωκά «σκυτοτρώκτης, διφθερίας και τρίδουλος εκ προγόνων» Βούλγαρος Τσάρος Πέτρος Α΄ ξαφνικά γίνεται «θεοφιλής και σεβάσμιος» άνθρωπος που έπαθε επιληψία από την εισβολή των Ρως, ενώ οι «Σκύθες, πενιχροί, μιαροί και πενέστατοι» «Μυσοί» ξαφνικά γίνονται «αναντίρρητοι Χριστιανοί» που συνδέονται με τους Ρωμαίους «με την ίδια πίστη και αδιάρρηκτη φιλία» και των οποίων ο βασιλικός οίκος παρέχει όμορφες πριγκηποπούλες στα πριγκηπόπουλα των Ρωμαίων! 🙂

[5.2] τηνικαῦτα δὲ λέγεται καὶ Πέτρον, τὸν ἡγήτορα τῶν Μυσῶν, ἄνδρα θεοφιλῆ καὶ σεβάσμιον, τῷ ἀπροσδοκήτῳ τῆς τροπῆς περιαλγήσαντα, ἐπιληψίας πάθος περιπεσεῖν, καὶ ὀλίγον ἐπιβιώσαντα, τῶν τῇδε ὑπαπελθεῖν.

[5.2] πρὸς τοὺς ὁμοθρήσκους Μυσοὺς ἐβουλεύσατο μᾶλλον πρεσβείαν στείλασθαι. Καὶ δῆτα πρέσβεις ὡς αὐτοὺς ἔστελλε, […] καὶ τῆς τε θρησκείας τοὺς ὑπεμίμνησκε -τὰ Χριστιανῶν γὰρ ἀναντιρρήτως πρεσβεύουσιν οἱ Μυσοὶ- καὶ παρθένους τοῦ βασιλικοῦ γένους ἐξῄτει, ὡς συνάψῃ ταύτας τοῖς τοῦ αὐτοκράτορος Ῥωμανοῦ παισὶ, καὶ ἀδιάρρηκτος ἐκ τοῦ κήδους ἥ τε πρὸς Ῥωμαίους καὶ τοὺς Μυσοὺς καταλλαγὴ καὶ φιλία ἐμπεδωθῇ.

[8.6] [ο Τσιμισκής] ἥκειν Μυσοῖς τιμωρήσων, δεινὰ πεπόνθοσι πρὸς τῶν Σκυθῶν.

Όπως ανέφερα και στην προηγούμενη ανάρτηση, ο Λέων ο Διάκονος ήταν παρών στην Μάχη των Πυλών του Τραϊανού, όπου οι Ρωμαίοι ηττήθηκαν από τους Βούλγαρους και γράφει πως η θεία πρόνοια τον έσωσε από το να γίνει «παρανάλωμα της Σκυθικής μάχαιρας»:

[10.8] καὶ μάχαιρας Σκυθικῆς γέγονα παρανάλωμα, εἰ μὴ με θεία τις ἐξ αὐτοῦ τοῦ κινδύνου ἀπήγαγε πρόνοια,

Στο ίδιο πάντα χωρίο γράφει για την Σαρδική/Σερδική (Σόφια) πως «καὶ Τριάδιτζαν ἡ Σκυθικὴ συνήθεια κέκληκεν» (το κείμενο είναι διεφθαρμένο και γράφει Τράλιτζαν):

[10.8] κατὰ τὴν Σαρδικὴν ἐπεχωρίασεν, ἣν καὶ Τράλιτζαν [sic] ἡ Σκυθικὴ συνήθεια κέκληκεν

Σημειώνω εδώ ότι ο Βουλγαρικός διαλεκτικός τύπος *Stryadets που κρύβεται πίσω από τον βυζαντινό τύπο «Τριάδιτζα» είναι απόλυτα φυσιολογικός γλωσσολογικά:

Σερδική/Serdica > Srědĭkĭ > Srědĭtsĭ > Srědets > Stryadets

δείχνοντας νοτιοσλαβική μετάθεση των υγρών (serd- > srěd-), επένθεση sr>str (λ.χ. sramota ~ stramota, SrebrenicaΣτρέμπενο) και γιακαβική εξέλιξη του γιατ (ě>ya, λ.χ. mlěko > mlyako).

Ο Ατταλειάτης παρέχει τον σωστό τύπο «Τριάδιτζα» που στο κείμενο του Λέοντα εμφανίζεται ως «Τράλιτζα» (κάποιος μεταγραφέας του Λέοντα προφανώς μπέρδεψε τα γράμματα Δ~Λ):

[Ατταλειάτης, 3.2] καὶ μετὰ τῶν δυνάμεων τῇ Σαρδικῇ τῇ νῦν λεγομένῃ Τριαδίτζῃ

Οι Ρῶς ως «Ταῦροι/Ταυροσκύθαι/Σκύθαι»:

Ο πατρίκιος Καλοκυρός/Καλοκύρης στάλθηκε στην «Σκυθία» για να οτρύνει μετά δώρων τους «Ταυροσκύθες»/Ρως να επιτεθούν στους «Μυσούς»/Βούλγαρους και αυτοί δέχτηκαν αμέσως γιατί είναι υπερβολικά φιλοκερδές «ἅπαν τὸ Σκυθικὸν» (γένος/έθνος):

[4.6] καὶ Καλοκύρην […] ἐς τοὺς Ταυροσκύθας ἐξέπεμψεν, οὓς ἡ κοινὴ διάλεκτος Ῥῶς εἴωθεν ὀνομάζειν

[5.1] ὁ πρὸς τοὺς Ταυροσκύθας σταλεὶς βασιλικῷ νεύματι Καλοκύρης ὁ Πατρίκιος, κατὰ τὴν Σκυθίαν γενόμενος, καὶ τῷ τῶν Ταύρων κατάρχοντι φιλιωθεὶς, δώροις τε τοῦτον διαφθείρας καὶ λόγοις καταγοητεύσας ἐπαγωγοῖς -φιλοκερδὲς δὲ ἅπαν ἐκτόπως τὸ Σκυθικὸν– […] ἐλαύνειν κατὰ Μυσῶν.

Το τελεσίγραφο του «Σφενδοσθλάβου»/Svyatoslav προς τον Τσιμισκή είναι οι Ρωμαίοι να εγκαταλείψουν αμέσως την Ευρώπη που δεν τους ανήκει και να μετασκευαστούν στην Ασία αν θέλουν να υπάρξουν σπονδές μεταξύ Ταυροσκυθών και Ρωμαίων!

[6.10] Ὁ δὲ Σφενδοσλάβος, […] ἀλλὰ τῆς Εύρώπης θᾶττον ἀφίστασθαι, ὡς μὴ προσηκούσης αὐτοῖς, καὶ πρὸς τὴν Ἀσίαν μετασκευάζεσθαι. Ἄλλως γὰρ μὴ οἴεσθαι, Ταυροσκύθας εἰς σπονδὰς Ῥωμαίων ξυμβήσεσθαι.

Μετά την μάχη του Δορυστόλου, ο Λέων παρουσιάζει τις απώλειες των Ρωμαίων (350) και των «Σκυθών» Ρως (15500):

[9.10] λέγεται δὲ παρὰ ταύτην τὴν μάχην πέντε καὶ δέκα χιλιάδας πρὸς τοῖς πεντακοσίοις ἀναιρεθῆναι Σκυθῶν, ληφθῆναι δὲ δισμυρίαν ἀσπίδα, καὶ ξίφη πάμπολλα. Ῥωμαίων δὲ τριακοσίους ἀποκτανθῆναι πρὸς τοῖς πεντήκοντα, τρωθῆναι δὲ συχνούς. Ἀλλὰ τοιαύτην μὲν Ῥωμαῖοι τὴν νίκην παρὰ τὸν ἀγῶνα ἡνέγκαντο τουτονί.

Ενίοτε, οι «Σκύθαι» περιγράφονται και ως «βάρβαροι», λ.χ. ο «Σκύθης» «Σφενδοσθλάβος»/Svyatoslav του Κιέβου κατά τα τελεσίγραφα που αντάλλαξε με τον Τσιμισκή έδειξε την βαρβαρική του αυθάδεια, μανία και απόνοια:

[6.10] Ὁ δὲ Σφενδοσλάβος, ταῖς κατὰ τῶν Μυσῶν νίκαις ἐπὶ μέγα αἰρόμενος, καὶ τῇ βαρβαρικῇ αὐθαδείᾳ ὑπεροπλα βρενθυόμενος […] τῇ ἐμφύτῳ ἀπηνείᾳ κατεργασάμενος […] Ἰωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, τὰς τοιαύτας ἀποκρίσεις τοῦ Σκύθου δεξάμενος […] Ὁ δὲ Σφενδοσλάβος, ἐπὶ ταῖς τοιαύταις ἀποκρίσεσι σχετλιάσας, τῇ τε βαρβαρικῇ μανίᾳ καὶ ἀπονοίᾳ παραφερόμενος, ἀντέλεξε τοιαῦτα […]

Οι «Πατζινάκοι»:

Μετά την αποχώρηση των Ρως από την Βουλγαρία, οι Πετσενέγκοι/Πατσινάκοι τους επιτέθηκαν -ίσως με βυζαντινή παρότρυνση- και σκότωσαν πάρα πολλούς από αυτούς. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο Σβιάτοσλαβ, το κρανίο του οποίου ο αρχηγός των Πατσινακών το έκανε κρασοπότηρο, όπως είχε κάνει και ο (στεπαίος και όχι σλάβος) Βούλγαρος Κρούμος το κρανίο του αυτοκράτορα Νικηφόρου Α΄. Παρόλο που οι Πατσινάκοι είναι οι μόνοι «τωόντι Σκύθαι» (νομαδικοί ιπποτοξότες) στην ιστορία του Λέοντα, ο δεύτερος δεν τους ονομάζει «Σκύθες», αλλά τους περιγράφει απλά ως έθνος νομαδικό, πολυάνθρωπο, ψειροφάγο και φερέοικο (φέρει μαζί του τις «οικίες»/άμαξες του):

[9.12] Πατζινάκαι δὲ παρὰ τὸν ἀπόπλουν ἐλλοχήσαντες, ἔθνος νομαδικὸν τοῦτο καὶ πολυάνθρωπον, φθειροφάγον τε καὶ φερέοικον, ἐπ΄ἀμαξῶν ὡς τὰ πολλὰ βιωτεῦον, σχεδὸν διέφθειραν ἅπαντας, καὶ αὐτὸν δὲ τὸν Σφενδοσθλάβον τοῖς λοιποῖς συγκατέσφαξαν.

«Θυμηθείτε ότι είστε Ρωμαίοι» ~ «Δεν αρμόζει σε Ρωμαίους»

Ενώ τα «Τακτικά» του Λέοντος του Σοφού (~900) συνιστούν στον στρατηγὀ να θυμίζει στους στρατιώτες του ότι είναι Χριστιανοί που μάχονται υπέρ του Χριστιανικού έθνους και υπέρ του αληθινού θεού, οι προτρεπτικοί λόγοι των πρωταγωνιστών του Λέοντα του Διακόνου τονίζουν ότι «είμαστε Ρωμαίοι και πρέπει να συμπεριφερθούμε δεόντως»!

Ο Νικηφόρος Φωκάς λέει στους στρατιώτες του κατά την Κρητική εκστρατεία:

[1.6] καὶ ὅλῃ σπουδῇ καὶ ῥώμη ἐξερευνῆσαι καὶ ἀνιχνεῦσαι τὰ ἐλλοχώντα τῇδε βάρβαρα θηρία, καὶ τῶν χηραμῶν καὶ φωλεῶν ἐξερύσαντας ἀπωλείᾳ παραπέμψασθαι. Μὴ οὖν νωθείᾳ καὶ μέθῃ προϊστάμεθα τὸν καιρὸν, ἁλλὰ Ῥωμαῖοι τελοῦντες τὸ νεανικὸν καὶ γενναῖον τῆς ἡμῶν εὐγενείας παράστημα ἐν τοῖς ἀγῶσιν ἐπιδειξόμεθα.

Μετάφραση: Και πρέπει με πλήρη σπουδή και ρώμη να εξερευνήσουμε και να ανιχνεύσουμε τα ελλοχεύοντα «βάρβαρα θηρία» (Άραβες Κρήτες), να τα βγάλουμε από τους «χηραμούς» (τρύπες/κουφάλες) και τις φωλιές τους και να τα ξεπαστρέψουμε. Δεν πρέπει να διαχειμάσουμε με νωθεία (τεμπελιά/αδράνεια) και μέθη, αλλά όντας Ρωμαίοι, πρέπει να επιδείξουμε στους αγώνες μας το νεανικό και γενναίο παράστημα της ευγένειάς μας.

Ο Λέων Φωκάς λέει στους στρατιώτες του πριν την συμπλοκή με τους πολυπληθέστερους  Άραβες/Αγαρηνούς του Χαμβδάν:

[2.3] πλήθει δὲ καὶ ταῖς φάλαγξιν οὐκ ἂν φαίη τις ἀξιόμαχον. Δεῖ οὖν Ῥωμαίους ὄντας μεμηχανῆσθαι τε καὶ βεβουλεύσθαι δεόντως, ἐν τοῖς ἀπόροις ἐξευρίσκειν τὰ πρόσφορα, αἱρείσθαι τε πρὸ τῶν δεινῶν τὰ ξυμφέροντα.

Μετάφραση: Αλλά κανείς δεν μπορεί να πει ότι ο αριθμός της στρατιάς μας είναι αξιόμαχος (δηλαδή υστερούμε αριθμητικά). Πρέπει, επομένως, όντας Ρωμαίοι να προσχεδιάσουμε και να διαβουλευτούμε δεόντως, ώστε να βρούμε το πρόσφορο μέσα στο αδιέξοδο και να επιλέξουμε αντί των δεινών τα συμφέροντα.

Ο Πατριάρχης Πολύευκτος στον λόγο του στην Σύγκλητο υπέρ της στέψεως του Νικηφόρου Φωκά λέει:

[2.12] Τούτων τῶν ῥημάτων ὁ πατριάρχης ἐνωτισθεὶς […] καὶ τὴν σύγκλητον είσκαλέσας, […] ἔφη […] Δεὶ Ῥωμαίους ὄντας ἡμᾶς, καὶ θείοις ῥυθμιζομένους προστάγμασι, […]

Μετάφραση: Επειδή είμαστε Ρωμαίοι και πρέπει να ρυθμίζουμε την ζωή μας βάσει θεϊκών προσταγμάτων, […]

Ο Ιωάννης Τσιμισκής, όταν πληροφορεί τον Νικηφόρο Φωκά ότι ο ευνούχος Ιωσήφ Βρίγγας επιχείρησε να τον εξαγοράσει εναντίον του και τον προτρέπει να σφετεριστεί τον θρόνο, λέει:

[3.3] Ἄτοπον γὰρ ἐμοὶ καὶ οὐ φορητὸν καταφαίνεται, ὑπὸ τομίου οἰκτροῦ ἐκ τῆς Παφλαγονικῆς ἐρημίας τῇ πολιτείᾳ παρεισφθαρέντος, τοὺς τῶν Ῥωμαίων ἄγεσθαι στρατηγοὺς, καὶ τῇδε κἀκεῖσε παρέλκεσθαι τῆς ῥινὸς, ὠς ἀνδράποδα.

Μετάφραση: Γιατί μου φαίνεται άτοπο και αβάσταχτο οι στρατηγοί των Ρωμαίων να άγονται και να σέρνονται από την μύτη σαν ανδράποδα από έναν οικτρό εκτομία που κατάγεται από τις ερημιές της Παφλαγονίας και κατάφερε να χωθεί στην κυβέρνηση.

Ο Ιωάννης Τσιμισκής σε λόγο του προς τους στρατιώτες του πριν την μάχη με τους Ρως λέει:

[8.3] Ἐπιρρώσαντες οὖν τοὺς θυμοὺς, καὶ λογισάμενοι, ὅτι Ῥωμαῖοι ἐστε, οἱ τὸ ἀντίξουν ἅπαν τὸ πρόσθεν ὅπλοις καταστρεφόμενοι, ἕπεσθε τὴν ταχίστην, τὴν σφῶν ἀρετὴν ἐπὶ τῶν ἔργων ἐπιδεικνύμενοι.

Μετάφραση: Επιρρώστε, λοιπόν, το τσαγανό σας και αναλογιστείτε ότι είστε Ρωμαίοι που στο παρελθόν έχετε συντρίψει όλους τους αντιπάλους σας, ώστε να με ακολουθήσετε αμέσως επιδεικνύοντας την αρετή σας με τα έργα σας.

Πάντοτε ο Τσιμισκής πριν από άλλη μάχη με τους Ρως λέει:

[8.10] ἤδη δὲ τοῦ φωσφόρου καταφερομένου πρὸς δυσμὰς, τὴν ἵππον ὁ βασιλεὺς ἀνὰ κράτος αὐτοὶς ἐπιρράξας, ἐμβοήσας τε, Ῥωμαίους ὄντας ἐπὶ τῶν ἔργων τὴν σφῶν ἀρετὴν ἐπιδείκνυσθαι, τῶν ἀνδρῶν ἐπέρρωσε τὰ φρονήματα. Ἐπέβρισαν γὰρ ἐκτόπῳ φορᾷ, καὶ οἱ σαλπιγκταὶ τὸ ἐνυάλιον ἐπηλάλαξαν, καὶ βοή τις ἀθρόα παρὰ Ῥωμαίων ἤρθη. Σκύθαι δὲ, τὴν τούτων οὐκ ἐνέγκοντες ῥοπὴν, ἐς φυγὴν ἔκλιναν καὶ πρὸς τὸ τεῖχος συνώσθησαν,

Μετάφραση: Και ενώ ο ήλιος έδυε, ο βασιλέας τους επιτέθηκε με το ιππικό, φωνάζοντας στους άνδρες πως είναι Ρωμαίοι που αποδεικνύουν την αρετή τους με τα έργα τους και τονώνοντας έτσι το φρόνημά τους. […] και παράχθηκε μεγάλος αλαλαγμός από τους Ρωμαίους. Οι Σκύθες, μην μπορώντας να αντέξουν την ροπή τους, τράπηκαν σε φυγή και κλείστηκαν εντός των τειχών,

Θα συνεχίσω το υπόλοιπο εθνολογικό μέρος στην επόμενη ανάρτηση.

Leave a comment

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Η Ιστορία του Λέοντος του Διακόνου #1: προλεγόμενα

Η σημερινή ανάρτηση θα είναι η πρώτη της σειράς με θέμα την ιστορία του Λέοντος του Διακόνου. Το βασικό θέμα της ιστορίας του Λέοντα είναι οι βασιλείες των στρατιωτικών αυτοκρατόρων Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννη Τσιμισκή.  Η ιστορία ξεκινάει με τον Νικηφόρο Φωκά να είναι ήδη καταξιώμενος Δομέστικος [των Σχολών] της Ανατολής επί βασιλείας Ρωμανού Β΄ και με τον αδελφό του Λέοντα Φωκά να είναι Δομέστικος [των Σχολών] της Δύσης. Το πρώτο πολεμικό γεγονός της ιστορίας είναι η επιτυχής εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά που οδήγησε στην κατάλυση του Αραβικού Εμιράτου της Κρήτης και στην ρωμαϊκή ανάκτηση της μεγαλονήσου (961 μ.Χ.). Το τελευταίο γεγονός της ιστορίας του Λέοντα είναι ο θάνατος του Ιωάννη Τσιμισκή (976 μ.Χ.) αν και, λίγες παραγράφους πριν το τέλος, ο Λέοντας αναφέρει συνοπτικά μερικά γεγονότα που συνέβησαν επί βασιλείας του Βασιλείου Β΄, όπως η ταπεινωτική ρωμαϊκή ήττα στην μάχη των Πυλών του Τραϊανού (986 μ.Χ.) εναντίον των Βουλγάρων και οι αποστασίες του Βάρδα Σκληρού (976-979) και του Βάρδα Φωκά (987-989 μ.Χ.).

Επειδή, οι ημερομηνίες θα είναι πάντοτε μ.Χ., από εδώ και πέρα θα γράφω μόνο τον αριθμό του έτους.

Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο της Ιστορίας του Λέοντα του Διακόνου μπορείτε να το κατεβάσετε ως pdf από τον παρακάτω σύνδεσμο:

Byz-hist-Leo-Deacon

Την αγγλική μετάφραση (με εισαγωγή και αναλυτικές σημειώσεις) των Alice-Mary Talbot και Denis F. Sullivan (Dumbarton Oaks/Harvard University Press, 2005) μπορείτε να την κατεβάσετε σε pdf σε αυτόν εδώ τον σύνδεσμο (ευγενική προσφορά του Φερίστου Δώτορος Εάων Βατάλου).

Leo

Όπως θα εξηγήσω παρακάτω στα βιογραφικά στοιχεία, ο Λέων έγραψε την ιστορία του κατά την περίοδο 995-1000 και ήταν αυτόπτης μάρτυρας πολλών από τα γεγονότα που περιγράφει. Η ιστορία του, χωρισμένη σε δέκα βιβλία, είναι ενδιαφέρουσα γιατί περιγράφει έναν καλοεκπαιδευμένο Ρωμαϊκό στρατό που συμπεριφέρεται ακριβώς όπως συνιστούν τα Πολεμικά Εγχειρίδια του 10ου αιώνα, όπως τα «Τακτικά» του Λέοντος του Σοφού (~900), η «Στρατηγική Έκθεσις» του Νικηφόρου Φωκά (~965) και τα «Τακτικά» του Νικηφόρου Ουρανού (~1000).

Για τα «Τακτικά» του Λέοντος του Σοφού έχω κάνει τις δύο παρακάτω αναρτήσεις:

Η Λατινική Ορολογία στα «Τακτικά» του ΛΣ

Εθνολογικές Παρατηρήσεις στα «Τακτικά» ΛΣ

Για να χρησιμοποιήσω την ορολογία του Λέοντα, τα Ρωμαϊκά στρατεύματα του 10ου αιώνα είναι «δυσάντητα» (= δυσκόλως αντιμετωπίσιμα, ἀντάω), «δυσεκβίαστα» (= δυσνίκητα), «ἀκαταγώνιστα» και τα «φρίττει καὶ τέθηπε ἡ βάρβαρος» (τα τρέμει και τα θαυμάζει όλη η βάρβαρος οικουμένη). Στην Ιστορία του Λέοντα βλέπουμε το λεγόμενο Ακριτικό Ήθος, δηλαδή τόσο οι στρατηγοί όσο και οι απλοί στρατιώτες της Μικράς Ασίας είναι υπερήφανοι που είναι «ἀγαθοί τὰ πολέμια» (εμπειροπόλεμοι), «αἱμάτων ἄνδρες» (άνδρες βαπτισμένοι στο αίμα του πολέμου, αιμοβαφείς) και είναι υπερήφανοι που είναι «ὑπαίθριοι» (έχουν μεγαλώσει κάτω από τον αίθριο ουρανό) και δεν είναι «σκιατραφῆ ἀνδράρια» (~ «αναθρεμμένοι κάτω από την στέγη ~ στα σαλόνια»), όπως οι «τρυφηλοί Βυζάντιοι» (καλομαθημένοι Κων/πολίτες).

Η Στρατιωτική Ιστορία του 10ου Αιώνα

Ο δέκατος αιώνας ξεκινάει με την Ρωμαΐδα εξασθενισμένη και με την Βουλγαρία του Συμεών ως τον κύριο πρωταγωνιστή των Βαλκανίων. Η αποκορύφωση αυτής της κατάστασης είναι η ταπεινωτική Ρωμαϊκή ήττα στην μάχη της Αγχιάλου το 917 και ο ακόμα πιο ταπεινωτικός φόρος που οι Ρωμαίοι συμφώνησαν να πληρώνουν κάθε χρόνο στον Συμεών για να μην τους ενοχλεί. Οι διάδοχοι του Συμεών συνέχισαν να αποσπούν αυτόν τον φόρο μέχρι την άνοδο του Νικηφόρου Φωκά στον ρωμαϊκό θρόνο.

