Tag Archives: Σκύθης

Η διαμόρφωση του Ρουμ μιλλέτ κατά τον 18ο αιώνα #1

Το θέμα της σημερινής ανάρτησης και της επόμενης είναι η εξακρίβωση της χρονολογίας ιδρύσεως του Ρουμ μιλλέτ, δηλαδή της θρησκευτικής κοινότητας των Ορθόδοξων υπηκόων του Σουλτάνου. Το θέμα έχει ενδιαφέρον γιατί σχετίζεται με την διπλή σημασία (εθνοτική/θρησκευτική) του όρου «Ρωμαίος/Ρωμιός/Ρουμ» κατά την ύστερη Τουρκοκρατία. Continue reading

41 Comments

Filed under Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας

Η Ιστορία του Λέοντος του Διακόνου #3: εθνολογικά

Η σημερινή ανάρτηση θα συνεχίσει το εθνολογικό θέμα της προηγούμενης ανάρτησης. Αφού έδειξα την γενική -και τυπική «βυζαντινή»- διάκριση του κόσμου σε Ρωμαίους και βάρβαρους/Σκύθες, θα περάσω τώρα σε μερικά πιο ειδικά θέματα.

Εθνοτικές ομάδες της Ρωμαϊκής επικράτειας

Ο Λέων είναι ίσως ο πρώτος βυζαντινός ιστορικός που κάνει χρήση της εθνοτικής/εθνικής Ρωμαϊκής ταυτότητας. Ο Ρωμαϊκός στρατός ή, κατά τον Λέοντα, η «Ρωμαϊκή αιχμή», δεν αποτελείται μόνο από Ρωμαίους, αλλά και από Αρμένιους.

Κατά την κρητική εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά ο Λέων περιγράφει μία αιφνιδιαστική επίθεση στην οποία η «Ρωμαϊκή αιχμή» κατέσφαξε 40.000 βάρβαρους (Άραβες Κρήτες, σίγουρα υπερβολικός/«φουσκωμένος» ο αριθμός). Στην συνέχεια ο Φωκάς διέταξε τους άνδρες του να κόψουν τα κεφάλια τα νεκρών βαρβάρων και να τα καρφώσουν στα δόρατά τους, λέγοντας πως θα πλήρωνε ένα αργύριον για κάθε κομμένο κεφάλι. Σκοπός του μαζικού αυτού αποκεφαλισμού ήταν να δείξουν στους Άραβες που ακόμα κρατούσαν τον ευερκή Χάνδακα τα κεφάλια των «συγγενών και ομοεθνών τους», για να τους προκαλέσουν φρίκη και να ρίξουν το ηθικό τους κατά την πολιορκία. Τότε ο Λέων προσθέτει πως «τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος» (δηλαδή τα Αρμενικά στρατεύματα) έδειξε την μεγαλύτερη προθυμία σε αυτό το έργο.

[1.7] ἀκονιτὶ οὖν ἐν μικρᾷ χρόνου ῥοπῇ τὸ τῶν τεττάρων μυριάδων τῶν βαρβάρων ἡβηδὸν παραπώλετο πλῆθος, ἔργον γεγονὸς αἰχμῆς Ῥωμαϊκῆς. Ἀλλὰ τῷ τοιούτῳ καινῷ τροπαίῳ ἕτερον ὁ στρατηγὸς ἐξήρτυε τρόπαιον. Τοῦ γὰρ πεσόντος πλήθους τὰς κάρας ἐκτεμεῖν διωρίσατο, καὶ ταύτας ταῖς πήραις ἐνθέντας μετακομίσαι πρὸς τὸ στρατόπεδον. Μισθὸν δὲ τῷ κάραν κομίζοντι δίδοσθαι διεβεβαιοῦτο ἀργύριον. Τοῦτο τὸ δόγμα ἀσμένως δεξάμενος ὁ στρατός, καὶ μάλιστα τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος, τὰ βαρβαρικά ἐναπέτεμε κάρηνα καὶ ταῖς πήραις ἀπέθεντο.

[1.8] τοὺς δὲ Κρῆτας, τὴν επίστιχον τῶν δοράτων τάξιν καὶ τὰς ἐπ΄αὐτῶν ἐμπεπαρμένας κὰρας ἀθρήσαντας, τὰς δὲ κατὰ τὸ ἄστυ ἐκσφενδονωμένας καὶ ταῖς ἐπάλξεσι προσαρασσομένας τοῦ ἄστεος, καὶ ταύτας τῶν ὁμοεθνῶν καὶ συγγενῶν εἶναι ἀκριβῶς ἐπιφρασαμένους, φρίκη μὲν ἐκ τοῦ εὐθέος καὶ ἀλλοίωσις ᾕρει φρενῶν,

Σε αυτό το χωρίο, ο Ρωμαϊκός στρατός/η Ρωμαϊκή αιχμή διαιρείται σε Αρμένιους και λοιπούς που δεν κατονομάζονται.

Ότι η πλειοψηφία των «λοιπών» είναι εθνοτικοί Ρωμαίοι φαίνεται από ένα άλλο χωρίο λίγο παρακάτω. Όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση της Κρήτης, ο Φωκάς εγκατέστησε στη νήσο “charter groups” (μειονότητες με κοινωνική επιρροή) για να επιταχύνει τον επανεκρωμαϊσμό της Κρήτης. Τότε ανέλαβε δράση στη μεγαλόνησο και ο «Νίκων ο μετανοείτε» που προσηλύτισε πολλούς μουσουλμάνους στον Χριστιανισμό. Ο Λέων ονομάζει αυτά τα charter groups «φατρίες Αρμενίων, Ρωμαίων και σύγκλυδων ανδρών».

