Η βυζαντινή αντίληψη περί πολιτείας

Στην προηγούμενη ανάρτηση παρουσίασα τις βαθμίδες εθνοπολιτικής κατάστασης των βάρβαρων/εθνικών που ενοχλούσαν τη Ρωμαϊκή Πολιτεία, όπως αυτές περιγράφονται στο «Στρατηγικόν» του Μαυρίκιου.

Από την προσεκτική ανάγνωση του κεφαλαίου 11 προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι Ἑῷοι Ῥωμαῖοι στο τέλος της αρχαιότητας ήταν σε θέση να «μετρήσουν» τον βαθμό ύπαρξης ή μη ορισμένων εθνοπολιτικών παραμέτρων. Μπορούσαν να εκτιμήσουν:

1) τον βαθμό πολιτισμού ενός πληθυσμού. Τα Σκυθικά και τα «ξανθά»/Γερμανικά έθνη λ.χ. περιγράφονται ως «ἀπράγμονα», κάτι που σημαίνει ότι στα μάτια των Ρωμαίων δεν διέθεταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένους πολιτισμούς.

2) τον βαθμό πολιτικής ενότητας ενός πληθυσμού. Οι Πέρσες είναι οι μόνοι πολιτικά ενοποιημένοι βάρβαροι και οι μόνοι που περιγράφονται ως «τὸ Περσικὸν ἔθνος» στον ενικό αριθμό, αντίθετα με τον πληθυντικό αριθμό των φράσεων «τὰ Σκυθικά ἔθνη», «τὰ ξανθὰ ἔθνη» και «τὰ ἔθνη τῶν Σκλάβων καὶ Ἀντῶν». Οι Πέρσες διαθέτουν «πολιτεία» και «ἀρχή» (θεσμική μοναρχία) ενώ, αντίθετα, τα μεν Σλαβικά έθνη είναι «ἄναρχα» και ανίκανα να ενοποιηθούν εξαιτίας της «μισαλληλίας» τους, τα δε «Σκυθικά» έθνη είναι συνήθως πολυαρχούμενα («πολύαρχα»; ) και περιστασιακά «μοναρχούμενα», όταν προκύπτει ένας ισχυρός ηγεμόνας ο οποίος, όμως, άρχει δεσποτικά «οὐκ ἀγάπῃ ἀλλὰ φόβῳ» και τιμωρεί με «ἀπηνεῖς ἐπεξελεύσεις» τα «ἁμαρτήματα».

3) τον βαθμό συνοχής και αλληλεγγύης ενός πληθυσμού. Τα διάφορα «Σκυθικά» φύλα που σχηματίζουν τις «Σκυθικές» ορδές περιγράφονται ως μη διαθέτοντα ομόνοια και αίσθηση της μεταξύ τους συγγένειας, τα Σλαβικά έθνη περιγράφονται ως εντελώς «μισάλληλα» και μη ομονοούντα, τα «ξανθά»/Γερμανικά έθνη περιγράφονται ως διαθέτοντα ένα αίσθημα αλληλεγγύης περιορισμένο εντός της μικρής φυλής (τα μέλη τους συχνά είναι προδιατεθειμένα να θυσιαστούν εκδικούμενα τους φίλους τους = «ὄθεν πολλάκις ἐν καιρῷ περιστάσεως φίλων ἐναπολειφθέντων συνεκινδύνευσαν αὐτοῖς μάχῃ τούτους ἐκδικήσαντες») και μια αίσθηση βαθμολογούμενης διαφυλικής συγγένειας Τάσσονται δὲ ἐν ταῖς μάχαις, οὐ μέτρῳ τινὶ ὡρισμένῳ καὶ τάξει, ἢ ἐν μοίραις ἢ ἐν μέρεσιν, ἀλλὰ κατὰ φυλὰς καὶ τῇ πρὸς ἀλλήλους συγγενείᾳ»).

4) τον βαθμό πειθαρχίας ενός πληθυσμού προς την ηγεσία του. Τα «ξανθά/γερμανικά και τα Σλαβικά έθνη διαθέτουν μία υπέρμετρη «φιλελευθερία» (= απέχθεια προς οποιαδήποτε μορφή υποτέλειας) που τα κάνει «ἀπειθῆ» και «ἄναρχα» (τα μεν γερμανικά έθνη «ἀπειθῆ δὲ ὄντα τοῖς άρχουσιν αὐτῶν» τα δε σλαβικά έθνη «μηδαμῶς δουλοῦσθαι ἢ ἄρχεσθαι πειθόμενα» και «ἄναρχα δὲ καὶ μισάλληλα ὄντα»). Αντίθετα, «τὸ Περσικὸν ἔθνος» περιγράφεται ως «δουλοπρεπές» και «εὐπειθές» στην Περσική αρχή και ως υποτεταγμένο «τοῖς ἄρχουσι διὰ φόβον» (καλή η ευπείθεια, αλλά κι ο άγιος φοβέρα θέλει).

5) τον βαθμό πατριωτισμού ενός πληθυσμού. Το πολιτικά ενοποιημένο Περσικό έθνος είναι το μόνο που περιγράφεται ως «φιλοπάτριον» και υπομένον καρτερικώς τους πόνους και πολέμους «ὑπὲρ τῆς πατρίδος» του. Δεν μπορεί να πρόκειται για σύμπτωση πως το μόνο «ενικού αριθμού ἔθνος» (πολιτικά ενοποιημένο) είναι ταυτόχρονα και το μόνο που διαθέτει συλλογική «πατρίδα» και αίσθημα αφοσίωσης προς αυτήνφιλοπατρία»). Ο συγγραφέας του «Στρατηγικού» αναφέρεται περισσότερες από μία φορές στην «(ἰδίαν) χώραν» των πολιτικά διαιρημένων  και μισαλλήλων σλαβικών εθνών, αλλά αυτή δεν χαρακτηρίζεται ποτέ ως (κοινή) «πατρίδα» τους.

Με τις παραπάνω «μετρήσιμες» εθνοπολιτικές παραμέτρους κατά νου θα περάσω στο κυρίως θέμα της ανάρτησης που είναι η έννοια της Ρωμαϊκής Πολιτείας, όπως την αντιλαμβάνονταν οι Ρωμαίοι της ύστερης αρχαιότητας και της μέσης βυζαντινής περιόδου. Θα ξεκινήσω με την περιγραφή της πολιτείας στα εισαγωγικά κεφάλαια του εγχειριδίου «Περὶ Στρατηγικῆς/Στρατηγίας» του Συριανού Μαγίστρου.

Ο Συριανός Μάγιστρος είναι γνωστός μόνο από τα εγχειρίδιά του («Περὶ Στρατηγικῆς/Στρατηγίας» και «Περὶ Ναυμαχίας») και, κατά συνέπεια, δεν είναι ξεκάθαρο το πότε ακριβώς έζησε. Όταν ο George T. Dennis ολοκλήρωσε το 1984 την πρώτη σύγχρονη έκδοση και μετάφραση του «Περὶ Στρατηγικῆς» (το πρώτο εγχειρίδιο από τα τρία αυτού του βιβλίου) ακολούθησε την κυρίαρχη γνώμη της περιόδου 1850-1950 ότι ο «ανώνυμος συγγραφέας» του έζησε τον 6° αιώνα. Αργότερα, οι συγγραφείς δύο πιο πρόσφατων άρθρων [B. Baldwin (1988) και D. Lee & J. Shepard (1991)] κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο συγγραφέας του «Περὶ Στρατηγικῆς», τον οποίο ο Zuckermann (“The Compendium of Syrianus Magister”, 1990) ταύτισε με τον Συριανό Μάγιστρο που σίγουρα συνέγραψε το «Περὶ Ναυμαχίας», πρέπει να έζησε «αρκετούς αιώνες αργότερα» ως προς την παραδοσιακή χρονολόγηση που δέχτηκε ο Dennis (οι Baldwin, Lee, Shepard παρατήρησαν μεταξύ άλλων ότι ο Συριανός αναφέρεται στους Πέρσες πάντοτε σε παρελθοντικό χρόνο). Οι συγγραφείς δύο ακόμα πιο πρόσφατων άρθρων [S. Cosentino (2000) και P. Rance (2007)] κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ο Συριανός πιθανότατα έζησε κατά το δεύτερο μισό του 9ου αιώνα.