Ωστόσο, η αναβίωση της Τακτικής επιστήμης, οι στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις που την συνόδεψαν και η στρατολόγηση πολλών Αρμενίων που άρχισαν να συρρέουν στις ανατολικές ακριτικές περιοχές, άρχισαν να αποδίδουν καρπούς από το 930 και έπειτα. Το 934 ο αρμενικής καταγωγής στρατηγός Ιωάννης Κουρκούας κατάκτησε την αραβοκρατούμενη Μελιτηνή και το 949 ακολούθησε η κατάκτηση της αραβοκρατούμενης Θεοδοσιουπόλεως (Erzurum). Στους μουσουλμάνους κατοίκους αυτών των δουρίκτητων περιοχών δόθηκε η ευκαιρία ή να φύγουν ή να εκχριστιανιστούν, ενώ έγινε και εγκατάσταση χριστιανικών πληθυσμών, τους οποίους οι μεταγενέστερες Αρμενικές πηγές χωρίζουν σε Αρμένιους (Hayer) σε «Έλληνες» (Yunakan, δηλαδή εθνοτικούς Ρωμαίους). Ο Νικηφόρος Φωκάς κατέκτησε τα Σαμόσατα το 958 και την Γερμανίκεια (γενέτειρα του Λέοντος Γ΄ του «Ισαύρου») το 962. Ήδη το 961 ο Φωκάς είχε ολοκληρώσει την ανάκτηση της Κρήτης, το 964-5 κατέκτησε την Κιλικία (Αδάνα, Ταρσός και 20 άλλα φρούρια) και, ταυτόχρονα, ανακτήθηκε πλήρως η Κύπρος που, για τρεις περίπου αιώνες, βρισκόταν σε ένα περίεργο Αραβο-Ρωμαϊκό condominium (συγκυριαρχία, οι φόροι του νησιού πήγαιναν μισοί στους Άραβες και μισοί στους Ρωμαίους). Η αποκορύφωση των ανατολικών εκστρατειών ήταν το 969 όταν ο Μιχαήλ Βούρτζης (χωρίς την έγκριση του Φωκά) κατέκτησε την Αντιόχεια. Το 966, ο Φωκάς αρνήθηκε να πληρώσει τον φόρο στους πρέσβεις των Βουλγάρων, τους οποίους τιμώρησε με ράπισμα για την «αυθάδειά» τους, κηρύττοντας πόλεμο στην Βουλγαρία. Ταυτόχρονα, έστειλε τον Καλοκυρό στους Ρώς του Κιέβου, για να εξασφαλίσει την συμμαχία τους κατά των Βουλγάρων. Ο «Σφενδοσλάβος» (Sviatoslav < Svętoslavŭ = «Ἱεροκλῆς») του Κιέβου εισέβαλε στην Βουλγαρία και κατέκτησε εύκολα την βουλγαρική πρωτεύουσα Πρεσλάβα, κάνοντας την Πρεσλαβίτσα (κοντά στο δέλτα του Δούναβη) νέα πρωτεύουσα του Ρωσικού του κράτους. Οι Ρως συνέχισαν να επεκτείνονται απειλητικά στα Βαλκάνια (κατέκτησαν μέχρι και την Φιλιππούπολη) και, σύμφωνα με τις βυζαντινές πηγές, ο Σβιάτοσλαβ έστειλε τελεσίγραφο στους Ρωμαίους συνιστώντας τους «να εγκαταλείψουν αμέσως την Ευρώπη που δεν τους ανήκε και να περιοριστούν στην Ασία!», ώστε να αποφευχθεί ο πόλεμος.

[6.10] Ὁ δὲ Σφενδοσλάβος, ταῖς κατὰ τῶν Μυσῶν νίκαις ἐπὶ μέγα αἰρόμενος, καὶ τῇ βαρβαρικῇ αὐθαδείᾳ ὑπέροπλα βρενθυόμενος […] ὑπεραύχους καὶ αὐθάδεις τὰς ἀποκρίσεις τοῖς πρέσβεσι Ῥωμαίων ἐξέφερε: […] ἀλλὰ τῆς Εύρώπης θᾶττον ἀφίστασθαι, ὡς μὴ προσηκούσης αὐτοῖς, καὶ πρὸς τὴν Ἀσίαν μετασκευάζεσθαι. Ἄλλως γὰρ μὴ οἴεσθαι, Ταυροσκύθας εἰς σπονδὰς Ῥωμαίων ξυμβήσεσθαι.

Με άλλα λόγια, με αυτό το τελεσίγραφο, αν δεν είναι βυζαντινό εφεύρημα για να δικαιολογηθεί η βυζαντινή εισβολή στην ρωσοκρατούμενη Βουλγαρία, ο Σβιατοσλάβος αρνείται να αναγνωρίσει όλη την ρωμαϊκή reconquista βαλκανικών εδαφών που πραγματοποιήθηκε κυρίως κατά την περίοδο 740-840.

Whittow-700-917

Ο Ιωάννης Τσιμισκής, που ανέβηκε στον θρόνο το 969 δολοφονώντας τον θείο του Νικηφόρο Φωκά, το 970 κήρυξε τον πόλεμο στους Ρώς, στέλνοντας με τη σειρά του το δικό του τελεσίγραφο, στο οποίο συνιστούσε στον Σβιατοσλάβο «να φύγει οικειοθελώς από την «Μυσία» που δεν του ανήκε και να επιστρέψει στην πατρίδα του, για να μην τον πετάξουν έξω με το ζόρι οι Ρωμαίοι!»

[6.10] Ἱωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, τὰς τοιαύτας ἀποκρίσεις τοῦ Σκύθου δεξάμενος, καὶ αὖθις τοῖς προαποεσταλμένοις ἀμείβεται τάδε: […] διὰ ταῦτα εἰσηγούμεθα τε ὑμῖν ὡς φίλοις, καὶ συμβουλεύομεν, ἐξαυτῆς ἀπαίρειν τῆς μηδέν τι προσηκούσης χώρας ὑμῖν, […] ἐν Χριστῷ γὰρ θαρρούμεν τῷ ἀθανάτῳ Θεῷ, ὡς, εἰ μὴ τῆς χώρας ἀπέλθοιτε, καὶ ἄκοντες παρ΄ἡμῶν ταύτης ἀπελαθήσεσθε!

Ο Τσιμισκής ηγήθηκε στην συνέχεια της ρωμαϊκής εισβολής στην ανατολική Βουλγαρία (970-971) που ολοκληρώθηκε με την εκδίωξη των Ρώσων από τα Βαλκάνια (η μεγαλύτερη μάχη αυτής της εκστρατείας ήταν η πολιορκία/μάχη του Δορυστόλου) και την επίσημη ρωμαϊκή κατάκτηση της Βουλγαρίας, η οποία επισφραγίστηκε με μια τελετή, στην οποία ο Τσάρος Βόρις Β΄ παρέδωσε τα «παράσημα» της βουλγαρικής βασιλείας στον Τσιμισκή και τιμήθηκε με το αξίωμα του πατρικίου. Οι Βούλγαροι ζουπάνοι που δεν αποδέχτηκαν την ρωμαϊκή κατάκτηση ανασυγκροτήθηκαν γύρω από τους αδελφούς «Κομητόπουλους» στα δυτικά βουλγαρικά εδάφη (Σκόπια, Οχρίδα), όπου τελικά ο Σαμουήλ ανακηρύχθηκε νέος Τσάρος Βουλγαρίας και αντιστάθηκε δυναμικά στην Ρωμαϊκή κατάκτηση. Η οριστική ρωμαϊκή κατάκτηση/προσάρτηση όλης της Βουλγαρίας έγινε το 1018. Επιστρέφοντας στον Τσιμισκή, μετά την βουλγαρική εκστρατεία 970-1, επέστρεψε στο ανατολικό θέατρο επιχειρήσεων, όπου κατάφερε να κατακτήσει τις παράκτιες πόλεις μέχρι την Σιδώνα και να αναγκάσει την Δαμασκό σε πληρωμή φόρου υποτέλειας στους Ρωμαίους.

Ο διάδοχος του Τσιμισκή Βασίλειος Β΄ αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει δύο αποστασίες εμπειροπόλεμων και δημοφιλών στρατηγών που αυτονόμησαν σχεδόν ολόκληρη την Μικρά Ασία (αυτήν του Βάρδα Σκληρού 976-979 και αυτήν του Βάρδα Φωκά 987-989) και, ταυτόχρονα, να αντιμετωπίσει τους Βούλγαρους του Σαμουήλ, χωρίς να έχει στην διάθεσή του την στασιάζουσα πλειοψηφία των καλοεκπαιδευμένων Ανατολικών στρατευμάτων. Τελικά, ο Βασίλειος βγήκε από την δύσκολη θέση παντρεύοντας την αδελφή του Άννα με τον Βλαδίμηρο του Κιέβου, ο οποίος εκχριστιανίστηκε και έδωσε στον Βασίλειο τους Βαράγγους μισθοφόρους που αποτέλεσαν την κύρια «στρατιωτική χείρα» του Βασιλείου (ο όρος «χείρ» χρησιμοποιείται συχνά από τους βυζαντινούς συγγραφείς με την σημασία «στράτευμα/στρατός», λ.χ. ορισμός V εδώ).

Επειδή και στις δύο αποστασίες τα μικρασιατικά στρατεύματα σχεδόν σύσσωμα τάχθηκαν με τους στασιάζοντες μικρασιάτες στρατηγούς τους και όχι με τον νόμιμο βασιλέα της Κωνσταντινούπολης, στις τελευταίες δεκαετίες της βασιλείας του, ο Βασίλειος άρχισε μια διαδικασία αποδυνάμωσης της στρατιωτικής αριστοκρατίας της Μικράς Ασίας, ώστε να μπορέσει να επαναφέρει τον πλήρη έλεγχο της Κωνσταντινουπόλεως στην περιοχή. Από αυτήν την διαδικασία προέκυψε στα θέματα μια νέα «πολιτική» διοικητική ιεραρχία που απορρόφησε πολλές από τις πολιτικές εξουσίες της παραδοσιακής θεματοστρατιωτικής ιεαρχίας. Η βασικότερη παράπλευρη απώλεια αυτής της διαδικασίας ήταν η παρακμή του θεσμού των θεμάτων και η μικρασιατική στρατιωτική αποδιοργάνωση του 11ου αιώνα που, ενισχυμένη από τα οικονομικά προβλήματα του 11ου αιώνα και τις θρησκευτικές διαμάχες Ορθοδόξων και «αιρετικών» μιαφυσιτικών Αρμενίων, θα καταλήξει στην ήττα του Ματζικέρτ το 1071 και στην σελτζουκική κατάκτηση της Μικράς Ασίας.

Στα μέσα του 10ου αιώνα, τα μικρασιατικά στρατεύματα ήταν η ραχοκοκκαλιά του εθνικού Ρωμαϊκού στρατού που ήταν ο πιο πειθαρχημένος και εκσυγχρονισμένος στρατός της εποχής του. Περίπου έναν αιώνα αργότερα, ο στρατός είχε πάψει να είναι εθνικός ρωμαϊκός θεσμός, ο μικρασιατικός στρατός είχε διαλυθεί πλήρως (η ραχοκοκαλιά του εναπομείναντος εθνικού στρατού ήταν πια οι Μακεδόνες [= Αδριανουπολίτες]) και οι αυτοκράτορες βασίζονταν ολοένα και περισότερο σε ξένους μισθοφόρους (Βαράγγους, Φράγκους, Τούρκους).

10th-ce

Για να καταλάβετε σε τι βαθμό ήρθαν τα πάνω κάτω κατά τον αιώνα 950-1050, θα παραθέσω δύο χωρία. Όταν ο Νικηφόρος Φωκάς ανακηρύχθηκε Βασιλέας των Ρωμαίων από τα στρατεύματά του στην Καππαδοκία και κίνησε μαζί με αυτά για την Κων/πολη, ώστε να παραλάβει επίσημα τον θρόνο, την εξουσία στην πρωτεύουσα ασκούσε ο ευνούχος Ιωσήφ Βρίγγας, ως επίτροπος της χήρας Θεοφανούς (όμορφη Λάκαινα εξ ασήμου γένους, κατά τον Λέοντα) και των ανήλικων γιων της (Βασίλειος Β΄ και Κωνσταντίνος Η΄).

Όταν ο Βρίγγας, λοιπόν, προσπάθησε να παροτρύνει τον Δομέστικο Δύσεως και μονοστράτηγο Μακεδονίας και Θράκης Μαριανό Αργυρό ν΄αντιμετωπίσει τα ανατολικά στρατεύματα του Φωκά με τα δικά του δυτικά στρατεύματά, ο δεύτερος -σύμφωνα με τον Λέοντα- απάντησε:

[3.2] ἔφη πρὸς τὸν λόγον ὁ Μαριανός: πίθηκον διερεθίζων καῖ προτρεπόμενος καθωπλισμένῳ γίγαντι διαμάχεσθαι, ὃν οὐ μόνο τὰ πρόσοικα φῦλα πέφρικε τῶν ἐθνῶν, ἀλλὰ καὶ ὅσα ἀνίσχων τε καὶ δυόμενος ὁ ἥλιος ἐφορᾷ.

Μετάφραση: είναι σαν να παροτρύνεις έναν πίθηκο ν΄αντιμετωπίσει έναν καθωπλισμένο γίγαντα, τον οποίο τρέμουν όχι μόνο τα πρόσοικα (γειτονικά) των «εθνών» (βαρβάρων) φύλα, αλλά όλα τα φύλα των εθνών που βλέπουν τον ήλιο να ανατέλει και να δύει (δηλαδή ἅπαν τὸ βάρβαρον).

Ένα αιώνα μετά από αυτήν την δήλωση του αδριανουπολίτη Μαριανού Αργυρού, ο «καθωπλισμένος γίγας» ήταν πια ανύπαρκτος και οι «πίθηκοι» (αξιωματικοί του θέματος Μακεδονίας), γνωρίζοντας ότι πια διοικούσαν τα καλύτερα σώματα από τον εναπομείναντα εθνικό ρωμαϊκό στρατό, είχαν αναπτύξει τέτοια αλαζονεία, ώστε ο Ψελλός περιγράφει έναν από αυτούς (τον Λέοντα Τορνίκιο) ως «ἐρυγγάνοντα μακεδονικὴν μεγαλαυχίαν» (όταν μιλούσε, το στόμα του «βρομούσε» μακεδονική μεγαλαυχία).

[Ψελλός, Χρονογραφία, 6.99] τὸ μὲν ὄνομα Λέων, τὸ δὲ γένος Τορνίκιος, τὴν Ἀδριανούπολιν οἰκῶν, καὶ Μακεδονικὴν ἐρυγγάνων μεγαλαυχίαν,

Οι ρωμαϊκές κατακτήσεις που επιτεύχθηκαν κατά την περίοδο 935-1025 φαίνονται στον παρακάτω χάρτη, όπου οι διακεκομμένες γραμμές δείχνουν το τελικό τους αποτέλεσμα. Πρόσθεσα την κόκκινη καμπύλη που χωρίζει τους Σερβοκροάτες, γιατί αυτοί δεν έγιναν ποτέ μέλη της Πολιτείας των Ρωμαίων, αλλά απλώς αναγνώρισαν τυπικά ότι ανήκαν στην σφαίρα ελέγχου του Βασιλείου Β΄. Για την Άννα Κομνηνή (λ.χ. [8.7.2-5] για το μεσαίχμιον και [9.10] για τον βάρβαρο Δαλματό/Σέρβο Βολκάνο/Vukan), το όρος «Ζυγός» (Kopaonik) ήταν ξεκάθαρα το «μεσαίχμιον» (σύνορο) που χώριζε την «ημεδαπή/ημέτερη Ρωμαϊκή χώρα» από την «βάρβαρη» Δαλματία. Όταν οι «Δαλματοί» επιτίθενται στην «ημεδαπή χώρα» θεωρούνται «παράσπονδοι» και όχι αποστάτες/στασιαστές.

map1

Τα Βιογραφικά Στοιχεία του Λέοντος του Διακόνου

Στην ιστορία του ο Λέων παραθέτει αρκετά βιογραφικά στοιχεία. Στην αρχή μας λέει ότι πατρίδα του ήταν το χωριό Καλόη (στο θέμα των Θρακησίων, σημερινό τουρκικό Keles), στις νότιες «κλιτῦς» (= πρόποδες) του όρους Τμώλος που κοιτάνε προς την άνω κοιλάδα του ποταμού Καΰστρου.

Kaloe

[1.1] ὁ δὲ ταῦτα συντάξας Λέων εἰμι Βασιλείου υἱός. Πατρὶς δέ μοι Καλόη, χωρίον τῆς Ἀσίας τὸ κάλλιστον, παρὰ τὰς κλιτῦς τοῦ Τμώλου ἀνῳκισμένον, ἀμφὶ τὰς πηγὰς τοῦ Καϋστρίου ποταμοῦ,

Η άλλη πληροφορία που μας παρέχει ο Λέων είναι ότι στα χρόνια της βασιλείας του Νικηφόρου Φωκά ήταν «μειράκιον» (νεανίας) και ολοκλήρωνε την «συλλογήν λόγων» και την «ἐγκύκλιον παίδευσίν» του στην Κωνσταντινούπολη. Δηλαδή γύρω στο 965 πρέπει να ήταν περίπου 20 ετών.

[1.7] τότε δὲ καὶ αὐτὸς ἐπεχωρίαζον ὁ ταῦτα γράφοντι Βυζάντιος, έπὶ λόγων συλλογήν τε καὶ παίδευσιν, μειράκιον ὤν.

[1.11] τότε καὶ αὐτὸς ἐγὼ τῷ Βυζάντιῳ ἐπεχωρίαζον, μετιών τὴν ἐγκύκλιον παίδευσιν.

Ο Λέων έγραψε την ιστορία του μετά το 995 και πριν από το 1000, επειδή γράφει πως ο Βασίλειος Β΄ χρειάστηκε έξι χρόνια για να επιδιορθώσει τις ζημιές της Αγιασοφιάς που προκάλεσε ο σεισμός που συνέβη τον Οκτώβριο του 989 (άρα γράφει μετά το 989+6=995) και, από την άλλη, αρχίζει την ιστορία του αναφέροντας τις εσχατολογικές χριστιανικές ανησυχίες του τέλους της 1ης χιλιετίας. Πολλοί χριστιανοί πίστευαν ότι η δευτέρα παρουσία θα γινόταν 1000 χρόνια μετά την πρώτη έλευση του Χριστού, δηλαδή γύρω στο 1000) και ο Λέων γράφει πως «ίσως είμαστε στα πρόθυρα της Δευτέρας Καταβάσεως του Χριστού και το καράβι της ζωής ίσως φτάνει στον όρμο της συντέλειας».

[1.1] καὶ τὴν προσδοκωμένην δευτέραν κατάβασιν τοῦ Σωτῆρος Θεοῦ ἐπὶ θύραις ἐγγίζειν. […] αὐτίκα καὶ κατὰ πόδας τὸ βιωτικὸν πορθμεῖον ἐν τῷ τῆς συντελείας ὅρμῳ ἐλλιμενίζειν,

Το 986 ακολούθησε –δυστυχώς, όπως ο  ίδιος τονίζει- τον Βασίλειο Β΄ ως διάκονος στην μάχη των Πυλών του Τραϊανού όπου παραλίγο θα γινόταν παρανάλωμα της «Σκυθικής» (= βουλγαρικής) μάχαιρας, αν δεν τον έσωζε η θεία πρόνοια. 

[10.8] τότε δὴ καὶ αὐτὸς ὁ ταῦτα ἐκτραγῳδῶν ἐκεῖσε παρήμην, τῷ κρατοῦντι δυστυχῶς συνεπόμενος καὶ τῇ τοῦ διακόνου λειτουργίᾳ ὑπηρετούμενος. Καὶ κᾂν ἐξεχύθη μου παρὰ μικρὸν τὰ διαβήματα, καὶ μάχαιρας Σκυθικῆς γέγονα παρανάλωμα, εἰ μὴ με θεία τις ἐξ αὐτοῦ τοῦ κινδύνου ἀπήγαγε πρόνοια,

Όσον αφορά το συγγραφικό του ύφος, ο Λέων επέλεξε ως βασικό πρότυπο μιμήσεως τον Αγαθία, ενώ δείχνει και στοιχεία από τον Προκόπιο, τον Θουκυδίδη και τον Ηρόδοτο. Η συχνή χρήση ομηρικών φρασημάτων δείχνει εξοικείωση με τα Ομηρικά Έπη. Φυσικά, όπως θα δείξω και στο εθνολογικό μέρος, η στάση του ως προς τους «Ἕλληνες» και την «θύραθεν/ἔξωθεν» παιδεία είναι τυπικά Χριστιανική και Ρωμαϊκή.

Ένα ιδιάζον γλωσσολογικό χαρακτηριστικό του Λέοντα που μου έκανε εντύπωση είναι η χρήση της προθέσεως πρὸς+γενική για την δήλωση της οργανικότητας. Η αρχαία Ελληνική χρησιμοποιούσε την πρόθεση ὑπό+γενική, ενώ εμείς στην Νεοελληνική χρησιμοποιούμε από+αιτιατική.

Παραθέτω μερικούς στίχους της Ιλιάδας και την νεοελληνική τους μετάφραση για να δείτε τι εννοώ.

[Ιλιάδα, 3.126-8]

οὕς ἑθεν εἵνεκ᾽ ἔπασχον ὑπ᾽ Ἄρηος παλαμάων·

[Ιλιάδα, 3.435-6]

ἀφραδέως, μή πως τάχ᾽ ὑπ᾽ αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς

ἔπασχον ὑπ΄Ἄρηος παλαμάων = υπέφεραν από τις παλάμες του Άρη

μὴ πως τάχ΄ὑπ΄αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς = για να μην σκοτωθείς από αυτόν με δόρυ.

Ο Λέων ο Διάκονος χρησιμοποιεί μία μόνο φορά τον τύπο ὑπό+γενική, μία μόνο φορά τον τύπο ἀπό+γενική και, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, χρησιμοποιεί τον ιδιάζοντα τύπο πρὸς+γενική:

[7.2] οἵ γε πάντως ὑπὸ θεοβλαβείας παρακροτούμενοι

«οι οποίοι πλήχθηκαν εντελώς από θεοβλάβεια»

[8.10] νῦν ἀπὸ Ῥωμαίων αἰσχρῶς ἡττηθέντες

«να ηττηθούν τώρα αισχρώς από τους Ρωμαίους»

Τώρα προσέξτε όλες τις άλλες περιπτώσεις:

[2.5] λέγεται δὲ τοσοῦτον αὐτουργηθῆναι φόνον τοῦ βαρβαρικοῦ πλήθους πρὸς τῶν Ῥωμαίων,

«Λέγεται ότι σκοτώθηκαν τόσο πολλοί βάρβαροι από τους Ρωμαίους

[6.4] καὶ πρὸς τοῦ Πολυεύκτου στεφθείς,

«και [ο Τσιμισκής] στέφθηκε από τον [πατριάρχη] Πολύευκτο

[7.1] καὶ Ῥωμαίων αὐτοκράτωρ ἀναφανδόν ἀνερρήθη πρὸς τῶν συστασιωτῶν

«και ανακηρύχθηκε δημοσίως αυτοκράτωρ των Ρωμαίων από τους συστασιώτες

[7.6] Ὠηλέοντα, πρὸς δὲ τῆς ἀγροικικῆς ἱδιωτείας κεκλῆσθαι Γωλέοντα.

«Ωηλέων, που αποκλήθηκε δε Γωλέων από την αγροικική ιδιωτεία»

[8.2] ἀναμαθών τε πρὸς τῶν σκοπῶν,

«και έμαθε από τους σκοπούς

[8.6] ἥκειν Μυσοῖς τιμωρήσων, δεινὰ πεπόνθοσι πρὸς τῶν Σκυθῶν.

«ήρθε ως επιτιμήτωρ στους Μυσούς, που είχαν πάθει τόσα δεινά από τους Σκύθες»

[9.8] τοὺς πρὸς τῶν ἐναντίων κατακτεινόμενους ἐν τοῖς πολέμοις,

«αυτοί που σκοτώνονται στους πολέμους από τους ενάντιους

[9.6] εἴτε πρὸς Ἀναχάρσεως ταῦτα καὶ Ζαμόλξιδος, τῶν σφετέρων φιλοσόφων, μυηθέντες, εἴτε καὶ πρὸς τῶν τοῦ Ἀχιλλέως ἑταίρων.

«και έχουν μυηθεί σε αυτά είτε από τους φιλοσόφους τους Ανάχαρσι και Ζαμόλξι είτε από τους εταίρους του Αχιλλέα

[9.10] κυκλοθέντες τε πρὸς τοῦ Μαγίστρου Βάρδα

περικυκλώθηκαν από τον Μάγιστρο Βάρδα

[10.8] ἡ Τρωϊκὴ φάλαγξ πρὸς τῶν Ἀχαιῶν εἰς φυγὴν ἀγεννῆ συνεκλείετο.

«η Τρωική φάλαγγα τράπηκε από τους Αχαιούς σε αγεννή φυγή.»

Ένα άλλο ιδιάζον στοιχείο του Λέοντα είναι η χρήση λογίων νεολογισμών στην θέση των παραδοσιακών όρων. Έτσι οι κατάφρακτοι ονομάζονται «πανσίδηροι ἱππόται», οι δρόμωνες που εκτόξευαν το «ὑγρόν/Μηδικόν πῦρ» ονομάζονται «πυρφόροι τριήρεις», ενώ οι όροι «ὁμαίμων, ὅμαιμος, σύναιμος» χρησιμοποιούνται συνεχώς αντί του κοινότυπου «ἀδελφός».

[1.2] καὶ ταχυπλοήσας, πυρφόρους τε τριήρεις πλείστας ἐπαγόμενος, δρόμονας ταύτας Ῥωμαῖοι καλοῦσι,

[4.3] κατὰ μέτωπον μὲν τοὺς πανσιδήρους ἱππότας ἱστῶν

[2.1] Λέοντα τὸν Φωκᾶν, ὁμαίμονα τοῦ Νικηφόρου τελοῦντα,

[6.2] Λέων Κουροπαλάτης, ὁ τοῦ Νικηφόρου σύναιμος,

Ο Ρωμαϊκός στρατός του 10ου αιώνα

Η αγγλική έκδοση/μετάφραση της Ιστορίας του Λέοντα του Διακόνου των Talbot-Sullivan περιέχει ένα πολύ ωραίο εισαγωγικό κεφάλαιο για τον βυζαντινό στρατό του 10ου αιώνα, γραμμένο από τον George T. Dennis (που έχει μεταφράσει πολλά από τα «Τακτικά» συγγράμματα της περιόδου), στο οποίο παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα του Eric McGeer που εξειδικεύεται σε αυτό το θέμα.