[2.8] καὶ τὴν νῆσον ἐξημερώσας ἅπασαν, Ἀρμενίων τε καὶ Ῥωμαίων καὶ συγκλύδων ἀνδρῶν φατρίας ἐνοικισάμενος, καὶ πυρφόρους τριήρεις ἐς φυλακὴν ταύτης καταλιπὼν, αὐτὸς τὴν λείαν καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἀνειληφώς, ἀνέπλει πρὸς τὸ Βυζάντιον.

Στο παραπάνω χωρίο, λοιπόν, οι φατρίες εποίκων διαιρούνται σε Αρμένιους, Ρωμαίους και σύγκλυδες άνδρες. Ο όρος «σύγκλυδες» κυριολεκτικά σημαίνει «ετερογενείς άνθρωποι που ξεβράστηκαν (κλύδων = κύμα, κλύζω) μαζί από το κύμα στην ίδια ακτή». Με άλλα λόγια, ο Λέων εδώ μας λέει ότι ο Φωκάς εγκατέστησε στην Κρήτη φατρίες «Ρωμαίων, Αρμενίων και πληθυσμούς ποικίλης άλλης καταγωγής». Είναι ξεκάθαρο ότι αυτές οι πληθυσμιακές κατηγορίες είναι εθνοτικές ομάδες (ethnic groups) και έτσι κατανοούν το χωρίο οι μεταφραστές Talbot & Sullivan αν και τους δυσκόλεψε λίγο η φράση «σύγκλυδες ἀνδρες». Ωστόσο, παραθέτουν την -ορθή κατά τη γνώμη μου- ερμηνεία του Τσουγκαράκη της φράσης ως «πληθυσμοί από ποικίλες άλλες εθνοτικές ομάδες ~ από διάφορες άλλες “φυλές”».

sunkludes

Ποιοι μπορεί να ήταν οι «σύγκλυδες άνδρες»; Εδώ μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε από την στιγμή που ο Λέων δεν μας εξηγεί, αλλά γνωρίζουμε ότι στην εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά το 961 υπήρχαν και Σκλαβησιανοί από το θέμα του Οψικίου (Σλάβοι από την Βουλγαρία που στα μέσα του 8ου αιώνα πήραν την άδεια των Βυζαντινών να εγκατασταθούν στην περιοχή του Οψικίου που ονομάστηκε «Σκλαβησία»). Στην αποτυχημένοι εκστρατεία ανάκτησης της Κρήτης του 911 συμμετείχαν και 5000 Μαρδαΐτες ναυτικοί.

sunkludes2

Αυτό που έχει σημασία σ΄αυτό το χωρίο του Λέοντα είναι πως ο όρος «Ρωμαίος» ΔΕΝ έχει «μόνον πολιτική σημασία» και πως «Ρωμαίος» ΔΕΝ είναι «απλά και μόνο ο χριστιανός υπήκοος του Βασιλέα των Ρωμαίων».

Ο Λέων μας παραθέτει δύο στοιχεία που διαφοροποιούν τους Αρμένιους από τους εθνικούς/εθνοτικούς Ρωμαίους: η Αρμενική τους γλώσσα και η ανατολική ακριτική περιοχή στην οποία κατοικούν.

Ο Λέων μας πληροφορεί ότι το επώνυμο Τσιμισκής προέρχεται από ένα πρόσρημα (παρατσούκλι) «τῆς Ἀρμενίων διαλέκτου» και «εἰς τὴν Ἑλλάδα μεθερμηνευόμενον» σημαίνει «Μουζακίτσης». Ωστόσο, ο Λέων -μάλλον- κάνει λάθος και κατανοεί το «μουζακίτσης» ως «κοντός» (βραχύτατος γὰρ τὴν ἡλικίαν τελῶν), ενώ είναι πιθανότερο ο όρος να σχετίζεται με τα «μουζάκια» (= σανδάλια που φορούσαν οι λιγότερο εύποροι στρατιώτες, λ.χ. caligae > Caligula).

[5.9] καὶ περὶ τῶν τῷ Ἰωάννῃ πραχθέντων, ὃς κατ΄ἐπίκλησιν Τζιμισκῆς ἐκαλεῖτο. Τοῦτο δὲ τὸ τῆς Ἀρμενίων διαλέκτου πρόσρημα ὂν, εἰς τὴν Ἑλλάδα μεθερμηνευόμενον μουζακίτζην δηλοῖ. Βραχύτατος γὰρ τὴν ἡλικίαν τελῶν ἐπωνυμίων ταύτην ἐκτήσατο,

Εδώ η «Ἑλλάς γλῶσσα» (= Ελληνική, ορισμός Ι.8 και ΙΙ) είναι η δημώδης Ελληνική και όχι η αρχαΐζουσα/αττικίζουσα Ελληνική των λογίων, στην οποία ο «αγροικικός, χυδαίος» όρος «μουζακίτσης» δεν είχε καμία θέση. Αυτήν την δημώδη Ελληνική γλώσσα ο Λέοντας αλλού την ονομάζει «κοινή διάλεκτο» και γράφει πως αυτοί που μιλάνε αυτήν την «ἰδιώτιδα/χυδαία» γλώσσα διακατέχονται από «ἀγροικική ἱδιωτεία».