syrianos-magistros

Ο Αντώνης Καλδέλλης στο The Byzantine Republic (Harvard University Press, 2015) δέχεται ως πιθανότερη την πιο πρόσφατη χρονολόγηση του Συριανού Μαγίστρου (2° μισό 9ου αιώνα), όταν σχολιάζει την εισαγωγή του «Περὶ Στρατηγικῆς» που πρόκειται να παρουσιάσω και εγώ.

kaldellis-syrianos

Ο Συριανός ξεκινάει το «Περὶ Στρατηγικῆς» με μια εισαγωγή στην οποία εξηγεί τι είναι η «πολιτεία» (των Ρωμαίων) και ποια τα μέρη της. Ως μέρη αναφέρει τους φορείς των διαφόρων επαγγελμάτων και ως απαραίτητο κριτήριο ένταξης στην πολιτεία αναφέρει τη συνεισφορά του κάθε μέρους στο κοινό όφελος. Δυστυχώς, οι πρώτες γραμμές της εισαγωγής δεν έχουν διασωθεί και το διασωθέν κείμενο ξεκινά από τη γραμμή 4 με μια ελλιπή λίστα επαγγελματιών («[…] γραμματικοὶ, ῥήτορες, ἰατροὶ, γεωργοὶ, καὶ ὅσοι τοιοῦτοι»). Χαρακτηριστικά, αποκλείει από την πολιτεία τους «ἀργούς» (< ἀεργούς) που αδικαιολόγητα δεν συνεισφέρουν τίποτε, ενώ συμπερικλείει στην πολιτεία τους δικαιολογημένα «άχρηστους» (γέρους και παιδιά λογω ηλικίας και ασθενείς λόγω ασθένειας). Στη συνέχεια δικαιολογεί την απόρριψη από την πολιτεία των αδικαιολογήτως «ἀργῶν» με την παρομοίωση της άριστης πολιτείας με το ανθρώπινο σώμα, στο οποίο δεν υπάρχει «μέρος» (όργανο) που να μην συνεισφέρει με κάποια λειτουργία στην γενική υγιεία του όλου σώματος. Μετά από αυτήν την παρομοίωση ο Συριανός απαριθμεί τη συνεισφορά των μερών στη λυσιτέλεια (= όφελοςτης πολιτείας, για να καταλήξει στο «στρατηγικόν» του οποίου η συνεισφορά είναι η φύλαξη των οικείων και η απειλή των υπεναντίων. Από εκεί και μετά αρχίζει το κυρίως μέρος του «Περὶ Στρατηγικῆς».

Παραθέτω την έκδοση του George T. Dennis μαζί με την αγγλική του μετάφραση η οποία, όπως έχει παρατηρήσει ο Καλδέλλης στις σελίδες που παρέθεσα παραπάνω, δεν αποδίδει ικανοποιητικά την έννοια της «πολιτείας» που έχει κατά νου ο Συριανός (πολιτεία = κοινά πράγματα = Res Publica).

syrianos1

Τίτλος πρώτου κεφαλαίου:

Α. Τὶ ἐστιν πολιτεία καὶ πόσα μέρη αὐτῆς

Οι δικαιολογημένα άχρηστοι:

[γρ. 14-6] Ἄχρηστον δὲ, τὸ μηδοτιοῦν συντελεῖν δυνάμενον πρὸς τὴν τῶν κοινῶν χρείαν, οἷον ἀσθενεῖς, γέροντες, παίδες.

Οι αδικαιολόγητα αργοί και ο αποκλεισμός τους από την πολιτεία:

[γρ. 17-9] Εἴποι δ΄ἄν τις καὶ μέρος πολιτείας, ὅπερ ἀπὸ τοῦ μηδὲν ἐνεργεῖν ἴσως ἀργὸν ὀνομάσει, ἀλλ΄οὐ παντῶς καὶ ἡμῖν ἁρμόσει μέρος πολιτείας τοιοῦτον.

Η παρομοίωση της άριστης πολιτείας με το ανθρώπινο σώμα για την αιτιολόγηση του αποκλεισμού των «ἀργῶν»:

[γρ. 19-23] Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τοὺ ἀνθρωπίνου σώματος οὐκ ἔνι μέρος εὑρεῖν πάσης χρείας ἀπηλλαγμένον, οὑτω καὶ πολιτείας ἀρίστης οὐκ ἄν δέοι μέρος εἶναι τοιοῦτον, ὁ δύναται μὲν συντελεῖν ἐπὶ λυσιτελείᾳ τῆς πολιτείας, οὐκ ἐνεργεῖ δὲ,

Από τις παραπάνω γραμμές φαίνεται ξεκάθαρα ότι για τον Συριανό το κριτήριο ένταξης στην πολιτεία είναι το «συντελεῖν πρὸς τὴν τῶν κοινῶν χρείαν» και το «συντελεῖν ἐπὶ λυσιτελείᾳ τῆς πολιτείας», δηλαδή η βασική υποχρέωση ενός «πολίτη» (μέλος πολιτείας) είναι η συνεισφορά στο γενικό καλό.

Από που απέκτησαν οι «Βυζαντινοί» (μεσαιωνικοί Ρωμαίοι) αυτό το «ρεπουβλικανικό» ήθος (rēs pūblica = κοινά πράγματα);

Αυτό το ερώτημα επιχειρεί ν΄απαντήσει ο Αντώνης Καλδέλλης στο προρρηθέν βιβλίο του The Byzantine Republic (Harvard University Press, 2015).

Η απάντηση του Καλδέλλη στο ερώτημα είναι: μα φυσικά από τους «Πάλαι Ρωμαίους», των οποίων οι διάδοχοι και συνεχιστές ήταν οι «Βυζαντινοί». Ο Κικέρων ορίζει την Rēs Pūblica ως εξής:

[De Republica, I.39] Est igitur, inquit Africanus, res publica res populi, populus autem non omnis hominum coetus quoquo modo congregatus, sed coetus multitudinis iuris consensu et utilitatis communione sociatus.

Είναι, επομένως, η res publica τα κοινά πράγματα ενός λαού (res populi)· όχι όμως ενός οποιουδήποτε λαού που προέκυψε από οποιαδήποτε συνάθροιση, αλλά [ενός λαού που προέκυψε] από τη συναρμογή μεγάλου πλήθους (coetus multitudinisη οποία βασίστηκε στην κοινή αντίληψη περί δικαίου (iuris consensu) και στη συνεργασία για την κοινωφελία (utilitatis communione).

Επομένως, σύμφωνα με τον Κικέρωνα, τα μέλη μιας πολιτείας (res publica) έχουν ενοποιηθεί πολιτικά υπό τις προϋποθέσεις της υπακοής σε κοινό νόμο (iuris consensus) και της συνεισφοράς στην κοινωφελία (utilitatis communio).

Το δεύτερο κριτήριο του Κικέρωνα (συνεισφορά στην κοινωφελία) είναι το ίδιο με αυτό του Συριανού που παρέθεσα παραπάνω («συντελεῖν πρὸς τὴν τῶν κοινῶν χρείαν», «συντελεῖν ἐπὶ λυσιτελείᾳ τῆς πολιτείας»). Το πρώτο κριτήριο του Κικέρωνα (υπακοή σε κοινό νόμο) θα φανεί στο επόμενο κεφάλαιο του Συριανού, αλλά θέλω πρώτα να παραθέσω ένα χωρίο του Ζωσίμου που δείχνει περίτρανα το κριτήριοiuris consensus του Κικέρωνα.