Παραδοσιακά, ο ρωμαϊκός στρατός της περιόδου 750-900 διακρινόταν σε θέματα (= επαρχιακά εγχώρια στρατεύματα υπό την εξουσία του θεματικού στρατηγού) και τάγματα (= τα επίλεκτα στρατεύματα που ακολουθούσαν τον αυτοκράτορα σε εκστρατεία, τα οποία διοικούσε ο Δομέστικος των Σχολών). Αν και τα τάγματα δημιουργήθηκαν από τον Κωνσταντίνο «Κοπρώνυμο», στην πραγματικότητα είναι ο λειτουργικός διάδοχος των τετραρχικών Comitatenses και των μεταγενέστερων Praesentales, από τους οποίους προέκυψε το αρχικά μεγάλο θέμα του Οψικίου (Obsequium ~ ακολουθία) που, μετά την αποστασία του Αρταβάσδου, διασπάστηκε σε μικρό Οψίκιον, θέμα Οπτιμάτων και θέμα Βουκελλαρίων, ώστε να περιοριστεί η ισχύς του Κόμητος (και όχι στρατηγού) του Οψικίου.

Εν καιρό πολέμου, τα θεματικά στρατεύματα τελούσαν υπό την εξουσία του Δομέστικου των Σχολών, ο οποίος γινόταν «στρατηγός-αυτοκράτωρ». Στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ρωμανού Β΄ το αξίωμα του Δομέστικου των Σχολών διαιρέθηκε σε δύο νέα αξιώματα: Δομέστικος [των Σχολών] της Ανατολής/Εώας και Δομέστικος [των Σχολών] της Δύσης/Εσπέρας. Οι πρώτοι δύο γνωστοί τέτοιοι «διπλοί» Δομέστικοι ήταν οι αδελφοί Νικηφόρος και Λέων Φωκάς, των οποίων ο πατέρας Βάρδας Φωκάς και ο παππούς Νικηφόρος Φωκάς είχαν υπάρξει «μονοί» Δομέστικοι των Σχολών.

Η καινοτομία του 10ου αιώνα είναι ότι οι κατάφρακτοι (οι «πανσίδηροι ἱππόται» του Λέοντα) έχουν αυξηθεί σημαντικά σε αριθμό και έχουν εξελιχθεί στην βασική ρωμαϊκή μονάδα εφόδου. Εκτός από τους κατάφρακτους του Φωκά, ο Ιωάννης Τσιμισκής το 970 δημιούργησε και την ίλη των Αθανάτων που ο Λέων περιγράφει ως «ίλη γενναίων και νεανικών ανδρών» και «επιεικώς τεθωρακισμένη φάλαγγα» (κατάφρακτη ίλη):

[6.11] εὐθὺς οὖν ἴλην γενναίων καὶ νεανικῶν ἀνδρῶν ἐκλεξάμενος [ὁ βασιλεὺς], Ἀθανάτους τε τούτους κατονομάσας, περὶ ἁυτὸν εἶνα διεκελεύσατο.

[8.4] προπορευομένην ἔχων τὴν τῶν λεγομένων ἀθανάτων φάλαγγα, τεθωρακισμένην ἐπιεικῶς.

athanatoi

Αυτή η στρατιωτική στροφή προς το βαρύ ιππικό προκάλεσε και την αντίστοιχη ιδεολογική προσαρμογή. Η ιππομαχία στον Λέοντα παρουσιάζεται ως ο κατεξοχήν Ρωμαϊκός τρόπος πολέμου, και είναι ντροπή για τους Ρωμαίους να ηττηθούν «παρὰ πεζομαχοῦντος ἔθνους» όπως οι «Σκύθες»/Ρως που «ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδότες». Οι Ρως φοβούνται να συμπλεχθούν με τους «πανσιδήρους ιππότες» και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την «ροπή» (=ορμή) τους. Ένα από τα στοιχεία που «αποδεικνύει» την σκυθική καταγωγή του Αχιλλέα είναι η πεζομαχία του. Εδώ έχουμε μια πλήρη αντιστροφή του «σκυθικού» προτύπου. Οι «Σκύθαι» (συνήθως νομαδικά τουρκικά φύλα των στεπών) της βυζαντινής ιστοριογραφίας είναι οι κατεξοχήν «ἱπποτοξόται», όπως οι αρχαίοι ιρανόφωνοι Σκύθες του Ηροδότου. Εδώ οι «Σκύθαι» Ρως «ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδότες».

[8.10] Ῥωμαίοις δὲ αἰδώς τις εἰσῄ ει καὶ νέμεσις, εἰ τὸ ἀντίξουν ἅπαν ὅπλοις καὶ τῇ σφῶν ἀρετῇ καταστρεφόμενοι, νῦν ἀπέλθοιεν, παρὰ πεζομαχοῦντος ἔθνους, ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδότος, καταγωνισθέντες, ὥς τινες ἔργων μάχης ἀνάσκητοι καὶ τοσοῦτον αὑτοῖς ἐν ἀκαρεῖ κλέος οἰχήσεται.

[9.7] Τότε δὲ ἤδη διανισχούσης ἡμέρας βουλὴν ὁ Σφενδοσθλάβος τῶν ἀρίστων ἐκάθιζεν, […] Οἱ μὲν ἀωρὶ συνεβούλευον τῶν νυκτῶν, έπιβάντες πλοίων, […] μὴ γὰρ οἵους τε καθηστάναι ἱππόταις πανσιδήροις ἀνδράσι συμπλέκεσθαι,

[9.10] Ῥωμαῖοι δὲ, τῷ προπορευομένῳ θείῳ ἀνδρὶ ἐφεπόμενοι, τοῖς ἐναντίοις συμπλέκονται, καὶ καρτερᾶς μάχης σύστασης, οὐκ ἐνεγκόντες τὴν τῆς ἱππικῆς φάλαγγος οἱ Σκύθαι ῥοπὴν, κυκλοθέντες τε πρὸς τοῦ Μαγίστρου Βάρδα, Σκληρὸς ἡ ἐπίκλησις – ἐκεῖνος γὰρ μετὰ τοῦ συνεπομένου πλήθους τὴν κύκλωσιν ἐποιήσατο- ἐς φυγὴν ἔκλιναν,

[9.6] Σκύθην Ἀχιλλέα […] τεκμήρια τοῦ λόγου σαφῆ ἥ, τε τῆς ἀμπεχόνης σὺν τῇ πόρπῃ σκευὴ, καὶ ἡ πεζομαχία, καὶ ἡ πυρσὴ κόμη, καὶ οἱ γλαυκιῶντες ὀφθαλμοὶ, καὶ τὸ ἀπονενοημένον, καὶ θυμοειδὲς, καὶ ὠμόν.

Το πεζικό ήταν σχεδόν διπλάσιο σε αριθμό από το ιππικό (ελαφρό και βαρύ) και η βασική εκστρατευτική μονάδα του πεζικού ήταν η ταξιαρχία, την οποία ιδανικά απάρτιζαν 1000 στρατιώτες:

400 βαρείς πεζικάριοι οπλισμένοι με ασπίδες και δόρατα

300 τοξότες

200 ελαφροί πεζικάριοι/ακροβολιστές

100 μεναυλάτοι

Οι μεναυλάτοι ήταν μία καινοτομία του 10ου αιώνα και ήταν οι χειριστές των μεναύλων/μεναυλίων. Μέχρι και τις αρχές του 10ου αιώνα, ο όρος μέναυλον/μεναύλιον δήλωνε κατά κανόνα ένα «ρικτάριον/βέλεμνον» που χρησιμοποιούσαν οι ακροβολιστές. Ο όρος προέρχεται από το λατινικό vēnābulum = «κυνηγητικό δόρυ, καπροβόλον/σιβύνη» που κυριολεκτικά σημαίνει «κυνήγηθλον» (vēnor = «κυνηγώ» + ΙΕ οργανικό επίθημα *-dhlom > -bulum/-θλον). Έχω κάνει παλαιότερη ανάρτηση για τα ΙΕ οργανικά επιθήματα *-trom/*-dhlom κλπ.

vēnābulum > venablum > *βέναβλον/βέναυλον > μέναυλον/μεναύλιον

λόγω ρινικής αφομοίωσης v..n>m..n (λ.χ. *h2egwnos > *ἀβνός > ἀμνός, ἔρεβος > ἐρεβνός > ἐρεμνός, *swop-nos > somnus και govĭno > govno ~ gomno).

Σημειώνω εδώ ότι τόσο το ρήμα όσο και το λατινικό nomen agentis vēnātor = «κυνηγός» επιβιώνουν στους δύο κλάδους της Ανατολικής Βαλκανικής Ρωμανικής:

Ρουμανικά: vâna = «κυνηγώ», vânător = «κυνήγός»

Βλαχικά/Αρουμανικά: avinu = «κυνηγώ», avinãtor[u] = «κυνηγός»

venator

Κατά την διάρκεια του 10ου αιώνα, ο όρος μέναυλον/μεναύλιον άρχισε να δηλώνει ένα χοντρό και μακρό ακόντιο που θύμιζε την μακεδονική σάρισσα. Οι μεναυλάτοι, λοιπόν, του 10ου αιώνα, σύμφωνα με τον Eric McGeer, ήταν το «ἔρυμα/ἄλκαρ» στην έφοδο του αντίπαλου βαρέος ιππικού. Όταν το αντίπαλο βαρύ ιππικό ξεκινούσε την έφοδό του κατά του ρωμαϊκού πεζικού, οι μεναυλάτοι κάθε ταξιαρχίας πήγαιναν μπροστά και σχημάτιζαν ένα τείχος προβεβλημένων μεναύλων, πάνω στο οποίο τα άλογα -λόγω ενστίκτου- απέφευγαν να πέσουν. Αντίθετα με τον McGeer, ο Αναστασιάδης πιστεύει ότι το μέναυλον/μεναύλιον συνέχισε να είναι «ρικτάριον» και στα μέσα του 10ου αιώνα.

menaulon

Αν ο McGeer έχει δίκαιο για την «αντιεφοδική» λειτουργία των μεναυλάτων κατά τον 10ο αιώνα, τότε έχουμε ένα ολοφάνερο σημάδι της στρατιωτικής παρακμής κατά τον 11ο αιώνα, όταν η Άννα Κομνηνή χαρακτήρισε την πρώτη έφοδο του Νορμανδικού βαρέος ιππικού «ανύποιστη» (= ανεπίσχετη, αναντιμετώπιστη) και περιγράφει τον νεοστεφή Αλέξιο να ηττάται τέσσερεις συνεχόμενες φορές από τον Βοημούνδο, μην μπορώντας να την αντιμετωπίσει (διαβάστε λ.χ. το Β.3 εδώ).

Το άλλο χαρακτηριστικό των ρωμαϊκών στρατευμάτων του 10ου αιώνα είναι η συχνή εκγύμναση/εξάσκηση/εκπαίδευσή τους. Ο Λέων ο σοφός αναφέρει 12 περιπτώσεις στρατιωτικής εκγύμνασης, οι 7 από τις οποίες είναι σε στρατεύματα που διοικεί ο Νικηφόρος Φωκάς (και οι 3 από αυτές τις 7 είναι αναφορές στην ἐν Κρήτῃ διαχείμαση του 960/1). Θα περιγράψω αυτές τις 7 περιπτώσεις επί διοικήσεως Νικηφόρου Φωκά ως παράδειγμα.

Ο Νικηφόρος Φωκάς διαχείμασε τον στρατό του στην Κρήτη αναβάλλοντας για την άνοιξη την έναρξη της τελικής πολιορκίας του Χάνδακα (το μόνο αραβικό οχυρό που δεν είχε πέσει πριν τον χειμώνα) και, κατά την διάρκεια του χειμώνα, διεγύμναζε τον στρατό του καθημερινά βελτιώνοντας την εμπειρία του:

[1.9] καὶ τοῦτον κυκλόθεν ἑρκίῳ καὶ ταφρείᾳ ἱκανῶς ὀχυρώσας, τὸν τε στρατὸν διεγύμναζε, καὶ ταῖς καθ΄ἡμέραν μελέταις πολλὴν τὴν ἐμπειρίαν ταῖς φάλαγξιν ἀπετίθετο,

[2.1] αὐτόθι τε διεχείμαζε, καὶ τὸν στρατὸν ὁσημέραι τῷ πολεμεῖν ἐξεπαίδευεν

[2.6] ὡς τῇ τῶν Κρητῶν πελάσας ἐκεῖ διεχείμαζε, καὶ τὸν στρατὸν τὰ πολεμικὰ διεγύμναζε,

Μετά την κατάκτηση της Κρήτης, ο Νικηφόρος Φωκάς πάντοτε συνέλεξε τους στρατιώτες του στην Καππαδοκία όπου τους εξασκούσε καθημερινά και «έθηγε» (ακόνιζε) τον θυμό τους (το τσαγανό τους) προετοιμάζοντάς τους για την κατακτητική εκστρατεία στην Κιλικία:

[3.1] τοῦ Βυζαντίου ἀπάρας ὁ Νικηφόρος […] καὶ πρὸς τὴν Καππαδόκῶν ἀφικόμενος […] ]τὸν στρατὸν πανσυδὶ ὡς αὑτὸν συνεγείρων καὶ ἐκκαλούμενος. Ἐν ᾦ δὲ συνήρχετο τὰ στρατεύματα, τοὺς ἀμφ΄ἑαυτὸν ἐξήσκει τὰ πολέμια, καὶ τὸν θυμόν ἔθηγε, καὶ ἐπερρώνυε ταῖς καθ΄ἡμέραν μελέταις, καὶ τὴν ἐνόπλιον ἐξεπαίδευε περιδίνησιν, […] ἐφ΄ἵππων τε ὑπεράλλεσθαι, καὶ τόξοις βάλλειν κατὰ σκοπὸν, καὶ ἀκοντίζειν εὐστοχώτατα. […] Ἐν ὧ δὲ ὁ στρατηγός ἐξεπαίδευε τὸν στρατὸν, καὶ τὴν ἄφιξιν τῆς λοιπῆς στρατιᾶς ἐξεδέχετο – δεδογμένον γὰρ ἦν αὐτῷ, κατὰ τοῦ Χαμβδᾶν καὶ τῶν Ταρσέων ἐκστρατεύειν ὡς μάλιστα-

Όταν διαχείμασε με τα στρατεύματά του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανακηρύχθηκε επίσημα βασιλέας, ο Νικηφόρος Φωκάς δεν έχασε χρόνο και συνέχισε να τα εξασκεί καθημερινά, για να μην μειονεκτήσουν ως προς τους αντιπάλους τους:

[3.9] αὐτὸς δὲ παρὰ τὴν Κωνσταντινούπολιν διαχειμάζων, […] ὅσον τε θέραπευτικὸν καὶ οἰκίδιον τοῦτῳ παρείπετο, ἐξήσκει τὰ πολεμιὰ ταῖς καθ΄ἡμέραν μελέταις ὡς μάλιστα, τόξον τε ἀνεπισφαλῶς ἐκτείνειν, καὶ τὸν ὀϊστὸν τῷ μαζῷ ἐρίειν, εὐστόχως τε βάλλειν κατὰ σκοπὸν, καὶ τὰ δόρατα κραδαίνειν καὶ περιελίσσειν εὐπετῶς τῇ δε κακεῖσε, ξίφη τε εὐθυβόλως κατὰ τὸν ἀέρα περιστρέφειν, καὶ ἵππων κούφως ὑπεράλλεσθαι. Ὡς ἐν καιρῷ τῶν ἀγώνων μὴ φαίνοιτο τῶν ἐναντίων μειονεκτοῦν.

Κατά την διάρκεια της εκστρατείας στην Κιλικία, ο Νικηφόρος Φωκάς συνέχισε να εκγυμνάζει «ἀκριβῶς» τον στρατό, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για την κατάκτηση της Ταρσού (η μόνη πόλη της Κιλικίας που δεν είχε ακόμα πέσει)

[4.1] τῷ τοι καὶ τὰ ἐς τὰς μάχας τοὺς περὶ αὑτὸν διεγύμναζεν ἀκριβῶς, καὶ τὴν τοῦ ἔτους ὥραν ἧστο προσεκδεχόμενος.

Αφού ο Νικηφόρος Φωκάς διέταξε το ράπισμα των «αυθαδών» Βουλγάρων πρέσβεων κηρύττοντάς τους τον πόλεμο, στην συνέχεια διέκοψε τα θεάματα στον ιππόδρομο και έφερε μέσα σ΄αυτόν τα στρατεύματά του για εκγύμναση που περιελάμβανε και εικονική μάχη. Όταν οι  «τρυφηλοί» Βυζάντιοι -που ήταν «πολεμικῶν ἔργων ἀγνῶτες»- είδαν τους ακρίτες να εκγυμνάζονται με εικονική μάχη, τρόμαξαν και ποδοπατήθηκαν προσπαθώντας να βγουν από τον ιππόδρομο.

[4.6] αὑτὸς δὲ παρὰ τὸ θέατρον ἀναβὰς, ἱππικὸν ἀγῶνα καθῆστο τελῶν, Καὶ δῆτα τοῖς περὶ αὑτὸν στρατιώταις ἐκέλευε, καταβάντας ἐπὶ τὸ στάδιον καὶ εἰς ἀντιπάλους ἀποκριθέντας φάλαγγας σπασαμένους τα ξίφη, κατὰ παιδιὰν ἐπαλλήλοις χωρεῖν, καὶ ταύτῃ γυμνάσασθαι πρὸς τὸν πόλεμον. Βυζάντιοι δὲ, πολεμικῶν ἔργων ἀγνῶτες τυγχάνοντες, τὴν τῶν ξιφῶν καταπλαγέντες αὐγὴν, καὶ τὴν ὁμόσε τῶν στρατιωτῶν ὁρμὴν καὶ τὸν πάταγον ὑποδείσαντες, ἐκδειματωθέντες δὲ τῷ καινῷ τοῦ θεάματος, εἰς φυγὴν ἐτράποντο καὶ πρὸς τὰς σφῶν οἰκίας ἀπέτρεχον. Ἐκ δὲ τοῦ ὠθισμοῦ καὶ τῆς ἀτάκτου φορᾶς οὐκ ὀλίγος φόνος συμβέβηκε, πλείστων συμπατηθέντων καὶ ἀποπνιγέντων οἰκτρῶς.

Εκτός από την εκγύμναση των στρατιωτών όταν τους είχε μαζί του, ο Νικηφόρος Φωκάς έδινε στους στρατιώτες του και «ασκήσεις για το σπίτι», όταν μετά το τέλος της πολεμικής περιόδου θα διαχείμαζαν στα σπίτια τους. Το «ἔαρ/ἦρ» (άνοιξη) που θα επέστρεψαν, έπρεπε να είχαν την πανοπλία επισκευασμένη, το ξίφος παραθηγμένο και τον ίππο επιμελημένο. Επιπλέον, βλέποντας τους στρατιώτες του σαν «φιλοπάτορα παιδιά» του, τους συμβούλεψε σαν «φιλόπαις πατήρ» να μην περιπέσουν σε «ῥᾳστώνην καὶ τρυφήν», αλλά «ἐγρηγορέναι καὶ νήφειν».

[3.5] εὔνοιαν οὖν ἔχων ὥς τις φιλόπαις πατὴρ, συμβουλεύω πᾶσιν ὑμῖν ὡς υἱοῖς φιλοπάτορσι, μὴ πρὸς ῥᾳστώνην καὶ τρυφὴν ἀπιδεῖν, ἀλλ΄ἐγρηγορέναι καὶ νήφειν,

[3.11] φιλοφρονησάμενος ἐκέλευσεν ἐπὶ τὰ οἴκοι παλινδρομεῖν, μεμνῆσθαι τε αὖθις τῆς πρὸς αὑτὸν ἐπανόδου τοῦ ἦρος προκύπτοντος, τὰς πανοπλίας ἐπισκευασαμένους, παραθηξαμένους τε τὰ ξίφη, καὶ τῶν ἵππων ἐπιμελησαμένους ὡς μάλιστα. Οὕτως μὲν ἡ πληθὺς πρὸς οἶκον ἐχώρει.

Το άλλο πράγμα που χαρακτήριζε τον Φωκά ήταν η άκαμπτη πειθαρχία, όπως δείχνει το παρακάτω παράδειγμα ρινοτομίας/ρινοτμήσεως αξιωματικού.

Καθώς ο στρατός διέσχιζε την οροσειρά του Ταύρου, ένας στρατιώτης έχασε τον θυρεό (ασπίδα) του στον γκρεμό (ο Λέων γράφει ότι την πέταξε εσκεμμένα για να μπορέσει παρακάτω να τον χαρακτηρίσει ως «ῥιψάσπιδα») και συνέχισε να περπατά χωρίς να πάει να την πάρει. Ο Φωκάς ζήτησε να του φέρουν τον λοχαγό στον οποίο λογοδοτούσε ο «ρίψασπις» και του ζήτησε να τον συλλάβει. Αφού ο Φωκάς «έβγαλε στην αναφορά» τον ριψάσπιδα, χαρακτηρίζοντάς τον «αγεννή», διέταξε τον λοχαγό του να τον τιμωρήσει με ρινοτομία. Ο λοχαγός «είτε επειδή ήταν καλός χριστιανός είτε επειδή χρηματίστηκε από τον στρατιώτη» δεν εφάρμοσε την τιμωρία και άφησε τον ριψάσπιδα «ασινή». Όταν μετά από λίγο καιρό ο Φωκάς είδε τυχαία τον ριψάσπιδα αρινότμητο, επέπληξε σφόδρα τον λοχαγό για την ανυπακοή του και τιμώρησε αυτόν με ρινοτομία!

[4.2] Ἐν ὧ δὲ τὴν πορείαν διένυε, τῶν ψιλῶν τις στρατιωτῶν, πρὸς τὴν δυσχωρίαν ὀκλάσας -ἔτυχε γὰρ δι΄αὐλῶνος τὴν στρατία βαθυτάτου- […] τὸν ὅν ἐπὶ τὸν ὦμον ἔφερε θυρεὸν, κατὰ τὴν ὁδὸν ἀπέρριψεν ἀποφορτισάμενος. Ἐπεὶ δὲ παροδεύων ὁ βασιλεὺς τοῦτον τοῖς ὀφθαλμοῖς καθεώρακε […] ὑπό τίνα τῶν λοχαγῶν διηρευνᾶτο ταττόμενος […] Ὁ δὲ αὐτοκράτωρ […] τῷ λοχαγῷ ἐγκελεύεται, ἐκτεμόντι τε καὶ τὴν ῥῖνα θεατρίσαι κατὰ τὸ στρατόπεδον. Ἐκεῖνος δὲ, εἴτε οἴκτῳ ληφθείς πρὸς τὸν ἄνθρωπον, εἴτε καὶ δώρων ἐπιβολῇ χαυνωθεὶς, ἀσινῆ διαφῆκε τὸν ἄνδρα. […] ὁ βασιλεὺς […] σφοδρῶς οὖν αἰκίσας τὸν λοχαγὸν καὶ τῆς ῥινός ἀφελόμενος,

Σταματώ εδώ την πρώτη ανάρτηση της σειράς. Η επόμενη ανάρτηση θα έχει θέμα τις εθνολογικές παρατηρήσεις.

4 Comments

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Εθνολογικές παρατηρήσεις στα «Τακτικά» του Λέοντος του Σοφού

Ο Βασιλεύς Ρωμαίων Λεών ο Σοφός έγραψε τα «Τακτικά» του γύρω στο 900 μ.Χ. ως εγχειρίδιο για τους Θεματικούς Στρατηγούς του. Στο σύγγραμμα αυτό ο Λέων ξεκινάει εξηγώντας την «νυν» παρακμή της Στρατηγικής και Τακτικής επιστήμης και τι προβλήματα έχει δημιουργήσει αυτή η παρακμή στην Πολιτεία των Ρωμαίων. Συνεχίζει περιγράφοντας τις αρετές που πρέπει να διαθέτει ο άνθρωπος που θα διοριστεί θεματικός στρατηγός και, έπειτα, εξηγεί αναλυτικά τις αρμοδιότητες του στρατηγού, όπως η οργάνωση και η εκπαίδευση του θεματικού στρατεύματος και, τέλος, εξηγεί την μέθοδο διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων (μάχη, πολιορκία, εκστρατεία σε ξένη χώρα, ναυμαχία κλπ). Στο κεφάλαιο 18, που φέρει τον τίτλο «Περὶ μελέτης διαφόρων ἐθνικῶν τε καὶ Ῥωμαϊκῶν παρατάξεων», ο Λέων εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο πολεμούν οι διάφοροι «εθνικοί» εχθροί των Ρωμαίων και το πως πρέπει να αντιμετωπίσουν καθέναν από αυτούς τα ρωμαϊκά στρατεύματα. Οι κυριότεροι «εθνικοί» πολέμιοι είναι οι Άραβες/Σαρακηνοί και ο Λέων εξηγεί ότι η αντιμετώπιση των Αράβων είναι ο κύριος λόγος συγγραφής των Τακτικών.

Παλαιότερα είχα κάνει μια ανάρτηση με θέμα την λατινική ορολογία των «Τακτικών». Στην σημερινή ανάρτηση θα περιοριστώ σε παρατηρήσεις σχετικά με την «βυζαντινή» ταυτότητα.

Το βιβλίο που θα χρησιμοποιήσω είναι η εξαιρετική έκδοση των «Τακτικών» (ελληνικό κείμενο, αγγλική μετάφραση και σημειώσεις) του μακαρίτη George T. Dennis:

The Taktika of Leo VI: text, translation and Commentary” (Dumbarton Oaks Texts, 2010)

Επίσης ενδιαφέρον είναι το βιβλίο του John F. Haldon (ένας από τους κορυφαίους βυζαντινολόγους της εποχής μας) που έχει σαν θέμα τον αναλυτικό σχολιασμό των «Τακτικών»:

A Critical Commentary on “The Taktika of Leo VI”” (Dumbarton Oaks Texts, 2014).