[4.6] ἐς τοὺς Ταυροσκύθας ἐξέπεμψεν, οὓς ἡ κοινὴ διάλεκτος Ῥῶς εἴωθεν ὀνομάζειν,

[7.6] Ὠηλέοντα, πρὸς δὲ τῆς ἀγροικικῆς ἰδιωτείας κεκλῆσθαι Γωλέοντα.

Επομένως, οι Αρμένιοι μιλάνε την «τῶν Ἀρμενίων διάλεκτον» (Αρμενική γλώσσα) και οι εθνοτικοί/εθνικοί Ρωμαίοι μιλάνε την δημώδη «Ἑλλάδα» γλώσσα.

Το άλλο στοιχείο που μας παραθέτει ο Λέων γι΄αυτούς τους Αρμένιους είναι ότι η περιοχή τους βρίσκεται ανατολικά της Λάπαρας/Λυκάνδου. Για το πεδίο της Λάπαρας (κοντά στο φρούριο Λύκανδος) όπου ο αποστάτης Βάρδας Σκληρός νίκησε τα νομιμόφρονα στρατεύματα που στάλθηκαν εναντίον του, ο Λέων γράφει πως βρισκόταν πάνω στο «μεθόριον» των χώρας των Αρμενίων.

[10.7] Βάρδας Μάγιστρος, ὁ κατ΄ἐπωνυμίαν Σκληρός, […] ὅτε κατὰ τὴν Λάπαραν τὸ πεδίονμεθόριον δὲ τοῦτο τῆς χώρας τῶν Ἀρμενίων– ἡ μάχη συνεκροτεῖτο,

Αυτή η «χώρα των Αρμενίων» ήταν χονδρικά η αραβο-βυζαντινή παραμεθόριος ανατολικά από την οροσειρά του Αντίταυρου. Το μικρό αρμενικό θέμα της Λυκάνδου, ειδικότερα, δημιουργήθηκε λίγο πριν το 910, όταν ο Αρμένιος Μελίας/Mleh (Mleh-mec = Μλέχ ο Μέγας αρμενιστί) εγκατέστησε πολλούς Αρμένιους στην περιοχή αναλαμβάνοντας την υπεράσπισή της.

Lapara

Ο Άραβας γεωγράφος Al-Muqaddasi γύρω στο 985 έγραψε ότι το όρος Αμανός μεταξύ της Αντιόχειας και του κόλπου της Αλεξανδρέττας κατοικούνταν αποκλειστικά από Αρμένιους. Εκεί αργότερα θα προκύψει το βασίλειο της Κιλικιακής Αρμενίας.

Byz-Arm-expansion-10th

Ο Ιωάννης Τσιμισκής είχε αρμενική καταγωγή από τον πατέρα του που ανήκε στην «λαμπρότατη» στρατιωτική φάρα των Κουρκούων. Η μητέρα του ήταν αδελφή του Νικηφόρου Φωκά. Η εκ πατρός πατρίδα του Τσιμισκή ήταν το θέμα των Αρμενιακών στο οποίο και προσέφερε φοροαπαλλαγή όταν ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας.

[6.5] [Ἐκ] λαμπροτάτου γὰρ γένους ὁ Ἰωάννης κατήγετο, πρὸς μὲν πατρὸς εὐγενὴς τῶν ἀφ΄ἡλίου ἀνατολῶν, ἐκ δὲ μητρὸς ἀνεψιὸς Νικηφόρου τοῦ αὐτοκράτορος. […] φόρων τε ἀτέλειαν τῷ τῶν Ἀρμενιακῶν θέματι παρέσχεν. Ἐκεῖθεν γὰρ ὥρμητο.

Ο «ἐκ γένους προσήκων τῷ βασιλεῖ» Ιωάννης Κουρκούας ακολούθησε τον Τσιμισκή στην εκστρατεία για την εκδίωξη των Ρως από την «Μυσία» (Βουλγαρία) και, σύμφωνα με τον Λέοντα, έγινε «θυμοῦ βαρβαρικοῦ παρανάλωμα» (έπεσε από το άλογό του και κατασφάχτηκε από τους Σκύθες) λόγω Θείας Δίκης, επειδή είχε «κεραΐσει» (λεηλατήσει) πολλούς «σηκούς» (ναούς, κυριολεκτικά «μαντριά ποιμνίων») της Μυσίας.

[9.5] Ἰωάννης δὲ ὁ Κουρκούας καὶ Μάγιστρος, ἐκ γένους προσήκων τῷ βασιλεῖ, […] ἵππου ἐπιβὰς […] ἤλαυνε κατ΄αὐτῶν. […] Οἱ δὲ Σκύθαι, ἀριπρεπῆ πανοπλίαν ἰδόντες, […] δόξαντες αὐτὸν ἐκεῖνον εἶναι τὸν αὐτοκράτορα, ἀθρόως περιδραμόντες αὐτοῖς ὅπλοις τοῦτον τοῖς ξίφεσι καὶ πελέκεσι κατεμέλισαν ἀπηνῶς. […] Ἀλλὰ τοιαῦτα μὲν Ἰωάννης ὁ Μάγιστρος ἀπηνέγκατο τὰ ἐπίχειρα, ὧν εἰς τοὺς θείους πεπαρῳνήκει σηκοὺς, θυμοῦ βαρβαρικοῦ γεγονὼς παρανάλωμα. Λέγεται γὰρ πολλοὺς τῶν κατὰ Μυσίαν κεραΐσαι, καὶ τὰ τούτων ἔπιπλα καὶ σκεύη τὰ ἱερὰ εἰς ἰδιωτικὰ μετασκευάσαι κειμήλια.