Ο Μέγας Θεοδόσιος κατάφερε να λύσει το πρόβλημα της στρατιωτικής λειψανδρίας που είχε προκύψει από τον αποδεκατισμό του Ανατολικού Ρωμαϊκού Στρατού στις μάχες της Μούρσας (351) και της Αδριανουπόλεως (378) (και από την άρνηση των μεγαλογαιοκτημόνων να επιτρέψουν στους παροίκους τους να στρατολογηθούν) με τη στρατολόγηση «Σκυθών» ( Γερμανών και Αλανών) φοιδεράτων. Ο πανηγυρικός λόγος του Πακάτου για τον Θεοδόσιο προσπαθεί να καλύψει την δύσκολη κατάσταση της στιγμής (οι βάρβαροι πολέμαρχοι και οι πολεμιστές τους ήταν φυσικά αμφιβόλου πειθαρχίας και τα συμφέροντά τους δεν ήταν πάντοτε τα ίδια με αυτά της Ρωμαϊκής Αρχής, αλλά ήταν κάτι καλύτερο από το τίποτε) και εκθειάζει τον Θεοδόσιο για το ότι στρατολόγησε βάρβαρους «Σκύθες». Αργότερα, όμως, ο Συνέσιος στον περίφημο «αντισκυθικό» (αντιγερμανικό) λόγο που έδωσε στον γιο του Θεοδοσίου Αρκάδιο επεσήμανε όλους τους κινδύνους του ακραίου εκγερμανισμού του ρωμαϊκού στρατού (που εν τέλει συνέβησαν στη δύση 2 γενιές αργότερα) και συνέστησε την ανασύσταση ενός εθνικά ρωμαϊκού στρατού και την απέλαση των βαρβάρων φοιδεράτων βορείως του Δούναβη.

Παραθέτω τον πανηγυρικό του Πακάτου προς τον Θεοδόσιο το 389 από τον David S. Potter για να δείτε πόσο ωραιοποιημένα παρουσιάζεται η δύσκολη κατάσταση εκείνης της περιόδου (τα βάρβαρα «Σκυθικά» έθνη παρουσιάζονται ως «παιδιά των λουλουδιών» που συσσωρεύθηκαν στη Ρωμανία για να επωφεληθούν από την εύνοια του Θεοδοσίου).

pacatus

Ο Ζώσιμος αναφέρει ένα ενδιαφέρον περιστατικό με ένα στρατιωτικό σώμα από αυτούς τους νεόλεκτους (στο ρωμαϊκό στρατό) και νεήλυδες (στη Ρωμανία) υπερδουνάβιους βαρβάρους. Ένα τέτοιο σώμα βαρβάρων φοιδεράτων που ζούσε στα Βαλκάνια διατάχθηκε να μεταφερθεί στην Αίγυπτο, ώστε το εκεί ευπειθές ρωμαϊκό στράτευμα («Αἰγύπτιοι») να μπορέσει να έρθει στα Βαλκάνια. Ενώ οι Αιγύπτιοι στρατιώτες ταξίδεψαν ήσυχα πληρώνοντας τις δίκαιες τιμές των προϊόντων που αγόραζαν στις στάσεις τους, οι βάρβαροι πλήρωναν ό,τι ήθελαν αυτοί στους εμπόρους. Τα δύο στρατεύματα συναντήθηκαν στην Φιλαδέλφεια της Λυδίας και ξέσπασε αψιμαχία, επειδή κάποιος βάρβαρος φοιδεράτος προσπάθησε να πάρει κάτι από κάποιον έμπορο πληρώνοντας πολύ λιγότερα από την κανονική τιμή (μόλις του ζήτησε τα επιπλέον λεφτά ο έμπορος, ο βάρβαρος έβγαλε το ξίφος του και τον απείλησε, αναγκάζοντας τον έμπορο να φωνάξει βοήθεια, οπότε «ἐλέησαν» οι «Αἰγύπτιοι» [Ρωμαίοι] στρατιώτες). Ο Ζώσιμος γράφει ότι λίγο πριν ξεσπάσει η αψιμαχία οι Ρωμαίοι στρατιώτες από την Αίγυπτο προσπάθησαν να εξηγήσουν «ἐπιεικῶς» στους βάρβαρους φοιδεράτους να μην κάνουν τέτοια «ἀτοπήματα», επειδή «αυτά δεν είναι έργα ανθρώπων που επιθυμούν να ζήσουν σύμφωνα με τους νόμους των Ρωμαίων» («μὴ γὰρ εἶναι τοῦτο ἔργον ἀνθρώπων κατὰ Ῥωμαίων νόμους ζῆν ἐθελόντων», το iuris consensus του Κικέρωνα).

zosimus-law

[Ζώσιμος, 4.30]

[1] Ὁ δὲ βασιλεὺς Θεοδόσιος, παρὰ πολὺ ἐλαττωθὲν τὸ στρατιωτικὸν θεσάμενος, ἐφῆκε τῶν ὑπὲρ τὸν Ἴστρον βαρβάρων τοῖς βουλομένοις ὡς αὑτὸν ἰέναι, τοὺς αὐτομόλους ἐντάττειν τοῖς στρατιωτικοῖς τάγμασιν ὑπισχνούμενος.

[3-4α] ἄμεινον ᾠήθη μέρος τι τούτων τοῖς στρατευομένοις κατὰ τὴν Αἴγυπτον ἀναμῖξαι, μέρος δὲ τῶν τὰ ἐκεῖσε τάγματα πληρούντων ὡς ἑαυτὸν ἀγαγεῖν. […] Οἱ μὲν Αἰγύπτιοι τὴν πάροδον ἡσυχῇ ποιούμενοι διὰ τῶν πόλεων τὰ ἐν χρείᾳ τιμῆς δικαίας ὠνοῦντο, οἱ βάρβαροι δὲ σὺν οὐδενὶ κόσμῳ τῇ παρόδῳ χρώμενοι τὰ ἐπ΄ἀγορᾶς ὡς ἐβούλοντο διατίθεσαν· ἐπεὶ δὲ συνέδραμον εἰς τὴν Φιλαδέλφειαν, ἡ μία τῆς Λυδίας ἐστίν,

[4β] καὶ ἐπειδὴ τῶν ἐπ΄ἀγορᾶς τις ὧν ἀπέδοτο δοθῆναι τιμὴν ᾔτησεν, ὁ δὲ βάρβαρος τὸ ξίφος ἐπήγαγεν, εἷτα ἀναβοήσαντος ἐπλήττετο καὶ ἄλλος βοηθῆσαι βουλόμενος, ἐλεήσαντες οἱ Αἰγύπτιοι τὸ γινόμενον ἐπιεικῶς τοῖς βαρβάροις ἀπέχεσθαι παρῄνουν τῶν τοιούτων ἀτοπημάτων· μὴ γὰρ εἶναι τοῦτο ἔργον ἀνθρώπων κατὰ Ῥωμαίων νόμους ζῆν ἐθελόντων.

Οι βάρβαροι φοιδεράτοι είχαν στρατολογηθεί στο ρωμαϊκό στρατό από τον ίδιο τον αυτοκράτορα των Ρωμαίων, ζούσαν εντός της Ρωμανίας, αλλά αυτά τα δύο από μόνα τους δεν αρκούσαν για να θεωρηθούν μέλη της Ρωμαϊκής Πολιτείας (Res Publica Romana). Χρειαζόταν, επιπλέον, το «κατὰ Ῥωμαίων νόμους ζῆν» (iuris consensus) και η συνεισφορά στην κοινωφελία (utilitatis communio, «συντελεῖν πρὸς τὴν τῶν κοινῶν χρείαν», «συντελεῖν ἐπὶ λυσιτελείᾳ τῆς πολιτείας»).

Η συνεισφορά των Ρωμαίων στρατιωτών στη Ρωμαϊκή Πολιτεία ήταν, φυσικά, το να είναι optimi rei publicae defensores (άριστοι αμύντορες της πολιτείας) και Romana rei fidissimi defensores (εμπειστότατοι αμύντορες της Ρωμαϊκής πολιτείας), όπως αποκαλεί ο Κωνστάντιος Β΄ τους Ρωμαίους στρατιώτες του, και provinciarum fortissimi defensores (αλκιμότατοι αμύντορες των επαρχιών), όπως αποκαλεί ο Βαλεντινιανός Α΄ τους δικούς του στρατιώτες.

[Αμμιανός Μαρκελλίνος, RG, 15.8.4] Adsistimus apud vos—optimi rei publicae defensores—causae communi uno paene omnium spiritu vindicandae, quam acturus tamquam apud aequos iudices succinctius edocebo.

[Αμμιανός Μαρκελλίνος, RG, 17.13.26] Hortatur recordatio rerum gloriose gestarum, omni iucunditate viris fortibus gratior, ea ad modum verecundiae replicare, quae divinitus delata sorte vincendi, et ante proelia et in ipso correximus fervore pugnarum, Romanae rei fidissimi defensores.