Επειδή οι πηγές του Λέοντος ήταν οι αρχαίοι ελληνόφωνοι και λατινόφωνοι συγγραφείς Τακτικών εγχειριδίων (λ.χ. Ονήσανδρος, Αινίας ο ΤακτικόςΒεγέτιος και το Στρατηγικόν του Μαυρίκιου από το οποίο ο Λέων αντλεί εκτενώς) και, επειδή ο ίδιος ο Λέων απευθύνεται σε Θεματικούς Στρατηγούς που μάλλον είχαν πρόβλημα κατανόησης πολλών όρων της αρχαίας Ελληνικής και σίγουρα χρειάζονταν μετάφραση πολλών αρχαίων λατινικών όρων, ο Λέων εξηγεί στο προοίμιο πως επέλεξε να γράψει σε γλώσσα λιτή, ώστε να είναι κατανοητή σε όλους, και ότι οι (αρχαίοι) ελληνικοί όροι αποσαφηνίστηκαν και οι λατινικοί όροι μεταφράστηκαν. Ο σκοπός του εγχειριδίου είναι η «αναγέννηση» της μελέτης της Τακτικής Επιστήμης, η διόρθωση της στρατιωτικής παρακμής και η εφαρμογή των τακτικών μεθόδων κατά των πολεμίων και, ειδικότερα, κατά των Αράβων.

[Πρόλογος,1] Ἐν ὀνόματι τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ προσκυνητῆς Τριάδος, τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν, Λέων, ὁ εἰρηνικὸς ἐν Χριστῷ αὐτοκράτωρ, πιστός, εὐσεβής, ἀεισέβαστος, αὔγουστος.

[Πρόλογος, 3] Ἀλλὰ τῶν μὲν ἄλλων περὶ τὴν πολιτείαν πραγμάτων μικράν τινα δεξαμένων ἴσως ἐλἀττωσιν οὐ τοσαύτην κατανοοῦμεν τὴν βλάβην, τῆς δὲ στρατηγικῆς μεθόδου διαπεσούσης τοσούτῳ κατόπιν τὰ Ῥωμαίων συνηλάθη πράγματα, ὅσον ἡ πεῖρα τοῦ νῦν χρόνου πᾶσιν ἅπαντα κατ΄οφθαλμοὺς ὁρώμενα παρίστησι πρόδηλα.

Μετάφραση: Ενώ η μικρή παρακμή (μικρά ἐλάττωσις) των άλλων πραγμάτων που αφορούν την Πολιτεία δεν πιστεύουμε ότι έχει προκαλέσει σημαντική βλάβη (οὐ τοσαύτην κατανοοῦμεν τὴν βλάβην), από την άλλη, είναι πρόδηλο και οφθαλμοφανές στους πάντες αυτή την στιγμή το πόσο έχει χειροτερέψει τα πράγματα των Ρωμαίων η παρακμή της στρατηγικής μεθόδου (τῆς δὲ στρατηγικῆς μεθόδου διαπεσούσης).

Όπως ανέφερα και παραπάνω, η κύρια αιτία συγγραφής των Τακτικών είναι «τὸ νῦν ἐνοχλοῦν ἔθνος τῶν Σαρακηνῶν».

[18.103] ἐπειδὴ δὲ διαφόρων ἐθνικῶν παρατάξεων τε καὶ διαθέσεων ἐμνημονεύσαμεν, φέρε λοιπὸν καὶ τοῦ νῦν ἐνοχλοῦντος τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ ἔθνους τῶν Σαρακηνῶν ἐπιμνησθῶμεν κατὰ δύναμιν,

[Επίλογος, 71] Ὅσα δὲ κεφάλαια ἕτερα τὰ, ὡς εἰκός, ἀπαντῶντα ἐν ἑκάστῳ πολέμου καιρῷ ἢ τινος ἑκείνου παρασκευῆς, καὶ μάλιστα ἐν τῷ νῦν ἡμῖν ἐνοχλοῦντι Σαρακηνῶν ἔθνει, δι΄ὅπερ ὡς εἴρηται που ἡμῖν, καὶ τὸ παρὸν συντέτακται βιβλίον, εἰ καὶ μὴ πάντα συλλαβεῖν ἐδυνήθημεν,

Μετάφραση: Όσο για τα άλλα θέματα που συνήθως προκύπτουν σε καιρό πολέμου ή πολεμικής προετοιμασίας, ιδίως αυτά που αφορούν το έθνος των Σαρακηνών που αυτή την στιγμή μας παρενοχλεί και, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, για το οποίο συνεγράφη το παρόν βιβλίο, ακόμα κι αν δεν καταφέραμε να τα περιγράψουμε όλα, […]

Στη συνέχεια, ο Λέων πρέπει να εξηγήσει στους χριστιανούς υπηκόους του γιατί γράφει για ένα «έργο του Διαβόλου» όπως ο πόλεμος, ενώ -ως Βασιλεύς Ρωμαίων και ιστορικός διάδοχος του Μεγάλου Θεοδόσιου, αλλά στην λαϊκή αντίληψη ως διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου- είναι ο μόνος επιχθόνιος εκπρόσωπος του φιλειρηνικού Θεού. Ο Λέων, λοιπόν, εξηγεί πως, κανονικά, όλοι οι άνθρωποι που τιμήθηκαν με την εικόνα και τον λόγο του Θεού πρέπει να ασπάζονται την ειρήνη, να αγαπάνε αλλήλους και να μην καθοπλίζουν φονικά τα χέρια τους κατά των συνανθρώπων τους («ὁμογενῶν»). Επειδή όμως ο ανθρωποκτόνος Διάβολος, μέσα από την αμαρτία, έκανε τους ανθρώπους να πολεμούν ο ένας τον άλλο, γίνεται αναγκαία η χρήση τεχνασμάτων («μηχαναί») στον πόλεμο, που έχουν σαν σκοπό να καθιστούν «μὴ εὐχειρώτους» (= όχι ευκολονίκητους ~ όχι ευκατάβλητους) τους Χριστιανούς σε αυτά τα «Ἕθνη» που θέλουν τον πόλεμο. Γιατί οι άνθρωποι πρέπει να εξασφαλίζουν την σωτηρία τους με τις Στρατηγικές Μεθόδους, να προστατεύονται με αυτές από τους πολεμίους αντιμετωπίζοντάς τους, ώστε οι πολέμιοι να πάθουν ό,τι τους αξίζει.

[Πρόλογος,4] Ἕδει μὲν γὰρ ἀνθρώπους ἅπαντας, εἰκόνι Θεοῦ καὶ λόγῳ τετιμημένους τὴν εἰρήνην ἀσπάζεσθαι καὶ τὴν εἰς ἀλλήλους περιθάλπειν ἀγάπην καὶ μὴ χεῖρας φονίους κατὰ τῶν ὁμογενῶν καθοπλίζειν. Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἀπ΄ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος διάβολος καὶ τοῦ γένους ἡμῶν ἐχθρὸς διὰ τῆς ἁμαρτίας ἰσχύσας κατὰ τῆς ἰδίας φύσεως ἀντιστρατεύεσθαι τοῦς ἀνθρώπους παρεσκεύασεν, πᾶσα ἀνάγκη ταῖς αὐτοῦ γινομέναις διὰ τῶν ἀνθρώπων μηχαναῖς ἀνθρώπους ἀντιστρατεύεσθαι καὶ τοῖς ἐθέλουσι πολέμους ἔθνεσι μὴ εύχειρώτους καθίστασθαι. Ἀλλὰ ταῖς στρατηγικαῖς μεθόδοις τὴν σωτηρίαν πορίζεσθαι καὶ δι΄αὐτῶν φυλλάτεσθαι μὲν ἀπὸ τῶν ἐπερχομένων πολεμίων, δρᾶν δὲ κατ΄αὐτῶν ὅσα παθεῖν ἐκείνοι ἂν εἶεν ἄξιοι ὡς ἂν ἐκκοπέντος τοῦ διὰ τῶν πονηρῶν ἐγχειρουμένου κακοῦ καὶ πάντων τὴν οἰκείαν σωτηρίαν ἀσπαζομένων ἡ εἰρήνη παρὰ πᾶσι στερχθείη καὶ πολιτεύοιτο.

Παρακάτω ο Λέων αποδίδει την ρωμαϊκή στρατιωτική παρακμή της εποχής του σε παραμέληση της Τακτικής επιστήμης που προκάλεσε θεία δυσμένεια και την αντιπαραβάλλει στην παλαιότερη στρατιωτική ακμή, όταν οι Ρωμαίοι απελάμβαναν την θεία ευμένεια, επειδή υπήρχε στρατιωτική «ευταξία» συνδυαζόμενη με τον «πόνο» (= κόπο) των αριστέων (= ενάρετων ηγετών).

[Πρόλογος,5] Ἕως μὲν γᾶρ, ὡς ἔοικε, τὰ κατὰ πολέμους Ῥωμαίοις ἐν εὐταξίᾳ ὄντα ἐτύγχανε, τῆς τε ἐπ΄ούκ ὀλίγους χρόνους θείας ἀπέλαυε βοηθείας τὸ κράτος καὶ τῇ εὐταξίᾳ κιρνώμενος τῶν ἀριστέων ὁ πόνος, τὸ λαμπρὸν τῆς νίκης ὲπὶ πλέον ἐταινιοῦτο. Νῦν δὲ τῆς τακτικῆς τε καὶ στρατηγικῆς καταστάσεως ἐπ΄οὐκ ὀλίγους χρόνους ἀμελουμένης, ἵνα μὴ λέγω καὶ εῖς παντελῆ περιελθούσης λήθην, ὡς μηδὲ αὐτὰ τὰ πρόχειρα τοὺς στρατηγεῖν ἐγχειροῦντας ἐπίστασθαι, πολλὰ δυσχερῆ διαφόρως ὁρώμεν συμβαίνοντα. Τῆς γὰρ πολλῶν ἀγαθῶν προξένου ἐπιστήμης διαπεσούσης, ὅσων δι΄αὐτῆς ἡ Ῥωμαίων πάλαι πολιτεία εὐμοίρησε, τοὐναντίον ὁρώμεν τὴν θείαν ἀποῦσαν εὐμένειαν καὶ τὴν συνήθη τῆς Ῥωμαίων πολιτείας νίκην τῶν ἀγωνιζομένων ἀφιπταμένην. Κατὰ μικρὸν γὰρ ἀμελουμένης τῆς κατὰ πολέμους εὐταξίας καὶ γυμνασίας συνημελήθη, ὡς ἔοικε, καῖ τῶν ἀριστέων ἡ εύψυχία. Εἶτα ποτὲ μὲν ἀγυμνασίαν ἢ ἀνανδρίαν αίτιώμεθα στρατιωτῶν, ποτὲ δὲ ἀπειρίαν ἢ δειλίαν καταμεμφόμεθα στρατηγῶν, ἐνίοτε δὲ <δι΄> ἀσάφειαν τῆς τῶν ἀρχαίων τακτικῶν διαγνώσεως ἀμελοῦμεν. Ταύτην οὖν τὴν ὀνησιμωτάτην ἐπιστήμην ἀνασώσασθαι σὺν Θεῷ καὶ οἷαν ἀπωσθεῖσαν ἐκ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἡμῶν πολιτείας ἀνακαλέσασθαι βουλόμενοι, οὐκ ὠκνήσαμεν σπουδῇ τοσαύτῃ ἀναδέξασθαι μὲν ἰδίως πόνον, κοινὴν δὲ τοῖς ὑπηκόοις χαρίσασθαι τὴν ωφέλειαν.

Μετάφραση: Όπως φαίνεται, για όσο διάστημα υπήρχε ευταξία στα των πολέμων πράγματα των Ρωμαίων, το κράτος απελάμβανε θείας βοηθείας για ουκ ολίγους χρόνους και, επιπλέον, η ευταξία, συνδυαζόμενη με τον κόπο των αριστέων, στεφανωνόταν με το λαμπρό [στεφάνι] της νίκης. Αλλά τώρα, επειδή η τακτική και στρατηγική κατάσταση έχει εδώ και ουκ ολίγα χρόνια αμεληθεί, για να μην πω ότι έχει παντελώς λησμονηθεί μιας και αυτοί που διορίζονται στρατηγοί δεν ξέρουν ούτε τα βασικά («πρόχειρα»), βλέπουμε να συμβαίνουν πολλά και διάφορα δυσχερή γεγονότα. Γιατί, η πάλαι Πολιτεία των Ρωμαίων απελάμβανε πολλά αγαθά που προξενεί αυτή η επιστήμη (Τακτική, Στρατηγική), ενώ τώρα, εξαιτίας της παρακμής της, βλέπουμε την θεία ευμένεια να είναι απούσα και την συνήθη νίκη της Πολιτείας των Ρωμαίων να ξεφεύγει «αφιπτάμενη» από τα χέρια των μαχόμενων. Γιατί, όπως φαίνεται, μαζί με την βαθμιαία παραμέληση της πολεμικής ευταξίας και γυμνασίας, παρήκμασε και η ευψυχία των αριστέων. Άλλοτε μεν ρίχνουμε το φταίξιμο («αἰτιόμεθα» = κατηγορούμε) στην αγυμνασία και ανανδρία των στρατιωτών, άλλοτε δε καταμεμφόμαστε την απειρία και δειλία των στρατηγών, άλλοτε πάλι αποδίδουμε την παραμέληση της μελέτης των αρχαίων Τακτικών συγγραμμάτων στην δυσκολία ανάγνωσής τους («ἀσάφεια διαγνώσεως»). Θέλοντας, λοιπόν, να αναβιώσουμε («ἀνασώσασθαι») και να επαναφέρουμε («ἀνακαλέσασθαι») με την βοήθεια του Θεού αυτήν την «ονησιμότατη» επιστήμη, που έχει απωθηθεί από την Ρωμαϊκή μας Πολιτεία, δεν διστάσαμε να αναλάβουμε οι ίδιοι με μεγάλη σπουδή αυτό το έργο («πόνος»), ώστε να συνεισφέρουμε στην κοινή ωφέλεια των υπηκόων μας.

Στην συνέχεια ο Λέων εξηγεί τα αρχαία και νεότερα Τακτικά συγγράμματα που χρησιμοποίησε ως πηγές και την λιτή γλώσσα που ο ίδιος χρησιμοποίησε, ώστε να είναι σαφής στους «υποστρατήγους» του. Αν και δεν είχε πατήσει ποτέ στο πεδίο της μάχης, ο Λέων στην αρχή του βιβλίου γράφει πως οι Θεματικοί Στρατηγοί του είναι «υποστράτηγοι», επειδή ο ύπατος στρατηγός των Ρωμαίων παραδοσιακά ήταν ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Ωστόσο, αφού εξηγεί αυτήν την παλαιά συνήθεια, στο υπόλοιπο βιβλίο ονομάζει τους θεματικούς στρατηγούς απλά «στρατηγούς» και οι «υποστράτηγοι» αυτών είναι οι πρεσβύτεροι μεράρχες/τουρμάρχες.

Έτσι ο Λέων εξηγεί:

[4.8-10] Στρατηγός τοίνυν προσηγορεύεται ὁ τοῦ παντός στρατοῦ κορυφαῖος τε και ἡγεμών, ὑποστράτηγος δὲ ὁ τὴν δευτέραν τοῦτῳ τάξιν ἐκπληρῶν. Οἶμαι δὲ ὡς οἱ παλαιότεροι ἡμῶν ὑποστρατήγους μὲν ἐκάλουν τοὺς στρατηγοὺς διὰ τὸ στρατηγὸν ἁπάντων κυρίως εἶναι τὸν βασιλέα, ἐκ προσώπου δὲ αὐτοῦ εἶναι καθ΄ἕκαστον θέμα τὸν στρατηγὸν, καὶ διὰ τῆν τοιάυτην αἰτίαν ὁ στρατηγός ὑποστράτηγος ἐκαλεῖτο, […] Νῦν δὲ ὑποστράτηγος οὐ γνωρίζεται, εἰ μὴ τι ὁ καλούμενος μεράρχης. Καὶ τουρμάρχης ἐστὶν ὁ ποτε καλούμενος μεράρχης ἤτοι ὁ τοῦ μέρους τὴν ἀρχὴν ἐμπεπιστευμένος.

[1.10-12] Στρατηγός ἐστιν ὁ τοῦ ὑπὸ χεῖρα στρατιωτικοῦ θέματος κορυφαῖος ἄρχων, ἐκ βασιλέως μὲν προχειριζόμενος […] Σκοπὸς δὲ στρατηγῷ τὸ μὲν ὑπ΄αὐτὸν θέμα αὐξῆσαι καὶ ἀβλαβὲς ἀπὸ τε πολεμίων καὶ τῶν ἄλλων άδικημάτων καὶ δὴ καὶ ἀταξιῶν καὶ στάσεων διαφυλάξαι, τοὺς δὲ πολεμίους παντί τρόπῳ […] ταπεινῶσαι.

Με αυτήν την επεξήγηση επιστρέφουμε στον πρόλογο όπου ο Λέων γράφει για τις πηγές του και την λιτή του γλώσσα:

[Πρόλογος, 6α] Ταῖς γὰρ ἀρχαίαις καὶ δὴ καὶ ταῖς νεωτέραις στρατηγικαῖς τε καὶ τακτικαῖς ἐμφιλοχωρήσαντες μεθόδοις καὶ ταῖς ἄλλαις καταλογάδην ἐντυχόντες ἱστορίαις, καὶ εἴ τι κατὰ χεῖρας ἔδοξε χρήσιμον τῶν ἐν πολέμοις ἀναγκαίων, ἐκεῖθεν ἀναλεξάμενοι καὶ οἶον ἐρανισάμενοι, […] ἐν πράξεσι μᾶλλον ἢ λέξεσι τὸ σεμνὸν καὶ χρειῶδες παρεχόμενοι, οἶον εἰσαγωγήν τινα τακτικὴν τοῖς ἡμετέροις ὑποστρατήγοις […] φράσεως μὲν ἀκριβοῦς ἢ κόμπου ῥημάτων οὐδεμίαν ποιησάμενοι φροντίδα, πραγμάτων δὲ μᾶλλον καὶ σαφηνείας λόγου καὶ λέξεως ἁπλῆς πεφροντικότες. Ὅθεν ταύτας παλαιὰς τῆς τακτικῆς πολλάκις Ἑλληνικὰς μὲν ἐσαφηνίσαμεν λέξεις, Ῥωμαϊκὰς δὲ διερμηνεύσαμεν, καὶ τισιν ἑτέραις στρατιωτικῇ συνηθείᾳ λελεγμέναις ἐχρησάμεθα λέξεσιν ἕνεκεν τῆς σαφοῦς καταλήψεως τῶν ἐντυγχανόντων,

Μας λέει ότι η συγγραφική του ομάδα, που έγραψε τα Τακτικά για λογαριασμό του, φρόντισε για την «απλή λέξη» και την «σαφήνεια λόγου» και όχι για την «ακριβή φράση» και τον «κόμπο (~ ευήχεια) των ρημάτων» και, με αυτήν την πρόθεση, από τους παλαιούς όρους της τακτικής, οι μεν Ελληνικοί αποσαφηνίστηκαν, οι δε Ρωμαϊκοί (=λατινικοί) διερμηνεύτηκαν, «ἕνεκεν τῆς σαφοῦς καταλήψεως.» Τα «Τακτικά» του Λέοντος είναι «εἰσαγωγήν τινα τακτικὴν τοῖς ἡμετέροις ὑποστρατήγοις».

Λίγο παρακάτω το χωρίο [6] κλείνει με τα λόγια:

[Πρόλογος,6β] οὐ λόγῳ μόνον τὸ χρήσιμον ἔχουσαν, ἀλλὰ δὴ καὶ αὐτοῖς ἔργοις παρὰ τῶν παλαιῶν ἐγγυμνασθεῖσαν καὶ ἄχρις ἡμῶν, εἰ καὶ μὴ ἔργοις αὐτοῖς οἷς τὰ Ῥωμαίων ἐπὶ μέγα ἤρθη δυνάμεως παραπεμφθεῖσαν,ἀλλ’οὖν τοῖς λόγοις δι΄ὧν ἀναλαμβάνεται καὶ ἀναμιμνήσκεταο τὰ λήθῃ παραπεμπφθέντα καὶ εἰς τὴν ἀρχαίαν πάλιν άποκαθλιστασθαι τάξιν.

Μετάφραση: Η χρησιμότητα του περιεχομένου δεν είναι μόνο τα λόγια, αλλά και η έμπρακτη εφαρμογή («ἔργα») τους από τους παλαιούς μέχρι εμάς (παρὰ τῶν παλαιῶνκαὶ ἄχρις ἡμῶν). Αλλά ακόμα κι αν τα λόγια αυτά δεν συνοδεύονταν από τα έργα που εξύψωσαν τους Ρωμαίους (τὰ Ῥωμαίων [πράγματα]) σε μεγάλη δύναμη, πάλι [θα παρέμεναν χρήσιμα] επειδή αναβιώθηκαν τα λησμονημένα και αποκαταστάθηκαν στην αρχαία τους τάξη.

Και παρακάτω:

[Πρόλογος, 7-8] Ἀλλ΄ἐφ΄ὅσῳ μὲν ἐν τοῖς ῥηθησομένοις τὸ εὔχρηστον ἀναδειχθῇ, χάρις τῷ πάντων ἀγαθῶν δοτῆρι Χριστῷ, τῷ βασιλεῖ τοῦ παντὸς καὶ Θεῳ ἡμῶν, τῷ καὶ τοῖς ἡμετέροις λόγοις δωρησαμένῳ τὴν χάριν.

[…] Πάντως δὲ χρή, εἴτε ἐπὶ πλέον εἴτε ἐπ΄ἔλαττον, τοὺς βουλομένους στρατηγεῖν ταῖς τακτικαῖς τε καὶ στρατηγικαῖς ἐνδιατρίβειν μελέταις. Οὐδὲ γὰρ, ὥς τινες τῶν ἀπείρων ἔχουσι, διὰ πλήθους ἀνδρῶν καὶ θράσους οἱ πόλεμοι κρίνονται, ἀλλὰ δι΄εὐμενείας Θεοῦ καὶ στρατηγίας καὶ τάξεως, […]

Μετάφραση: Κι αν κάποιος μάθει κάτι χρήσιμο από αυτά που γράψαμε, ας ευχαριστήσει τον δοτήρα πάντων των αγαθών Χριστό, βασιλέα του παντός και Θεό μας, που δώρησε την χάρη του στα λόγια μας.

[…] Αυτοί που επιθυμούν να γίνουν στρατηγοί είναι απολύτως απαραίτητο να ενδιατρίψουν -σε μεγάλο ή μικρότερο βαθμό- σε αυτές τακτικές και στρατηγικές μελέτες. Γιατί οι πόλεμοι δεν κρίνονται από το πλήθος και το θράσος των ανδρών -όπως νομίζουν οι απειροπόλεμοι, αλλά από την ευμένεια του Θεού, την στρατηγική και την τάξη […]

Πριν μπω στο κυρίως θέμα της ανάρτησης θα παραθέσω δύο άλλα χωρία που έχουν σχέση με μερικά από τα παραπάνω.

[4.1-3]][…] δηλονότι ἐλευθέρους τοὺς οἴκους ἔχοντας τῶν ἄλλων ἁπασῶν τοῦ δημοσίου δουλειῶν. Οὐ γὰρ βουλόμεθα τὸν ἡμέτερον συστρατιώτην -οὕτω γὰρ ἐγὼ καλῶ τὸν ἀριστεύειν μέλλοντα ὑπέρ τε τῆς ἡμῶν βασιλεῖας καὶ τῆς φιλοχρίστου τῶν Ῥωμαίων πολιτείας ἐν τοῖς κατὰ πόλεμον ἔργοις– πλὴν μόνον τοῦ δημοσίου τέλους ἑτέρᾳ ὑποκεῖσθαι οἱᾳδήποτε δουλείᾳ.

[…] Καὶ ὁ μὲν στρατὸς ὅλος διαιρείσθω οὕτως είς τάγματα καὶ εἰς δεκαρχίας. Ἐπιστήτωσαν δὲ αὐτοῖς ἄρχοντες κατὰ βάνδα καὶ δρούγγους καὶ τούρμας καὶ τὰς ἄλλας δεούσας ἀρχὰς οἱ ἱκανώτατοι ἤγουν ὅσοι καὶ πιστοὶ καὶ εὐγνώμονες φαίνονται τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ, μαρτυροῦνται δὲ καὶ ἀνδρειότεροι.

Μετάφραση: Αυτό σημαίνει ότι οι οίκοι [των στρατιωτών] πρέπει να είναι ελεύθεροι από όλες τις άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Γιατί δεν επιθυμούμε ο «συστρατιώτης μας» – έτσι εγώ αποκαλώ αυτόν που στο μέλλον θα αριστεύσει στα έργα του πολέμου για την Βασιλεία μας και την φιλόχριστο Πολιτεία των Ρωμαίων– να υπόκειται σε άλλη υπηρεσία/υποχρέωση [πέρα από την στρατιωτική], εκτός φυσικά από το δημόσιο τέλος (= φόρος).