Την περίοδο που ο Νικηφόρος Φωκάς ήταν στην Κωνσταντινούπολη με τα στρατεύματά του για να στεφθεί επίσημα αυοκράτορας, ο Λέων αναφέρει καβγάδες μεταξύ «Αρμενίων» και «Βυζαντίων/αστικών», ενώ άλλες πηγές αναφέρουν καβγάδες μεταξύ «Αρμενίων» και «πλωίμων» (ναυτών) στα λιμάνια της Κωνσταντινούπολης. Δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτές οι αναφορές σε «Αρμένιους» είναι για «τωόντι Αρμένιους» ή πρόκειται για κων/πολίτικο παρατσούκλι εν γένει για τα ανατολικά στρατεύματα του Φωκά (τα οποία σαφώς περιείχαν και τωόντι Αρμένιους, λ.χ. «τὸ τῶν Ἀρμενίων στῖφος» του στρατού στην Κρήτη που αναφέρθηκε παραπάνω).

[1.7] διαμάχη τις μεταξύ Βυζαντίων καὶ Ἀρμενίων συνέβαινεν, ὡς πολλοὺς πρὸς τῶν Ἀρμενίων τρωθῆναι τῶν ἀστικῶν. Ἄρτι δὲ πρὸς ἑσπέραν ἐπὶ τὰ ἀνάκτορα τοῦ βασιλέως ἐλαύνοντος, ὕβρεσι κἀκ τοῦ ἀναφανδὸν ἐχρῶντο Βυζάντιοι.

Armenians

Ένα άλλο ενδιαφέρον εθνολογικά πρόσωπο είναι ο Βασίλειος Λεκαπηνός ο Νόθος/Παρακοιμώμενος. Ήταν ευνούχος/εκτομίας, νόθος γιος του αυτοκράτορα Ρωμανού Λεκαπηνού και είχε «ἐπίμικτον τὸ γένος» επειδή ήταν «υἱὸς ἐκ Σκυθίδος» του Λεκαπηνού. Κατάφερε να παραμείνει στα παρασκήνια της βυζαντινής κυβέρνησης παρά την αλλαγή πέντε αυτοκρατόρων, ήταν ο κύριος συνομιλητής του Λιουτπράνδου της Κρεμόνας κατά την δεύτερη επίσκεψη του τελευταίου στην Κωνσταντινούπολη, μάλλον ήταν εμπλεγμένος στην δηλητηρίαση του Ιωάννη Τσιμισκή και ο Βασίλειος Β΄ αναγκάστηκε να τον εξορίσει το 985, για να μπορέσει να αναλάβει πλήρως την εξουσία.

[3.7] ἐκ τούτου παρρησίαν ὁ Βασίλειος εἰληφώς, ὃς ἐκτομίας μὲν ἦν καὶ τῷ τοῦ παρακοιμωμένου καὶ αὐτὸς ἐπὶ τῶν τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου καιρῶν ἐνδιέπρεψεν ἀξιώματι, νόθος υἱὸς ἐκ Σκυθίδος τῷ παλαιοτάτῳ αὐτοκράτορι Ῥωμανῷ γεννηθεῖς, δραστήριος δὲ, καὶ τὸ παριστάμενον αὑτῷ εἰς ἔργον ἐξενεγκεῖν προμηθέστατος, ἅτε τὸ γένος ἔχων ἐπίμικτον.

[6.1] οἷς ἐκ τοῦ διαστήματος ἐφείπετο Βασίλειος ὁ Νόθος, Ῥωμανοῦ τοῦ πάλαι αὐτοκράτορος ἐκ Σκυθίδος υἱὸς, τῷ τοῦ προέδρου ἐκδιαπρέπων ἀξιώματι.

Ο Λέων και οι Έλληνες

Η στάση του Λέοντα για τους «Ἕλληνες» (αρχαίοι πολυθεϊστές) και την «θύραθεν/ἔξωθεν» Ελληνική παιδεία είναι τυπικά Χριστιανική και Ρωμαϊκή. Η Ελληνική παιδεία αντιπαραβάλλεται ως «θύραθεν» στην «θεία και ημέτερη» (Χριστιανική) παιδεία, όταν ο Λέων γράφει πως ο πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος Β΄ (970-976) από την Κολώνεια κατείχε στο έπακρο την δεύτερη και ελλιπώς την πρώτη. Αντίθετα, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πολύευκτος που τον έχρισε «τὴν γνῶσιν τῆς θείας καὶ ἀνθρωπίνης σοφίας καὶ ἐπιστήμης, εἰς ἄκρον ἐξήσκησε». Σε αυτόν το αντιθετικό ζεύγος «θύραθενημέτερη και θεία» (παιδεία) παρουσιάζεται ως «ανθρώπινηθεία» (σοφία/επιστήμη).