[Αμμιανός Μαρκελλίνος, RG, 26.2.6] Exulto—provinciarum fortissimi defensores,—et prae me fero semperque laturus sum, nec speranti nec appetenti moderamina orbis Romani, mihi ut potissimo omnium, vestras detulisse virtutes.

constantius

Οι «ἑλληνίζοντες Ῥωμαῖοι» συνεχίζουν να λένε τα ίδια ακριβώς πράγματα μόνο που η Res Publica Romana λέγεται πια «Ρωμαϊκή Πολιτεία». Το «Στρατηγικόν» του Μαυρίκιου συμβουλεύει τους στρατηγούς να υπενθυμίζουν στους στρατιώτες τους «καὶ τὸν ὑπὲρ τῆς εὐνοίας τῆς πολιτείας μισθόν» (την αμοιβή που θα κερδίσουν από την «εὔνοια» που δείχνουν προς την πολιτεία), ενώ ο Λέων ο Σοφός στα «Τακτικά» συμβουλεύει τους στρατηγούς να προβιβάζουν εκείνους τους στρατιώτες που «πιστοὶ καὶ εὐγνώμονες φαίνονται τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτεῖᾳ, μαρτυροῦνται δὲ καὶ ἀνδρειότεροι».

[Στρατηγικόν, 7.4] καὶ διαλέγεσθαι τὰ εἰκότα καὶ προθυμοποιῆσθαι, ἀναμιμνήσκοντα αὐτὸν προτέρων ἐπιτυχιῶν ἐπαγγείλασθαι τε αὐτοῖς τὴν ἐκ βασιλέως ἀμοιβὴν καὶ τὸν ὑπὲρ τῆς εὐνοίας τῆς πολιτείας μισθόν,

[Τακτικά, 4.3] καὶ τὰς ἄλλας δεούσας ἀρχὰς οἱ ἱκανώτατοι ἤγουν ὅσοι καὶ πιστοὶ καὶ εὐγνώμονες φαίνονται τῇ Ῥωμαϊκῇ ἡμῶν πολιτείᾳ, μαρτυροῦνται δὲ καὶ ἀνδρειότεροι.

Σημειώνω εδώ πως «πολιτεία» και «βασιλεία» είναι δυο διαφορετικά πράγματα για τους «Βυζαντινούς». Η Ρωμαϊκή πολιτεία (res publica Romana) υπάρχει ab Urbe condita και στην ιστορία της είχε διάφορα πολιτεύματα. Στην αρχή υπήρχε ένα πολίτευμα βασιλείας μέχρι την τυραννία του Ταρκυνίου του Υπερήφανου. Στη συνέχεια, μετά την ανατροπή της τυραννίας, ακολούθησε η φάση όπου η πολιτεία διοικούνταν από τους δύο υπάτους (cōnsulēs) και τη σύγκλητο, η οποία εσφαλμένα αποκαλείται «δημοκρατική» περίοδος. Γράφω εσφαλμένα γιατί ήταν ένα ολιγαρχικό πολίτευμα το οποίο ο Ψελλός ορθά περιγράφει ως «ἀριστοκρατία» και «ὑπατεία». Ο νεοελληνικός όρος «δημοκρατική Ρώμη» μεταφράζει το σημερινό δυτικό republican Rome, αλλά ο όρος “republic” απέκτησε τη σημασία «δημοκρατία» μετά την Γαλλική Επανάσταση. Για τους Ρωμαίους res publica ήταν απλά τα κοινά πράγματα, η πολιτεία. Με την σημερινή περιοδολόγηση της ρωμαϊκής ιστορίας, η στέψη του Οκταβιανού Αυγούστου σε Αυτοκράτορα το 27 π.Χ. σημειοδοτεί την μετάβαση από την «δημοκρατική/republican» στην «αυτοκρατορική/imperial» Ρώμη και, εδικότερα, στην περίοδο του «πριγκιπάτου» (principate). Με την βασιλεία του Διοκλητιανού αρχίζει η περίοδος του «δεσποτάτου» (dominate), ενώ κάποια στιγμή μετά την βασιλεία του Ιουστινιανού αρχίζει η επονομαζόμενη «βυζαντινή» περίοδος της Ρωμαϊκής πολιτείας.

Όπως μερικοί ήδη καταλάβατε, ούτε οι Ρωμαίοι ούτε οι «Βυζαντινοί» ακολουθούσαν αυτές τις σύγχρονες τεχνητές περιοδολογήσεις. Οι λατινόφωνοι Ρωμαίοι συνεχίζουν να μιλάνε για αδιάκοπη res publica και μετά το 27 π.Χ. (λ.χ. τα προρρηθέντα “optimi rei publicae defensores” και Romanae rei fidissimi defensores” του Κωνσταντίου Β΄) και οι «ἑλληνίζοντες Ῥωμαῖοι» της ύστερης αρχαιότητας και του μεσαίωνα μιλάνε για αδιάκοπη «πολιτεία» και «κοινά πράγματα». Θα παραθέσω μερικά παραδείγματα.

Ο Αππιανός (2ος μ.Χ. αι.) γράφει πως μετά την περίοδο των «στάσεων» (εμφυλίων πολέμων), η πολιτεία (res publica) εξελίχθηκε σε ομόνοια και μοναρχία (βασιλεία Αυγούστου):

[Εμφύλιοι Πόλεμοι, 1.6] ὧδε μὲν ἐκ στάσεων ποικίλων ἡ πολιτεία Ῥωμαίοις ἐς ὁμόνοιαν καὶ μοναρχίαν περιέστη

Ο Δίων Κάσσιος (3ος μ.Χ. αι.) γράφει πως με την μοναρχία του Αυγούστου η πολιτεία βελτιώθηκε προς το καλύτερο:

[Ρωμαϊκή Ιστορία, 53.19.1] ἡ μὲν οὖν πολιτεία οὕτω τότε πρός τε τὸ βέλτιον καὶ πρὸς τὸ σωτηριωδέστερον μετεκοσμήθη: καὶ γάρ που καὶ παντάπασιν ἀδύνατον ἦν δημοκρατουμένους αὐτοὺς σωθῆναι.

Ο Βεγέτιος (~400 μ.Χ.) στο De Re Militari αναφέρει πως οι Ρωμαίοι στρατιώτες έδιναν τον «στρατιωτικό όρκο» (iurare, militiae sacramenta) όπου, μεταξύ άλλων, ορκίζονταν υπακοή στις εντολές του αυτοκράτορα (imperator, βασιλεύς) και ότι θα είναι πάντα έτοιμοι να αψηφήσουν τον θάνατο (mortem recusaturosυπέρ της Ρωμαϊκής πολιτείας (pro Romana republica, στην αγγλική μετάφραση for the Roman Empire“).

[ΙΙ.V.] Diligenter igitur lectis iunioribus animis corporibusque praestantibus, additis etiam exercitiis cotidianis quattuor uel eo amplius mensuum, iussu auspiciisque inuictissimi principis legio formatur. Nam uicturis in cute punctis milites scripti, cum matriculis inseruntur, iurare solent; et ideo militiae sacramenta dicuntur. Iurant autem per Deum et Christum et sanctum Spiritum et per maiestatem imperatoris, quae secundum Deum generi humano diligenda est et colenda. Nam imperator cum Augusti nomen accepit, tamquam praesenti et corporali Deo fidelis est praestanda deuotio, inpendendus peruigil famulatus. Deo enim uel priuatus uel militans seruit, cum fideliter cum diligit qui Deo regnat auctore. Iurant autem milites omnia se strenue facturos, quae praeceperit imperator, numquam deserturos militiam nec mortem recusaturos pro Romana republica.

Αγγλική μετάφραση:

The recruits having thus been carefully chosen with proper attention to their persons and dispositions, and having been daily exercised for the space of four months at least, the legion is formed by the command and under the auspices of the Emperor. The military mark, which is indelible, is first imprinted on the hands of the new levies, and as their names are inserted in the roll of the legions they take the usual oath, called the military oath. They swear by God, by Christ and by the Holy Ghost; and by the Majesty of the Emperor who, after God, should be the chief object of the love and veneration of mankind. For when he has once received the title of August, his subjects are bound to pay him the most sincere devotion and homage, as the representative of God on earth. And every man, whether in a private or military station, serves God in serving him faithfully who reigns by His authority. The soldiers, therefore, swear they will obey the Emperor willingly and implicitly in all his commands, that they will never desert and will always be ready to sacrifice their lives for the Roman Empire.