[…] Κατ΄αυτόν τον τρόπο, ο στρατός όλος να διαιρεθεί σε τάγματα και δεκαρχίες και να διοριστούν σε αυτούς [τους στρατιώτες] ως άρχοντες (= διοικητές) στα βάνδα, στους δρούγγους και στις τούρμες και στις άλλες δέουσες μονάδες («ἀρχές») οι ικανότατοι, αυτοί που είναι πιστοί και ευγνώμονες στην Ρωμαϊκή μας Πολιτεία και αυτοί που αποδείχθηκαν ανδρειότεροι.

Σε αυτό το σημείο θέλω να επισημάνω μερικά πράγματα από τα χωρία που έχουν ήδη παρατεθεί. Θα προσέξατε ότι ο Λέων μέχρι στιγμής μιλάει συχνά για την (φιλόχριστο) Πολιτεία των Ρωμαίων ~ Ρωμαϊκή Πολιτεία και αναγνωρίζει μια «πάλαι» περίοδο ακμής αυτής της Πολιτείας, την οποία αντιπαραβάλλει στην «νῦν» περίοδο [στρατιωτικής] παρακμής. Εναλλακτικά, η φράση «τὰ Ῥωμαίων (πράγματα)» χρησιμοποιείται ενίοτε στην θέση της φράσης «Ῥωμαϊκή Πολιτεία, Ῥωμαίων Πολιτεία»:

Επαναλαμβάνω τα εν λόγω χωρία:

[Πρόλογος, 3] τῆς δὲ στρατηγικῆς μεθόδου διαπεσούσης τοσούτῳ κατόπιν τὰ Ῥωμαίων συνηλάθη πράγματα

[Πρόλογος, 5] Ἕως μὲν γᾶρ, ὡς ἔοικε, τὰ κατὰ πολέμους Ῥωμαίοις ἐν εὐταξίᾳ ὄντα ἐτύγχανε […] ὅσων δι΄αὐτῆς ἡ Ῥωμαίων πάλαι πολιτεία εὐμοίρησε, τοὐναντίον ὁρώμεν τὴν θείαν ἀποῦσαν εὐμένειαν καὶ τὴν συνήθη τῆς Ῥωμαίων πολιτείας νίκην τῶν ἀγωνιζομένων ἀφιπταμένην. […] Ταύτην οὖν τὴν ὀνησιμωτάτην ἐπιστήμην ἀνασώσασθαι σὺν Θεῷ καὶ οἷαν ἀπωσθεῖσαν ἐκ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἡμῶν πολιτείας ἀνακαλέσασθαι βουλόμενοι.

[Πρόλογος, 6] ἀλλὰ δὴ καὶ αὐτοῖς ἔργοις παρὰ τῶν παλαιῶν ἐγγυμνασθεῖσαν καὶ ἄχρις ἡμῶν, εἰ καὶ μὴ ἔργοις αὐτοῖς οἷς τὰ Ῥωμαίων ἐπὶ μέγα ἤρθη δυνάμεως παραπεμφθεῖσαν,

[4.1-3] Οὐ γὰρ βουλόμεθα τὸν ἡμέτερον συστρατιώτην -οὕτω γὰρ ἐγὼ καλῶ τὸν ἀριστεύειν μέλλοντα ὑπέρ τε τῆς ἡμῶν βασιλεῖας καὶ τῆς φιλοχρίστου τῶν Ῥωμαίων πολιτείας ἐν τοῖς κατὰ πόλεμον ἔργοις […] ὅσοι καὶ πιστοὶ καὶ εὐγνώμονες φαίνονται τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ,

[18.103] […] καὶ τοῦ νῦν ἐνοχλοῦντος τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ ἔθνους τῶν Σαρακηνῶν […]

Τι εννοούν οι μεσαιωνικοί Ρωμαίοι («Βυζαντινοί») όταν μιλάνε για την «Πολιτεία» και τα «Πράγματά» τους;

Όταν κάποιος ακούει τον όρο «πολιτεία» σήμερα, καταλαβαίνει ότι πρόκειται για το «κράτος» (state, λ.χ. στην νεοελληνική η Ελληνική πολιτεία είναι το Ελληνικό κράτος), δηλαδή για τον διοικητικό μηχανισμό της χώρας.

Από την άλλη, όλοι έχετε ακούσει και χρησιμοποιήσει την στερεότυπη φράση «Βίος και Πολιτεία», χωρίς όμως να έχετε διερωτηθεί οι περισσότεροι τι θα πει «πολιτεία» σε αυτήν την περίπτωση. Η φράση αυτή απαντά ιστορικά ως τίτλος της βιογραφίας Αγίων, λ.χ. ο «Βίος και Πολιτεία Αγίου Αντωνίου (του Μεγάλου)» που γράφτηκε γύρω στο 350 μ.Χ. από τον «Άγιο/Μεγάλο» Αθανάσιο Αλεξανδρείας.

Η «πολιτεία» ενός Αγίου είναι το σύνολο των καθημερινών του πράξεων κοινωνικής προσφοράς που τον οδήγησαν στην αγιοσύνη. Για να καταλάβετε την σημασία του όρου σε αυτήν την περίπτωση δείτε τον ορισμό #2 στο LSJ:

Ο καθημερινός βίος ενός πολίτη, ζωή, διαβίωση

Στην αρχαία Ελλάδα, κάθε άνθρωπος είχε ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» με την Πόλη-Κράτος στην οποία ζούσε. Η ιδιότητά του πολίτη ίσχυε όσο ο κάτοικος σεβόταν τους νόμους της πόλης του. Αν παραβίαζε αυτό το συμβόλαιο που είχε με την υπόλοιπη πολιτική κοινότητα, τότε αυτή του αφαιρούσε τα πολιτικά του δικαιώματα.

Για να καταλάβουμε τι εννοούσαν οι «Βυζαντινοί» όταν μιλούσαν για την πολιτεία τους πρέπει να ξεκινήσουμε από ένα χωρίο του Συριανού (σύγχρονος του Λέοντος που συνέγραψε ένα εγχειρίδιο Τακτικών, το οποίο ο αυτοκράτορας χρησιμοποίησε σαν πηγή). Δυστυχώς το χωρίο δεν έχει διασωθεί ολόκληρο αλλά, ευτυχώς, στο τμήμα του που διασώθηκε ο Συριανός εξηγεί τι είναι η «Πολιτεία των Ρωμαίων».

Το χωρίο αναλύει ο Αντώνης Καλδέλλης στο καινούριο του βιβλίο «Η Βυζαντινή Πολιτεία» (The Byzantine Republic, Harvard University Press, 2015). Όσοι αναρωτιέστε για την μετάφραση Republic = Πολιτεία θυμίζω ότι η Πλάτωνος Πολιτεία είναι γνωστή στα Αγγλικά ως Plato’s Republic. Ο Καλδέλλης νομίζω εσκεμμένα επέλεξε αυτόν τον τίτλο γιατί, όπως εξηγεί στο βιβλίο, η σημερινή σημασία  republic = δημοκρατία σχηματίστηκε μετά την Γαλλική Επανάσταση κατά τον 19ο αιώνα. Επειδή ο αγγλικός όρος republic ανάγεται ετυμολογικά στο λατινικό Rēs Pūblica = «Κοινό Πράγμα» (ή, καλύτερα για την Ελληνική, τα Κοινά Πράγματα), συνέπεια αυτής της νεάς σημασίας ήταν η περιοδοποίηση της Ρωμαϊκής Ιστορίας σε «Δημοκρατική» (Republican) και «Αυτοκρατορική» (Imperial) Ρώμη.

Αυτή η περιοδοποίηση οδήγησε σε μια σειρά παρεξηγήσεων της Ρωμαϊκής Ιστορίας. Το πολίτευμα της Ρώμης κατά την λεγόμενη «Δημοκρατική» περίοδο δεν ήταν Δημοκρατία, αλλά de facto Συγκλητική Ολιγαρχία, οι ίδιοι οι Ρωμαίοι ήταν πεπεισμένοι ότι διέθεταν Imperium (Αυτοκρατορία) πολύ πριν αποκτήσουν Imperātor (Αυτοκράτορα) και ο όρος Rēs Pūblica (Rōmāna) δεν έπαψε να χρησιμοποιείται ύστερα από την μετάβαση στην «Αυτοκρατορική» περίοδο. H βασική προπαγάνδα του πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου ήταν ότι ανέλαβε την εξουσία «για ν΄αποκαταστήσει την Rēs Pūblica». Οι μεταναγέστεροι Ρωμαίοι συγγραφείς βασικά συμμερίζονται αυτή την θέση του Αυγούστου, αλλά πολλοί σύγχρονοι μελετητές έχουν εστιάσει την προσοχή τους σε ένα αμφιλεγόμενο χωρίο του Τακίτου, στο οποίο ισχυρίζεται ότι «όταν πέθανε ο Αύγουστος, κανένας πια δεν θυμόταν την Rēs Pūblica». Το αμφιλεγόμενο αυτό χωρίο του Τακίτου είναι το βασικό χωρίο που οι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν χρησιμοποιήσει για την δικαιολόγηση της διαίρεσης της Ρωμαϊκής Ιστορίας σε δύο μη αλληλοεπικαλυπτόμενες φάσεις: την “Republican” και την “Imperial.” Ωστόσο αυτή δεν είναι η άποψη των ίδιων των Ρωμαίων συγγραφέων.

respublica1

respublica2

respublica3

Ο όρος Rēs Pūblica (Rōmāna) επιβίωσε κανονικότατα μέχρι τα χρόνια του Ιουστινιανού, όταν πια η πρότυπος ελληνική μετάφρασή του σε δίγλωσσα κείμενα είναι … «ἡ Ῥωμαίων Πολιτεία»!

politeia-res-publica

Με άλλα λόγια, ο «βυζαντινός» όρος «ἡ Ῥωμαίων Πολιτεία» και ο ταυτόσημος «τὰ Ῥωμαίων ([Κοινὰ] Πράγματα)» δεν είναι παρά ο λατινικός όρος Rēs Pūblica (Rōmāna) «μεταμφιεσμένος» ελληνιστί, ακριβώς όπως ο Προκόπιος γράφει πως οι «ἑλληνίζοντες Ῥωμαίοι» πλέον λένε τις clausurae κλεισούρες και τον rationalis λογοθέτη.

[Πόλεμοι, 2.29.25] κλεισούρας ἑλληνίζοντες τὰς τοιάυτας ὁδούς καλοῦσι Ῥωμαίοι.

[Πόλεμοι, 7.128] λογοθέτην τὴν τιμὴν ταύτην ἑλληνίζοντες καλοῦσι Ῥωμαίοι.

Ας γυρίσουμε όμως στον ορισμό της «Ῥωμαίων Πολιτείας» του Συριανού.

Syrianos1

Syrianos2

Το διασωθέν κείμενο του Συριανού ξεκινάει με την παράθεση των μερών που συνιστούν την πολιτεία: δάσκαλοι Γραμματικής και Ρητορικής, ιατροί, γεωργοί, ιερείς, νομικοί, διάφοροι τύποι εμπόρων και τεχνήτων, καθώς και οι δικαιολογημένα μη παραγωγικές τάξεις όπως οι ανάπηροι, οι γέροι και τα παιδιά “που δεν μπορούν να συνεισφέρουν εις «τὴν τῶν κοινῶν χρείαν»”. Ο Συριανός αποκλείει από την Πολιτεία τις αδικαιολόγητα μη παραγωγικές τάξεις όπως οι αργόσχολοι. Στην συνέχεια παρομοιάζει τα μέρη της Πολιτείας με τα όργανα ενός ζωντανού σώματος, το καθένα από τα οποία υπάρχει για κάποιο σκοπό και γράφει πως δεν πρέπει να υπάρχει μέρος της Πολιτείας που να μην συνεισφέρει στην κοινή ευημερία. Στο τρίτο μέρος περιγράφει για κάθε μέρος τις λειτουργίες του και τον διευθύνοντά του ο οποίος, κατά κανόνα, είναι κρατικός αξιωματούχος.

Το «κράτος» (δηλαδή ο κρατικός μηχανισμός) είναι μόνον ένα μέρος της Πολιτείας, αυτό που έχει ως λειτουργία την επιμέλεια και εποπτεία των άλλων μερών.

Ο τίτλος «φιλόχριστος τῶν Ῥωμαίων πολιτεία» που απαντά στο [4.1] δηλώνει ξεκάθαρα ότι η πολιτική κοινότητα αυτής της πολιτείας είναι οι Χριστιανοί Ρωμαίοι. Στο υπόλοιπο των Τακτικών, οι υπήκοοι του Λέοντος προσδιορίζονται είτε ως Ῥωμαῖοι είτε ως Χριστιανοί και, δύο φορές, ως «Ῥωμαῖοι και Χριστιανοί». Από την άλλη, οι αντίπαλοί τους είναι βάρβαροι και εθνικοί.

Παραδείγματα του αντιθετικού ζεύγους Ῥωμαίοι vs. βάρβαροι/ἐθνικοί:

Ρωμαίοι vs. βάρβαροι (Άραβες):

[18.125-6] Εἰ γὰρ τῇ τε ὁπλίσει καὶ μάλιστα τόξοις καὶ βέλεσι πλείστοις, καὶ δὴ καὶ τῷ πλήθει καὶ τῇ ἀνδρείᾳ καὶ τοῖς προσήκουσι στρατηγήμασι τε καὶ μηχανήμασι πλεονεκτήσομεν Ῥωμαῖοι μάλιστα κατὰ βαρβάρων, καὶ τὴν θείαν ἐπὶ πᾶσιν ἔξωμεν συμμαχίαν, καὶ εὐκόλως τὴν κατ΄ἐκείνων κατορθώσωμεν νίκην.  Τοῦτο γὰρ τὸ ἔθνος […] εὐκόλως εἰς πολυπληθίαν συνάγεται ἀπὸ τῆς ἐντὸς Συρίας καὶ Παλαιστίνης ἁπάσης,

Μετάφραση: Εάν εμείς οι Ρωμαίοι πλεονεκτούμε σημαντικά ως προς τους βάρβαρους σε όπλα (ειδικά σε τόξα και βέλη), πλήθος, ανδρεία και στα στρατηγήματα και τα τεχνάσματά και εάν, επιπρόσθετα, έχουμε τον Θεό για σύμμαχο (δηλαδή έχουμε εξασφαλισμένη την θεία ευμένεια από τον ευσεβή και σεμνό βίο), τότε εύκολα μπορούμε να επιτύχουμε την νίκη εναντίον τους. Αυτό το έθνος […] σχηματίζει εύκολα πολυπληθή εκστρατευτικά σώματα στρατολογώντας άνδρες από την Έσω Συρία και όλη την Παλαιστίνη.

Ρωμαίοι vs. εθνικοί:

[14.33] Ἐπειδὴ δὲ εύρίσκομεν καὶ Ῥωμαίους καὶ πάντας τοὺς ἐθνικούς, ὡς ἐπίπαν μἠκοθεν τὰς ἀλλήλων παρατάξεις ὁρῶντας, ἐπισημαίνεσθαι τὴν στυγενοτέραν μᾶλλον τῇ ὄψει ἐπιτυγχάνειν ἐν ταῖς μάχαις ἢπερ τὴν ἐν τοῖς ὅπλοις λἀμπουσαν, κἄν τάχα ψευδές ἐστιν τὸ χυσαῖον τοῦτο. Μετὰ γὰρ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ τῇ τοῦ στρατηγοῦ διοικήσει καὶ προθυμίᾳ τοῦ στρατοῦ ὁ πόλεμος κρίνεται.

Μετάφραση: Έχουμε αντιληφθεί ότι οι Ρωμαίοι και όλοι οι εθνικοί, όταν παρατηρούν τις αντιμαχόμενες παρατάξεις εξ αποστάσεως, πιστεύουν ότι η παράταξη με τις πιο αγριευμένες φάτσες (στυγνότερες όψεις) είναι πιθανότερο να νικήσει και όχι αυτή με τις απαστράπτουσες πανοπλίες. Αυτή η πεποίθηση αν και «χυδαία» (=κοινή) είναι εντελώς ψευδής. Ο πόλεμος κρίνεται πρώτα από την κρίση του Θεού και, μετά από αυτήν, από την διοίκηση του στρατηγού και την προθυμία του στρατού.

[Πρόλογος, 10] Καὶ ἐπὶ τούτοις διαφόρων παρατάξεων μελέτας ἐθνικῶν τε καὶ Ῥωμαϊκῶν.

Μετάφραση: μαζί με ταπαραπάνω θα περιγράψουμε τις διάφορες παρατάξεις τόσο τις Ρωμαϊκές όσο και τις εθνικές.

[Τίτλος κεφλαίου 18] Περὶ μελέτης διαφόρων ἐθνικῶν τε καὶ Ῥωμαϊκῶν παρατάξεων

Μερικές φορές, ο Λέων χρησιμοποιεί την ορολογία της εθνοτικότητας (ethnicity):

Οι υπήκοοί του χαρακτηρίζονται πολλάκις ως «ἔθνος» και άπαξ ως «λαός», έχουν«ἐμφύλιον αἷμα» που αντιπαραβάλλεται στο «βαρβαρικόν αἷμα» των «ὲθνῶν» και είναι «ὁμόπιστοι ἀδελφοί». Οι ξένοι κατάσκοποι χαρακτηρίζονται ως «ἀλλογενεῖς» ως προς τους Ρωμαίους και οι Ρωμαίοι «ἐξπλοράτωρες»/κατάσκοποι, με τη σειρά τους, σε εχθρική χώρα πρέπει να περνάνε για «ὁμόγενεῖς» των εγχωρίων πολεμίων. Τέλος, από δύο χωρία καταλαβαίνουμε ότι στον θεματικό στρατό μπορεί να υπάρχουν και «ἀλλόφυλοι» που είναι «ὁμόφυλοι τῶν πολεμίων».

Ας τα πάρουμε με τη σειρά.

1) «Εμείς» οι «νῦν Ῥωμαῖοι»

Ο «ἀληθής Ῥωμαῖος» δεν αμελεί τα όπλα του:

[20.40] Ἀλλὰ μετὰ Θεὸν καὶ ἐν τοῖς ὅπλοις ἔχε τὴν πεποίθησιν, καὶ μὴ τοῦτων ἀμέλει διὰ τὴν ἄλλην φρουράν, εἴγε Ῥωμαῖος ὑπάρχεις ἀληθής.

Μετάφραση: [Στρατηγέ] μετά τον Θεό να βασίζεσαι στα όπλα σου, τα οποία δεν πρέπει ν΄αμελείς βασιζόμενος μόνο στην θεοφύλαξη (ἄλλην φρουράν), αν είσαι αληθινός Ρωμαίος.

Οι «νῦν Ῥωμαίοι»παραμέλησαν την τοξοβολία:

[6.5] Πάντας δὲ τοὺς νεωτέρους Ῥωμαίους ἄχρι μ΄ ἐτῶν ἀναγκάζεσθαι, εἴτε κατὰ λόγον οἴδασι τοξεῦσαι, εἴτε καὶ μετρίως, τοῦ πάντος τοξοφαρέτρα φορεῖν. Τῆς γὰρ τοξείας παντελῶς ἀμεληθείσης καὶ διαπεσούσης ἐν τοῖς Ῥωμαίοις τὰ πολλὰ νῦν εἴωθε σφάλματα γίνεσθαι.

Μετάφραση: Όλοι οι νεότεροι Ρωμαίοι κάτω των 40 ετών πρέπει απαραιτήτως να κουβαλάνε τοξο και φαρέτρα, είτε είναι έμπειροι τοξότες είτε μέτριοι. Το γεγονός ότι η τοξεία έχει παραμεληθεί παντελώς από τους Ρωμαίους και παρηκμάσει έχει προκαλέσει πολλές ζημιές στις μέρες μας (νῦν).

[11.41] Καὶ μάλιστα τῆς τοξείας ἐπιμεληθῇς ὥστε, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἀστρατεύτους ἐν τοῖς οἴκοις ἐπιφέρεσθαι τόξα. Ἡ γὰρ τούτου τοῦ κεφαλαίου ἀμέλεια πολλὴν βλάβην καὶ ἀπορίαν τῷ καθόλου Ῥωμαϊκῷ στρατεύματι ἐνεποίησεν, ὥς μοι καὶ ἄνω που εἴρηται.

Μετάφραση: Δείξε ιδιαίτερη μέριμνα στην τοξεία έτσι ώστε, αν είναι δυνατόν, να έχουν τόξα ακόμα και οι αστράτευτοι στα σπίτια τους. Η παραμέληση αυτού του κεφαλαίου έχει προκαλέσει μεγάλη βλάβη και «ἀπορία» (δυσκολία, ανικανότητα) σε όλο το Ρωμαϊκό στράτευμα, όπως ανέφερα και παραπάνω.

Πως να πιάνεται ο κατάσκοπος των εχθρών που έχει εισέλθει στο στρατόπεδο των Ρωμαίων:

[17.89] Ἐὰν δὲ βουληθῇς κατασκόπους κρατῆσαι τῶν ἐχθρῶν, δέον σε θαρρῆσαι τοῖς ἄρχουσι τὸ πρᾶγμα, […] στρατιώτης […] ἕκαστος εἰς τὴν ἰδίαν τένταν ἵνα εἰσέλθῃ, καὶ μηδεὶς τολμήσῃ ἔξωθεν τῆς τέντας εὑρεθῆναι ἑπεὶ σωφρονίζεται. […] Ἕν γὰρ γίνεται τῶν δύο εἰς τὸν κατάσκοπον. Ἢ γὰρ ἔξωθεν ἱστάμενος συνέχεται ὡς μὴ είδὼς ποῦ ἀπελθεῖν ἢ καὶ, ὡς εἰκός, ἐὰν θαρρήσῃ εἰσέλθειν ἔν τινι τῶν κοντουβερνίων, ὡς ξένος ἐπιγινώσκεται καὶ παραδίδοται τῷ ἄρχοντι τοὺ κοντουβερνίου. Πάντας οὖν τοὺς ὁπωσοῦν κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον εὑρισκομένους δεὶ κρατεῖσθαι, εἴτε Ῥωμαῖοι δοκοῦσιν εἶναι εἴτε ἀλλογενεῖς, καὶ ἐξετάζεσθαι ὥστε ἐκεῖθεν εὑρίσκεσθαι τὴν ἀλήθειαν.

Μετάφραση: Αν θέλεις να πιάνεις τους κατασκόπους των εχθρών, δίδαξε στους αξιωματικούς σου να δίνουν την εξής διαταγή […] ο κάθε στρατιώτης να εισέλθει στην τέντα του και κανένας να μην τολμήσει να βρεθεί έξω από την τέντα, γιατί θα σωφρονιστεί. […] Ένα από τα δύο θα συμβεί στον κατάσκοπο: ή θα μείνει έξω μην ξέροντας που να πάει ή, αν εισέλθει σε κάποιο κοντουβέρνιο (contubernium, δεκάδα συσκηνιτών με αρχηγό τον δεκανό/decànus), θα αναγνωριστεί ως ξένος και θα παραδοθεί στον αρχηγό του κοντουβερνίου. Όλοι όσοι πιάνονται με αυτήν κίνηση πρέπει να συλλαμβάνονται και να ανακρίνονται, είτε μοιάζουν για Ρωμαίοι είτε για αλλογενείς, για την διαπίστωση της αλήθειας.

2) «Εμείς» οι «Χριστιανοί»

[12.55] Καὶ κινοῦντα μὲν πρὸς τὴν συμπλοκὴν τὴν συνήθη Χριστιανοῖς νικητήριον τοῦ σταυροῦ φωνὴν ἀνακράζειν δεὶ

Μετάφραση: Καθώς το στράτευμα κινείται προς την συμπλοκή πρέπει να ανακράζει την συνήθη για τους Χριστιανούς νικητήρια αλαλή του σταυρού («Σταυρός νικά!», παλαιότερα “nobiscum Deus!” = «ο Θεός είναι μαζί μας!»)

Προτρεπτικά λόγια πριν από την μάχη με αλλόθρησκους:

[12.57] Λέγειν δὲ τοὺς καντάτωρας πρὸς τὸν στρατὸν προτρεπτικά τινα πρὸς τὸν πόλεμον τοιᾶυτα. Πρῶτον μὲν ἀναμιμνήσκοντας τῶν μισθῶν τῆς εἰς Θεὸν πίστεως καὶ τὰς ἐκ βασιλέων εὐεργεσίας καὶ τινων ἐπιτυχιῶν προγεγενημένων. Καὶ ὅτι ὁ ἀγὼν ὑπὲρ Θεοῦ ἐστι καὶ τῆς εἰς αὐτὸν ἀγάπης καὶ ὑπὲρ ὅλου τοῦ ἔθνους. Πλέον δὲ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τῶν ὁμοπίστων, εἰ τύχοι, καὶ ὑπὲρ γυναικῶν καὶ τέκνων καὶ πατρίδος καὶ ὅτι αἰωνία μένει ἡ μνήμη τῶν ἀριστευόντων κατὰ πολέμους ὑπὲρ τῆς τῶν ἀδελφῶν ἐλευθερίας καὶ ὅτι κατὰ τῶν τοῦ Θεοῦ ἐχθρῶν ὁ τουσοῦτος ἀγὼν καὶ ὅτι ἡμεῖς μὲν τὸν Θεὸν ἔχομεν φίλον τὸν ἔχοντα ἐξουσίαν τῆς ῥοπῆς τοῦ πολέμου, ἐκεῖνοι δὲ ἐναντίον αὐτὸν ἔχουσι διὰ τῆς εἰς αὐτὸν ἀπιστίας […]

Μετάφραση: Οι καντάτωρες/παρακλήτορες πρέπει να λένε στους στρατιώτες τα προτρεπτικά για τον πόλεμο. Πρώτα να τους υπενθυμίζουν τις απολαβές που προκύπτουν από την πίστη στον Θεό και από την ευεργεσία των βασιλέων, καθώς και τις προηγούμενες νίκες τους. Έπειτα να τους υπενθυμίζουν ότι ο αγώνας γίνεται υπέρ του Θεού και της αγάπης σ΄αυτόν και υπέρ όλου του έθνους. Υπέρ των ομόπιστων αδελφών και, αν τύχει, και υπέρ των γυναικών, των τέκνων και της πατρίδος, καθώς και ότι μένει αιώνια η μνήμη των αριστευόντων κατά τους πολέμους υπέρ της ελευθερίας των αδελφών. Επίσης, να τους υπενθυμίζουν ότι ο αγώνας διεξάγεται κατά των εχθρών του Θεού (μουσουλμάνοι) και ότι, ενώ εμείς έχουμε φίλο τον Θεό που κρίνει τις μάχες, εκείνοι τον έχουν αντίπαλο λόγω της απιστίας τους […]

Όχι μόνο πριν από την μάχη, αλλά και κατά την διάκρεια της εκπαίδευσης του θεματικού στρατεύματος, οι στρατιώτες πρέπει να προσεθίζονται στις αιτίες για τις οποίες θα ταλαιπωρηθούν μαχόμενοι.