[6.6] ἦλθεν ὁ ἐκ Κολωνείας Θεόδωρος, ἀνὴρ ἐξ ὀνύχων τὸν ἐρημικὸν καὶ ἀπράγμονα βίον αἱρετισάμενος, καὶ πολλοῖς ἱδρῶσιν ἀσκητικοῖς τὸ σαρκίον καταδαμάσας. Τρίχινον γὰρ ῥάκος ἐνδιδυσκόμενος, […] τοῦτον τῷ Βυζαντίῳ τότε παρουσιάζοντα ὁ Ἰωάννης προσάγει τῷ Πολυεύκτῳ. Ὁ δὲ, ἅμα τοῖς ἐνδημούσι τῶν ἐπισκόπων τὸν ἄνδρα ἐξητακὼς, ἐφευρών τε τὴν μὲν θύραθεν παιδείαν οὐ πάνυ ἠκριβωκότα, τήν γε μὴν θείαν καὶ ἡμετέραν ἐξησκημένον φιλοτιμότατα, χρίει αὐτὸν πατριάρχην ἈντιοχείαςὉ δὲ Πολύευκτος, μικρὰς ἡμέρας ἐπιβιοὺς μετὰ τὴν Θεοδώρου προχείρισιν, […] καὶ τὴν γνῶσιν τῆς θείας καὶ ἀνθρωπίνης σοφίας και ἐπιστήμης, ἣνεἰς ἄκρον ἐξήσκησε.

Με αφορμή έναν σεισμό στην Κλαυδιούπολη της Γαλατίας, ο Λέων συζητάει τα αίτια του σεισμού (ἔνοσις, κλόνος) απορρίπτοντας την «εἰκαιομυθία» (= παπαρολογία, εἰκαῖος = άσκοπος, άχρηστος) των Ελλήνων/μαθηματικών και προτιμώντας να συμβαδίσει με τον θείο Δαβίδ στην ερμηνεία του σεισμού ως «επισκοπή» (= επίσκεψη) του Θεού στην γη.

[4.9] Κλαυδιούπολιν τε, τὸ εὐδαιμονέστατον χωρίον τῶν Γαλατῶν, τότε συνέβη, κατεριπωθεῖσαν ἐκ τῆς ἀνυποστάτου κινήσεως καὶ ἐνόσεως, αἰφνίδιον τῶν οἰκητόρων τάφον γενέσθαι, […] Αἴτιον δὲ τῆς τοσαύτης ἐνόσεως καὶ κινήσεως ἀτμοὺς μὲν οἱ μαθηματικοὶ καὶ ἀναθυμιάσεις μυθολογοῦσι τινας, […] ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἡ τῶν Ἑλλήνων εἰκαιομυθία πρὸς τὸ ταύτῃ δοκοῦν ἐξηγήσατο. Ἐγὼ δὲ τῷ θείῳ Δαβίδ συνεπόμενος, ἐπισκοπῇ φαίην τοῦ Θεοῦ πρὸς ἡμᾶς τὸν τοσοῦτον κλόνον ἐγγίνεσθαι,

Για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του ότι η εμφάνιση κομήτη είναι κακός οιωνός, περιγράφει μια σκηνή της Ιλιάδος όπου, μετά την εμφάνιση ενός «αστέρα», η Τρωϊκή φάλαγγα τρέπεται σε φυγή από τους Αχαιούς. Συνεχίζει λέγοντας «αλλά και στην ιστορία των Ρωμαϊκών πολέμων όποιος ψάξει, θα διαπιστώσει ότι συνέβη πολλές φορές, κάθε φορά που συνέβη επίσκεψη του «φάσματος», να συνοδεύεται από ανδροκτασία».

[10.8] Τεκμήριον τοῦτο σαφὲς ὁ ἐπὶ τῆς Τρωϊκῆς πληθύος κατενεχθεὶς ἀστὴρ, ὁπηνίκα Πάνδαρος τῷ Μενελάῳ ἐπετοξάζετο. Ἐκεὶ γὰρ αὐθημερὸν ἡ Τρωϊκὴ φάλαγξ πρὸς τῶν Ἀχαιῶν εἰς φυγὴν ἀγεννῆ συνεκλείετο. Καὶ ὲπὶ τῶν Ῥωμαϊκῶν δὲ πολέμων εὕροι τις ἄν, τὴν ἱστορίαν μετιὼν, τὸ τοιοῦτον πολλάκις συμβὰν, καὶ τὸ στράτευμα διαφθαρὲν, ἵνα τὸ φάσμα ἐπέσκηψεν.

Τα Τρωικά εδώ αντιπαραβάλλονται στην [δικής μας] Ρωμαϊκή ιστορίας, αλλά πότε ξεκινάει η τελευταία; Ο Λέων δεν εξηγεί αναλυτικά. Πάντως, οι «πάλαι Ρωμαίοι» που προστάτευαν την «Πρεσβυτέρα Ῥώμη» με το σθένος τους, αναφέρονται ως «σκέτοι» Ρωμαίοι, όπως και οι «νῦν» Ρωμαίοι. Από εκεί και μετά, όταν ο Τσιμισκής φτάνει στην Αδριανούπολη και στο Δορύστολον για να πολεμήσει τους «Σκύθες» Ρως, ο Λέων θυμάται τους πάλαι Ρωμαίους αυτοκράτορες Αδριανό και Μεγάλο Κωνσταντίνο που, πολεμώντας τους «Σκύθες», ο μεν πρώτος μετονόμασε την «Ορεστιάδα» (που υποτίθεται ότι πήρε το όνομά της από τον Ορέστη) σε Αδριανούπολη, ο δε δεύτερος ίδρυσε το Δορύστολον (κάτι που δεν έκανε, γιατί το Durostorum προϋπήρχε του Κωνσταντίνου και ο δεύτερος όταν πολεμούσε τους «Σκύθες» Γότθους το 328 έχτισε την γέφυρα του Δούναβη στον Οίσκο).

[4.1] ἀπεκρούσθη δὲ οὐχὶ Βαβυλῶνος, ἣν ἡ Σεμίραμις ἑπτὰ περιβόλοις ὠχύρωσεν· ἢ τῆς πρεσβυτέρας Ῥωμής, τὸ τῶν Ῥωμαίων σθένος ἥν περ ἐπολίσατο· ἢ τῶν τῆς Ἰουδαίας τειχῶν […] ἀλλὰ Ταρσοῦ.

[8.2] Ἰωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, τοῦ Βυζαντίου ἀπάρας, ἐς τὴν Ἀδριανοῦ σὺν παντὶ τῷ στρατεύματι παραγίνεται. Ἣν Ὀρέστην φασὶ πολίσαι τὸν τοῦ Ἀγαμέμνονος, ὅτε τὸν πλάνον ὑπέστη μετὰ τὴν ἀναίρεσιν Κλυταιμνήστρας, τῆς ἰδίας μητρός· ἐξ ἐκείνου τε Ὀρεστιάδα κεκλῆσθαι τὸ πρότερον. Ἀδριανὸν δὲ αὖθις τὸν αὐτοκράτορα, Σκύθαις μαχόμενον, ἁλῶναι τε τῇ θέσει τῆς χώρας, καὶ ταύτην ἐχυροῖς περιβόλοις τειχίσαι, καὶ Ἀδριανοῦ ὀνομάσαι.

[8.8] πανστρατὶ [ὁ βασιλεὺς Ἰωάννης] ἐπὶ τὸ Δορύστολον ἴετο. Ὅπερ Κωνσταντῖνος, ὁ ἐν βασιλεῦσιν ἀοίδιμος, ἐκ βάθρων ἐδείματο, καὶ εἰς ὃ νῦν ὁρᾶται κάλλος καὶ μέγεθος ἤγειρεν […] Σκύθας δεσμενῶς ἀντιτεταγμένους αὐτῷ καὶ μανικῶς ὁρμῶντας κατεπολέμησε.

Αν υπάρχουν κάποιοι «Ἕλληνες» στην ιστορία του Λέοντα, αυτοί είναι οι «Σκύθες» Ρως που τελούν «ελληνικές θυσίες» και «ελληνικά όργια», τα οποία έμαθαν είτε από τους φιλοσόφους «τους» Ανάχαρσι και Ζαλμόξι είτε από τους εταίρους του Αχιλλέα (Μυρμιδόνες). Στην συνέχεια ο Λέων εξηγεί γιατί κατά την γνώμη του ήταν αληθείς οι φήμες (ανύπαρκτες στην πραγματικότητα) που ήθελαν τον Αχιλλέα Σκύθη εξορισμένο από την Σκυθία που εγκαταστάθηκε αργότερα στην Φθία.

Έχω κάνει παλαιότερη ανάρτηση για τον Σκύθη Αχιλλεα και τους Ρωσοβούλγαρους Μυρμιδόνες του.

[9.6] Λέγεται γὰρ Ἑλληνικοῖς ὀργίοις κατόχους ὄντας [τους Σκύθας/Ρως], τὸν Ἑλληνικὸν τρόπον θυσίας καὶ χοὰς τοῖς ἀποιχομένοις τελεῖν, εἴτε πρὸς Ἀναχάρσεως ταῦτα καὶ Ζαμόλξιδος, τῶν σφετέρων φιλοσόφων, μυηθέντες, εἴτε καὶ πρὸς τῶν τοῦ Ἀχιλλέως ἑταίρων. Ἀρριανὸς γὰρ φησιν ἐν τῷ Περίπλῳ, Σκύθην Ἀχιλλέα τὸν Πηλέως πεφηνέναι, ἐκ τῆς Μυρμηκιῶνος καλουμένης πολίχνης, παρὰ τὴν Μαιῶτιν λίμνην κειμένης. Ἀπελασθέντα δὲ πρὸς τῶν Σκυθῶν διὰ τὸ ἀπηνές, ὠμὸν, καὶ αὔθαδες τοῦ φρονήματος, αὖθις Θετταλίαν οἰκῆσαι. Τεκμήρια τοῦ λόγου σαφῆ ἥ, τε τῆς ἀμπεχόνης σὺν τῇ πόρπῃ σκευὴ, καὶ ἡ πεζομαχία, καὶ ἡ πυρσὴ κόμη, καὶ οἱ γλαυκιῶντες ὀφθαλμοὶ, καὶ τὸ ἀπονενοημένον, καὶ θυμοειδὲς, καὶ ὠμὸν. Ἃ καὶ ὀνειδίζων Ἀγαμέμνων ἐπέσκωπτεν, οὑτωσὶ λέγων: «Αἰεὶ γάρ τοι ἔρις τε φίλη, πόλεμοι τε, μάχαι τε». Φόνῳ γὰρ εἰσέτι καὶ αἵματι τὰ νείκη Ταυροσκύθαι διακρίνειν εἰώθασιν. Ὅτι δὲ τὸ ἔθνος ἀπονενοημένον, καὶ μάχιμον, καὶ κραταιὸν, πᾶσι τοῖς ὁμόροις ἐπιτιθέμενον ἔθνεσι, μαρτυροῦσι πολλοί, καὶ ὁ θείος δὲ Ἰεζεκιὴλ, μνήμην τούτου ποιούμενος, ἐν οἷς ταῦτα φησιν: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγω ἐπὶ σὲ τὸν Γὼγ καὶ Μαγὼγ, ἄρχοντα Ῥώς». Ἀλλ΄ ἀπόχρη μὲν ταῦτα περὶ τῶν Ταύρων ἐναγισμῶν.

Σημειώνω μόνο τα κατά Λέοντα «σαφή τεκμήρια» που «δείχνουν» την Σκυθική καταγωγή του Αχιλλέα:

  1. Ενδυμασία
  2. Πεζομαχία (οι «Σκύθαι»/Ρως είναι «πεζομαχοῦν ἔθνος ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδός»)
  3. Πυρσή κόμη και γλαυκιώντες οφθαλμοί (ξανθά μαλλιά και ανοιχτόχρωμα μάτια)
  4. Απηνές, Ωμό, Αύθαδες, Απονενοημένο και Θυμοειδές Φρόνημα

Πολεμική αντιπαράθεση Ρωμαίων και Σκυθών

Όταν πολεμούν οι Ρωμαίοι και οι «Σκύθες»/Ρως, συγκρούονται δύο διαφορετικές ιδεολογίες πολέμου που ο Λέων εξηγεί στο παρακάτω χωρίο που θα μεταφράσω:

[8.10] Τῶν δὲ στρατοπέδων εἰς χεῖρας ἀλλήλοις συναραχθέντων, καὶ σφοδρᾶς τῆς μάχης καταρραγείσης, ἱσοπαλὴς παρὰ τὰς πρώτας προσβολὰς ὁ ἀγὼν τέως ἐν ἀμφοτέροις ἐγίνετο. Ῥῶς μὲν γὰρ δεινόν που καὶ σχέτλιον τιθέμενοι, εἰ δόξαν παρὰ τῶν προσοίκων ἐθνῶν ἔχοντες, ἐν ταῖς μάχαις ἀεὶ τῶν ἀντιπάλων κρατεῖν, νῦν δὲ ὑπὸ Ῥωμαίων αἰσχρῶς ἡττηθέντες ταύτης ἐκπέσοιεν, ἐκθύμως διηγωνίζοντο. Ῥωμαίοις δὲ αἰδώς τις εἰσῃ ει καῖ νέμεσις, εἰ τὸ ἀντίξουν ἅπαν ὅπλοις καὶ τὴν σφῶν ἀρετῇ καταστρεφόμενοι, νῦν ἀπέλθοιεν, παρὰ πεζομαχοῦντος ἔθνους, ἱππάζεσθαι μηδόλως εἰδότος, καταγωνισθέντες, ὥς τινες ἔργων μάχης ἀνάσκητοι, καὶ τοσοῦτον αὑτοῖς ἐν ἀκαρεῖ κλέος οἰχήσεται. Τὰς τοιάυτας δἠ δόξας παρ΄ἑαυτοῖς ἐντρέφοντα τὰ στρατεύματα θαρραλέως διηγωνίζοντο. Καὶ Ῥῶς μὲν τῇ συντρόφῳ θηριωδίᾳ καὶ τῷ θυμῷ στρατηγούμενοι, μετὰ ῥύμης κατὰ Ῥωμαίων ἐφήλλοντο, οἷον ἐνθουσιῶντες καὶ βρυχώμενοι. Ῥωμαῖοι δὲ μετ΄ἐμπειρίας καὶ τεχνικῆς ἐπιστήμης αὐτοῖς ἀντεπῄεσαν. Καὶ συχνοὶ παρ΄ἀμφοτέρων ἔπιπτον τῶν μερῶν, καὶ μέχρι μὲν δείλης βαθείας ἀμφιτάλαντος ἡ νίκη ἐδόκει, τῇδε κἀκεῖσε μεταφερομένης τῆς μάχης. Ἤδη δὲ τοῦ φωσφόρου καταφερομένου πρὸς δυσμὰς, τὴν ἵππον βασιλεὺς ἀνὰ κράτος αὐτοῖς ἐπιρράξας, ἐμβοήσας τε, Ῥωμαίους ὄντας ἐπὶ τῶν ἔργων τὴν σφῶν ἀρετὴν ἐπιδείκνυσθαι, τῶν ἀνδρῶν ἐπέρρωσε τὰ φρονήματα, ἐπέβρισαν γὰρ ἐκτὀπῳ φορᾷ, καὶ οἱ σαλπιγκταὶ τὸ ἐνυάλιον ἐπήλάλαξαν, καὶ βοή τις ἀθρόα παρὰ Ῥωμαίων ἤρθη. Σκύθαι δὲ, τὴν τούτων οὐκ ἐνεγκόντες ῥοπὴν, ἐς φυγὴν ἔκλιναν καὶ πρὸς τὸ τεῖχος συνώσθησαν, πολλοὺς τῶν σφετέρων παρὰ ταύτην ἀποβαλόντες τὴν μάχην. Ῥωμαῖοι δὲ, τὰ ἐπινίκια παιωνίσαντες, ἐν εὐφημίαις εἶχον τὸν αὐτοκράτορα.

Μετάφραση: Όταν οι δύο στρατοί πιάστηκαν στα χέρια και η μάχη άναψε για τα καλά, ο αγώνας ήταν ισόπαλος κατά τις πρώτες συγκρούσεις. Από τη μια, οι Ρώσοι διαγωνίζονταν εκθύμως γιατί θεωρούσαν δεινό και σχέτλιο να ηττηθούν αισχρώς τώρα από τους Ρωμαίους, αυτοί που είχαν δημιουργήσει την φήμη στα πρόσοικά τους έθνη ότι νικάνε πάντοτε τους αντιπάλους τους. Από την άλλη, οι Ρωμαίοι, που στο παρελθόν κατανίκησαν όλους τους αντιπάλους τους με την αρετή και τα όπλα τους, αισθάνονταν αιδώ και νέμεσι στην σκέψη μιας υποχώρησης -σαν να ήταν ανάσκητοι στην μάχη- που θα έσβησε ακαριαία το κλέος τους, ιδίως εναντίον ενός πεζομαχούντος έθνους που ούτε καν ήξερε να ιππεύει. Τέτοιες σκέψεις περί δόξας έκαναν και τα δύο στρατεύματα και αλληλομάχονταν θαρραλέα. Οι Ρώσοι στρατηγούμενοι από την σύντροφό τους θηριωδία και τον θυμό τους, έπεσαν με δύναμη πάνω στους Ρωμαίους βρυχόμενοι σαν δαιμονισμένοι (οἷον ἐνθουσιῶντες). Οι Ρωμαίοι, από την άλλη, κατάφεραν να τους αντιμετωπίσουν με την εμπειρία και την τεχνική τους επιστήμη. Αμφότερες οι παρατάξεις είχαν πολλές απώλειες και η νίκη έμοιαζε αμφιτάλαντος μέχρι το βαθύ δειλινό. Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει, όταν ο βασιλέας οδήγησε το ιππικό με μεγάλη ορμή κατά των αντιπάλων. Ακούγοντας οι άνδρες τον βασιλέα να τους φωνάζει πως είναι Ρωμαίοι και επιδεικνύουν την αρετή τους με τα έργα τους, τονώθηκε το φρόνημά τους και επέβρισαν κατά των αντιπάλων τους με έκτοπη φορά. Οι σαλπιγκτές επηλάλαξαν το ενυάλιον και παράχθηκε αθρόα βοή από τους Ρωμαίους. Οι μεν Σκύθες, μην αντέχοντας την ροπή των τελευταίων, τράπηκαν σε φυγή και συνωστίστηκαν εντός των τειχών έχοντας χάσει πολλούς δικούς τους στην μάχη. Οι δε Ρωμαίοι επαιώνισαν τα επινίκια και ευφήμιζαν τον αυτοκράτορα.

Τελικά, η οριστική νίκη που οδήγησε στην Σκυθική συνθηκολόγηση ήρθε με μια προσποιητή υποχώρηση των Ρωμαίων καταφράκτωνπου ακολουθήθηκε από μία εκ νέου έφοδο την οποία υποτίθεται ότι οδήγησε «λευκόπωλος» ο Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, προς τιμήν του οποίου ο Τσιμισκής μετονόμασε το Δορύστολον Θεοδωρούπολη. Σε όλη την εκστρατεία η Ρωμαϊκή αιχμή κατηκόντισε 38.000 Σκύθες και ο Ιωάννης Τσιμισκής ανέσωσε την «Μυσία» (Βουλγαρία) και την καθυπέταξε στους Ρωμαίους.

[9.11] τὰς γὰρ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ χιλιάδας ἡ Ῥωμαϊκὴ αἰχμὴ κατηκόντισε

[9.12] Ἰωάννης δὲ ὁ αὐτοκράτωρ, ἐν τέτταρσιν ὅλοις μησὶ τὴν Ῥωσικὴν πανοπλίαν καταγωνισάμενος, ὡς φθάσας ὁ λόγος δεήλωκε, καὶ τὴν Μυσίαν Ῥωμαίοις ἀνασωσάμενος, τὸ τὲ Δορύστολον Θεοδωρούπολιν ἐπ΄ὀνόματι τοῦ στρατηλάτου καὶ μάρτυρος Θεοδώρου μετονομάσας […] καῖ τῶν Μυσῶν βασιλέα Βορὴν παραγάγων τὰ τῆς βασιλείας ἀποθέσθαι παράσημα παρεσκεύασε. […] ὁ αὐτοκράτωρ Ἱωάννης διαπραξάμενος τρόπαια, τὴν τε Ῥωσικὴν αὐθάδειαν καὶ τὰ ἐπηρμένα τούτων φρονήματα ἐμπειρίᾳ πολέμων καὶ λελογισμένης ἀνδρείας τόλμη καταβαλὼν καὶ κατασπάσας εἰς τὴν γῆν, καὶ τὴν Μυσίαν Ῥωμαίοις καθυποτάξας,

Στην «θηριωδία» και τον «θυμό» των Ρως, οι Ρωμαίοι αντέταξαν την «εμπειρία πολέμων» και την «τόλμη λελογισμένης ανδρείας».

Θα συνεχίσω στην επόμενη ανάρτηση.

Leave a comment

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία, Μεσαίωνας