Tag Archives: Αλάριχος

Τα ανατολικά γερμανικά φύλα #3: Οι Γότθοι

Στην προηγούμενη ανάρτηση περιέγραψα την δημιουργία του αρχαιολογικού πολιτισμού Chernyakhov ως την αρχαιολογική υπογραφή της κοινωνίας που δημιούργησαν κατά τον 3° μ.Χ. αιώνα οι νεήλυδες Γότθοι βορείως του κάτω Δούναβη. Οι Γότθοι αποτελούσαν τον σημαντικότερο εκπρόσωπο ενός ευρύτερου ομίλου ανατολικών γερμανικών φύλων, τα οποία κατά τον 3°αιώνα ζούσαν στον χώρο που αφορίζουν οι ποταμοί Δούναβης και Δνείπερος/Βορυσθένης, του οποίου το κέντρο ήταν η πρώην ρωμαϊκή υπερδουνάβια Δακία. Στην παρούσα ανάρτηση θα πω μερικά λόγια για την ιστορία και το εθνώνυμο των Γότθων και στις επόμενες αναρτήσεις της σειράς θα κάνω το ίδιο για τα υπόλοιπα ανατολικά γερμανικά φύλα. Continue reading

Leave a comment

Filed under Αρχαιότητα, Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία

Μια ετυμολογική πρόταση για το τοπωνύμιο Ἤμων/Emona ως «πέρασμα»

Το θέμα της σημερινής ανάρτησης είναι μια ετυμολογική πρόταση για το ανετυμολόγητο αρχαίο όνομα της σημερινής σλοβενικής πρωτεύουσας Λιουμπλιάνας Ἤμων/Ēmōna. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (2ος μ.Χ. αι.) και ο Ζώσιμος (έγραψε κατά την πρώτη δεκαετία του 6ου μ.Χ. αιώνα) μας παρέδωσαν το τοπωνύμιο στη μορφή Ἤμων, ενώ ο Ηρωδιανός (3ος μ.Χ. αι.) το παρέδωσε ως Ἡμᾶν. Υπάρχει μια παράδοση απόδοσης του τοπωνυμίου με αρκτική δίφθογγο «αι/ae» και δασεία (λ.χ. Haemona/Aemona), αλλά αυτή φαίνεται να προέκυψε από interpretatio graeca. Σύμφωνα με την ελληνική μυθική παράδοση, ο Ίστρος/Δούναβης είχε δύο εκβολές, μια στον Εύξεινο πόντο και μια στο μυχό της Αδριατικής στην χερσόνησο της Ιστρίας (η τυχαία ομοιότητα του ονόματος της χερσονήσου αυτής με το κλασικό όνομα του Δούναβη Ίστρος σίγουρα ευθύνεται γι΄αυτή την εσφαλμένη γεωγραφικά παράδοση) και, επομένως, οι Αργοναύτες υποτίθεται ότι είχαν ταξιδέψει με την Αργώ από την μια εκβολή του Δούναβη στην άλλη και, όταν πέρασαν από την «Αἵμωνα» [Ἤμων], έδωσαν στον οικισμό το μυθικό όνομα Αἱμονία της πατρίδας τους Θεσσαλίας. Continue reading

Leave a comment

Filed under Βαλκανικές γλώσσες, Γλωσσολογία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα

Εθνολογικές παρατηρήσεις στη Νέα Ιστορία του Ζωσίμου #5

Η παρούσα ανάρτηση θα είναι η προτελευταία της σειράς (#1, #2, #3, #4) με θέμα τη Νέα Ιστορία του Ζωσίμου. Κάποια στιγμή θα ακολουθήσει και μια τελευταία ανάρτηση με ό,τι άφησα ασχολίαστο στις πέντε πρώτες αναρτήσεις. Continue reading

5 Comments

Filed under Αρχαιότητα, Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία

Από τον Ιουλιανό μέχρι τον Θεοδόσιο #2

Έκλεισα την πρώτη ανάρτηση της σειράς με τις καταστροφικές συνέπειες τις αποτυχημένης περσικής εκστρατείας του Ιουλιανού.

Μετά τον μυστηριώδη θάνατο του Ιουλιανού, το ρωμαϊκό επιτελείο ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Ιοβιανό και τον έστειλε να συνθηκολογήσει με τον Σαπώρη Β΄ και να εξασφαλίσει την ασφαλή επιστροφή του ρωμαϊκού στρατεύματος σε ρωμαϊκό έδαφος. Το τίμημα της ασφαλούς επιστροφής του στρατεύματος ήταν η παράδοση στους Πέρσες της «Απορθήτου Πόλεως» Νισίβεως, των Σιγγάρων και όλων των περιοχών που με την Συνθήκη της Νισίβεως του 299 είχαν περάσει σε ρωμαϊκά χέρια. Η συνθήκη της Νισίβεως ήταν το αποτέλεσμα της νικιφόρου για τους Ρωμαίους αναμέτρησης του Γαλερίου (τότε υφιστάμενος τετραρχικός Καίσαρ του Αυγούστου Διοκλητιανού) με τον σασσανίδη Ναρσή στην μάχη των Σατάλων το 298.

Ο Ιοβιανός

Ο Ιοβιανός είχε γεννηθεί στην Σιγγιδώνα (Singidunum, Βελιγράδι) και πριν ανακηρυχθεί αυτοκράτορας ήταν διοικητής της αυτοκρατορικής φρουράς (primicerius domesticorum > πριμικήριος των δομεστικών) του Κωνσταντίου και, αργότερα, του Ιουλιανού. Ήταν τόσο ψηλός (procerus = υψηλός, proceritas = υψηλότης, ύψος) που όταν ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας δεν υπήρχε αυτοκρατορικό ένδυμα (indumentum regium) που να τον χωράει.

[Amm. 25.10.14] Incedebat autem motu corporis gravi, vultu laetissimo, oculis caesiis, vasta proceritate et ardua, adeo ut diu nullum indumentum regium ad mensuram eius aptum inveniretur. Et aemulari malebat Constantium, agens seria quaedam aliquotiens post meridiem, iocarique palam 1 cum proximis assuetus.

He walked with a dignified bearing; his expression was very cheerful. His eyes were gray. He was so unusually tall that for some time no imperial robe could be found that was long enough for him. He took as his model Constantius, often spending the afternoon in some serious occupation, but accustomed to jest in public with his intimates.

Το αρχαίο όνομα του Βελιγραδίου Singidunum είναι κελτικό (το έφεραν στα Βαλκάνια μάλλον οι Σκορδίσκοι) και περιέχει ως δεύτερο συνθετικό τον πρωτοκελτικό όρο *dūnom «κάστρο, ακρόπολις» που εισήλθε ως δάνειο στην Πρωτογερμανική ως *tūną = «περιτειχισμένος οικισμός», όρος που είναι ο πρόγονος του αγγλικού town. Το πρωτογερμανικό *tūną, με τη σειρά του, εισήλθε ως δάνειο στην Πρωτοσλαβική και έτσι προέκυψε ο πρωτοσλαβικός όρος *tynŭ = «(πρόχειρος) φράκτης».

Ο πρωτοκελτικός όρος *dūnom απαντά επίσης στο γαλλικό τοπωνύμιο Lug[u]dunum > Lyon , στο παραδουνάβιο Noviodunum (~ Νεόκαστρο) και σε άλλα κελτικά τοπωνύμια.

Αλλά ας γυρίσουμε στον Ιοβιανό.

Δυστυχώς, ο Αμμιανός Μαρκελλίνος μας δίνει μια σκοπίμως «ανενθουσιώδη» (unenthusiastic) περιγραφή του Ιοβιανού ως «αμόρφωτη μετριότητα» που βασίλεψε εφήμερα μέχρι να βρεθεί κάποιος «πραγματικός» αυτοκράτορας. Σκοπός του Αμμιανού όμως είναι να μειώσει τον Ιοβιανό και να του φορτώσει όλο το βάρος της ντροπιαστικής συνθηκολόγησης με τους Πέρσες. Ο πραγματικός υπαίτιος της ντροπιαστικής συνθηκολόγησης ήταν φυσικά ο –ήρωας του Αμμιανού– Ιουλιανός που ξεκίνησε την αποτυχημένη εκστρατεία και ο Ιοβιανός ήταν απλά αυτός που έπρεπε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά στη συνθηκολόγηση με τον Σαπώρη. Ο Αμμιανός παραθέτει μερικές ανώνυμες ιδέες κατά την εκλογή του Ιοβιανού, οι οποίες δέιχνουν ότι όποιος κι να εκλεγόταν εκείνη την στιγμή αυτοκράτορας, ώστε να συνθηκολογήσει με τον Σαπώρη, είχε σαν πρωταρχικη΄επιδίωξη την με κάθε τρόπο τον ασφαλή «νόστο» του εξαθλιωμένου ρωμαϊκού στρατεύματος.

Στο άλλο άκρο, μία χριστιανική συριακή πηγή των αρχών του 6ου αιώνα που κοινώς ονομάζεται «το συριακό ρομάντζο του Ιουλιανού» παρουσιάζει τον Ιοβιανό ως «τον Νέο Μεγάλο Κωσταντίνο και τόσο ενάρετο και ικανό που μέχρι και ο Σαπώρης σκεφτόταν να τον υιοθετήσει σαν γιο ώστε να τον διαδεχθεί στον περσικό θρόνο.»

Η αλήθεια, φυσικά, βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα. Ίσως η σημαντικότερη πληροφορία για την αξιολόγηση του Ιοβιανού είναι αυτή του Θεμιστίου. Σύμφωνα με τον Θεμίστιο, με το που πέθανε ο Κωνστάντιος Β΄ και πριν ακόμα φτάσει ο Ιουλιανός στην Κωνσταντινούπολη, μερικοί ήθελαν να ανακηρύξουν τον Ιοβιανό ως διάδοχό του Κωνσταντίου. Αυτό δείχνει ότι σίγουρα δεν ήταν η «εφήμερη μετριότητα» που παρουσιάζει ο Αμμιανός, έστω κι αν δεν είχε την μόρφωση του Ιουλιανού.

Ο Simplizissimus μου έδωσε ένα ωραίο άρθρο του Jan Willem Drijvers όπου συγκρίνει αυτές τις δύο αντίθετες περιγραφές του Ιοβιανού και προσπαθεί να εξηγήσει την διαφορά τους.

Drijvers-Jovian

Όποιος ενδιαφέρεται για το άρθρο του Drijvers για τον Ιοβιανό μπορεί να το καταβάσει από τον παρακάτω σύνδεσμο:

Drijvers-Jovian

Η βασιλεία του Ιοβιανού ήταν σύντομη (8 μηνές). Μετά την επιστροφή του ρωμαϊκού στρατεύματος σε ρωμαϊκό έδαφος, ο Ιοβιανός ανέθεσε την ταφή του πτώματος του Ιουλιανού στην Ταρσό (όπου ο ίδιος ο Ιουλιανός είχε επιλέξει ως μελλοντική κατοικία του για όταν θα επέστρεφε από την εκστρατεία) στον συγγενή του νεκρού Προκόπιο, ο οποίος τέλεσε την αποστολή που του ανατέθηκε και αποσύρθηκε σε κτήμα του στην Καππαδοκία, χωρίς να δείξει την παραμικρή διάθεση σφετερισμού του θρόνου. Ο ίδιος ο Ιοβιανός αποφάσισε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, την οποία δεν πρόφτασε να αντικρίσει. Έφτασε στην Άγκυρα στις 1 Ιανουαρίου 364, όπου ανακηρύχθηκε επίσημα Ύπατος (Consul) μαζί με τον νεογέννητο γιο του Βαρρωνιανό και βρέθηκε νεκρός στο κρεβάτι του στις 17 Φερβρουαρίου στα Δαδάστανα, επί του μεθορίου Βιθυνίας και Γαλατίας. Η επίσημη αιτία θανάτου ήταν ασφυξία από τις αναθυμιάσεις του μαγκαλιού, αλλά ο Αμμιανός υποψιάστηκε δολοφονία.

Στην σύντομη βασιλεία του ο Ιοβιανός πρόλαβε να κάνει τα εξής:

  1. Εξέδωσε νόμισμα με το πρόσωπό του ξυρισμένο, εκφράζοντας επιστροφή στην παράδοση και ρήξη με το νόμισμα του γενειοφόρου Ιουλιανού.
  2. Ζήτησε να συναντηθεί αυτοπροσώπως με τον εξόριστο Αθανάσιο και επισημοποίησε το Νικαιακό δόγμα, ίσως για να γίνει δημοφιλής στην Δύση.
  3. Προπαγάνδισε την αποτυχημένη περσική εκστρατεία ως «Νίκη των Ρωμαίων».
  4. Διόρισε τον πεθερό του Λουκιλλιανό (πρώην magister equitum του Ιλλυρικού, είχε παντρευτεί την κόρη του Χαριτώ) ως magister equitum et peditum της Δύσης.

Φτάνοντας στην Δουρικόρτορα/Durocortorum (σημερινό Reims της Γαλλίας), ο Λουκιλλιανός προσπάθησε να αντικαταστήσει τον magister equitum της Γαλλίας Ιοβίνο με τον φραγκογενή Μαλάριχο που αρνήθηκε την θέση και, εν τέλει, προέκυψε μια ανταρσία του στρατού, στην οποία σκοτώθηκε ο Λουκιλλιανός και παραλίγο να πέθαινε μαζί του και ο μελλοντικός αυτοκράτορας Βαλεντινιανός Α΄ που τότε συνόδευε τον Λουκιλλιανό ως πολλά υποσχόμενος νεαρός αξιωματικός. Ο Βαλεντινιανός και ο αδελφός του Βάλης (Valens) γεννήθηκαν στην Κίβαλη της Παννονίας (Cibalae, σημερινό κροατικό Vincovci) όπου, μισό αιώνα πριν, ο Μέγας Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος συγκρούστηκαν για πρώτη φορά και πολύ κοντά στην Μούρσα, όπου το 351, ο Κωνστάντιος Β΄ νίκησε τον σφετεριστή Μαγνέντιο σε μια εμφύλια μάχη όπου ξεκληρίστηκε ίσως ο μισός ρωμαϊκός στρατός.

Την ανταρσία σταμάτησε ο Ιοβίνος όταν αποφάσισε ν΄αναγνωρίσει το νέο καθεστώς. Ίσως και να την είχε προκαλέσει ο ίδιος ο Ιοβιανός μόνο και μόνο για να την σταματήσει, δείχνοντας ότι ήταν εκείνος που έλεγχε τα δυτικά στρατεύματα και, κατά συνέπεια, ότι ήταν απαραίτητος στο νέο καθεστώς για τον έλεγχο της Δύσης. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Ιοβίνος θα παραμείνει στην θέση του μέχρι το 369, οταν αντικαταστάθηκε από τον πατέρα του Μεγάλου Θεοδοσίου Θεοδόσιο τον Πρεσβύτερο.

Η Βαλεντινιανική Δυναστεία

Όπως ανέφερα παραπάνω, ο Ιοβιανός πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου 364 και στις 26 Φεβρουαρίου ο Βαλεντινιανός Α΄ ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στην Νίκαια από το επιτελείο του στρατού. Οι στρατιώτες ζήτησαν από τον νέο Αύγουστο να επιλέξει έναν συνάδελφο με τον οποίο να βασιλεύσουν ως διαρχία. Στις 28 Μαρτίου, ο Βαλεντινιανός επέλεξε ως συναύγουστο τον αδελφό του Βάλεντα (το λατινικό όνομα Valens/Velentem στα ελληνικά κείμενα της εποχής αποδίδεται ως «Οὐάλης/τον Οὐάλεντα» λόγω παραδοσιακής απόδοσης του κλασικού λατινικού v = /w/ ως «ου»). Οι δύο αδελφοί είναι οι πρώτοι αυτοκράτορες της Βαλεντινιανικής Δυναστείας.

Το όνομα Valēns είναι η ενεργητική μετοχή του ρήματος valeō = «είμαι ισχυρός/άξιος/υγιής» (λ.χ. valor = αξία και valentia ~ σθένος > valence/valency = χημικό σθένος) και το όνομα Valentīniānus είναι παράγωγο σε -iānus (λ.χ. Iūstīnus > Iūstīniānus) του ονόματος Valentīnus ~ Βαλεντῖνος.

Η έλλειψη του /n/ στην ελληνική απόδοση Valēns > Οὐάλης/Βάλης (και αναλόγως στο Cōnstāns > Κώνστας) οφείλεται στο ότι τα αντίστοιχα ελληνικά ονόματα σε *-nt-s > *-n-s υπέστησαν την Δεύτερη Αναπληρωματική Έκταση (ΑΕ2) και απώλεσαν το /n/, λ.χ. ἀ-δάμαντ-ς > Ἀδάμανς > Ἀδάμᾱς (τὸν Ἀδάμαντα) και ἀ-κάμαντ-ς > Ἀκάμανς > Ἀκάμᾱς. Οι παλαιοί τύποι σε -ανς απαντούν σε μερικές αρχαϊκές επιγραφές και, αργότερα, πρέπει να επιβίωσαν σε εκείνες τις αρχαίες διαλέκτους που δεν εφάρμοσαν την ΑΕ2 (λ.χ. θεσσαλικό, αρκαδικό, αργολιδικό και κρητικό πάνσα = πᾶσα). Παραθέτω ως παράδειγμα το αρχαϊκό λακωνικό όνομα Χαλκοδάμανς = Χαλκοδάμᾱς και τις επιγραφικές απαντήσεις της μορφής *pant-ih2 > *pantsa > πάνσα = πᾶσα και *sm.-pant-ih2 > *hapantsa > ἅπανσα = ἅπᾱσα.

Xalkodamans

pansa

Από τo αρσενικό σιγμόληκτο ουσιαστικό *wal-os-s > *walōs > valor (το /r/ είναι αναλογικό από τις πλάγιες πτώσεις όπου συνέβη ρωτακισμός λ.χ. η αιτιατική *walōs-m. > *walōzem > valōrem) προέρχεται και το όνομα Valerius (< *wales-ios).

Η ΙΕ ρίζα *wal- «έχω ισχύ» απαντά, μεταξύ άλλων, στο αγγλικό ρήμα wield = «άρχω, ελέγχω, κυβερνώ» και στο πρωτοσλαβικό ουσιαστικό *wal-dh-tis > *volstĭ «ισχύς, εξουσία» (OCS vlastĭ). Από την ίδια ρίζα προέρχεται το γερμανικό όνομα Walther (< *walt+heri, αγγλικό Walter, ταυτόσημο με τα ελληνικά «Ἀγέλαος/Ἀγέστρατος, Ἀρχέλαος/Ἀρχέστρατος, Ἡγησίλαος/Ἡγησίστρατος») και το σλαβικό Vladimir («τρανός άρχων»).

Η ετυμολογική καταγωγή του γνωστού λατινικού επιθήματος -iānus ανάγεται στην προσθήκη του επιθήματος *-nos σε θηλυκά σε *-i(e)h2 για τον σχηματισμό κτητικών/συσχετιστικών παραγώγων, αλλά με τον καιρό αυτονομήθηκε ως επίθημα και γενικεύθηκε η χρήση του στον σχηματισμό κτητικών/συσχετιστικών παραγώγων:

*Rōmā (αργότερα στην καταγεγραμμένη Λατινική Rōma) > *Rōmā-nos > Rōmānus (κάτοικος Ρώμης, Ρωμαίος),

gens Iulia > Iuliā-nos > Iuliānus (μέλος της gens Iulia),

αλλά αυτονομημένο στο Christus/Χριστός > Christ-iānus > Christiānus/Χριστιανός (οπαδός του Χριστού)

Σταματώ εδώ την μακρά γλωσσολογική παρένθεση και επανέρχομαι στους νεοστεφείς αδελφούς Βαλεντινιανό Α΄ και Βάλεντα.

Οι δύο Αύγουστοι ταξίδευσαν το καλοκαίρι του 364 στην Ναϊσσό, όπου μοίρασαν τις Διοικήσεις της αυτοκρατορίας μεταξύ τους: διατήρησαν την διαίρεση της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου σε τρεις μεγάλες Υπαρχίες και ο Βαλεντινιανός ανέλαβε την διοίκηση της δυτικής (Γαλλία, Βρετανία, Ισπανία) και «μεσαίας» (Ιταλία, Ιλλυρικόν, Αφρική) υπαρχίας, ενώ ο Βάλης ανέλαβε την διοίκηση της ανατολικής υπαρχίας (Θράκη, Ασία και Αίγυπτος).

Μία από τις πρώτες κινήσεις των δύο αδελφών ήταν να συλλάβουν και να εξορίσουν τα άτομα που είχαν στενή σχέση με τον Ιουλιανό, αλλά όταν επιχείρησαν να συλλάβουν τον συγγενή του Προκόπιο, αυτός κατάφερε να διαφύγει στην Κριμαία. Εκεί ο Προκόπιος άρχισε να οργανώνει σχέδια για τον σφετερισμό του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως. Στις 28 Σεπτεμβρίου 365 και ενώ ο Βάλης ήταν καθ΄οδόν για την Αντιόχεια, ο Προκόπιος εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη, συνέλαβε τους ανώτατους αξιωματούχους του Βάλεντος και τους αντικατέστησε με ανθρώπους πιστούς στην Κωνσταντίνεια Δυναστεία. Το πραξικόπημά του πέτυχε επειδή ο Προκόπιος είχε την υποστήριξη της τρίτης γυναίκας του Κωνσταντίου Β΄ Φαουστίνης.

Για να διαφημίσει την στέψη του, ο Προκόπιος εξέδωσε αμέσως νόμισμα όπου εμφανίζεται με γένι, για να διαφημίσει την αλλαγή του καθεστώτος (ο Βάλης ήταν ξυρισμένος στα νομίσματά του, όπως και ο Ιοβιανός) και ότι ήταν ο «αληθινός» διάδοχος του Ιουλιανού.

Ο Βάλης, που έμαθε για το πραξικόπημα του Προκοπίου στην Κιλικία καθ΄οδόν για την Αντιόχεια, ζήτησε την βοήθεια του αδελφού του Βαλεντινιανού, ο οποίος του απάντησε πως δεν μπορούσε να βοηθήσει γιατί ήταν απασχολημένος με τις επιδρομές των Αλαμανών στον Ρήνο. Από την Κιλικία, ο Βάλης διαχείμασε στην Γαλατία παρακολουθώντας τις κινήσεις του Προκοπίου.

Κατά τους επόμενους μήνες, ο Προκόπιος επέκτεινε την εξουσία του στην Βιθυνία και έλαβε την υπόσχεση στρατιωτικής ενίσχυσης από τους υπερδουνάβιους Γότθους, θυμίζοντάς τους την συμφωνία που είχαν κάνει με τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 332. Θυμίζω ότι τα θρακικά στρατεύματα που είχαν ανακηρύξει τον Προκόπιο αυτοκράτορα, τον είχαν χαιρετήσει με το «βάρβαρο και τρομακτικό» γερμανικό barritus και όχι με ρωμαϊκό clāmor.

[Amm, 26.7.17] Hac sermonis placiditate molliti omnes, qui acriter venerant pugnaturi, signorum apicibus aquilisque summissis descivere libentes ad eum, et pro terrifico fremitu, quem barbari dicunt barritum, nuncupatum imperatorem, stipatumque de more, 2 consentientes in unum, reduxerunt ad castra, testati more militiae Iovem, invictum Procopium fore.

Αγγλική μετάφραση του John Rolfe:

Through these calm words, all the men who had come to fight hotly against him were pacified, and willingly went over to his side with the eagles and the tips of their standards lowered; and in place of terrible shouts that the barbarians call barritus he was hailed as emperor; all crowded about him in the customary manner, and in harmony escorted him back to the camp, swearing, in the soldiers’ manner, by Jupiter that Procopius would be invincible.

Γράφει ο Potter στην σελίδα 580 για την αντικατάσταση του ρωμαϊκού clāmor (στην μάχη πολεμική κραυγή ~ φύλοπις ~ αλαλαγμός, στην ανακήρυξη acclāmātiō = ζητοκραυγή, επευφημία) με το «βάρβαρο και τρομακτικό» γερμανικό barritus κατά τον 4ο αιώνα:

clamor-barritus

Η τύχη του Βάλεντος άλλαξε όταν αποφάσισε να τον υποστηρίξει ο βετεράνος magister militum Αρβιτίων (ήταν ήδη υψηλόβαθμος αξιωματικός κατά τα τελευταία χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και έφτασε να είναι magister militum επί Κωνσταντίου Β΄). Όταν τα αντίπαλα στρατεύματα συναντήθηκαν στην Θυάτειρα της Φρυγίας για να πολεμήσουν, ο Αρβιτίων απευθυνόμενος στα προκοπιανά στρατεύματα (τα οποία διοικούσαν οι γερμανογενείς αξιωματικοί Γομοάριος/Gomoarius και Αγίλων/Agilo), κατάφερε να πείσει μεγάλο μέρος των στρατιωτών ν΄αλλάξουν στρατόπεδο. Έτσι ο Προκόπιος συνελήφθη από τα ίδια του τα στρατεύματα καθώς προσπαθούσε να διαφύγει και, λίγο αργότερα, αποκεφαλίστηκε μπροστά στον Βάλεντα. Αυτό ήταν το άδοξο τέλος του τελευταίου αρσενικού μέλους της Κωνσταντίνειας δυναστείας. Όταν, λίγο αργότερα, η Ιουστίνη (ανιψιά του Ιουλιανού) παντρεύτηκε τον Βαλεντινιανό Α΄ και έγινε η μητέρα του Βαλεντινιανού Β΄ και της δεύτερης γυναίκας του Μεγάλου Θεοδοσίου Γάλλης, οι νέες δυναστείες σε ανατολή και δύση κατάφεραν ν΄απορροφήσουν την μνήμη της Κωνσταντίνειας δυναστείας.

Τα ιστορικά γεγονότα που έχω περιγράψει μέχρι στιγμής περιγράφονται στις σελίδες 520-525 του Potter:

Valent1

Valent2

Παρόλο που τα δύο αδέλφια θα βασιλέψουν για πολλά χρόνια (11 ο Βαλεντινιανός Α΄ και 14 ο Βάλης), η αλήθεια είναι ότι δεν ασκούσαν την πραγματική εξουσία στα παλάτια τους.

Στην Δύση, η de facto πολιτική εξουσία θα περάσει στα χέρια μιας διεφθαρμένης κλίκας -υποτίθεται- στενών συμβούλων του Βαλεντινιανού, ενώ την αφοσίωση των στρατιωτών θα μονοπωλήσουν γερμανογενείς μάγιστροι/στρατηλάτες που θα αψηφούν ολοένα και περισσότερο τις κυβερνήσεις των παλατιών μέχρι που θα φτάσουν στο σημείο ν΄ανεβοκατεβάζουν οι ίδιοι αυτοκράτορες ανδρείκελα. Το μόνο κοινό μεταξύ της κυβερνητικής κλίκας και των μαγίστρων ήταν ότι αμφότεροι ήθελαν έναν ανίσχυρο (και αν γίνεται ανήλικο) αυτοκράτορα στον θρόνο.

Ο Αμμιανός Μαρκελλίνος περιγράφει την πολιτική της διεφθαρμένης κυβερνητικής κλίκας στην Δύση σαν πόλεμο κατά της αξιοκρατίας: παραγκωνισμός των «απειλητικά» ικανών ανδρών και προώθηση των ανίκανων και άβουλων ανδρών που μπορούσαν να ελεγχθούν.

[Αmm. 25.8.11] Prudentique consilio Malarichum, ex familiaribus negotiis agentem etiam tum in Italia, missis insignibus, Iovino iussit succedere, armorum magistro per Gallias, gemina utilitate praespeculata, ut et dux meriti celsioris, ideoque suspectus, abiret e medio, et homo inferioris spei ad sublimiora provectus, auctoris sui nutantem adhuc statum studio fundaret ingenti.

And he took the prudent step of appointing Malarichus, who also was even then living in Italy in a private capacity, as successor to Jovinus, commander of the cavalry in Gaul, sending him the insignia of that rank. Thereby he aimed at a double advantage: first, in getting rid of a general of distinguished service and therefore an object of suspicion; and, second, the hope that a man of slight expectations, when raised to a high rank, might show great zeal in supporting the position of his benefactor, which was still uncertain.

Ανάμεσα στα «ικανά» θύματα της δυτικής αυτής κλίκας ήταν ο Μέγας Θεοδόσιος στα νιάτα του και ο πατέρας του Θεοδόσιος ο Πρεσβύτερος.

Όταν στην Διοίκηση της Αφρικής ξέσπασε μια εξέγερση, ο εκεί εκπρόσωπος της κλίκας Ρωμανός φέρθηκε άδικα στους κατοίκους της Leptis Magna που είχαν πληχθεί από την εξέγερση. Οι πληχθέντες αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν στον αυτοκράτορα Βαλεντινιανό, αλλά ο Ρωμανός ειδοποίησε τον Ρηγίμιο (μέλος της κλίκας στο παλάτι) να αναθέσει σε αυτόν και στον «δικό» του άνθρωπο Δρακόντιο την διερεύνηση της διαμαρτυρίας αν την διέταζε ο Βαλεντινιανός. Τελικά στην Αφρική στάλθηκε ο νοτάριος Παλλάδιος που είχε σκοπό να διεξαγάγει κανονικότατη έρευνα. Ο Ρωμανός κατάφερε να του στήσει παγίδα και να τον εκβιάσει ζητώντας του να φύγει, αλλιώς θα παρουσίαζε στρατιώτες που θα τον κατηγορούσαν για κατάχρηση δημοσίων χρημάτων.

Τελικά το ζήτημα της Αφρικής έμεινε ανοιχτό μέχρι που ο Βαλεντινιανός έστειλε εκεί το 373 τον Θεοδόσιο τον Πρεσβύτερο (magister equitum praesentalis στην Γαλλία από το 369) να λύσει το ζήτημα. Ο Θεοδόσιος κατάφερε σε δύο χρόνια και να καταστείλει την εξέγερση και να συλλάβει τον Ρωμανό στέλνοντάς τον για δίκη στην Augusta Treverorum μαζί με τις επιστολές του που απεδείκνυαν την ενοχή του. Στην δίκη που έγινε, ο ένας εκ των δύο δικαστών ήταν μέλος της κλίκας (ο φραγκογενής Μεροβαύδης) και κατάφερε να αθωώσει τον Ρωμανό παρά τα ενοχοποιητικά στοιχεία! Λίγο αργότερα, ο Θεοδόσιος ο Πρεσβύτερος, συνελήφθηκε και εκτελέστηκε μέσα σε εντελώς νεφελώδεις συνθήκες και ο γιος του Θεοδόσιος (ο μελλοντικός αυτοκράτορας) που το 369 είχε διοριστεί Δούξ Κάτω Μοισίας (Dux Moesiae), όπου είχε ήδη επιδείξει τις στρατηγικές του ικανότητες κατά των Σαρματών και Γερμανών επιδρομέων, απολύθηκε και επέστρεψε στα πατρικά του κτήματα στην Ισπανία.

Το 377, έναν χρόνο πριν από την μάχη της Αδριανουπόλεως, ο Αυσόνιος έγινε Ύπαρχος Γαλλίας και, χρησιμοποιώντας την επιρροή που είχε στον γιο του Βαλεντινιανού Α΄ Γρατιανό (είχε υπάρξει δάσκαλός του), προσπάθησε να καθαρίσει την διαφθορά ανανεώνοντας όσο μπορούσε την κυβέρνηση με την προώθηση ικανών ανδρών. Μία από τις επιτυχίες του ήταν ο επαναδιορισμός του Θεοδοσίου ως magister equitum et peditum in Illyricum. Μακροπρόθεσμη συνέπεια αυτού του κύματος κυβερνητικής ανανεώσεως ήταν ο διορισμός το 381/2 του Θεσσαλονίκεα Φλαβίου Υπατίου (αδελφός της δεύτερης γυναίκας του Κωνσταντίου Β΄ Ευσεβίας) στην θέση του Υπάρχου Ιταλίας και Ιλλυρικού.

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 4ου αιώνα, όπως θα φανεί και παρακάτω, η Θεσσαλονίκη αρχίζει να εκτοπίζει το Σίρμιον ως σημαντικότερη πόλη του Ιλλυρικού και, κατά τον επόμενο αιώνα θα αναδειχθεί σε νέα πρωτεύουσα του Ιλλυρικού. Το πρόβλημα με το Σίρμιον, μετά την μάχη της Αδριανουπόλεως το 378, ήταν πως είχε καταντήσει πολύ επισφαλές εξαιτίας των Γότθων. Τον επόμενο αιώνα, οι Ούννοι του Αττίλα με τις επιδρομές τους θα σφραγίσουν οριστικά την παρακμή του Σιρμίου.

Theodosioi

Η μάχη της Αδριανουπόλεως

Ο Βαλεντιανιανός Α΄ πέθανε, μάλλον από εγκεφαλική αποπληξία, το 375 στην παραδουνάβια Βριγετίωνα (Brigetio), καθώς φώναζε νευριασμένος κατά την διάρκεια διαπραγματεύσεων με πρέσβεις από το γερμανικό φύλο των Κουάδων. Ενώ είχε ήδη ορίσει ως διάδοχό του από το 367 τον μεγαλύτερο γιο του Γρατιανό, ο «τελευταίος της παλαιάς κλίκας» Μεροβαύδης άδραξε την ευκαιρία και ανακήρυξε ως αυτοκράτορα τον τετράχρονο γιο του Βαλεντινιανού Βαλεντινιανό Β΄. Θυμίζω πως στα μάτια της κλίκας όσο πιο ανήλικος ο αυτοκράτορας-ανδρείκελο τόσο το καλύτερο. Το αποτέλεσμα ήταν πως ο Γρατιανός ανέλαβε την διοίκηση της «μεταλπικής» υπαρχίας με πρωτεύουσα την Augusta Treverorum, ενώ ο Βαλεντινιανός Β΄ βασίλεψε μαζί με την μητέρα του Ιουστίνη από τα Μεδιόλανα (Μιλάνο) την υπαρχία Ιταλίας, Ιλλυρικού και Αφρικής.

Στις αρχές της δεκαετίας του 370 οι Ρωμαίοι θα αισθανθούν έμμεσα για πρώτη φορά την άφιξη στις δυτικές ποντοκασπικές στέπες των Ούννων. Εκείνα τα χρόνια, οι υπερδουβάνιοι Γότθοι ήταν χωρισμένοι σε δύο μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες: οι Τερβίγκοι (T(h)ervingi, «κάτοικοι των δασών», από τον πρωτογερμανικό πρόγονο *trewą του αγγλικού tree και το επίθημα *-ingaz) ζούσαν πάνω από τον κάτω Δούναβη και οι Γρευθύγκοι (Greut(h)ungi ~ «Στεπαίοι») ζούσαν στα ανατολικά τους στις δυτικές στέπες.

goths

Το 376 δεκάδες χιλιάδες Τερβίγκων Γότθων ζήτησαν την άδεια του Βάλεντος να διασχίσουν τον Δούναβη για να γλιτώσουν από τους Ούννους. Ο Βάλης έδωσε την άδεια και οι Γότθοι εγκαταστάθηκαν στην Μυσία, γιατί σκεφτόταν την στρατολόγηση των Τερβίγκων στον ρωμαϊκό στρατό. Λίγο αργότερα, ένα δεύτερο κύμα δεκάδων χιλιάδων Γρευθύγκων Γότθων διέσχισαν και αυτοί τον Δούναβη, αυτή τη φορά χωρίς να πάρουν την άδεια των Ρωμαίων.

Ο Βάλης μαζί με το τους ανατολικούς comitatenses ήταν εκείνη την περίοδο στην Αντιόχεια σε διαπραγματεύσεις με τον Σαπώρη Β΄ για τον έλεγχο της Αρμενίας, όταν οι πανικόβλητοι διοικητές της Θράκης, όπως ο Λυπικίκος, χειρίστηκαν βιαστικά και ασύνετα το γοτθικό ζήτημα, καλώντας σε δείπνο τους φυλάρχους των Γότθων στην Μαρκιανούπολη, με σκοπό να τους συλλάβουν. Οι  φύλαρχοι κατάλαβαν την παγίδα και ξεκίνησε μια αψιμαχία όπου μερικοί από αυτούς σκοτώθηκαν και μερικοί κατάφεραν να γλιτώσουν και ξεσήκωσαν τους Γότθους σε γενική εξέγερση κατά των Ρωμαίων. Σε μια πρώτη μάχη έξω από την Μαρκιανούπολη, τα θρακικά ρωμαϊκά στρατεύματα ηττήθηκαν από τους Γότθους που είχαν ως σύμμαχους τους «Σκύθες ιπποτοξότες» Αλανούς, οι οποίοι είχαν επίσης εγκαταλείψει τις Στέπες, για να γλιτώσουν από τους Ούννους. Μετά την νίκη τους, οι ορδές των βαρβάρων άρχισαν να λεηλατούν ανενόχλητοι την ανατολική Θράκη.

Ο Βάλης έκλεισε την διαπραγμάτευση ειρήνης με την Περσία στα τέλη του 377 και ξεκίνησε με τα στρατεύματά του για να αντιμετωπίσει τους Γότθους στην Θράκη. Ο ανιψιός του Γρατιανός του ζήτησε να τον περιμένει, ώστε να αντιμετώπιζαν από κοινού τους Γότθους. Ο Βάλης, επιζητώντας την προσωπική του διάκριση, αποφάσισε να επιτεθεί στους Γότθους μόνο με τις δικές του δυνάμεις στις αρχές Αυγούστου του 378, δίχως να περιμένει την άφιξη των δυτικών στρατευμάτων.

Παραθέτω ένα βίντεο με την περιγραφή της μάχης της Αδριανουπόλεως στην οποία οι Ρωμαίοι υπέστησαν μία από τις καταστροφικότερες ήττες. Ο Βάλης σκοτώθηκε και μαζί του ξεκληρίστηκαν τα 2/3 του ανατολικού ρωμαϊκού στρατού.

Οι αιτίες της ρωμαϊκής ήττας είναι πολλές. Η μάχη ξεκίνησε απρόοπτα το μεσημέρι μιας πολύ ζεστής ημέρας και τα στρατεύματα του Βάλεντος δεν είχαν προλάβει να οργανωθούν σε θέση μάχης, έχοντας κάνει το πρωί μια πορεία 12 χιλιομέτρων χωρίς να έχουν προλάβει να ενυδατωθούν και να ξεκουραστούν. Ο άνεμος φυσούσε κατά των ρωμαίων και οι γότθοι άναψαν φωτιές των οποίων ο καπνός έπεφτε στα μάτια των Ρωμαίων. Οι πρόσκοποι των Ρωμαίων υπεκτίμησαν τον αριθμό των βαρβάρων και, κατά συνέπεια, ο Βάλης έφτασε στο σημείο της μάχης έχοντας λάβει λάθος πληροφορίες για τον αριθμό των αντιπάλων του και γνωσιμαχούσε σχετικά με το αν ήθελε να κατατροπώσει τους Γότθους ή να τους αναγκάσει προς συνθηκολόγηση και στρατολόγηση.

Όταν οι Γότθοι, μετά την νίκη τους, έφτασαν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως η μόνη φρουρά της πόλεως ήταν οι Σαρακηνοί φρουροί της αυτοκράτειρας Δομ(ι)νίκης, των οποίων η βαρβαρότητα -κατά τον Αμμιανό- τρόμαξε μέχρι και τους βάρβαρους Γότθους. Σύμφωνα με τον Potter (και άλλους φυσικά ιστορικούς), ο Ανατολικός Ρωμαϊκός Στρατός ως υπολογίσιμη μαχητική δύναμη εξολοθρεύτηκε στις 9 Αυγούστου του 378 στην Αδριανούπολη.

Όταν τρία χρόνια μετά την μάχη της Αδριανουπόλεως ο Μέγας Θεοδόσιος εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη ως ανατολικός αυτοκράτορας (ανακηρύχθηκε αυτκράτορας στην Θεσσαλονίκη και συνέχισε να ζει εκεί τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του), αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με τους Γότθους, προσφέροντάς τους παραδουνάβιες περιοχές για να κατοικήσουν, με την υποχρέωση να τον υπηρετούν στρατιωτικά ως μονάδες με τους δικούς τους στρατιωτικούς ηγέτες. Επίσης επέτρεψε σε ένα πλήθος «Αλανών αυτομόλων» (κατά τον Ζώσιμο ~ «πρόσφυγες» που διέβησαν τον Δούναβη) να εγκατασταθούν στις ίδιες περιοχές με τους Γότθους. Με αυτές τις βάρβαρες στρατολογήσεις, θα μπορέσει ο Θεοδόσιος κάπως να υπερκεράσει το πρόβλημα που του δημιουργούσαν οι μεγαλογαιοκτήμονες που δεν επέτρεπαν στους πάροικούς τους να καταταχθούν, γιατί δεν ήθελαν να χάσουν γεωργικά χέρια. Από την άλλη, η νομιμοφροσύνη αυτών των βαρβάρων στρατευμάτων ήταν κάθε άλλο παρά δεδομένη. Στην μάχη του ποταμού Φριγίδου το 394 (frigidus = «παγωμένος, κρύος») η πλειοψηφία των στρατιωτών του Θεοδοσίου ήταν οι Γότθοι που είχαν εξολοθρεύσει τον Ανατολικό Ρωμαϊκό στρατό στην Αδριανούπολη. Ο Αλάριχος που ήταν δεκάχρονο παιδί όταν παρακολούθησε από τα γοτθικά κάρα την μάχη της Αδριανουπόλεως, ήταν ένας από τους Γότθους φυλάρχους στην μάχη του Φριγίδου το 394 και, αργότερα, το 410 θα λεηλατήσει την Ρώμη. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Θεοδοσίου, ο «βασιλοποιός» (kingmaker, η παρασκηνιακή προσωπικότητα με την de facto δύναμη να ανεβοκατεβάζει αυτοκράτορες) στην Ανατολική αυτοκρατορία θα γίνει ο Αλανο-Γότθος Άσπαρ που διέθετε έναν προσωπικό στρατό 10.000 «Θρακών Γότθων» τους οποίους διοικούσε ο Γότθος γαμπρός του Θεοδόριχος Στράβων. Στην Δυτική αυτοκρατορία ο αντίστοιχος kingmaker ήταν ήδη πριν τον θάνατο του Μεγάλου Θεοδοσίου ο Φράγκος magister militum Arbogast («Ἀρβογάστης» στον Ζώσιμο) ο οποίος, όταν ο Βαλεντινιανός Β΄ του έδωσε να διαβάσει την έγγραφη εντολή απόλυσής του, την έσκισε μπροστά στα μάτια του αυτοκράτορα λέγοντας πως δεν μπορούσε να ασκήσει καμία εξουσία πάνω του. Στην συνέχεια, ο Αρβογάστης κρατούσε τον Βαλεντινιανό Β΄ φυλακισμένο στο σπίτι του μέχρι που αποφάσισε να τον σκοτώσει τον Μάιο του 392 (το παρουσίασε σαν κρέμασμα-αυτοκτονία) και να ανεβάσει ως Αύγουστο στην Δύση τον σφετεριστή Ευγένιο, μαζί με τον οποίο αντιμετώπισε τον Θεοδόσιο στον Φρίγιδο ποταμό.

Adrianople-378

Alans-Theodosius

Arbogast

Αλλά ας επιστρέψουμε σε αυτά που συνέβησαν μετά την μάχη της Αδριανουπόλεως στην Ανατολική αυτοκρατορία.

Ο Μέγας Θεοδόσιος

Η καταστροφή της Αδριανουπόλεως ήταν σχεδόν σύγχρονη με τον διορισμό του Θεοδοσίου ως «στρατηλάτη» του Ιλλυρικού (magister equitum et peditum in Illyricum) από τον Γρατιανό (λόγω επιρροής του δασκάλου του Αυσονίου). Μόλις ο Γρατιανός έμαθε τον θάνατο του θείου του Βάλεντος στην Αδριανούπολη άρχισε να ετοιμάζει σχέδια για την προσθήκη της Ανατολικής Υπαρχίας στα εδάφη που ο ίδιος διοικούσε από την Αύγουστη Τρεβήρων. Θυμίζω πως ο ετεροθαλής αδελφός του Βαλεντινιανός Β΄ και η μητέρα του Ιουστίνη διοικούσαν την Ιταλία (και θεωρητικά αλλά όχι πρακτικά την Αφρική και το Ιλλυρικό) από το Μιλάνο.

Τα σχέδια του Γρατιανού χάλασαν όταν ο Θεοδόσιος αποφάσισε να σφετεριστεί ο ίδιος το αξίωμα του Ανατολικού Αυγούστου. Έχοντας κάνει την Θεσσαλονίκη βάση του, ο Θεοδόσιος ανακηρύχθηκε Αύγουστος από τα Ιλλυρικά στρατεύματά του στην σημαντική αυτή πόλη του Ιλλυρικού. Αυτή η ανκήρυξη ήταν προβληματική, γιατί το Ιλλυρικό και τα στρατεύματά του δεν ανήκαν στην Ανατολική Υπαρχία του νεκρού Βάλεντος, αλλά ανήκαν στην δικαιοδοσία de jure του Βαλεντινιανού Β΄ και de facto του Γρατιανού. Για να κάτσει στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, ο Θεοδόσιος έπρεπε να ανακηρυχτεί Αύγουστος από τα Ανατολικά στρατεύματα ή να διοριζόταν Αύγουστος από κάποιον από τους δυτικούς Αυγούστους.

Για μερικούς μήνες, λοιπόν, ο Θεοδόσιος παρέμεινε «ανακηρυγμένος αυτοκράτορας άνευ αυτοκρατορίας» στην Θεσσαλονίκη, μέχρι που μια πρεσβεία από την Κωνσταντινούπολη πήγε στην Θεσσαλονίκη, για να τον αναγνωρίσει ως Ανατολικό Αύγουστο. Ωστόσο, ακόμα και μετά την πρεσβεία, υπήρχε μια γενική αμηχανία ως προς το πρόσωπο του Θεοδοσίου ως νόμιμο αυτοκράτορα. Σύμφωνα με τον Ζώσιμο (4.26), όταν οι «Σκύθαι» (Γότθοι) πήραν την άδεια του Βάλεντος για να εγκατασταθούν στην Μοισία προκειμένου να γλιτώσουν από τις εφόδους των Ούννων, έδωσαν ως εχέγγυο καλής διαγωγής έναν μεγάλο αριθμό από τα παιδιά τους, τα οποία ο Βάλης ανέθεσε στον Στρατηλάτη της Ἑῴας (magister militum per Oriens ή trans Taurum κατά τον Αμμιανό) Ιούλιο, με εντολή να τα διασπείρει στις πόλεις της Ἑῴας (= Ανατολής), ώστε να «αραιωθούν» οι μεταξύ τους επαφές και να ανατραφούν μέσα σε πλειοψηφία Ρωμαίων. Όταν τα «παιδάρια» αυτά έμαθαν για τον Γοτθο-Ρωμαϊκό πόλεμο που ξέσπασε στη Θράκη, έγιναν ανήσυχα και έτοιμα να εξεγερθούν. Όταν ο Ιούλιος διέγνωσε την «ὁρμή» τους, θέλησε να πάρει εντολές για το τι έπρεπε να κάνει. Ο ίδιος είχε διοριστεί από τον Βάλεντα και δεν γνώριζε προσωπικά τον Θεοδόσιο που ήταν ακόμα στην Μακεδονία (Θεσσαλονίκη). Επομένως, ζήτησε διαταγές από την Σύγκλητο («γερουσία») της Κωνσταντινουπόλεως. Η Σύγκλητος του απάντησε πως αφού οι Γότθοι δεν τήρησαν καλή διαγωγή είχε το ελεύθερο να σκοτώσει τα «παιδάρια» των «Σκυθών» (Γότθων), ώστε να φύγει ο φόβος γοτθικής εξέγερσης από τις πόλεις της Ἑῴας.

Zosimos-Julius

Zosimos-Julius2

Ο Θεοδόσιος θα διατηρήσει την Θεσσαλονίκη ως βάση του για 3 ολόκληρα χρόνια και μόλις το 381 θα εισέλθει στην Κωνσταντινούπολη ως αδιαμφισβήτητος ανατολικός Αύγουστος. Στα χρόνια που έμεινε στην Θεσσαλονίκη, βαπτίστηκε (αν και ήταν ήδη χριστιανός) από τον επίσκοπο της πόλης Αχόλιο, τον οποίο και επέλεξε για σύμβουλο στα θρησκευτικά ζητήματαΕνώ ο Ιοβιανός και ο Βάλης είχαν δείξει ανοχή προς τους πολυθεϊστές, ο Θεοδόσιος αποφάσισε να λήξει αυτήν την ανοχή. Ο Potter πιστεύει πως οι δύο εκκλησιαστικές προσωπικότητες που ευθύνονται για την απόφαση του Θεοδοσίου και του Γρατιανού να απαγορέψουν τον πολυθεϊσμό και τις χριστιανικές «αιρέσεις» ήταν οι ακραίοι νικαιακοί Αχόλιος Θεσσαλονίκης και Αμβρόσιος Μεδιολάνων.

Υπό την καθοδήγηση του Αχολίου, ο Θεοδόσιος μαζί με τους δύο δυτικούς αυτοκράτορες εξέδωσε το Έδικτο της Θεσσαλονίκης το 380, σύμφωνα με το οποίο, ο Νικαιακός Χριστιανισμός γινόταν η επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Όσοι ακολουθούσαν τον Νικαιακό Χριστιανισμό από εδώ και πέρα θα λέγονται «Καθολικοί Χριστιανοί», ενώ οι υπόλοιποι που «λόγω βλακείας και τρέλας» ακολουθούσαν άλλες εκδοχές του Χριστιανισμού χαρακτηρίστηκαν επίσημα ως «αιρετικοί» και τιμωρητέοι και από τον Θεό και από το κράτος.

Acholios

Το 381 ο Θεοδόσιος υποδέχτηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Γότθο «βασιλιά» (καλύτερα αρχιφύλαρχο) Αθανάριχο που είχε παραμείνει μέχρι τότε βορείως του Δούναβη και στα τέλη του 382 ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις ειρήνης με τους βαλκάνιους Γότθους οι οποίοι έλαβαν κατοικήσιμη γη ως αντάλλαγμα για την στρατιωτική θητεία ως foederati.

Στην Δύση, την άνοιξη του 383 ο κόμης της Βρετανίας Μάγνος Μάξιμος αποφάσισε να ξεσηκώσει την νήσο κατά του Γρατιανού και διέσχισε τη Μάγχη με τα στρατεύματά του, ώστε να ξεσηκώσει και τα στρατεύματα της Γαλλίας. Τα στρατεύματα του Γρατιανού εγκατέλειψαν τον νόμιμο αυτοκράτορα, τάχθηκαν με τον Μάξιμο και ο Γρατιανός συνελήφθηκε και εκτελέστηκε.

Ο σφετεριστής Μάξιμος ήταν φίλος του πατέρα του Θεοδοσίου και ο τελευταίος αναγνώρισε τον Μάξιμο ως Αύγουστο. Οι Άλπεις έγιναν τα σύνορα μεταξύ της δικαιοδοσίας του Μαξίμου και του Βαλεντινιανού Β΄ που διοικούσε την Ιταλία (και θεωρητικά Ιλλυρικό και Αφρική) από το Μιλάνο, όπου ζούσε με την μητέρα του Ιουστίνη.

Τρία χρόνια αργότερα (386), ο Μάξιμος αποφάσισε να εισβάλει στην βόρεια Ιταλία, για να πάρει και το υπόλοιπο της δυτικής αυτοκρατορίας. Τότε ο Βαλεντινιανός και η Ιουστίνη εγκατέλειψαν το Μιλάνο και, διασχίζοντας την Αδριατική, έφτασαν στην Θεσσαλονίκη. Εκεί η Ιουστίνη έπεισε τον Θεοδόσιο να κηρύξει πόλεμο στον Μάξιμο προσφέροντάς του ως σύζυγο την κόρη της Γάλλη.

Το 388 ο Θεοδόσιος έστειλε ένα στράτευμα που αντιμετώπισε τον στρατό του Μαξίμου στην μάχη του Σάβου (ή της Σισκίας και του Ποιτοβίου). Τα στρατεύματα του Θεοδοσίου, εκτός από τις Γοτθο-Αλανικές μονάδες που αναφέρθηκαν, περιείχαν και Ούννους μισθοφόρους. Ο Μάξιμος συνελήφθηκε και εκτελέστηκε στην Ακουιληία.

Ο Βαλεντινιανός Β΄ επέστρεψε Αύγουστος στο Μιλάνο (μετά από μια επίσκεψη στην Ρώμη), αλλά ο Θεοδόσιος άδραξε την ευκαιρία και άρχισε να κινεί την διαδικασία που εν τέλει έφερε το νότιο Ιλλυρικό στην Ανατολική του αυτοκρατορία και μετέφερε αρκετές δυτικές στρατιωτικές μονάδες στην Ανατολή. Ο Θεοδόσιος διόρισε ως στρατηλάτες της δύσης τους Φράγκους Βαύτωνα και Αρβογάστη. Όταν πέθανε ο πρώτος, ο δεύτερος εξελίχθηκε, όπως ήδη ανέφερα, στον kingmaker της Δύσης, φυλακίζοντας και σκοτώνοντας τον Βαλεντινιανό και ανεβάζοντας αργότερα στον θρόνο τον σφετεριστή Ευγένιο.

Επειδή ο Αρβογάστης και ο Ευγένιος ήταν πολυθεϊστές, χρησιμοποίησαν ως αφορμή για τον πόλεμο κατά του Θεοδοσίου την «αποκατάσταση της Πατρώας Θρησκείας». Είναι αστείο το ότι ένας βάρβαρος Φράγκος μιλούσε για «πατρώα ρωμαϊκή θρησκεία». Λέγεται ότι πριν την μάχη του Φριγίδου, ο Αρβογάστης είπε στον Αμβρόσιο του Μιλάνου πως αν απέκρουε νικηφόρα τον Θεοδόσιο θα του μετέτρεπε την νεόκτιστη Basilica Ambrosiana σε στάβλο.

Arbogast-stable

Πριν την δολοφονία του Βαλεντινιανού και στην μάχη του Φριγίδου, έχει ενδιαφέρον να περιγράψω την «κόντρα» Αμβροσίου και Ιουστίνης στο Μιλάνο, όπου ο αρχιεπίσκοπος έδειξε στην αυτοκράτειρα ότι η πόλη ήταν «δική του». Η Ιουστίνη ήταν αρειανή και ήθελε να μετατρέψει την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, που ήταν ο πλησιέστερος ναός στα ανάκτορα, σε αρειανή εκκλησία, για να γιορτάσει εκεί το Πάσχα. Όταν το έμαθε ο ακραίος νικαιανός Αμβρόσιος, μάζεψε όχλο πιστών και έκανε κατάληψη του ναού. Η Ιουστίνη έστειλε στρατεύματα για να βγάλουν τους καταληψίες από τον ναό, αλλά ο Αμβρόσιος κατάφερε να πείσει τους στρατιώτες ότι «ήταν διώκτες σαν τον Διοκλητιανό» και ότι ακολουθούσαν τις εντολές της «Ιεζάβελ». Τελικά, ο Βαλεντινιανός αναγκάστηκε να ανακαλέσει τα στρατεύματα και ο Άγιος Λαυρέντιος παρέμεινε νικαιανός ναός.

Την ίδια στιγμή, είχε ολοκληρωθεί η ανέγερση του καινούριου «μαγαζιού» του Αμβροσίου (αυτού που ο Αρβογάστης απείλησε να μετατρέψει σε στάβλο) και ο Αμβρόσιος ήθελε να το στολίσει με λείψανα αγίων, ώστε να αυξήσει την «ιερότητά» του. Τότε βρέθηκαν -βολικά- τα λείψανα κάποιων γιγαντιαίων ανθρώπων «του παλιού καιρού» και ο Αμβρόσιος κατάλαβε ότι πρόκειται για λείψανα αγίων, αλλά δεν ήξερε ποιων αγίων. Για να εξακριβώσει την ταυτότητα των αγίων λειψάνων, ο Αμβρόσιος εξόρκισε κάτι δαιμονισμένους και ζήτησε από τα εξερχόμενα δαιμόνια να αποκαλύψουν την ταυτότητα των αγίων. Τα δαιμόνια απάντησαν πως ήταν τα λείψανα των Αγίων Γερβασίου και Προτασίου. 🙂

Έχοντας ήδη δείξει μια φορά στα ανάκτορα «ποιος έκανε κουμάντο» στο Μιλάνο, με «την καταπληκτική αυτή θεατρική παράσταση» (κατά τον Potter) στολισμού του «μαγαζιού» του με λείψανα Αγίων, ο Αμβρόσιος τώρα είχε πια όλον τον πληθυσμό του Μιλάνου να «τρώει από τα χέρια του».

Ambrose-relics

Ο Αμβρόσιος κατάφερε να έχει και τον ίδιο τον Θεοδόσιο του χεριού του, εκμεταλλευόμενος την διάθεση του αυτοκράτορα για μετάνοια μετά την Σφαγή της Θεσσαλονίκης που διέταξε το 390. Μια ομάδα Γότθων λεηλατούσε την Μακεδονία και ο Θεοδόσιος διέταξε τον επίσης Γότθο Στρατηλάτη του Ιλλυρικού Βουθέριχο να τους αντιμετωπίσει. Ο Βουθέριχος εγκαταστάθηκε με τα – ως επί το πλείστον γοτθο-αλανικά– του στρατεύματα στην Θεσσαλονίκη και, εξαιτίας του αντιγοτθικού τους αισθήματος, οι Θεσσαλονικείς λιντσάρισαν τον Βουθέριχο. Εξοργισμένος ο Θεοδόσιος από την πράξη των Θεσσαλονικέων διέταξε την θανάτωση 7000 ατόμων και την λεηλασία της πόλης για 3 ώρες.

Αργότερα, ο Αμβρόσιος θα αρνηθεί να επιτρέψει στην είσοδο του Θεοδοσίου στο άδυτο της εκκλησίας λέγοντάς του «Έξελθε βασιλεύ! Η αλουργίδα/πορφυρίδα ποιεί βασιλείς και όχι ιερείς!»

Ambrose-Theodosius

Το τελευταίο γεγονός που θα περιγράψω πριν κλείσω την ανάρτηση είναι η μάχη του ποταμού Φριγίδου (Frigidus) το 394. Σε αυτήν την εμφύλια ρωμαϊκή μάχη, η πλειοψηφία των στρατιωτών που πολέμησαν ήταν γερμανοί και λοιποί βάρβαροι foederati. Ο κατά το ήμισυ Βάνδαλος Στιλίχων και ο Αλάριχος με τους Γότθους του πολέμησαν με την μεριά του Θεοδοσίου εναντίον του Φράγκου Αρβογάστη και του Ευγενίου. Νικήτρια της μάχης ήταν η Θεοδόσεια παράταξη, με τους γότθους του Θεοδοσίου να χάνουν τους μισούς τους άνδρες. Μετά την νίκη του, ο Θεοδόσιος έγινε ο τελευταίος Μονοκράτωρ όλης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το 395 χώρισε την αυτοκρατορία σε δύο μισά και όρισε ως διαδόχους του σε κάθε μισό τους γιους του Ονώριο και Αρκάδιο.

Το σύνορο των δύο μισών έγινε ο ποταμός Δρίνος που σήμερα χωρίζει την Σερβία από την Βοσνία και η νοητή γραμμή που περνάει από τα Στενά του Ότραντο.

THDS1

THDS4

THDS3

THDS2

10 Comments

Filed under Αρχαιότητα, Ιστορία