[18.19] Καὶ ἐθίζεσθε πάντες ὁμοῦ οἱ διὰ Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν καὶ ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων καὶ πατρίδος καὶ τοῦ ὅλου τῶν Χριστιανῶν ἔθνους ἀγωνιζόμενοι εὐκόλως ὑποφέρειν καὶ δίψης ὄχλησιν, καὶ δαπάνης ἔνδειαν, καὶ ψύχους καὶ καύματος ἐπιφοράν, καὶ πρὸς τὰ ἐμπίπτοντα, ὡς εἰκός, δεινὰ γενναίως ἐγκαρτερεῖν, ἔστι γὰρ τῶν ἀποκειμένων μισθῶν ἔκ τε Θεοῦ αὐτοῦ καὶ ἐκ τῆς ἐξ αὐτοῦ βασιλείας ἡμῶν παρ΄ὑμῶν ἐργασία.

Μετάφραση: Και να προσεθίζεις [ω στρατηγέ] όλους τους άνδρες στην ιδέα ότι αγωνίζονται υπέρ του Θεού μας Χριστού και υπέρ των συγγενών και φίλων και υπέρ της πατρίδος και όλου του έθνους των Χριστιανών. Επίσης να τους σκληραγωγείς ώστε να υπομένουν προθύμως την ενόχληση της δίψας, την έλλειψη των αναγκαίων, την προσβολή του ψύχους και του καύματος και να εγκαρτερούν γενναία ό,τι δεινό τους προκύψει. Γι΄αυτές τις ταλαιπωρίες θα λάβουν απολαβές τόσο από τον Θεό όσο και από την βασιλεία μας που πηγάζει από αυτόν.

Ό,τι ισχύει για τους θεματικούς στρατιώτες ισχύει και για τον ίδιο τον στρατηγό που δίνει το παράδειγμα:

[18.16] Ἴσθι οὖν, ὦ στρατηγέ, ὅτι οὐ μόνον σὺ αὐτὸς ὀφείλεις εἶναι σπουδαῖος καὶ φιλῶν τὴν πατρίδα, καὶ ὑπἐρ τῆς ὀρθῆς τῶν Χριστιανῶν πίστεως ἕτοιμος, εἰ οὕτως τύχει, καὶ αὐτὴν τὴν ψυχὴν τιθέναι, ἀλλὰ καὶ τοὺς ὑπό σε πάντας ἄρχοντας καὶ τῶν στρατιωτῶν ἅπαν τὸ πλῆθος τοιούτους παρασκευάζειν γενἐσθαι,

Μετάφραση: Γνώριζε, ω στρατηγέ, πως δεν οφείλεις να έχεις μόνον εσύ ζήλο και αγάπη για την πατρίδα και, αν χρειαστεί, να είσαι έτοιμος να θυσιάσεις την ζωή σου υπέρ της ορθής των Χριστιανών πίστης, αλλά πρέπει και να εμφυσήσεις αυτά τα ιδανικά σε όλους τους αξιωματικούς και σε όλο το πλήθος των στρατιωτών που βρίσκονται υπό την εξουσία σου.

[18.127] (ῥᾳδίως σὺν Θεῷ τὴν κατὰ τῶν βαρβάρων Σαρακηνῶν ἀναδήσονται νίκην) Εἰ δὲ, τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμῖν συμμαχούσης βοηθείας, καλῶς ὁπλισάμενοι καὶ παραταξάμενοι, καὶ καλῶς καὶ εὐψύχως προσβαλόντες αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς ψυχικῆς ἡμῶν σωτηρίας, ὡς καὶ ὑπὲρ Θεοῦ αὐτοῦ καὶ συγγενῶν καὶ τῶν ἄλλων Χριστιανῶν ἀδελφῶν ἡμῶν ἀγωνιζόμενοι ἀνενδοιάστως τὰς εἰς Θεὸν ἐλπίδας ἔχομεν. Οὐκ ἀποτευξόμεθα, ἀλλὰ καὶ ἐπιτευξόμεθα τῶν κατ΄ἐκεῖνων πάντως νικητηρίων.

Μετάφραση: Με τον Θεό για σύμμαχο, αν είμαστε καλά οπλισμένοι και παρατεταγμένοι, θα τους επιτεθούμε εύτακτα και εύψυχα και θ΄αγωνιστούμε υπέρ της ψυχικής μας σωτηρίας και υπέρ του ίδιου του Θεού και των συγγενών και υπέρ των υπόλοιπων Χριστιανών αδελφών μας αποθέτοντας ανενδοίαστα τις ελπίδες μας στον Θεό. Δεν θα αποτύχουμε, αλλά θα επιτύχουμε τα νικητήρια εναντίον τους.

[20.77] Σὺν Θεῷ γὰρ δεὶ καὶ τὰς χεῖρας σαλεύειν

Θυμίζει το «σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει»

Τέλος, ο Λέων κάνει την παρακάτω παρομοίωση με το σώμα του Χριστιανικού Λαού που διαιρείται σε «ἄρχοντες» και «ἀρχόμενους» και ίσως είναι παρμένη από το χωρίο του Συριανού για την Πολιτεία στο οποίο εξηγεί την λειτουργία στο όλο «σώμα» του μέρους/«οργάνου» των ιερέων ως ζωογονούσα ψυχή του σώματος του Χριστιανικού Λαού:

[Επίλογος, 12] Οἱ γὰρ ἱερεῖς ὥσπερ ψυχή τις διεσπαρμένη καὶ ζωογονοῦσα ὅλον τὸ σῶμα τοῦ Χριστιανικοῦ Λαοῦ καὶ ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων καθέστηκε,

3) «Εμείς» οι «Χριστιανοί Ῥωμαῖοι»

[20.39] Οὐδενὶ τρόπῳ οὐδὲ οἱᾳδήποτε προφάσει τὸν πρὸς τοὺς πολεμίους ὅρκον παραβήσῃ ποτέ. Μέγα γὰρ κακὸν ἐπιορκίας ἔγκλημα. Ἐν οἷς γὰρ Θεὸς μεσιτεύει, βέβαια χρη μένειν τὰ συντιθέμενα. Αἰσχύνη γὰρ Ῥωμαίοις καὶ μάλιστα Χριστιανοῖς, τῶν ἄλλων ἐθνῶν τὰς οἰκείας πίστεις τηρούντων, τούτους ἀπίστους περὶ τὰ συμφωνούμενα ὑπὸ Θεῷ μεσίτῃ έλέγχεσθαι.

Μετάφραση: Με κανέναν τρόπο και για καμιά πρόφαση δεν πρέπει να παραβείς τον όρκο που έδωσες στους πολεμίους, γιατί το έγκλημα της επιορκίας είναι μέγα κακό. Σε εκείνους τους όρκους που έχουν γίνει στο όνομα του Θεού, τα συμφωνημένα πρέπει οπωσδήποτε να τηρηθούν. Γιατί είναι αισχύνη (ντροπή) για τους Ρωμαίους, και ακόμα περισσότερο για τους Χριστιανούς, να είναι άπιστοι σε αυτά που έχουν συμφωνηθεί με τον Θεό μεσίτη, ενώ τα άλλα έθνη τηρούν τις οικείες τους πίστεις.

Ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων: Οι «Χριστιανοί Βούλγαροι» υιοθετούν ολοένα και περισσότερο τα ρωμαϊκά ηθη, αλλά πάντοτε παραμένουν κάτι το διαφορετικό από τους «Χριστιανούς Ρωμαίους». Ο Λέων σ΄αυτό το χωρίο κάνει και την εξής προπαγάνδα. Γράφει πως όταν οι Βούλγαροι παραβίασαν την συνθήκη ειρήνης που είχαν με τους Ρωμαίους (ο Τσάρος Συμεών εκμεταλλεύτηκε την προσωρινή ρωμαϊκή αδυναμία και ξεκίνησε επεκτατικό πόλεμο), «ο Θεός» τους τιμώρησε στέλνοντας τους «Τούρκους» (Ούγγρους) εναντίον τους. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ο «Θεός», αλλά ο Λέων (και το επιτελείο του) που το 894, ακολουθώντας τυπική «βυζαντινή» διπλωματία,  μίσθωσε τους ηγεμόνες των «Τούρκων» ώστε να εισβάλουν στην Βουλγαρία και μάλιστα ήταν ο Ρωμαϊκός στόλος που επιτέλεσε την ουγγρική διαπόρθμευση του Δούναβη.

Γράφει ο Paul Stephenson στην σελίδα 39 του “Byzantium’s Balkan frontier“:

Leo-Tourkoi

Αφού λοιπόν ξέρουμε την πραγματική ιστορία μπορούμε να διαβάσουμε το χωρίο του Λέοντος:

[18.40] Ἐπεὶ δὲ Τούρκων ἔμνήσθην, […] ὅτε συμμάχοις αὐτοῖς ἐχρησάμεθα, Βουλγάρων τὰς εἰρηνικὰς παραβεβηκότων σπονδάς, καὶ τὰ τῆς Θράκης χωρία καταδραμόντων, οἷς ἡ δίκη ἐπεξελθοῦσα τῆς εἰς Χριστὸν τὸν Θεὸν παρορκίας, […] καὶ γὰρ τῶν ἡμετέρων δυνάμεων κατὰ Σαρακηνῶν ἀσχολουμένων Τούρκους ἡ θεία πρόνοια ἀντὶ Ῥωμαίων κατὰ Βουλγάρων ἐστράτευσε, πλοΐμου στόλου τῆς ἡμῶν βασιλείας τὸν Ἴστρον αὐτοὺς διαπεράσαντος τε καὶ συμμαχήσαντος, καὶ τὸν κακῶς κατὰ Χριστιανῶν ὁπλισθέντα Βουλγάρων στρατὸν τρισὶ μάχαις κατὰ κράτος νενικηκότας, ὡσανεὶ δημίους ἐξαποστείλασα κατ΄αὐτῶν, ἵνα μὴ ἑκόντες Ῥωμαῖοι Χριστιανοὶ Χριστιανῶν Βουλγάρων αἵμασι χραίνοιντο.

Περίληψη (δεν μεταφράζω γιατί νομίζω ότι το χωρίο είναι ευκατάληπτο): Η «Θεία Πρόνοια και Δίκη», για να τιμωρήσει την παρορκία των Βουλγάρων που επιτέθηκαν κατά Χριστιανών, επέλεξε τους «Τούρκους» αντί των Ρωμαίων ως δημίους (αλλά «εμείς» τους διαπορθμεύσαμε 🙂 ), ώστε οι Χριστιανοί Ρωμαίοι να μην λερώσουν τα χέρια τους με το αίμα των Χριστιανών Βουλγάρων.

[18.42] Ἀλλὰ Βουλγάρων τὴν ἐν Χριστῷ είρήνην ἀσπαζομένων καὶ κοινωνούντων τῆς είς αὐτὸν πίστεως Ῥωμαίοις, μετὰ τὴν ἐκ τῆς παρορκίας πεῖραν οὐχ ἡγούμεθα κατ’αὐτῶν χεῖρας ὁπλίζειν, ἐπὶ τὸ θεῖον ἢδη τὰ κατ΄ἐκείνων ἀναρτῶντες στρατηγήματα, δι΄ὅπερ οὔτε τὴν αὐτῶν καθ΄ἡμῶν παράταξιν, οὔτε τὴν ἡμετέραν κατ΄ἐκείνων, ἅτε διὰ τῆς μιᾶς πίστεως ἀδελφῶν ὑπαρχόντων καὶ ταῖς ἡμετέραις εἴκειν ἐπαγγελλομένων εἰσηγήσεσι, διαγραφεῖν τέως προθυμούμεθα.

Μετάφραση: Αφού όμως οι Βούλγαροι ασπάστηκαν την ἐν Χριστῷ ειρήνη και συμμερίζονται με τους Ρωμαίους την πίστη στον Χριστό, μετά από το πάθημα-μάθημα της παρορκίας τους, δεν επιθυμούμε να οπλίσουμε τα χέρια μας εναντίον τους, επειδή ο Θεός τώρα πια ελέγχει τις κινήσεις τους. Προς το παρόν δεν θα περιγράψουμε ούτε την δική τους παράταξη εναντίον μας ούτε την δική μας κατά αυτών, μιας και είμαστε αδελφοί στην ίδια πίστη και αυτοί υποσχέθηκαν να ακούν τις συμβουλές μας.

[18.59] Ταῦτα μὲν τὰ τῶν Τούρκων ἤθη τοσούτῳ μόνο διαφέροντα τῶν Βουλγάρων, ὅσω τὴν Χριστιανῶν οὗτοι ἀσπασάμενοι πίστιν καὶ τοῖς Ῥωμαϊκοῖς ἐπ΄ὀλίγον μετεβάλλοντο ἤθεσι, τότε τὸ ἄγριον καὶ νομαδικὸν τῷ ἀπίστῳ συναποβαλόντες.

Μετάφραση: Αυτά είναι τα ήθη των «Τούρκων» (Ούγγρων) και η μόνη διαφορά τους από αυτά των Βουλγάρων είναι ότι οι δεύτεροι ασπάστηκαν την πίστη των Χριστιανών και σταδιακά υιοθετούν τα Ρωμαϊκά ήθη ενώ, ταυτόχρονα, αποβάλλουν τα παλαιά τους άγρια, νομαδικά και άπιστα ήθη.

Βλέπουμε ότι όσο κι αν προσπαθεί ο Λέων να παρουσιάσει τους Βούλγαρους ως «αδελφούς Χριστιανούς που υιοθετούν τα ρωμαϊκά ήθη» στην πραγματικότητα, το εθνοτικό τοιχίο (ethnic boundary) «εμείς-αυτοί» παραμένει αδιάβρωτο. Λίγα χρόνια αργότερα, ο (νοτιοϊταλικής καταγωγής) πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός θα ξεκαθαρίσει στον Τσάρο Συμεών πως για το καλό όλων των Χριστιανών «τα δύο γένη των Ρωμαίων και των Βουλγάρων» δεν πρέπει να πολεμούν μεταξύ τους.

Kaldellis-Rom-Bulg-Mystikos

Όπως δείχνει περίτρανα ο Καλδέλλης στο παραπάνω βιβλίο, «εμείς οι Ρωμαίοι» και «εμείς οι Χριστιανοί» δεν είναι όμοροι (conterminous) αυτοπροσδιορισμοί, έστω κι αν η ρητορική του πολέμου κατά των αλλόθρησκων Αράβων βολικά προσπαθεί να τους εξισώσει. Ακόμα και όταν όλοι οι Βούλγαροι θα είναι πια Χριστιανοί υπήκοοι του βασιλέα των Ρωμαίων και όταν «ἡ Βουλγαρική χείρ/οἱ Βουλγαρικαί δυνάμεις» (στρατός του θέματος Βουλγαρίας) θα καταστραφεί υπερασπιζόμενη την Ρωμαϊκή γη κατά των Ούζων που διέσχισαν τον Δούναβη, ακόμα και τότε ο Ατταλειάτης δεν τους θεωρεί Ρωμαίους. Στα «μέρη γύρω από το Δυρράχιο» των τελών του 11ου αιώνα, όπου όλοι πια είναι υπήκοοι του Βασιλέα των Ρωμαίων και όλοι είναι Χριστιανοί, δεν είναι όλοι Ρωμαίοι, αλλά διακρίνονται σε Ρωμαίους, Αρβανίτες και Βούλγαρους. Ο λόγος φυσικά είναι ότι η Ρωμαϊκή ταυτότητα των «Βυζαντινών» δεν είναι «μόνον πολιτική/υπηκοϊκή» (όπως ισχυρίζεται μια μερίδα αδαών) ούτε φυσικά είναι «μόνον ορθόδοξη χριστιανική» (όπως ισχυρίζεται μια άλλη μερίδα αδαών). Η Ρωμαϊκή ταυτότητα είναι ταυτόχρονα και sensu lato πολιτική και sensu stricto εθνοτική. Όσο οι «βυζαντινοί» ιστορικοί περιγράφουν μάχες με αλλοδαπούς τότε αρκεί η χρήση της πολιτικής Ρωμαϊκής ταυτότητας. Αν οι αλλοδαποί είναι και αλλόθρησκοί, τότε αρκεί η ρητορική του «ἔθνους τῶν Χριστιανῶν». Όταν, πιο σπάνια, πρέπει να διακρίνουν τον ημεδαπό πληθυσμό τότε φαίνεται η εθνοτική συνιστώσα της Ρωμαϊκής ταυτότητας.

Αλλά ας γυρίσουμε στα «Τακτικά» του Λέοντος.

4) «Εμείς» ως «ἔθνος»

Οι «Τούρκοι» (Ούγγροι) δεν μοιάζουν με τους «Ρωμαίους και τα άλλα έθνη», αλλά συνεχίζουν την μάχη μέχρι την ολοκληρωτική εξόντωση του αντιπάλου.

[18.57] Οὐκ ἀρκοῦνται [οἱ Τούρκοι] γὰρ, ὥσπερ οἱ Ῥωμαίοι καὶ τὰ ἄλλα ἔθνη, τῇ μετρίᾳ καταδιώξει, καὶ τῇ τῶν χρημάτων ἁρπαξῇ, ἀλλὰ μέχρι τοσούτου ἐπίκεινται, ἕως ἂν τελείως τὴν τῶν έχθρῶν κατάλυσιν ποιήσονται, πάσῃ μεθόδῳ είς τοῦτο κεχρημένοι.

Επαναλαμβάνω μερικά χωρία που έχουν ήδη παρετεθεί παραπάνω:

[20.39] Αἰσχύνη γὰρ Ῥωμαίοις καὶ μάλιστα Χριστιανοῖς, τῶν ἄλλων ἐθνῶν τὰς οἰκείας πίστεις τηρούντων, τούτους ἀπίστους περὶ τὰ συμφωνούμενα ὑπὸ Θεῷ μεσίτῃ έλέγχεσθαι.

Μετάφραση: Γιατί είναι ντροπή για τους Ρωμαίους και, ακόμα περισσότερο, για τους Χριστιανούς η μη τήρηση αυτών που έχουν συμφωνηθεί με όρκο στο όνομα του Θεού, ενώ τα άλλα έθνη τηρούν τις οικείες τους πίστεις.

[18.19] Καὶ ἐθίζεσθε πάντες ὁμοῦ οἱ διὰ Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν καὶ ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων καὶ πατρίδος καὶ τοῦ ὅλου τῶν Χριστιανῶν ἔθνους ἀγωνιζόμενοι

[12.57] Καὶ ὅτι ὁ ἀγὼν ὑπὲρ Θεοῦ ἐστι καὶ τῆς εἰς αὐτὸν ἀγάπης καὶ ὑπὲρ ὅλου τοῦ ἔθνους.

Σε ένα άλλο ενδιαφέρον χωρίο ο Λέων ορίζει ως τα δύο βασικά «επιτηδεύματα» (~ θεσμούς) του «έθνους μας» τους γεωργούς και τους στρατιώτες: οι πρώτοι τρέφουν τους δεύτερους και οι δεύτεροι προστατεύουν τους πρώτους και δεν πρέπει να τους ενοχλούν και να καταστρέφουν τους αγρούς όταν περνάνε από μια ημέτερη περιοχή. Αντίθετα, όταν εκστρατεύουν σε αλλοδαπή χώρα πολεμίων, τότε πρέπει να καταστρέφουν τους αγρούς, για να αποδυναμώσουν τους πολεμίους.

Όπως κάποιοι θα καταλάβετε από μόνοι σας διαβάζοντας το χωρίο, από πίσω κρύβεται η θεωρία του Συριανού για τα «μέρη της πολιτείας των Ρωμαίων» που το καθένα πρέπει να συνεισφέρει στην κοινή ευημερία.

[11.9] Μάλιστα δὲ φροντίσεις [ὦ στρατηγέ] καὶ τῶν πλησιοχώρων ὑποτελῶν τῆς βασιλείας ἡμῶν, ἵνα μὴ ἀδικοῦνται παρὰ τῶν στρατιωτῶν, καὶ κατεξαίρετον τῶν γεωργῶν. Δύο γὰρ ταῦτα μοι δοκοῦσιν ἐπιτηδεύματα λίαν ἀναγκάῖα πρὸς ἔθνους σύστασιν καὶ διαμονήν, γεωργικὴ μὲν τρέφουσα καὶ αὐξουσα τοὺς στρατιώτας, στρατιωτικὴ δὲ ἐκδιοῦσα καὶ περιφυλάττουσα τοὺς γεωργούς. Αἰ δὲ ἄλλαι ἐπιτηδεύσεις δεύτεραι τούτων ἐμοὶ καταφαίνονται. Διὰ τοῦτο καὶ ἀναγκαῖον ἀεὶ τούτων ἐπιμελεῖσθαι καὶ τὰ ὑπὲρ αὐτῶν φροντίζειν ἑκάστοτε, ὡς ἄν καὶ οἱ στρατιῶται δικαίως τρεφόμενοι ἀνδραγαθῶσιν καὶ οἱ γεωργοὶ μὴ ἀδικούμενοι εὐχαῖς αὐτοὺς ταῖς ἁρμοζούσαις προπέμπουσιν.

Μετάφραση: Να φροντίσεις ιδιαίτερα [ω στρατηγέ] ώστε να μην αδικούνται από τους στρατιώτες οι πλησιόχωροί τους υποτελείς της βασιλείας μας, ιδίως οι γεωργοί. Γιατί μου φαίνεται ότι αυτοί οι δύο θεσμοί είναι απολύτως απαραίτητοι για την σύσταση και επιβίωση (διαμονή) του έθνους: οι γεωργοί τρέφουν και δυναμώνουν τους στρατιώτες και οι στρατιώτες εκδικούνται και προστατεύουν τους γεωργούς. Οι άλλοι θεσμοί μου φαίνονται δευτερογενούς σημασίας ως προς αυτούς τους δύο. Γι΄αυτό θα είναι πάντοτε αναγκαίο να φροντίζεις για τις δύο αυτές ομάδες έτσι ώστε, οι στρατιώτες τρεφόμενοι δικαίως να ανδραγαθούν (στις μάχες) και οι γεωργοί μη αδικούμενοι να προπέμπουν στους στρατιώτες τις αρμόζουσες ευχές.

[9.18] […] οὕτως γὰρ καὶ ἡ σὴ εὐταξία καὶ ἡ τῶν ἀρχόντων καὶ ἡ τοῦ στρατοῦ καὶ τὸ ἀβλαβὲς τοῦ γεωργοῦ διαφυλαχθήσεται.

Αντίθετα, σε αλλοδαπή χώρα πολεμίων:

[9.22] Ὅτ΄ἂν δὲ ἐν τῇ πολεμίᾳ τὴν ὁδοιπορίαν ἐπάγῃς τοῦ στρατοῦ, χρή σε ταύτην φθείρειν καὶ καίειν καὶ κατατέμνειν. Ζημία γὰρ χρημάτων καὶ καρπῶν ἔνδεια ἐλάττονας ποιεῖ τοὺς πολεμίους καὶ τὸν πόλεμον ἀσθενέστερον, ὥσπερ ἡ τούτων περιουσία μᾶλλον τρέφει τοῦτον καὶ αὐξάνει.

Μετάφραση: Όταν επάγεις τον στρατό σου σε οδοιπορία εντός της χώρας των πολεμίων, πρέπει να την φθείρεις, να την κάψεις και να την ρημάξεις. Η ζημιά σε χρήματα και συγκομιδή εξασθενίζει τους πολέμιους και μειώνει την μαχητική τους ικανότητα, ακριβώς όπως η αφθονία χρημάτων και συγκομιδής τους δυναμώνει.

5) Τα εθνοτικά αντιθετικά ζεύγη ὁμογενής/ἀλλογενής, ὁμόφυλος/ἀλλόφυλος και ἐμφύλιος/βάρβαρος

Από την στιγμή που ο Λέων περιγράφει τους «Χριστιανούς Ρωμαίους» ως «έθνος» μπορεί να κάνει χρήση των εθνοτικών αντιθετικών ζευγών:

ὁμογενής/ἀλλογενής, ὁμόφυλος/ἀλλόφυλος και ἐμφύλιος/βάρβαρος

Στο κόλπο για το πιάσιμο των εχθρικών κατασκόπων που ανέφερα παραπάνω, όσοι πιάνονται πρέπει να ανακρίνονται, ασχέτως από το αν μοιάζουν για Ρωμαίοι ή αλλογενείς.