Ο Μιχαήλ Ψελλός (~1075 μ.Χ.) γράφει για τις αλλαγές πολιτευμάτων της Ρωμαϊκής Πολιτείας (βασιλεία/μοναρχία > τυραννίς > αριστοκρατία/υπατεία > μοναρχία/βασιλεία, η μεταξύ των δύο μοναρχιών/βασιλειών περίοδος θεωρείται «παύση» της βασιλικής φάσης της πολιτείας):

[Ιστορία Σύντομος, 8] Ἡ βασιλικὴ Ῥωμαίων πολιτεία διαμείνασα μετὰ τὸν οἰκισμὸν τῆς Ῥώμης ἐτῶν τεσσάρων καὶ τεσσαράκοντα καὶ διακοσίων ἀριθμῶν, ὲπὶ δὲ τοῦ τελευταίου βασιλέως Ταρκυνίου τυραννὶς γενομένη, ὑπὸ γενναιοτάτων κατελύθη ἀνδρῶν καὶ παυσαμένης αὐτῇ τῆς μοναρχίας ἤτοι βασιλείας είς ἀριστοκρατίαν τὸ κράτος μετέπεσε.

[Ιστορία σύντομος, 16] Οὗτος πρῶτος ὁ Καίσαρ ὕπατος μετὰ Βιβούλου γενόμενος τῶν Ῥωμαίων τὴν ἀριστοκρατίαν εἰς μοναρχίαν μετέστησε καὶ τὴν ὑπατείαν εἰς βασιλείαν.

Ο Ιούλιος Καίσαρ στα «Απομνημονεύματα των Γαλατικών Πολέμων» αναφέρει έναν Ρωμαίο αετοφόρο/aquilifer να προτρέπει τους στρατιώτες να κάνουν το καθήκον τους (officium) rei publicae atque imperatori (προς την πολιτεία και τον στρατηγό-αυτοκράτορα):

[De Bello Gallico, 4.25.3] Atque nostris militibus cunctantibus, maxime propter altitudinem maris, qui X legionis aquilam gerebat, obtestatus deos, ut ea res legioni feliciter eveniret, ‘ desilite’, inquit, ‘ milites, nisi vultis aquilam hostibus prodere; ego certe meum rei publicae atque imperatori officium praestitero.

Μεταφράζω μόνο τα προτρεπτικά λόγια του αετοφόρου: «Προχωρείστε στρατιώτες, εκτός κι αν θέλετε να παραδώσετε τον αετό στους εχθρούς σας· γιατί εγώ σίγουρα θα κάνω το καθήκον μου προς την πολιτεία και τον στρατηγό-αυτοκράτορα [και θα προχωρήσω]!»

Τώρα συγκρίνετε το rei publicae atque imperatori officium = «καθήκον προς την πολιτεία και τον στρατηγό-αυτοκράτορα» του αετοφόρου της εποχής του Καίσαρα με τα παρακάτω λόγια από τα «Τακτικά» του Λέοντα του Σοφού:

[4.1] οὐ γὰρ βουλόμεθα τὸν ἡμέτερον συστρατιώτην -οὗτω γὰρ ἐγὼ καλῶ τὸν ἀριστεύειν μέλλοντα ὑπὲρ τε τῆς ἡμῶν βασιλείας καὶ τῆς φιλοχρίστου τῶν Ῥωμαίων πολιτείας ἐν τοῖς κατὰ πόλεμον ἔργοις-

Μετέφρασα τον όρο imperator άπό το χωρίο του Καίσαρα ως  «στρατηγός-αυτοκράτωρ» γιατί αυτή ήταν τότε η έννοια του όρου. Μετά τον Αύγουστο απέκτησε την σημασία «αυτοκράτωρ» που γνωρίζουμε σήμερα και την οποία οι ἑλληνίζοντες Ῥωμαῖοι, από ένα σημείο και μετά, άρχισαν να αποδίδουν ελληνιστί ως «βασιλεύς».

Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο ότι η «πολιτεία/res publica» και η «βασιλεία/imperium» είναι δύο διαφορετικά αντικείμενα δέουσας αφοσίωσης των Ρωμαίων, αρχαίων και μεσαιωνικών, λατινόφωνων και ελληνόφωνων.

Αν δεν έχετε ακόμα πειστεί γι΄αυτό παραθέτω έναν δίγλωσσο όρκο υπακοής προς τον Ιουστινιανό και την Θεοδώρα που περιέχεται στην Νεαρά 8 του Ιουστινιανού (imperio atque republica = [ὑπὲρ τῆς αὐτῶν] βασιλείας καὶ πολιτείας):

Λατινικά:

Iuro ego per deum omnipotentem et filium eius unigenitum dominum nostrum Iesum Christum et spiritum sanctum et sanctam gloriosam dei genitricem et semper virginem Mariam et quattuor evangelia, quae in manibus meis teneo, et sanctos archangelos Michael et Gabriel, puram conscientiam germanumque servitium me servaturum sacratissimis nostris dominis Iustiniano et Theodorae coniugi eius occasione traditae mihi ab eorum pietate administrationis; et omnem laborem ac sudorem cum favore sine dolo et sine arte quacumque suscipio in commissa mihi ab eis administratione de eorum imperio atque republica.

Ελληνικά:

Ὄμνυμι ἐγὼ τὸν θεὸν τὸν παντοκράτορα, καὶ τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν θεὸν ἡμών, καὶ τὸ ἅγιον πνεῦμα, καὶ τὴν ἁγίαν ἔνδοξον θεοτόκον καὶ ἀειπάρθενον Μαρίαν, καὶ τὰ τέσσαρα εὐαγγέλια, […] τοῖς θειοτάτοις καὶ εὐσεβεστάτοις ἡμῶν Ἰουστινιανῷ καὶ Θεοδώρᾳ, […] καὶ πάντα πόνον καὶ κάματον μετ΄εὐνοίας ἀδόλως καὶ δίχα τέχνης τινὸς ἀναδέξομαι ἐπὶ τῇ δοθείσῃ μοι παρ΄αὐτῶν αῤχῇ ὑπὲρ τῆς αὐτῶν βασιλείας καὶ πολιτείας.

Ο Ιορδάνης γράφει για τον στρατηγό Βιταλιανό από τη Μικρά Σκυθία πως αποστάτησε κατά του αυτοκράτορα Αναστασίου επειδή non rei publicae sed regi infestusήταν δυσμενής προς τον βασιλέα και όχι προς την πολιτεία»).

[Romana, 357] Sed et quod plus fuit dolendum, contra ultimum suum famulum Vitalianum de Scythia per sex annos civile bellum extraxit.  Is siquidem Vitalianus cum LX milibus armatorum tertio pæne < die congregatis >, non Rei Publicæ sed regi infestus, accedens, multa suburbana regiæ urbis prædis spoliisque attrivit.

But what was more to be regretted was the fact that for six years he protracted a civil war against his own servant, Vitalianus of Scythia.  Indeed, this Vitalianus, approaching with 60 thousand armed men mobilized within almost three days, hostile not to the Republic but to the emperor, desolated many suburban districts of the royal city by plunder and pillage.

Υπάρχει ένα ενδιαφέρον χωρίο από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευάγριου Σχολαστικού ([6.12-3]), όπου η αφοσίωση προς το «πολίτευμα» (= πολιτεία/res publica), δηλαδή ο ρωμαϊκός πατριωτισμός, είναι το τελευταίο χαρτί που παίζει ο πατριάρχης Αντιοχείας Γρηγόριος (του οποίου γραμματέας ήταν ο Ευάγριος) στην προσπάθειά του να ηρεμήσει τα εξεγερμένα Ρωμαϊκά στρατεύματα στο ανατολικό μέτωπο, όταν τα χαρτιά της αφοσίωσης προς τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο και τον στρατηγό τους Φιλιππικό και η χριστιανική τους ταυτότητα είχαν αποτύχει.

Η εξέγερση συνέβη το 588 κατά τον εικοσαετή πόλεμο με τους Πέρσες, όταν ο Φιλιππικός ανακοίνωσε στους στρατιώτες την απόφαση του Μαυρίκιου να μειώσει κατά 33% τους στρατιωτικούς μισθούς. Δυσαρεστημένοι οι στρατιώτες από τα νέα, έγιναν απειθείς και άρχισαν να βρίζουν τον Μαυρίκιο και τον Φιλιππικό. Ο τελευταίος, προσπαθώντας να τους εξευμενίσει, έφερε στο στρατόπεδο το «αχειροποίητο» μανδύλιον της Εδέσσης, ελπίζοντας ότι το ιερό αντικείμενο θα ηρεμούσε τον θυμό των στρατιωτών «αἰδοῖ τοῦ σεβάσματος» (= λόγω σεβασμού/αιδούς προς την θρησκεία), όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Σιμοκάττης:

[3.1.11] τῷ μὲν οὖν Εἰλιφρέδᾳ τὸ θεανδρικὸν ἴνδαλμα παραγυμνώσας ἐδίδου (ἀχειροποίητον δὲ τοῦτο Ῥωμαῖοι κατονομάζουσιν), περινοστεῖν προστάξας τὸ στράτευμα, ὅπως αἰδοῖ τοῦ σεβάσματος ταπεινωθείη μὲν ὁ θυμός, τὰ δὲ τῆς ἀκοσμίας πρὸς τὸ σῶφρον τὴν μεταβολὴν ἀπενέγκοιτο.

Οι στρατιώτες, όχι μόνο δεν ηρέμησαν, αλλά άρχισαν να πετάνε πέτρες προς το αχειροποίητο, ενώ μερικοί από αυτούς έσπασαν τους ανδριάντες του Μαυρίκιου. Ο Φιλιππικός αναγκάστηκε να φύγει από το στρατόπεδο και η ακοσμία εξελίχθηκε σε γενικευμένη ανταρσία, κατά την οποία οι Ρωμαίοι στρατιώτες άρχισαν να λεηλατούν την παραμεθόριο ρωμαϊκή χώρα. Τότε οι Πέρσες εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και εισέβαλαν στα Ρωμαϊκά εδάφη, με αποτέλεσμα η ρωμαϊκή παραμεθόριος να λεηλατείται από δύο στρατούς, έναν «οικείον» και έναν «πολέμιον», όπως γράφει πάντα ο Σιμοκάττης. Για κάποιο λόγο που δεν έχω καταφέρει να βρω, οι αποστατημένοι Ρωμαίοι στρατιώτες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν την περσική εισβολή και «ἀστρατήγητοι» (δίχως τον στρατηλάτη Φιλιππικό) έκαναν μια Σκιπιώνειο αντεισβολή στην Περσία, η οποία ανάγκασε τους Πέρσες να εγκαταλείψουν την δική τους εισβολή και να γυρίσουν στα περσικά εδάφη για να αντιμετωπίσουν το Ρωμαϊκό στράτευμα. Εκεί ακολούθησε μια μάχη στην οποία οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Πέρσες «ἀστρατήγητοι» και επέστρεψαν στο στρατόπεδό τους κάπως εξευμενισμένοι από τα λάφυρα που είχαν συλλέξει.

Τότε ο Φιλιππικός ζήτησε από τον πατριάρχη Αντιοχείας Γρηγόριο να μιλήσει στους στρατιώτες, ώστε να τους ξανακάνει πειθήνιους στην Ρωμαϊκή αρχή.

Ο Γρηγόριος ξεκινάει το λόγο του αποκαλώντας τους στρατιώτες «ὦ ἄνδρες Ῥωμαῖοι τὴν προσηγορίαν καὶ τὰ πράγματα» («άνδρες που είστε Ρωμαίοι σε όνομα και πράξεις») και τους συνεχάρη που παρά την δυσμένειά τους προς τους στρατηγούς τους, έκριναν πως το καθήκον τους προς το «πολίτευμα» (πολιτεία, res publica) ήταν σημaντικότερο («δεδείχατε γὰρ ὡς εἰ καὶ πρὸς τοὺς στρατηγήσαντας ὑμῶν τὴν λύπην ἐκληρώσασθε, οὐδὲν ὑμῖν τοῦ πολιτεύματος προυργιαίτερον»), διδάσκοντας στους Πέρσες με τη νίκη που πέτυχαν αστρατήγητοι τι θα πει ρωμαϊκή ανδρεία. Ο Γρηγόριος συνεχίζει λέγοντας πως με τη νίκη που πέτυχαν αστρατήγητοι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες έδειξαν πως είχαν κληρονομήσει την ανδρεία των Ρωμαίων προγόνων τους («πατέρες», «οἱ ὑμᾶς φύσαντες» = «αυτοί που σας γέννησαν») οι οποίοι, υπό την ηγεσία των υπάτων και των παλαιότερων αυτοκρατόρων, «πειθοῖ καὶ ἀνδρείᾳ τὸ οἰκούμενον ἅπαν προσεκτήσαντο» (με ευπείθεια και ανδρεία κατέκτησαν όλη την οικουμένη) και τους ζητάει στη συνέχεια να δείξουν πως είχαν κληρονομήσει και την «ευηκοΐα» (πειθαρχία/ευπείθεια) των προγόνων τους, «ώστε να φανεί πως είμαστε γνήσιοι και όχι «νενοθευμένοι παίδες» των Ρωμαίων πατέρων μας». Στη συνέχεια, παραθέτει το παράδειγμα ευπείθειας του ενδόξου προγόνου Τίτου Μαλλίου Τορκουάτου, ο οποίος στεφάνωσε ως νικητή και μετά εκτέλεσε για ανυπακοή τον ίδιο του τον γιο Μάλλιος Τουρκουᾶτος τὸν παῖδα στεφανώσας ἀνεῖλεν, ἀνδρισάμενον μὲν, ἀπειθήσαντα δὲ»). Ο Μάνλιος/Μάλλιος είχε δώσει διαταγή οι Ρωμαίοι στρατιώτες να μην παρασυρθούν σε μονομαχίες τις οποίες ζητούσαν οι Λατίνοι εχθροί τους και ο γιος του, μην αντέχοντας τις προσβολές και προκλήσεις, αγνόησε την διαταγή του πατέρα του και μονομάχησε με έναν αντίπαλο τον οποίο και νίκησε. Τότε ο Μάνλιος/Μάλλιος στεφάνωσε τον γιο του ως νικητή της μονομαχίας και αμέσως μετά, ως διοικητής του, τον εκτέλεσε για την απείθειά του (dura lex, sed lex).

Ο Λίβιος περιγράφει την απόφαση του υπάτου Τίτου Μανλίου να εκτελέσει τον απειθή ομώνυμο γιο του στο [8.7.14-20]. Ο ύπατος είπε στο γιο του πως η πράξη του υπονόμευσε την disciplinam militarem” (στρατιωτική πειθαρχία) στην οποία στηριζόταν η Romana Res.

[8.7.15-6] et quantum in te fuit, disciplinam militarem, qua stetit ad hanc diem Romana res, solvisti

Ο Λίβιος προσθέτει πως οι φρικαλέες Μαλλιανές διαταγές (τα horrenda Manliana imperia) έμειναν παροιμιώδεις της αυστηρής πειθαρχίας του ρωμαϊκού στρατού.

[8.7.22] Manlianaque imperia non in praesentia modo horrenda sed exempli etiam tristis in posterum essent.

Στην δεύτερη παράγραφο της ενότητας 12, ο Γρηγόριος ξαναχρησιμοποιεί το κικερώνειο κριτήριο της συνεισφοράς στην κοινωφελία (utilitatis communio και τα «συντελεῖν πρὸς τὴν τῶν κοινῶν χρείαν» και «συντελεῖν ἐπὶ λυσιτελείᾳ τῆς πολιτείας» του Συριανού) και λέει στους στρατιώτες πως μόλις ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος πληροφορήθηκε την ανδρεία και την «εύνοια» προς την πολιτεία (φιλοπατρία) που επέδειξαν οι στρατιώτες , αμέσως προσφέρθηκε να τους δώσει αμνηστία για την ανταρσία τους («Βασιλεὺς ὑμᾶς προσκαλεῖται, πάντων τῶν ἡγησαμένων ἀμνηστίαν κατεπαγγελλόμενος, τὴν ἐς τὴν πολιτείαν ὑμῶν εὔνοιαν καὶ τὴν παρὰ τὸν πόλεμον ἀνδρείαν ἐς ἱκετηρίαν καὶ θαλλοὺς δεξάμενος»). Παρακάτω, ο Γρηγόριος ζητάει από τους στρατιώτες «δόντες οὖν δεξιὰς καὶ ἑαυτοῖς καὶ τὸ πολιτεύματι τὸ συνοῖσον σκοπήσομεν» («δώστε τόπο στην οργή και ας διαβουλευτούμε τι συμφέρει σε εμάς και στην πολιτεία»).

evagrius

Μετά από αυτήν την μακρά παρέκβαση, επιστρέφω στο υπόλοιπο της εισαγωγής του Συριανού για την πολιτεία.

syrianos1

syrianos3

Στο δεύτερο κεφάλαιο της εισαγωγής που φέρει τον τίτλο «τίνων χάριν ἐπενοήθησαν τὰ τῆς πολιτείας μέρη» ο Συριανός εξηγεί την λειτουργία (συνεισφοράτου κάθε μέρους στην πολιτεία.

Το «ιερατικόν» μέρος:

[γρ. 3] Ἐπενοήθη μὲν τὸ μὲν ἱερατικὸν διὰ τὴν τοῦ Θεοῦ θεραπείαν, τῆς πρῶτης γενικώτατης ἀρχῆς, […]

Το «νομικόν» μέρος:

[γρ. 6-13] Τὸ δὲ νομικὸν διὰ τὸ δίκαιον, μάλιστα δὲ διὰ τὰς στάσεις . Στάσις δὲ ἐστὶ πλῆθους ὁμοφύλων κατὰ γνώμιν διάστασις μικραῖς ἀφορμαῖς ὡς τὰ πολλὰ μέχρι φόνων ὁδεύουσα. […] Ἐπεὶ δὲ παντελῆ τοῦ γένους ἀναίρεσιν ἠπείλει τὸ πρᾶγμα, διὰ ταῦτα ἐπενοήθησαν νόμοι καὶ δικασταί, ἵν ὑπὸ τούτων τὰ πλήθη κρινόμενα αὐτοὶ πρὸς ἀλλήλους εἰρήνην ἄγοιεν.

Εδώ, λοιπόν, ο Συριανός έρχεται στο Κικερώνειο κριτήριο συναρμογής iuris consensu των μελών της πολιτείας και στο «κατὰ Ῥωμαίων νόμους ζῆν» του Ζωσίμου. Η λειτουργία του νομικού μέρους είναι η δικαιοσύνη («διὰ τὸ δίκαιον») και, ειδικότερα, η αποφυγή και επίλυση των στάσεων. Ο Συριανός ορίζει την «στάσιν» ως την «πλῆθους ὁμοφύλων κατὰ γνώμιν διάστασιν» και προσθέτει παρακάτω πως, επειδή η στάσις μπορεί δυνάμει να προκαλέσει την παντελή αναίρεση του γένους, γι΄αυτό το λόγο επινοήθηκαν οι νόμοι και οι δικαστές.

Έχει ενδιάφερον ότι οι φαινομενικά «εθνοτικοί» όροι «ὁμόφυλον πλῆθος» και «γένος», εδώ προσδιορίζουν τον populus sociatus (= πολιτικά συνηρμοσμένο πλήθος) του Κικέρωνα. Ο μεν Κικέρων γράφει ότι για να διαθέτει res publica ο populus sociatus πρέπει να υπάρχει iuris consensus (και, φυσικά, η utilitatis communio που περιέγραψα παραπάνω), ο δε Συριανός γράφει πως το «νομικόν μέρος» εξασφαλίζει την συνοχή του «ὁμοφύλου πλήθους»/«γένους», αποτρέποντας και επιλύοντας τις «στάσεις» (διαφωνίες) που μπορεί να προκαλέσουν την «παντελῆ τοῦ γένους ἀναίρεσιν».

Έχω υπογραμμίσει και τις λειτουργίες των άλλων μερών τις οποίες μπορείτε να διαβάσετε και μόνοι σας. Εγώ εδώ απλά θα επιστήσω την προσοχή σας σε αυτό που υπογράμμισα στην τελευταία παράγραφο του Συριανού, όπου περιγράφει και το «θεατρικὸν καὶ θυμελικὸν μέρος», που είναι η show biz της εποχής και έχει ως λειτουργία την διοργάνωση τελετών (γενέθλια και αναρρήσεις βασιλέων, εγκαίνια πόλεων, θρίαμβοι κλπ). Η Άννα Κομνηνή αναφέρεται σ΄αυτό το μέρος της πολιτείας, όταν γράφει ότι ο Αλέξιος παρέδωσε στους «σκηνικούς» (σκηνοθέτες) την σπείρα του Μιχαήλ Ανεμά (είχαν συλληφθεί ως συνωμότες με την κατηγορία ότι σκόπευαν να δολοφονήσουν τον Αλέξιο), ώστε να διοργανώσουν την διαπόμπευσή τους.

Σε αυτό το «θεατρικὸν και θυμελικὸν» μέρος ανήκαν και οι κράχτες του ιπποδρόμου, οι οποίοι ρύθμιζαν τις απαντήσεις που έπρεπε να δώσει συλλογικά το πλήθος. Όταν λ.χ. οι θεατές πρωτοέβλεπαν το βασιλικό ζεύγος στον ιππόδρομο, σύμφωνα με τον Πορφυρογέννητο, συνέβαινε ο εξής διάλογος μεταξύ κρακτών και «πολιτείας» = πλήθους:

[Περί της βασιλείου τάξεως, 2.124] Καὶ πάλιν λέγουσιν οἱ κράκται: «Πόσην χαρὰν ἔχει ἡ πολιτεία ὅτι βλέπει τοὺς ἰδίους δεσπότας;»

Φθογγεὶ καὶ ὁ λαὸς ἐκ γ΄ (τρεις φορές): «Πολλὴν χαρὰν ἔχει ἡ πολιτεία

Και απευθυνόμενοι προς το βασιλικό ζεύγος, οι κράκτες και ο λαός συνεχίζουν:

Οἱ κράκται: «Ὑμεῖς ὑπάρχετε ἡ χαρὰ τῶν Ῥωμαίων.»

Ὁ λαὸς ἐκ γ΄: «Ἅγιε.»

Οἱ κράκται: «Ὑμεῖς ὑπάρχετε ὁ πόθος τῶν Ῥωμαίων.»

Ὁ λαὸς ἐκ γ΄: «Ἅγιε.»

9 Comments

Filed under Αρχαιότητα, Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

9 responses to “Η βυζαντινή αντίληψη περί πολιτείας

  1. Ρωμηός=Έλληνας=Γραικός Όλα δικά μας είναι.

    Και ο Θεμίστιος για την πολιτική του Θεοδοσίου :

    «Δεν πρέπει να δυσανασχετεί κανείς» γράφει ό ρήτορας καί πολιτικός Θεμίστιος τό 383, «επειδή δέν εξολοθρεύτηκαν πρόρριζα οί Γότθοι. Γιατί τό λογικό καί ή φιλανθρωπία επιβάλλουν ώστε οί νίκες να μήν καταστρέφουν, άλλά νά βελτιώνουν τούς εχθρούς. Τί τάχα, θα ήταν καλύτερο να γεμίσουμε την Θράκη με νεκρούς και όχι με γεωργούς ; να την παρουσιάσουμε γεμάτη από τάφους και όχι από ζωντανούς ανθρώπους ; να τη βλέπουμε γη χέρσα και άγρια και όχι καλλιεργμένη ; να μετράμε πτώματα και όχι αγρότες καλλιεργητές ; Όσοι έρχονται από τις περιοχές αυτές μου λέγουν ότι οι Γότθοι (Σκύθες) χρησιμοποιούν τώρα το μέταλλο από τα ξίφη τους και τους θωρακές τους για να φτιάξουν δικέλλες και δρεπάνια, κι ότι έχοντας πει αντίο στον πολεμόχαρο Άρη, λατρεύουν τώρα την Δήμητρα και τον Διόνυσο.»
    (Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό Κράτος).

    ================================================================

    Για κάποιο λόγο που δεν έχω καταφέρει να βρω, οι αποστατημένοι Ρωμαίοι στρατιώτες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν την περσική εισβολή …

    Δεν ήθελαν ανταγωνιστές στις λεηλασίες τους ! 🙂 🙂

    • Δεν ήθελαν ανταγωνιστές στις λεηλασίες τους !

      Καλώς τον Ριβαλδίνιο!

      Μπορεί. Μια άλλη πιθανότητα είναι κάποιος να είπε «αφού λεηλατούμε και λεηλατούμε, δεν το κάνουμε στην Περσία να βγούμε και ήρωες;» 🙂 🙂

  2. Κουκόηλ'ς

    Πόσο εκτεταμένη ήταν η εγκατάσταση των Γότθων στα Βαλκάνια; Τοπωνύμια άφησαν;

    • Καλώς τον Κουκόλια.

      Οι αριθμοί των Γότθων στα Βαλκάνια ήταν πολύ μικρότεροι ως προς τον σλαβικό εποικισμό.

      Όλοι κι όλοι πρέπει να ήταν γύρω στους 20.000 πολεμιστές μαζί με τις οικογένειές τους. Οι μισοί από αυτούς ήταν οι 10.000 «Θράκες Γότθοι» του Θεοδώριχου Στράβωνα, που ήταν ο προσωπικός στρατός του Άσπαρ του Αλάνού. Οι Ρωμαίοι για να τους αντιμετωπίσουν χρησιμοποίησαν μια άλλη πάνω κάτω ισάριθμη ομάδα Γότθων (του Θεοδώριχου του Αμαλού), αλλά το 484 οι δύο ομάδες τα βρήκαν, ενώθηκαν και το 488 ακολούθησαν τον Θεοδώριχο τον Αμαλό στην Ιταλία.

      Επομένως, πρέπει να ήταν 20.000Χ4-5 = 80.000-100.000 άτομα (πολεμιστές μαζί με τις οικογένειές τους).

      Τοπωνύμια άφησαν λίγα στα βόρεια Βαλκάνια. λ.χ. «Τουλκόβουργο» (γοτθ. Tulgus Burgs = «Εχυρό Φρούριο»).

      Στο «Περὶ Κτισμάτων» του Προκόπιου υπάρχουν 5-6 γοτθικά τοπωνύμια στα βόρεια βαλκάνια.

      Στην Ιταλία όπου κατέληξαν οι περισσότεροι, σύμφωνα με τον Walter Pohl, ήταν λιγότεροι από το 1% του συνολικού πληθυσμού αλλά, φυσικά, αποτελούσαν τη στρατιωτική αριστοκρατία.

      http://imgur.com/a/Pd8Et

      • Κουκόηλ'ς

        Άρα όταν μιλάμε για “εκγερμανισμό” του Ρωμαϊκού στρατού τον 4ο αιώνα, δεν εννοούμε ότι οι περισσότεροι στρατιώτες των Ρωμαίων ήταν Γερμανοί, αλλά ότι οι περισσότεροι αξιωματικοί ήταν. Μιλάμε όμως και για Δυτικό και για Ανατολικό (Βυζαντινό) στρατό, σωστά;

      • Ο στρατός είναι άλλο πράγμα. Εδώ γύρω στο 400, τουλάχιστον οι μισοί στρατιωτες ήταν γερμανοί. Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία λ.χ. γύρω στο 450, ουσιαστικά δεν είχε άλλο στρατό πέρα από τους 20.000 Γότθους. Όταν η Κων/πολη ξεκίνησε να φτιάχνει έναν μη γερμανικό στρατό, οι μόνοι διαθέσιμοι προς στρατολόγηση εμπειροπόλεμοι ήταν οι ανυπότακτοι Ίσαυροι (ληστρικό και ορεσίβιο ανυπότακτο φύλο, το οποίο η Ρωμαϊκή αρχή πολεμούσε μέχρι και τα τέλη του 5ου αιώνα).

        Ο εν τέλει αυτοκράτορας Ζήνων (Ταράσις γιος του Κούδεως από τη Ρουσομβλάδα) αναρριχήθηκε στα ανώτερα κλιμάκια ως στρατηγός αυτών των Ισαύρων.

        Στην δυτική αυτοκρατορία οι γερμανοί Ρικίμερος και Αρβογάστης έφτασαν να ελέγχουν ποιος θα γίνει αυτοκράτορας, επειδή έλεγχαν τα γερμανικά στρατεύματα που αποτελούσαν τον στρατό της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

        Όταν οι στρατοί της δυτικής και ανατολικής αυτοκρατορίας συγκρούστηκαν στη μάχη του Φρίγιδου ποταμού το 394, οι εκτιμήσεις των αριθμών είναι περίπου 40.000 στρατιώτες σε κάθε παράταξη, εκ των οι μισοί ήταν γερμανοί φοιδεράτοι.

  3. Για σου Γιάννη.

    Ρωτάς αν το βιβλίο του Καλδέλλη “The Byzantine Republic” αναφέρει κάτι για τους αρχαίους Έλληνες;

    Αν ρωτάς αυτό, οι αρχαίοι Έλληνες δεν ανήκουν στην θεματική της Βυζαντινολογίας. Ωστόσο, ο Καλδέλλης αναφέρεται συνοπτικά στα Ελληνιστικά βασίλεια, για να αποδομήσει μια κοτσάνα που ισχυρίστηκαν κάποιοι ότι ο «Βυζαντινος αυτοκράτορας» ήταν ο «διάδοχος» των ελληνιστικών βασιλέων.

    Επομένως, ο Καλδέλλης εξηγεί όλες τις διαφορές μεταξύ των δύο, ακριβώς για να δείξει ότι οι δύο βασιλείες δεν είχαν καμία απολύτως σχέση μεταξύ τους και ότι ο βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν ο βασιλεύς ΡΩΜΑΙΩΝ, ο οποίος χρησιμοποιούσε την ίδια εικόνα που χρησιμοποιούσαν και οι αρχαίοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες, που παρουσίαζαν τους εαυτούς τους ως κηδεμόνες/οικονόμους/επιστάτες της res publica Romana, έννοια παντελώς άγνωστη στους ελληνιστικούς βασιλείς, οι οποίοι ούτε εξουσίαζαν ένα πολιτικά συνηρμοσμένο πλήθος (populus sociatus), ούτε είχαν κάποια αντίληψη περί Κικερώνειας πολιτείας = res publica, ούτε έδειξαν ποτέ την παραμικρή τάση να αποφασίσουν (ή να φανεί πως αποφασίζουν) με γνώμονα την «ωφέλεια», «λυσιτέλεια» και «όνηση» των «Κοινών Πραγμάτων» = της Πολιτείας.

    • Μανούσος

      Ωστόσο σε επίπεδο συμβόλων (αετός) αλλά και η ίδια η έννοια του αυτοκράτορα, ως θεού/ελέω θεού, είναι σαφώς ελληνιστική (και ως προς το τελευταίο ειδικά ιρανική). Κατά τα άλλα τα ελληνιστικά κράτη είχαν έτσι κι αλλιώς μια τεράστια ποικιλομορφία νομικών καθεστώτων ιδίως για πόλεις ελληνικές ή “ελληνικές”, που στο βάθος απηχούσαν περισσότερο τον θεσμό της πόλης κράτους υπό την ηγεμονία του Βασιλιά (στο πρότυπο του Φιλίππου του Β μάλλον παρά του Αλεξάνδρου), δηλ. μια χαλαρή Συμπολιτεία.
      Ενδιαφέρον πάντως είναι ότι ο ρωμαϊκός στρατός σε κάποια θέματα επαναπροσεγγίζει ελληνιστικά και ειδικότερα, σελευκιδικά πρότυπα, τόσο στην οργάνωση όσο και στον οπλισμό.
      Επί πλέον αξίζει να ρίξει κανείς μία ματιά στο Decline and Fall of the Sassanian Empire της Παρβανέ Πουρσαριατί [Parvaneh Pourshariati], όπου δίνει μία τελείως νέα οπτική της πολιτειακής δομής του Σασανιδικού Κράτους.
      Καλές γιορτές με υγεία και ευδοκίμηση!

      • Χρόνια πολλά και καλές γιορτές και σε σένα Μανούσο και σε όλον τον κόσμο!

        Ο βυζαντινός αετός ήταν συνέχεια του ρωμαϊκού αετού (όποια κι αν ήταν η καταγωγή του δευτέρου).

        Τώρα για τις τεράστιες διαφορές μεταξύ της ρωμαϊκής (αρχαίας και βυζαντινής) και ελληνιστικής βασιλείας, στην πρώτη ευκαιρία θα παραθέσω τις σελίδες του Καλδέλλη για να τις συζητήσουμε.

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.