[17.89] Ἐὰν δὲ βουληθῇς κατασκόπους κρατῆσαι τῶν ἐχθρῶν, […] Πάντας οὖν τοὺς ὁπωσοῦν κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον εὑρισκομένους δεὶ κρατεῖσθαι, εἴτε Ῥωμαῖοι δοκοῦσιν εἶναι εἴτε ἀλλογενεῖς, καὶ ἐξετάζεσθαι ὥστε ἐκεῖθεν εὑρίσκεσθαι τὴν ἀλήθειαν.

Από την άλλη, οι (Ρωμαίοι) εξπλοράτωρες/κατάσκοποι που εξερευνούν την χώρα των πολεμίων πρέπει να δείχνουν άφοβοι ώστε να περνάνε για ομογενείς τους.

[17.77] καὶ τοὺς μὲν ἐξπλοράτωρας ἤτοι κατασκόπους δῆθεν ἀφοβώτερον συνδιάγειν τοῖς πολεμίοις, ὥστε ὁμογενεῖς αὐτοὺς εἶναι νομίζεσθαι,

Σε δύο χωρία ο Λέων συμβουλεύει τους θεματικούς στρατηγούς που στον στρατό τους έχουν αλλόφυλους που τυχαίνει να είναι ομόφυλοι των πολεμίων, να τους στείλουν με μια καλή δικαιολογία κάπου αλλού, λίγες ημέρες πριν την μάχη. Αυτό που φοβάται ο Λέων είναι να μην συμμαχήσουν οι «αλλόφυλοι» με τους πολέμιους ομόφυλούς τους.

[12.90] Περὶ τοῦ διαχωρίζειν τοὺς ἀλλοφύλους τῆς παρατάξεως.

Ἐὰν δὲ συμβῇ εἶναι ἐν τῷ στρατῷ τινας ὁμοφύλους τῶν πολεμίων, δέον πρὸ τῆς ἡμέρας τοῦ πολέμου χωρίζειν αὐτοὺς καὶ ἐν ἑτέροις τόποις μετὰ εὐλόγου προφάσεως πέμπειν.

[13.6] Τοὺς δὲ ὁμογενεῖς τῶν ἐχθρῶν, ὡς ἤδη προείπομεν, πρὸ πολλοῦ χωρίζειν καὶ ἐν πολέμῳ τούτους μὴ φέρειν κατὰ τῶν ἰδίων μάχεσθαι.

Ο στρατηγός δεν πρέπει να λερώνει αδίκως την γη ούτε με εμφύλιο ούτε με βαρβαρικό αίμα.

[2.30] Ἡμῶν γὰρ ἀεὶ τὴν εἰρήνην καὶ πρὸς τοὺς ὑπηκόους καὶ πρὸς τοὺς βαρβάρους διὰ Χριστὸν τὸν καθ΄ὅλου βασιλέα καὶ Θεὸν ἀσπαζομένων, ἐὰν καὶ τὰ ἔθνη τοῦτο φιλοῦσι τοῖς ἴδιοις ἐγχαλινούμενα ὅροις καὶ μηδὲν ἀδικεῖν ἐπαγγελλόμενα καὶ αὐτὸς σὺ κατ΄αὐτῶν τὰς χεῖρας σύστειλον καὶ αἵμασι τὴν γῆν μήτ΄ἐμφυλίοις μήτε βαρβαρικοῖς κατάχραινε.

Μετάφραση: Πρέπει πάντοτε να ασπαζόμαστε την ειρήνη και προς τους υπηκόους μας και προς τους βαρβάρους, για τον Χριστό τον Θεό και Βασιλέα όλων. Αν τα «ἔθνη» επιθυμούν ειρήνη και παραμένουν «εγχαλινούμενα» εντός των ορίων τους έχοντας υποσχεθεί ότι δεν θα μας αδικήσουν, τότε και εσύ [στρατηγέ] πρέπει να μην τα πειράξεις και να μην λερώσεις την γη ούτε με εμφύλιο ούτε με βαρβαρικό αίμα.

6) Οι «πάλαι» και «νῦν» Ρωμαίοι

Στα χωρία του προλόγου των Τακτικών που παρέθεσα παραπάνω γίνεται αμέσως κατανοητό ότι ο Λέων αντιπαραβάλλει την «νῦν» Ρωμαίων Πολιτεία που έχει αμελήσει την Στρατηγική/Τακτική στην ακμάζουσα και δυνατή «πάλαι» Ρωμαίων Πολιτεία. Οι κάτοικοι της «πάλαι» Ρωμαίων Πολιτείας είναι οι «πάλαι» Ρωμαίοι.

Ο Λέων, όπως και όλοι οι άλλοι ευπατρίδες μεσαιωνικοί Ρωμαίοι («Βυζαντινοί»), θεωρούσε ότι ο λαός του είναι οι «άπτωτοι» Ρωμαίοι, δηλαδή οι Ρωμαίοι που δεν έπεσαν και ότι η «φιλόχριστος τῶν Ῥωμαίων Πολιτεία» της εποχής τους ήταν ο οργανικός και ιδεολογικός συνεχιστής και ο μοναδικός κληρονόμος της Res Publica (Romana).

Αντίθετα με τους «άπτωτους» Ρωμαίους, οι «πεπτωκότες» πληθυσμοί της Ιταλίας έχουν εκβαρβαριστεί (άρα δεν είναι πια «γνήσιοι» Ρωμαίοι) μέσα από την επιμειξία τους με τους Φράγκους και τους Λογγίβαρδους και έχουν υιοθετήσει τα ήθη τους:

[18.85] [Οἱ Φράγγοι τοίνυν καὶ Λογγίβαρδοι] Ὑποφθείρονται δὲ διὰ χρημάτων εὐκόλως, φιλοκερδεῖς ὄντες, ἐξ ὧν πείρᾳ μαθόντες, ἵσμεν ἀπὸ τῶν ἐξ Ἰταλίας ἔνταῦθα πολλάκις παραγενομένων ἐπί τισι διοικήσεσιν, ὡς τῇ ἐκείνων ἐπιμιξίᾳ, οἶμαι, καὶ τοῦτων βαρβαροθέντων τε καὶ συνεθισθέντων.

Όπως γράφει ο Καλδέλλης στον πρόλογο του “The Byzantine Republic”: οι βυζαντινοί όχι μόνον «αυτοαποκαλούνταν Ρωμαίοι», αλλά ήταν Ρωμαίοι: ελληνόφωνοι, Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά πάντοτε Ρωμαίοι.

Kaldellis-preface

Ας δούμε, λοιπόν, πως περιγράφει την διαχρονική κοινότητα των Ρωμαίων ο Λέων.

Στο κεφάλαιο που ο Λέων περιγράφει τις διάφορες Ρωμαϊκές και «εθνικές» παρατάξεις γράφει ότι θα περιγράψει τόσο τις ρωμαϊκές παρατάξεις που ξεκίνησαν (κατάρξαντες) να εφαρμόζουν «οἱ τῶν Ῥωμαϊκών στρατευμάτων πάλαι στρατηγοί» κατά των διαφόρων εθνών, όσο και τις «εθνικές» παρατάξεις που οι Ρωμαίοι, ως διαχρονική κοινότητα, τις έμαθαν λόγω πείρας επειδή, κατά την διάρκεια των αιώνων, αντιμετώπισαν διάφορα «έθνη».

[18.1] Ἑξῆς δὲ καὶ διαφόρων παρατάξεων μελέτας σοι ὑπαγορεύσω τῶν τε ἄλλων ἐθνικῶν καὶ ὅσαις ἐχρήσαντο κατὰ διαφόρων ἐθνῶν οἱ τῶν Ῥωμαϊκῶν στρατευμάτων κατάρξαντες πάλαι στρατηγοί.

[18.15] Καὶ ἑτέρας δέ διαφόρους παρατάξεις, καὶ ὅσα δέον πράσσειν σε ὑπέρ τε τοῦ οἰκείου στρατοῦ καὶ κατὰ τῶν πολεμίων ὡς ἐν ἐκθέσει διατάξομεν, ὅσας ἀπὸ διαφόρων ἐθνῶν ἐκ τῆς πείρας Ῥωμαίοι ἐν γνώσει παρέλαβον, ἵνα γινώσκῃς ταύτας ἐν τῷ δέοντι μὲν καιρῷ χρῆσθαι ὑπὲρ σεαυτοῦ,

Στο ανατολικό σύνορο τώρα είναι οι Άραβες/Σαρακηνοί που ενοχλούν εμάς τους Ρωμαίους, αλλά στο παρελθόν ήταν οι Πέρσες που μας ενοχλούσαν και τότε τους αντιμετώπισαν οι «ἀρχαίοι βασιλεῖς» (δηλαδή όλοι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες από τον Τραϊανό μέχρι τον Ηράκλειο που πολέμησαν τους «Πέρσες» είτε αυτοί ήταν Πάρθοι είτε Σασσανίδες). Οι Άραβες επεκτάθηκαν εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία που τους έδωσε η ερήμωση των ανατολικών Ρωμαϊκών εδαφών που προκάλεσε ο μακροχρόνιος Περσο-Ρωμαϊκός πόλεμος.

[18.103-4] Ἐπειδὴ δὲ διαφόρων ἐθνικῶν παρατάξεων τε καὶ διαθέσεων ἐμνημονεύσαμεν, φέρε λοιπὸν καὶ τοῦ νῦν ἐνοχλοῦντος τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ ἔθνους τῶν Σαρακηνῶν ἐπιμνησθῶμεν κατὰ δύναμιν, […] Σαρακηνοὶ μὲν οὖν Ἄραβες είσι τὸ γένος παρὰ τὴν εἴσοδον τῆς Εὐδαίμονος Ἀραβίας ποτὲ κείμενον, τῷ χρόνῳ δὲ καὶ πρὸς τὴν Συρίαν καὶ Παλαιστίνην διάσπαρεν, […] ὅτε τῆς αὐτῶν δεισιδαιμονίας ἐγένετο ἀρχηγὸς Μουχούμετ, […] ἅπερ αὐτοῖς ὁ καιρὸς τῆς Ῥωμαϊκῆς ἀπὸ Περσῶν ἐρημώσεως χώραν ἔδωκε κατασχεῖν.

[18.135] [ἕνεκεν τοῦ Σαρακηνῶν ἔθνους] […] τοῦτο γὰρ γειτονεύον τῇ ἡμετέρᾳ πολιτείᾳ οὐδὲν ἦττον τοῦ πάλαι Περσικοῦ ἔθνους τοῖς ἀρχαίοις βασιλεῦσι, τὰ νῦν ἡμῖν ἐνοχλεὶ καὶ παραλυπεῖ τοὺς ἡμετέρους ὑπηκόους τὸ καθεκάστην, […]

Μετάφραση: [όλα αυτά που είπαμε για το έθνος των Σαρακηνών] […] αυτό που γειτονεύει στην πολιτεία μας και που δεν είναι κατώτερο [ως αντίπαλος] από το «πάλαι Περσικό έθνος» που αντιμετώπισαν οι «ἀρχαίοι βασιλεῖς» στο να μας ενοχλεί «τὰ νῦν» και να προκαλεί λύπη καθημερινά στους υπηκόους μας, […]

[18.21] Ἦσαν γὰρ τινα τῶν ἐθνῶν, οἷα τὰ Περσικὰ φύλα ποτε πρὸς Ῥωμαίους μαχόμενα ἅπερ, ὅτ΄ἂν ἐν τοῖς δεινοῖς ἐνέπιπτεν, μηδὲ τὴν σωτηρίαν, ἣν ηὔχοντο ἑαυτοῖς γενέσθαι, προτείνειν θέλοντα, ἀλλὰ καὶ ταύτην παρὰ τῶν ἐχθρῶν αὐτῶν προτείνεσθαι ἐκδεχόμενα. Τοσοῦτον ἐν αὐτοῖς ἡ τῶν δεινῶν καρτερία.

Μετάφραση: Ήταν και κάποια έθνη, όπως τα Περσικά φύλα που κάποτε ήταν αντίπαλοι των Ρωμαίων, τα οποία όταν βρίσκονταν σε δεινή θέση, δεν πρότειναν συνθηκολόγηση για να σωθούν, αλλά περίμεναν τον εχθρό να προτείνει πρώτος. Τέτοια ήταν η καρτερία τους στα δεινά.

Κοιτώντας πίσω στον χρόνο, ο Λέων περιγράφει μία ξαφνική νυχτερινή έφοδο που διεξήγαγε ο Χαγάνος των Αβάρων κατά των Ρωμαίων καβαλλαρίων στα χρόνια  του Ηρακλείου (πρώτο μισό 7ου αι.).

[16.12] Τοῦτο δὲ γινώσκομεν πεποιηκότα τὸν Χαγάνον τῶν Ἀβάρων ἐπὶ τῶν χρόνων Ἡρακλείου τοῦ βασιλέως περὶ τὴν Ἡρακλείαν τῆς Θράκης κατὰ τῶν Ῥωμαίων καβαλλαρίων μὴ βουλομένων ἐν φοσσάτῳ ἀσφαλῶς μετὰ τῶν πεζῶν ἀπλικεύειν, ἀλλ΄ἔξωθεν ἀφυλάκτως.

Κατά τον 6ο αιώνα έχουμε τις πρώτες δουνάβιες διαπεραιώσεις των υπερδουνάβιων τότε Σλάβων και τις επιδρομές τους σε Ρωμαϊκό έδαφος. Ο Λέων εδώ παραποιεί λίγο την ιστορία γράφοντας ότι οι Ρωμαίοι αντεπιτέθηκαν στους υπερδουνάβιους Σλάβους (ορθό, είναι οι υπερδουνάβιες εκστρατείες του στρατηγού Θράκης Πρίσκου επί βασιλείας Μαυρικίου), οι οποίοι αργότερα εγκαταστάθηκαν νοτίως του Δούναβη και έσκυψαν τον αυχένα τους στην Ρωμαϊκή εξουσία (ανακριβές). Στα χρόνια που γράφει ο Λέων (900 μ.Χ.), οι μόνοι βαλκάνιοι Σλάβοι που είχαν «σκύψει τον αυχένα» τυος Ρωμαίους ήταν αυτοί των νοτιότερων Βαλκανίων (από την Πελοπόννησο μέχρι την Αδριανούπολη). Οι βορειότεροι ανήκαν πια στην Βουλγαρική αυτοκρατορία και σιγά σιγά επανεθνοτίζονταν σε Βούλγαρους. Παραθέτω δύο χάρτες του Whittow για την ανάκτηση των βαλκανικών εδαφών μεταξύ 700 και 917 (η ανάκτηση συνέβη κυρίως κατά την περίοδο 784-836).

Whittow-700-917

[18.75] Καὶ γὰρ καὶ Σκλάβοι ἦσαν ποτε, ὅτε πέραν κατῴκουν τοῦ Ἴστρου, ὃν καὶ Δανούβιον καλοῦμεν, οἶς καὶ προσεπολέμουν Ῥωμαῖοι ἐπιτιθέμενοι, νομαδικῶς καὶ αὐτῶν τότε διαζώντων, πρὶν ἢ περαιωθῆναι τὸν Ἴστρον καὶ ὑπὸ τὸν ζυγὸν τῆς Ῥωμαϊκῆς ἐξουσίας τὸν ἑαυτῶν αὐχένα ὑποκλῖναι.

Οι Σλάβοι που «έσκυψαν τον αυχένα στην Ρωμαϊκή εξουσία», σύμφωνα, με τον Λεόντα εκρωμαΐστηκαν από τον πατέρα και προκάτοχό του Βασίλειο Α΄, ο οποίος τους δίδαξε την Ελληνική γλώσσα (γραικόω > γραικώσας), τους τίμησε με το βάπτισμα, τους ανέθεσε άρχοντες κατά τον Ρωμαϊκό τύπο και τους εκπαίδευσε στρατιωτικά, ώστε να εκστρατεύουν εναντίον των εχθρών των Ρωμαίων. Με αυτόν τον τρόπο, οι Ρωμαίοι έπαψαν ν΄ανησυχούν για τις συχνές σλαβικές ανταρσίες και οχλήσεις του περελθόντος. Και αυτή η δήλωση είναι ανακριβής, επειδή ο εκρωμαϊσμός των Σλάβων ξεκίνησε με τον Νικηφόρο Α΄ και συνεχίστηκε από τους διαδόχους του.

[Τακτικά, 18.95] Ταῦτα [τὰ Σκλαβικὰ δὲ ἔθνη] δὲ ὁ ἡμέτερος ἐν θείᾳ τῇ λήξει γενόμενος πατὴρ καὶ Ρωμαίων αὐτοκράτωρ Βασίλειος τῶν ἀρχαίων ἐθῶν μεταστῆναι καὶ, γραικώσας, καὶ ἄρχουσι κατὰ τὸν Ρωμαϊκὸν τύπον ὑποτάξας, καὶ βαπτισμάτι τιμήσας, τῆς τε δουλείας ἠλευθέρωσε τῶν ἑαυτῶν ἀρχόντων, καὶ στρατεύεσθαι κατὰ τῶν Ρωμαίοις πολεμούντων ἐθνῶν ἐξεπαίδευσεν, οὕτω πως ἐπιμελώς πεὶ τὰ τοιαῦτα διακείμενος, διὸ καὶ ἀμερίμνους Ρωμαίους ἐκ τῆς πολλάκις ἀπὸ Σκλάβων γενομένης  ἀνταρσίας ἐποίησεν, πολλὰς ὑπ΄ἐκείνων ὀχλήσεις καὶ πολέμους τοῖς πάλαι χρόνοις ὑπομείναντας.

Μετάφραση: Αυτά [τα Σλαβικά έθνη] ο πατέρας μας και αυτοκράτωρ των Ρωμαίων Βασίλειος, που τώρα επαναπαύεται στα ουράνια, τα έπεισε να εγκαταλείψουν τα παλαιά τους ήθη και δίδαξε σε αυτά την «γραικική» γλώσσα, τα έκανε υπήκοα αρχόντων κατά τον ρωμαϊκό τύπο, τα τίμησε με το βάπτισμα, τα ελευθέρωσε από την δουλεία στους δικούς τους δυνάστες και τα εκπαίδευσε να εκστρατεύουν εναντίον των εχθρών των Ρωμαίων. Με αυτόν τον τρόπο χειρίστηκε αυτά τα θέματα και επέτρεψε στους Ρωμαίους να είναι αμέριμνοι και να μην ανησυχούν για τις συχνές σλαβικές ανταρσίες,τις παρενοχλήσεις και τους πολέμους που έπρεπε να υπομένουν στο παρελθόν.

Σε όλη αυτήν την αλληλεπίδραση τριών περίπου αιώνων με τους Σλάβους, ο λαός του Λέοντος είναι πάντοτε οι Ρωμαίοι: οι Ρωμαίοι αντεπιτέθηκαν στους υπερδουνάβιους Σλάβους επί Μαυρικίου, οι Σλάβοι έσκυψαν τον αυχένα στην Ρωμαϊκή εξουσία, δέχτηκαν άρχοντες κατά τον Ρωμαϊκό τύπο, έμαθαν να εκστρατεύουν κατά των εχθρών των Ρωμαίων και, τέλος, οι Ρωμαίοι έγιναν αμέριμνοι μετά την αφομοίωση των Σλάβων επί Βασιλείου Α΄.

Όταν ο Λέων μιλάει για τους Ρωμαίους καβαλλάριους επί Ηρακλείου και για τους Ρωμαίους επί Μαυρικίου που αντεπιτέθηκαν στους υπερδουνάβιους Σλάβους, δεν δείχνει πουθενά ότι τους θεωρεί κάτι διαφορετικό από τους «νῦν Ῥωμαίους» παρά το γεγονός ότι ήταν λατινόφωνοι! Τα νομίσματα του Ηρακλείου φέρουν την επιγραφή Deus adiuta Romanis = «ο θεός βοηθάει τους Ρωμαίους» και από τον Θεοφύλακτο τον Σιμοκάττη γνωρίζουμε ότι οι Ρωμαίοι πστρατιώτες που αντιμετώπισαν τους Αβαρο-Σλάβους επί Μαυρικίου μιλούσαν λατινικά.

Ο Σιμοκάττης περιγράφει μια εκστρατεία των Ρωμαίων κατά των Αβάρων στην Θράκη εκείνης της περιόδου (587 μ.Χ.) με στρατηγό τον Κομεντίολο στην οποία, όταν κάποιος στρατιώτης είδε το «νωτοφόρο ζώο» να είναι έτοιμο να ρίξει το φορτίο του, είπε στον «δεσπότη» του ζώου «τόρνα, τόρνα!» (= «γύρνα το, γύρνα το!» στην δημώδη Λατινική της εποχής) και

[Σιμοκάττης, ΙΙ.15] παρηχείται γὰρ τοῖς πολλοῖς ἡ φωνή […] καὶ φυγὴν ἐδόκει δηλοῦν, […] ἐπιχωρίῳ τε γλώττῃ εἰς τοῦ πίσω τραπέσθαι ἄλλος ἄλλῳ προσέταττεν, «τόρνα, τόρνα» μετὰ μεγίστου ταράχου φθεγγόμενοι. […] καὶ φόβος τις κίβδηλος περιεστρόβη το Ῥωμαϊκὸν στρατόπεδον […] ὅμως ἀναιροῦνται τῶν Ἀβάρων οἱ πλείους […] ἀντιστραφέντων γὰρ τινων τῆς Ῥωμαϊκῆς συμμορίας […] ὁ Χαγάνος […] τὸ βαρβαρικόν συναθροίσας ταῖς Ῥωμαϊκαῖς προσέβαλλε πόλεσι […]

Δηλαδή οι πολλοί παρεξήγησαν το «τόρνα τόρνα» και κατάλαβαν ότι ήταν συνθηματικό για να υποχωρήσουν (γυρίσουν πίσω). Τελικά η «ρωμαϊκή συμμορία» διαλύθηκε πανικόβλητη από την άτακτη φυγή της και κατανικήθηκε εύκολα από τους βάρβαρους Αβάρους που, στην συνέχεια, λεηλάτησαν τις τριγύρω Ρωμαϊκές πόλεις.

sim1

sim2

Όσο «ἡμέτερους Ῥωμαίους» θεωρεί ο ελληνόφωνος Θεοφύλακτος ο Σιμοκάττης (που γράφει γύρω στο 630 μ.Χ. διηγούμενος τα γεγονότα αυτά που συνέβησαν το 587 μ.Χ.) αυτούς τους στρατιώτες από την Θράκη που είχαν σαν μητρική («ἐπιχώρια γλώττα») την ύστερη δημώδη Λατινική (Ανατολική Βαλκανική Λατινική), άλλο τόσο «ἡμέτερους Ῥωμαίους» τους θεωρεί και ο ελληνόφωνος Λέων (που γράφει γύρω στο 900 μ.Χ.) που τους θεωρεί «πάλαι Ῥωμαίους».

Όταν ο Θεοφάνης ο Ομολογητής περιγράφει το ίδιο χωρίο σχεδόν δύο αιώνες μετά τον Σιμοκάττη, γράφει ότι ο λατινόφωνος στρατιώτης μίλησε στην «πατρώα φωνή» (= προγονική γλώσσα των Ρωμαίων):

Ἑνὸς γὰρ ζώου τὸν φόρτον διαστρέψαντος, ἕτερος τὸν δεσπότην τοῦ ζώου προσφωνεῖ τὸν φόρτον ἀνορθῶσαι τῇ πατρῴᾳ φωνῇ· τόρνα, τόρνα, φράτερ.” καὶ ὁ μὲν κύριος τῆς ἡμιόνου τὴν φωνὴν οὐκ ᾐσθάνετο, οἱ δὲ λαοὶ ἀκούσαντες καὶ τοὺς πολεμίους ἐπιστῆναι αὐτοῖς ὑπονοήσαντες εἰς φυγὴν ἐτράπησαν, τόρνα, τόρναμεγίσταις φωναῖς ἀνακράζοντες. ὁ δὲ Χαγάνος μεγάλην δειλίαν περιβαλόμενος ἀκρατῶς ἔφυγεν. καὶ ἦν ἰδεῖν Ἀβάρους τε καὶ Ῥωμαίους ἀλλήλους διαδιδράσκοντας, μηδενὸς διώκοντος.

Να σημειωθεί ότι ο χαρακτηρισμός «πατρώα φωνή» για την Λατινική είναι του Θεοφάνη. Ο Σιμοκάττης απλά μιλάει για την «ἐπιχώρια γλώττα» της Θράκης.

Ὀπως ο Λέων χρησιμοποιεί τους όρους «ἡ Ῥωμαίων πάλαι Πολιτεία» (Πρόλογος,5) και «οἱ τῶν Ῥωμαϊκῶν στρατευμάτων πάλαι στρατηγοί» (18,1) έτσι χρησιμοποιεί και τον όρο «οἱ πάλαι Ῥωμαῖοι» για τους αρχαίους λατινόφωνους Ρωμαίους που είχαν ως μητρική την «Ῥωμαϊκή/Ῥωμαία» (= Λατινική) γλώσσα.

[4.25] Ἀντικένσωρας (antecessōres) δὲ ἄλλους τινὰς ἔλεγον οἱ παλαιοὶ Ῥωμαῖοι οὕς, ὡς οἶμαι, νῦν τοῖς μινσοράτωρσι (<mensūrātōres) συντάσσοντες ἰδίως οὐκ ὀνομάζουσιν.

Μετάφραση: Οι παλαιοί Ρωμαίοι ονόμαζαν antecessōres κάποιους άλλους που νομίζω ότι τώρα δεν έχουν ξεχωριστή ονομασία και συγκαταλέγονται μαζί με τους μινσουράτωρες.

[20.174] Ἀσφαλέστερον δὲ τὸ στράτευμα διαβήσεται τὰς προκειμένας ὁδούς, ἐὰν διά τινων ὀλίγων προαποστείλας ἐρευνᾷς τὰς ἔμπροσθεν τρίβους ἤγουν διὰ τῶν καλουμένων τῇ ῥωμαίᾳ γλώσσῃ μινσωρατώρων καὶ ἀντικηνσώρων.

Από τα δύο αυτά χωρία προκύπτει αβίαστα ότι για τον Λέοντα οι «παλαιοί Ῥωμαίοι» μιλούσαν την «ῥωμαία γλῶσσα» (λατινική).

[4.7] καὶ παρακλήτορες, οἱ διὰ λόγων διεγείροντες τὸν στρατὸν πρὸς τοὺς ἀγῶνας, οὓς οἱ πρὸ ἡμῶν νεώτεροι δὲ τῶν ἄλλων, τακτικοὶ Ῥωμαϊστὶ καντάτωρες ἐκάλουν.

Μετάφραση: και οι παρακλήτορες που με τους λόγους τους διεγείρουν τον στρατό για την μάχη, τους οποίους οι πιο πρόσφατοι προγενέστεροί μας τακτικοί ονόμαζαν καντάτωρες ρωμαϊστί (=λατινιστί).

Οι «πάλαι Ῥωμαίοι» του Λέοντα όχι μόνον μιλούσαν ρωμαϊστί = λατινιστί, αλλά ζούσαν στην αρχαία Ρώμη πριν αυτή αποκτήσει τα τείχη της. Έχω ήδη αναφέρει το χωρίο στο οποίο ο Λέων προτρέπει τον θεματικό στρατηγό να μην αμελήσει τα όπλα του «αν είναι αληθινός Ρωμαίος». Το πλήρες χωρίο έχει ως εξής:

[20.40] Ἀλλὰ μετὰ Θεὸν καὶ ἐν τοῖς ὅπλοις ἔχε τὴν πεποίθησιν, καὶ μὴ τοῦτων ἀμέλει διὰ τὴν ἄλλην φρουράν, εἴγε Ῥωμαῖος ὑπάρχεις ἀληθής. Πρώτη γὰρ σωτηρία καὶ τελευταία τῷ ἀληθινῷ στρατιώτῃ ἡ τῶν ὅπλων ἐστὶν ἐπιμέλεια καὶ μεταχείρισις, τὰ δὲ ἄλλα καὶ τοῖς χυδαίοις τῶν ὄχλων ἐπινοείται πολλάκις. Καὶ γὰρ καὶ τοῖς πάλαι Ῥωμαίοις κατ΄ἀρχὰς ἀντὶ τειχῶν τῇ Ῥώμῃ φόσσαν καὶ τὰ ὅπλα χρηματίζειν λέγεται. Καὶ Λακεδαιμονίῳ ποτὲ στρατιώτῃ ἐρωτώμενῳ: «ποῦ οἱ τῆς γῆς ὑμῶν ὅροι;» λέγεται εἰπεῖν «ὧδε» δείξαν τὸ ἐν τῇ χερὶ κατεχόμενον δόρυ.

Μετάφραση: [Στρατηγέ] μετά τον Θεό να βασίζεσαι στα όπλα σου, τα οποία δεν πρέπει ν΄αμελήσεις βασιζόμενος μόνο στην θεοφύλαξη (ἄλλην φρουράν), αν είσαι αληθινός Ρωμαίος. Γιατί η πρώτη και τελευταία σωτηρία για τον αληθινό στρατιώτη είναι η επιμέλεια και συντήρηση των όπλων, κι ας νομίζουν ένα σωρό άλλα πράγματα οι χυδαίοι (= κοινοί) των όχλων. Λέγεται δε ότι οι «πάλαι Ῥωμαῖοι» στην αρχή προστάτευαν την Ρώμη όχι με τείχη, αλλά με μια τάφρο (φόσσα) και τα όπλα τους. Και όταν ρωτήθηκε ένας Λακεδαιμόνιος στρατιώτης «που είναι τα όρια της γης σας;» λέγεται ότι απάντησε «εδώ» δείχνοντας το δόρυ που κρατούσε στο χέρι του.

Μερικές φορές ο Λέων δεν χρησιμοποιεί ούτε τον προσδιορισμό «πάλαι» όταν αναφέρεται στους λατινόφωνους Ρωμαίους της αρχαίας Ρώμης. Συμβουλεύει τους στρατηγούς του να μιμηθούν τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό (Scipio Africanus) που σκληραγώγησε και εκπαίδευσε υπέρμετρα τους στρατιώτες του και αργότερα άδεραξε τους καρπούς του κόπου του γράφοντας:

[20.564] Ἦν ποτε καιρὸς ὅτε Σκιπίων Ῥωμαίων ᾑρέθη ἀπὸ ψήφου κοινῆς στρατηγὸς καὶ ἡλικίας ἦν ἐτῶν τῶν ὀκτωκαίδεκα στρατηγικῶν ἀπαρχόμενος ἔργων. Παρευθὺ δὲ τῆς ἀρχῆς ἐκέλευσεν ἀποπέμπεσθαι ἐκ τοῦ στρατοῦ κραββάτους καὶ τὰς τράπεζας καὶ διάφορα ἐκπώματα καὶ τὰ ἄλλα σκεύη πάντα, πλὴν χύτρας χαλκῆς καὶ σουβλίου σιδηροῦ καὶ ποτηρίου, […] Καὶ οὕτως τὸν ὅλον χρόνον τῆς αὐτοῦ στρατηγίας διανύσας, περιβόητος ἐν ταῖς στρατηγίαις καὶ ταῖς νίκαις ἐγένετο. […] Τοῦτον οὖν ἐὰν μιμήσῃ, ὦ στρατηγέ, καὶ αὐτὸς τῆς ὁμοίας δόξης ἐκείνῳ καὶ τῶν νικητικῶν ἐπιτεύξῃ τροπαίων.

Μετάφραση: Κάποτε ο Σκιπίων εκλέχτηκε στρατηγός παμψηφεί από τους Ρωμαίους και ήταν μόλις 18 ετών όταν ξεκίνησε το στρατηγικό του έργο.

[…]

Κατ΄αυτόν τον τρόπο διάνυσε όλο το διάστημα της στρατηγίας του και έγινε περιβόητος για την στρατηγική του ικανότητα και τις νίκες του. Αν μιμηθείς αυτόν, ω στρατηγέ, θα αποκτήσεις και εσύ παρόμοια δόξα και τα ίδια νικητικά τρόπαια με αυτόν.

Όταν γεννήθηκε ο Σκιπίων το τυπικό όπλο του Ρωμαίου λεγεωνάριου ήταν πια ο gladius Hispāniēnsis (= το Ισπανικό ξίφος). Το κρέμασμα του κολεού (= η θήκη του ξίφους) σε διαγωνίως φορεμένο τελαμώνα που στηρίζεται στον ώμο είναι για τον Λέοντα «κατὰ τὴν Ῥωμαϊκὴν τάξιν» (ξιφοφορία κατά τον ρωμαϊκό τρόπο):

Κεφάλαιο 6: Περὶ ὁπλίσεως καβαλλαρίων καὶ πεζῶν

[6.2] Ἕχειν δὲ αὐτοὺς δεῖν τὸν καθένα ἄνδρα ὅπλισιν τοιαύτην: […] ἔχειν δὲ καὶ σπαθία ἀποκρεμάμενα τῶν ὤμων αὐτῶν κατὰ τὴν Ῥωμαϊκὴν τάξιν, καὶ ἕτερα παραμήρια ἤτοι μαχαίρας διεζωσμένους.

telamon

Στις παραπάνω εικόνες βλέπετε τον gladius κρεμασμένο από τον ώμο με διαγωνίως φορεμένο τελαμώνα. Όσο για το «παραμήριον» ή «μάχαιρα» που αναφέρεται στην τελευταία γραμμή του χωρίου, αυτό -όπως μου διευκρίνισε ο Simplizissimus στα σχόλια- είναι το μακρό και ελαφρώς κεκαμμένο ξίφος, όπως αυτό που κρατάει ο Άγιος Μερκούριος παρακάτω.

merkourios

Ωστόσο, ο Λέων πάει ακόμα πιο πίσω στην ρωμαϊκή ιστορία, όταν στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα οι Ρωμαίοι δεν είχαν τον gladius Hispaniensis και λεγεώνες διηρημένες σε manipulī, αλλά ακόμα πολεμούσαν με δόρατα και κατά φάλαγγες, μιμούμενοι τους Έλληνες.

roman-phalanx

Γράφει ο Λέων γι΄αυτή την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο:

Κεφάλαιο 5: Περὶ ὅπλων

[5.2] ἦσαν δὲ ποτε Ῥωμαίοις καὶ Μακεδόσι κοντάρια, ἄχρι πηχῶν δεκαὲξ ἅπερ ἡ νῦν χρεία οὐ καλεὶ, […]  μετὰ θηκαρίων αὐτῶν δερματίνων καὶ βασταγίων, παραμήρια, μαχαίρας μεγάλας μονόστομους.

Μετάφραση: κάποτε οι Ρωμαίοι και οι Μακεδόνες είχαν «κοντάρια» που έφταναν σε μήκος μέχρι και τους δεκαέξι πήχεις, αλλά αυτά δεν χρειάζονται τώρα.

Παρέθεσα και τον όρο βαστάγιον (πάντοτε ο ιμάντας για το κρέμασμα των θηκών) που απαντά λίγες γραμμές παρακάτω, γιατί έχει την ίδια ακριβώς ετυμολογική σημασία με τον ομηρικό όρο τελαμών που ανέφερα λίγο παραπάνω (βαστάζω = τλάω , αυτός που «βαστάει γερά» είναι τλήμων).

Επομένως, η διαχρονική οντότητα «Ῥωμαῖοι» των Τακτικών έχει μια ιστορία 1200 ετών! Όταν γράφει ο Λέων γύρω στο 900 μ.Χ. «οἱ Ῥωμαῖοι» πολεμούν εναντίον των Αράβων και των Βουλγάρων. Για πολλούς αιώνες (~ 113-627 μ.Χ.) «οἱ Ῥωμαίοι» και «οἱ ἀρχαίοι βασιλεῖς» πολέμησαν το «πάλαι Περσικόν ἔθνος», ενώ «οἱ Ῥωμαίοι», στα τέλη του του 3ου π.Χ. αιώνα, εξέλεξαν παμψηφεί τον Σκιπίωνα στρατηγό και, τέλος, «οἱ Ῥωμαίοι» των τελών του 4ου π.Χ. αιώνα πολεμούσαν ακόμα με δόρατα.

Οι «πάλαι Ῥωμαῖοι» ζούσαν στην Ῥώμη και μιλούσαν «Ῥωμαϊστί», δηλαδή την «Ῥωμαία γλῶσσα», οι πιο πρόσφατοι προγενέστεροι Ρωμαίοι, όπως αυτοί που ο Λέων αναφέρει ότι αντεπιτέθηκαν στους υπερδουνάβιους Σλάβους στα τέλη του 6ου μ.Χ. αιώνα, είχαν πια για πρωτεύουσα την Νέα Ρώμη και μιλούσαν ακόμα Ῥωμαϊστί (το παρερμηνευθέν «τόρνα τόρνα» που αναφέρει ο Σιμοκάττης στην ρωμαϊκή εκστρατεία του Κομεντίολου κατά των βαρβάρων Αβάρων στην Θράκη) και, τέλος, οι «νῦν Ῥωμαῖοι» θεματικοί στρατηγοί στους οποίους απευθύνεται ο Λέων έχουν πάντοτε για πρωτεύουσα την Νέα Ρώμη και η γλώσσα τους είναι πια η Ελληνική (στον πρόλογο ο Λέων εξηγεί ότι οι ελληνικοί όροι των παλαιών τακτικών κειμένων απλώς αποσαφηνίστηκαν, ενώ οι ρωμαϊκοί αντίστοιχοί τους διερμηνεύτηκαν = μεταφράστηκαν):

[Πρόλογος,6] Ὅθεν ταύτας παλαιὰς τῆς τακτικῆς πολλάκις Ἑλληνικὰς μὲν ἐσαφηνίσαμεν λέξεις, Ῥωμαϊκὰς δὲ διερμηνεύσαμεν, […] ἕνεκεν τῆς σαφοῦς καταλήψεως […]

Ο γιος του Λέοντος του Σοφού Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον ρωμαϊκό θρόνο μετά την σύντομη βασιλεία του θείου του Αλεξάνδρου, έχει την ίδια ακριβώς άποψη για την διαχρονική οντότητα «οἱ Ῥωμαῖοι», όπως φαίνεται ξεκάθαρα στον πρόλογο του «Περὶ τῶν Θεμάτων».

ConstPorph-patrios

Ὅτε οἱ βασιλεῖς μετὰ τοῦ λαοῦ ἐπεστράτευον […] ὡς ὁ Καῖσαρ Ἱούλιος, ὡς ὁ σεβαστός Αὔγουστος, ὡς ὁ Τραἱανὸς ἐκεῖνος ὁ περιβόητος, ὡς ὁ μέγας ἐν βασιλεῦσι Κωνσταντῖνος καὶ Θεοδόσιος καὶ οἱ μετ΄ἐκείνους τὸν χριστιανισμὸν καὶ τὴν θεοσέβειαν ἀσπασάμενοι. […] Καὶ εἰς τοῦτο κατέληξαν ἡ τῶν Ῥωμαίων ἀρχὴ μέχρι τῆς σήμερον. Νυνὶ δὲ στενωθείσης κατὰ τε τὰς ἀνατολὰς καὶ δυσμὰς τῆς Ῥωμαϊκῆς βασιλείας καὶ ἀκρωτηριασθείσης ὰπὸ τῆς ἀρχῆς τοῦ Ἡρακλείου τοῦ Λίβυος, οἱ ἀπ΄ἐκείνου κρατήσαντες […] καὶ ἑλληνίζοντες καὶ τὴν πάτριον καὶ Ῥωμαϊκὴν γλῶτταν ἀποβαλόντες. Λογγίνους γὰρ ἔλεγον τους χιλιάρχους, καὶ κεντουρίωνας τοὺς ἑκατοντάρχους, καὶ κόμητας τοὺς νῦν στρατηγούς. Αὐτὸ γὰρ τὸ ὄνομα τοῦ θέματος Ἑλληνικόν ἐστι καὶ οὐ Ῥωμαϊκόν, ἀπὸ τῆς θέσεως ὀνομαζόμενον.

Μετάφραση: Κάποτε οι βασιλεῖς επεστράτευαν μαζί με τον λαό […] όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, όπως ο σεβαστός Αύγουστος, όπως εκείνος ο περιβόητος Τραϊανός, όπως ο μέγιστος των βασιλέων Κωνσταντίνος και ο Θεοδόσιος, και όπως αυτοί που τους διαδέχθηκαν ασπαζόμενοι τον Χριστιανισμό και την θεοσέβεια […] και οι οποίοι έφεραν την Αρχή των Ρωμαίων στην σημερινή της κατάσταση. Τώρα πια η Βασιλεία των Ρωμαίων έχει στενωθεί και ακρωτηριασθεί σε ανατολή και δύση ξεκινώντας από τα χρόνια του Ηρακλείου «τοῦ Λίβυος» (Αρμένιος ήταν που πριν γίνει αυτοκράτορας διαδέχθηκε τον συνώνυμο πατέρα του ως Έξαρχος Αφρικής στην Καρχηδόνα και αυτό μπέρδεψε τον Πορφ. και τον χαρακτήρισε «Λίβυο»). Οι δε διάδοχοι του Ηρακλείου ελλήνισαν και απέβαλαν την πάτριο Ρωμαϊκή γλώσσα. Γιατί κάποτε έλεγαν λογγίνους του χιλίαρχους και κεντουρίωνες τους εκατόνταρχους και κόμητες τους νυν στρατηγούς. Γι΄αυτόν τον λόγο (η εγκατάλειψη της πάτριας ρωμαϊκής γλώσσας) ο όρος «Θέμα» είναι Ελληνικός και όχι Ρωμαϊκός, προερχόμενο από την [ελληνική] λέξη «θέσις».

Μεταξύ των «πάλαι Ῥωμαίων» και «νῦν Ῥωμαίων» δεν υπάρχει καμία ασυνέχεια. Η λίστα των «ὅτε βασιλέων» ξεκινάει από τον Ιούλιο Καίσαρα και φτάνει «νωλεμέως» (αδιάκοπα, ακατάπαυστα) στους διαδόχους του Ηρακλείου μολονότι οι διάδοχοι του Κωνσταντίνου και του Θεοδοσίου «ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό και την θεοσέβεια», μολονότι έγινε η translatio Urbis από την Παλαιά Ρώμη στην Νέα Ρώμη (την αρρυτίδωτο και μήποτε γηρώσα) και μολονότι οι «ἑλληνίζοντες» διάδοχοι του Ηρακλείου «τὴν πάτριον καὶ Ῥωμαϊκὴν γλῶτταν ἀποβάλοντες».

Οι «ὅτε βασιλεῖς» του Πορφυρογέννητου, οι «ἀρχαῖοι βασιλεῖς» του Λέοντος που πολέμησαν το «πάλαι Περσικόν ἔθνος που κάποτε παρενοχλούσε τους Ρωμαίους, όπως τώρα οι Σαρακηνοί» και οι «ἀνέκαθεν βασιλεῖς» της Κομνηνής που επιτέλεσαν την translatio Urbis και -υποτίθεται- ότι έφεραν από την Παλαιά Ρώμη τον λίθο της πορφύρας που επενδύει την αίθουσα Πορφύρα στην οποία γεννιούνταν τα «βυζαντινά» πορφυρογέννητα πριγκηπόπουλα, στα μάτια των «βυζαντινών» δεν εμφανίζουν καμία ασυνέχεια διαδοχής. Γι΄αυτό ο Πορφυρογέννητος περιγράφει το «βυζαντινό» κράτος ως την «στενωθεῖσα καὶ ἀκρωτηριασθεῖσα Ἀρχή τῶν Ῥωμαίων» και γι΄αυτό η Κομνηνή θεωρεί ότι «οἱ ὅτε ὅροι τῆς Ῥωμαίων ἡγεμονίας» κατά την περίοδο της «πρότερης εὐδαιμονίας» είναι αυτοί που διαμόρφωσε «ὁ Τραϊανὸς ἐκεῖνος ὁ περιβόητος» (στο χωρίο του Πορφ.) από τις Στήλες του Ηρακλέους (Γιβραλτάρ) στην δύση μέχρι τα δυτικά σύνορα της Ινδίας στην ανατολή (υπερβάλλει βέβαια, γιατί τα ανατολικότερα ρωμαϊκά σύνορα ήταν αυτά του Τραϊανού μέχρι τον μυχό του Περσικού κόλπου) και, για να παινέψει τον πατέρα της, γράφει πως ο Αλέξιος ήταν τόσο ικανός -ως Βασιλεύς Ῥωμαίων- που «αν δεν του τύχαιναν τόσοι πολλοί και επάλληλοι εχθροί ταυτόχρονα» θα είχε αποκαταστήσει τα παλαιά αυτά σύνορα και την «πρότερη ευδαιμονία

[Αλεξιάδα, 1.13.4] Μεταπεπτωκότων γὰρ τῶν σκήπτρων ἐκεῖθεν ἐνθάδε εἰς τὴν ἡμεδαπήν τε καὶ ἡμετέραν βασιλίδα πόλιν καὶ δὴ καὶ τῆς συγκλήτου καὶ ἅμα πάσης τῆς τάξεως μεταπέπτωκε καὶ ἡ τῶν θρόνων ἀρχιερατικὴ τάξις. Καὶ δεδώκασιν ΟΙ ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΒΑΣΙΛΕΙΣ τὰ πρεσβεῖα τῷ θρόνῳ Κωνσταντινουπόλεως,

[Αλεξιάδα, 7.2.3-4] Ἡ δὲ πορφύρα οἴκημά τί ἐστι κατὰ τὰ ἀνάκτορα […] οὐ τῶν τυχόντων οὐδὲ τῶν ἄλλων ὁπόσοι εὐποριστότεροι τῶν τιμιωτέρων λίθων εἰσίν, ἀλλ’ ἐξ ὧν ἀπὸ Ῥώμης ΟΙ ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΒΑΣΙΛΕΙΣ ἐπεσύροντο. Ἔστι δὲ οὗτος ὁ λίθος τὸ ὅλον εἰπεῖν πορφυροῦς δι’ ὅλου καὶ οἷον στίγματά τινα ψαμμοειδῆ λευκὰ αὐτῷ περιτρέχουσιν. Ἐκ τουτωνὶ τῶν λίθων, οἶμαι, πορφύραν τὸ οἴκημα ΟΙ ΑΝΕΚΑΘΕΝ ὠνόμασαν.

[Αλεξιάδα, 6.11.3] Ἦν μὲν γὰρ ὅτε οἱ ὅροι τῆς τῶν Ῥωμαίων ἡγεμονίας αἱ ἀμφότεραι στῆλαι ἦσαν ἀνατολὴν καὶ δύσιν περιορίζουσαι, ἐξ ἑσπέρας μὲν αἱ τοῦ Ἡρακλέους ὀνομαζόμεναι, ἐξ ἕω δὲ αἱ ἀγχοῦ που ἱστάμεναι τοῦ Ἰνδικοῦ πέρατος αἱ τοῦ Διονύσου. Κατὰ γὰρ πλάτος οὐκ ἔστιν εἰπεῖν ὅσον ἦν τῆς τῶν Ῥωμαίων βασιλείας τὸ κράτος Αἴγυπτος καὶ Μερόη καὶ Τρωγλοδυτικὴ πᾶσα καὶ τὰ ἐγγύθεν τῆς διακεκαυμένης καὶ τὰ ἐξ ἑτέρου μέρους ἡ περιθρύλλητος Θούλη καὶ ὅσα ἔθνη βόσκει τὸ κλίμα τὸ Βόρειον, οἷς κατὰ κορυφὴν ὁ Βόρειος ἵσταται πόλος. Ἀλλ’ ἐπ’ ἐκείνῳ γε τοῦ καιροῦ ἐκ μὲν ἀνατολῆς ὁ γείτων Βόσπορος ὅριον τῶν Ῥωμαϊκῶν σκήπτρων, ἐκ δὲ τῆς ἑσπέρας ἡ Ἀδριανοῦ καθίστατο πόλις. Ἀλλ’ ὅ γε βασιλεὺς Ἀλέξιος ἀμφοτέραις ὥσπερ παίων χερσὶ τοὺς ἑκατέρωθεν ἐπιτιθεμένους βαρβάρους καὶ καθάπερ ἀπὸ κέντρου τῆς Βυζαντίδος περιορχούμενος ηὐρύνετο τὸν κύκλον τῆς βασιλείας καὶ ἐκ μὲν ἑσπέρας τὸν Ἀδρίαντος πόντον ἔθετο ὅριον, ἐκ δὲ τῆς ἀνατολῆς Εὐφράτην καὶ Τίγρητα. Καὶ ἂν εἰς τὴν προτέραν εὐδαιμονίαν τὴν βασιλείαν ἀνενεώσατο, εἰ μή γε οἱ ἐπάλληλοι ἀγῶνες καὶ οἱ πυκνοὶ πόνοι καὶ κίνδυνοι (ἦν γὰρ καὶ ἀμφότερα ὁ αὐτοκράτωρ μεγαλοκίνδυνός τε καὶ πυκνοκίνδυνος) τοῦτον ἀπέστησαν τοῦ ὁρμήματος.

—Τέλος Ανάρτησης—

(Παρακάτω υπάρχουν κάτι επαναλήψεις χωρίων που δεν μπορώ να τις σβήσω γιατί δεν φαίνονται στην επεξεργασία της ανάρτησης)

[Πόλεμοι, [2.29.25] σκόπελοι γὰρ ὑπερφυεῖς ̓ ἑκάτερα τῆς χώρας ὄντες στενωποὺς ἐπὶ μακρότατον ἐνταῦθα ποιοῦνται: κλεισούρας ἑλληνίζοντες τὰς τοιαύτας ὁδοὺς Ῥωμαῖοι καλοῦσιν.

[2.29.25] σκόπελοι γὰρ ὑπερφυεῖς ̓ ἑκάτερα τῆς χώρας ὄντες στενωποὺς ἐπὶ μακρότατον ἐνταῦθα ποιοῦνται: κλεισούρας ἑλληνίζοντες τὰς τοιαύτας ὁδοὺς Ῥωμαῖοι καλοῦσιν.

[2.29.25] σκόπελοι γὰρ ὑπερφυεῖς ̓ ἑκάτερα τῆς χώρας ὄντες στενωποὺς ἐπὶ μακρότατον ἐνταῦθα ποιοῦνται: κλεισούρας ἑλληνίζοντες τὰς τοιαύτας ὁδοὺς Ῥωμαῖοι καλοῦσγγ

[2.29.25] σκόπελοι γὰρ ὑπερφυεῖς ̓ ἑκάτερα τῆς χώρας ὄντες στενωποὺς ἐπὶ μακρότατον ἐνταῦθα ποιοῦνται: κλεισούρας ἑλληνίζοντες τὰς τοιαύτας ὁδοὺς

22 Comments

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας