Ο ποταμός Αώος και τα πολλά του ονόματα

Ο ποταμός Αώος είναι ενδιαφέρων από γλωσσολογικής άποψης διότι εμφανίζει μια πληθώρα ονομάτων τόσο στην αρχαιότητα όσο και σήμερα. Στην γεωγραφία του Εκαταίου (~510 π.Χ.) ο ποταμός απαντά ως Αἴᾱς, στον Πολύβιο και σε άλλους συγγραφείς ως Ἀῷος, ενώ ο Θουκυδίδης αναφέρει το φύλο των Παραυαίων (Παραυαῖοι) που κατοικούσε στην ανατολική του όχθη (Παραυαίᾱ), για τους οποίους ο Ριανός μας πληροφορεί ότι ήταν Θεσπρωτικό φύλο και ο Στέφανος Βυζάντιος ότι «καλούνται δὲ ἀπὸ τοῦ παρὰ τὸν Αὖον ποταμόν οἰκεῖσθαι».  Επομένως μία ετυμολογική διερεύνηση πρέπει να εξηγήσει τρία ονόματα: Αἴᾱς, Ἀῷος και Αὖος (ή καλύτερα Αὔᾱς). Το γεγονός ότι οι Παραυαίοι αναφέρονται ήδη από τον Θουκυδίδη στα γεγονότα της περιόδου 430-429 π.Χ. δείχνει ότι η ποικιλία Αὖος που διέσωσε ο Στέφανος Βυζάντιος (6ος μ.Χ. αι.) είναι αρκετά παλιά.

Εκτός από την Ήπειρο, ένας ποταμός με το ίδιο όνομα (Ἀῷος) υπήρχε στην αρχαία Κύπρο όπου ο Άδωνις είχε επίσης το επίθετο Ἀῷος. Όπως θα φανεί παρακάτω, έχει ενδιαφέρον ότι οι Κύπριοι πίστευαν πως ο δικός τους ποταμός Ἀῷος ήταν γιος της Αυγής =  Ἡοῦς.

Aous

Αλλά ας γυρίσουμε στον Ηπειρωτικό Αώο. Παρακάτω παραθέτω έναν χάρτη του Hammond όπου δείχνει την κατανομή των διαφόρων εθνών στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, όσο ακόμα οι Ηδωνοί Θράκες κατοικούσαν στην Μυγδονία (λίγο αργότερα οι Μακεδόνες τους εξώθησαν στην ιστορική Ηδωνίδα ανατολικά του Στρυμόνα).

CAH Mak regions

Η αναφορά του Θουκυδίδη στους Παραυαίους είναι η παρακάτω:

[2.80.5-6] καὶ αὐτῷ παρῆσαν Ἑλλήνων μὲν Ἀμπρακιῶται καὶ Λευκάδιοι καὶ Ἀνακτόριοι καὶ οὓς αὐτὸς ἔχων ἦλθε χίλιοι Πελοποννησίων, βάρβαροι δὲ Χάονες χίλιοι ἀβασίλευτοι, ὧν ἡγοῦντο ἐπετησίῳ προστατείᾳ ἐκ τοῦ ἀρχικοῦ γένους Φώτιος καὶ Νικάνωρ. ξυνεστρατεύοντο δὲ μετὰ Χαόνων καὶ Θεσπρωτοὶ ἀβασίλευτοι. Μολοσσοὺς δὲ ἦγε καὶ Ἀτιντᾶνας Σαβύλινθος ἐπίτροπος ὢν Θάρυπος τοῦ βασιλέως ἔτι παιδὸς ὄντος, καὶ Παραυαίους Ὄροιδος βασιλεύων. Ὀρέσται δὲ χίλιοι, ὧν ἐβασίλευεν Ἀντίοχος, μετὰ Παραυαίων ξυνεστρατεύοντο Ὀροίδῳ Ἀντιόχου ἐπιτρέψαντος.

Στο παραπάνω χωρίο ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει ως Έλληνες τους Αμπρακιώτες, Λευκάδιους, Ανακτόριους και Πελοποννήσιους και σαν «βαρβάρους» τα Ηπειρωτικά φύλα (Χάονες, Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, Παραυαίοι, Ορέσται).

Η αναφορά του Στέφανου Βυζαντίου στους Παραυαίους και στον ποταμό Αὖο παρά τον οποίο οικούσαν είναι η εξής:

parauaioi

Έχω υπογραμμίσει και τα παρόμοια εθνωνύμια Παραχελῳῖται (Ἀχελῷος) και Παρασώπιοι (Ἀσωπός).

Πάμε τώρα στα γλωσσολογικά. Ἀῷος σημαίνει «Ανατολικός», άρα είναι οι Ηπειρώτες που ευθύνονται για το όνομα του ποταμού που βρίσκεται στα ανατολικά τους. Το γεγονός ότι η ανατολική θεότητα Άδωνις στην Κύπρο έφερε επίσης το επίθετο Ἀῷος συνηγορεί υπέρ αυτού.

Η μη αττικο-ιωνική λέξη Ἀῷος = ανατολικός αντιστοιχεί στην αττικο-ιωνική Ἠῷος/Ἐῷος (με εναλλακτικές ποικιλίες τους τύπους Ἑώϊος και Ἡῷος με μη ετυμολογική δασεία). Πίσω και από τους δύο όρους κρύβεται ο πρωτο-ελληνικός όρος ϝώς = «αυγή, ανατολή» (> αττικο-ιωνικό ἠώς) που ανάγεται στην ΠΙΕ ρίζα *h2èwsōs = «αυγή, ανατολή». Το λατινικό Aurōr-ā προέρχεται από την ίδια ρίζα και δείχνει τον τυπικό ρωτακισμό του μεσοφωνηεντικού *-s->-z->-r- που συνέβη στον Ιταλικό κλάδο της ΙΕ οικογένειας λ.χ. ΠΙΕ *pus- > ελληνικό *pus-om > puhon > πύον (ορθότερα πῦον με μακρό ῡ) και λατινικό pūs, αλλά *pūs-ulentos > purulentus = (εμ)πυώδης, καθώς και *dhes-os > *thehos > θεός, αλλά θέσ-φατος και τα λατινικά festus, αλλά feriae). Άλλοι συγγενείς είναι το Σανσκριτικό Uṣás = «Aυγή» και το παράγωγό του Uṣā-kala = «Πετεινός» [κυριολεκτικά «αυτός που τραγουδάει τον ερχομό της Αυγής» (dawn-singer)], με την ρίζα *kelh1-/*kl.h1- από την οποία προέρχονται τά ελληνικά καλέω, κλητήρ = κήρυξ, καλήτωρ κλπ, το παλαιο-ιρλανδικό cailech = «πετεινός», αλλά και το λατινικό Calendae που κρύβεται πίσω από τα δικά μας κάλαντα.

h2ewsos

Ξεκινώντας από το ΠΙΕ *h2èwsōs, o πρωτοελληνικός τύπος ήταν αρχικά *awhōs και μετά την απώλεια του -h- με αναπληρωματική έκταση āwōs = ᾱϝώς . Όταν μετά το 900 μ.Χ. συνέβη η αττικο-ιωνική τροπή ᾱ>η (λ.χ. μᾶκος > μῆκος, δᾶμος > δῆμος, κρᾱνᾱ > κρήνη κλπ) προέκυψε ο αττικο-ιωνικός τύπος ἠώς. Επειδή όταν υπάρχουν δύο γειτονικά μακρά φωνήεντα το πρώτο τείνει να βραχύνεται, ο τύπος ἠώς έδωσε και τον παράλληλο τύπο ἕως που υπάρχει και στη λέξη Ἑωσφόρος (δωρικό Ᾱωσφόρος). Οι του ιατρικού κλάδου γνωρίζετε και τον όρο ηωσινόφιλα (= τα κύτταρα που χρωματίζονται από την ηωσίνη). Επειδή, η αιολική διάλεκτος δεν ακολούθησε την Πρώτη Αναπληρωματική Έκταση της Ελληνικής, αλλά έκανε διπλασιασμό του ένηχου συμφώνου που συνόδευε το *s>h, το πρωτο-ελληνικό *awhōs έδωσε το αιολικό *awwōs > auōs = αὔως (αντίστοιχα έχουμε *naswos > μη αττικο-ιωνικό νᾱϝός, αλλά αιολικό ναῦος).

Τα παραθέτω δίπλα δίπλα για να τα εξετάσετε με την ησυχία σας.

naswos-awsos

Έτσι λοιπόν, όπως από το Αττικό ἕως = «ανατολή» προέκυψε το παράγωγο επίθετο  *ἑώσ-ιος > ἑώh-ιος > ἑῷος = ανατολικός, έτσι και από τον μη Αττικο-ιωνικό τύπο ἀώς προέκυψε το επίθετο ἀῷος = ανατολικός, που είναι η βάση του ονόματος Ἀῷος. Ο τύπος Αὖος (ή καλύτερα Αὔᾱς που είναι και το προαπαιτούμενο του παραγώγου Παραυαίοι όπως λ.χ. Ποτίδᾱς > Ποτίδαια) και ο Αἴᾱς του Εκαταίου μπορούν να αναχθούν στον τύπο ϝώ-(ι)ᾱς.

1) ϝώ-(ι)ᾱς > Ᾱϝώᾱς > Ᾱυώᾱς > Ᾱυᾱς με συναίρεση του τύπου ωᾱ >ᾱ και τροπή του δίγαμμα σε «υ».

2) ϝώ-(ι)ᾱς > Ᾱϝώιᾱς > Ᾱώιᾱς > Ᾱιᾱς = Αἴᾱς με πλήρη απώλεια του δίγαμμα και συναίρεση του τύπου ᾱω > ᾱ όπως στα Πάων > Πάν , Ἀλκμάων > Ἀλκμάν (Αττικό Ἀλκμέων/Αλκμαίων), Ποτιδάων > Ποτιδάν και η γενική πληθυντικού τάων Ᾱπειρωτάων > τᾶν Ᾱπειρωτᾶν (αντί για τν Ἠπειρωτν, ΠΙΕ *-tāsōm > *-tāhōn > τᾱων > τῶν/τᾶν).

tasom

Επομένως, η ετυμολογία Ἀῷος = Ἑῷος = Ανατολικός είναι σε θέση να εξηγήσει όλους τους εναλλακτικούς τύπους του ονόματος (Ἀῷος, Ᾱὐᾱς > Αὖος, Αἴᾱς).

Από όλους τους παραπάνω τύπους, αυτός που επιβίωσε όταν ήρθαν οι Σλάβοι μετά το 600 μ.Χ. ήταν ο τύπος Αὖος (Avos). Οι Σλάβοι παρέλαβαν αυτόν τον τύπο και τον μετέτρεψαν σε θηλυκό Avos > Vavosa > Vovosa ~ Vovŭsa που είναι ο τύπος που κρύβεται πίσω από το νεοελληνικό Βοβούσα.

H Άννα Κομνηνή ονομάζει τον Αώο/Βοβούσα ως «Βοούσα» (με απώλεια του μεσοφωνηεντικού -β- όπως λ.χ. διάβολος > διάολος) σε ένα χωρίο που αναφέρει και τα τοπωνύμια Πρέβεντζα, Αὐλών και Χιμάρα:

[10.8.1] Ἀλλὰ ταῦτα μὲν τὰ κατὰ τὸν Οὖβον ἐκ προοιμίων· ὁ δέ γε Βαϊμοῦντος, οὗ ἄνωθεν ὁ λόγος πολλάκις ἐμνήσθη, πεντεκαίδεκα ἡμερῶν οὔπω διελθουσῶν διεπέρασεν εἰς τὴν ἀκτὴν τοῦ Καβαλίωνος μετὰ κομήτων διαφόρων καὶ στρατεύματος ἀριθμὸν ὑπερβαίνοντος ἅπαντα. Τόπος δὲ οὗτος ἐγγὺς τῆς Βοούσης· ὀνόματα δὲ ταῦτα τῶν ἐν τοῖς μέρεσιν ἐκείνοις τόπων. Καὶ μεμφέσθω μηδεὶς ἡμῖν τοιούτοις χρωμένοις ὀνόμασι βαρβαρικοῖς καὶ ἀφ’ ὧν ἔστι τὸ ὕφος τῆς ἱστορίας καταμιαίνεσθαι· οὐδὲ γὰρ οὐδ’ Ὅμηρος ἀπηξίωσε Βοιωτοὺς ὀνομάζειν καί τινας βαρβαρώδεις νήσους διὰ τὴν τῆς ἱστορίας ἀκρίβειαν. 10.8.2 Κατὰ πόδας δὲ τούτου καὶ ὁ κόμης Πρεβέντζας ταῖς ἀκταῖς τοῦ πορθμοῦ Λογγιβαρδίας προσπελάσας, ἐπεὶ διαπερᾶν καὶ αὐτὸς ἐβούλετο, μυριοφό ρον ναῦν λῃστρικὴν μισθωσάμενος τριάρμενον ἑξακισχιλίων χρυσίνων στατήρων, ἐν ᾗ ἐρέται μὲν διακόσιοι, ἐφόλκια δὲ τὰ συνεφεπόμενα ταύτῃ τρία. Τὸν ἀπόπλουν οὐ πρὸς τὰ μέρη τοῦ Αὐλῶνος ἐπεποίητο καθὼς τὰ λοιπὰ τῶν Λατίνων στρατεύματα, ἀλλὰ τὸν ῥωμαϊκὸν ὑφορώμενος στόλον λύσας τὰ πρυμνήσια μικρὸν παρεκκλίνας κατευθὺ Χιμάρας τὸν ἀπόπλουν ἐποιεῖτο οὐρίου τυχὼν πνεύματος.

To βλαχικό όνομα του χωριού Bãjeasã («Μπαϊεάσα») φαίνεται να προέρχεται από τον τύπο **Vavèsa > Vaèsa και τα γλωσσολογικά βήματα ήταν:

1) τροπή του αρκτικού v>b όπως στο veteranus > vetrànus > bitãrnu (λ.χ. ρουμανικό bătrân)

2) Απώλεια του μεσοφωνηεντικού -v- (λ.χ. διάβολος > διάολος παραπάνω): Vavèsa > Vaèsa

3) διφθογγοποίηση του τονισμένου -è-> -je->ja ~ -ea- όπως λ.χ. λατινικό potère > βλαχ. putre/putri «δύναμη, δυνατότητα» (λ.χ. ιταλικό il potère = η δύναμη/δυνατότητα): Bãèsã > Bã

4) Ανάπτυξη ενός ημιφωνικού -j- για την αποφυγή του χάσματος (λ.χ. Ρωμέικα > Ρωμέγικα): Bãeàsã >  Bãjeàsã.

Τα βήματα της σλαβικής εξέλιξης του υδρωνυμίου είναι:

1) Προσθήκη προθηματικού /v/ Avosa > Vavosa, όπως στο παράδειγμα Αυλώνα > Avlona > Vavlona και στο *ǫglь «κάρβουνο» > βουλγαρικό vǎglišta και διαλεκτικό σλαβομακεδονικό vaglen/jaglen:

vavlonski

Στην παρακάτω σελίδα παραθέτω ορισμένα παραδείγματα λέξεων όπου οι θυγατρικές σλαβικές γλώσσες ανέπτυξαν προθηματικό v- :

v-prothetic

2) τροπή a>o όπως στο λατινικό δάνειο acetum > OCS ocĭtŭ (> βουλγαρικό ocet και σερβο-κροατικό ocat) και στα παρακάτω προσλαβικά τοπωνύμια και υδρωνύμια:

Θεσσαλονίκη/ βλαχ. Sãrunã > Solun

Καστορία > Kostur

Timacus > Timok

Salonae > Solin

ψος/Assamus > Osum

Assamus > Osəm

Alutus > Olt

3) Τροπή του ο>ŭ όπως λ.χ. στο *wl.kw-os  > vlĭkŭ

4) Αντιδανεισμός στην ελληνική του σλαβικού Vovŭsa > Βοβούσα με απόδοση του yer ως «ου» (λ.χ. podŭ: Podŭgora > Ποδογορά ~ Podgora = «Υπόρεια»)

Τα αλβανικά ονόματα του ποταμού (Vojusë, Vjosë/Vjosa) έχουν σαν αφετηρία τον σλαβικό τύπο Vovosa ~ Vovŭsa στον οποίο συνέβησαν οι τροπές:

1) Απώλεια του μεσοφωνηεντικού -v-: Vovòsa ~ Vovŭsa > Voòsa ~ Voùsa

2) Ανάπτυξη ενός ημιφωνικού -j- για την αποφυγή χάσματος: Voòsa ~ Voùsa > Vojòsa ~ Vojùsa

3) schwa-ποίηση του τελικού -a>-ë (Vojùsë)

4) Απώλεια του πρώτου άτονου φωνήεντος (λ.χ. fossàtum > fshat και τα ελληνικά μέρα > μέρα, πάγω > πάω κλπ): Vojòsë > Vjosë

Έχει ενδιαφέρον το ότι το σλαβικό όνομα του Αώου Vavòsa/Vavŭsa> Vovòsa/Vovŭsa, αλλά και αυτό του Αψού/Αψάμου (Assamos > Οsomŭ > Osumεισήλθαν στην αλβανική και στην ελληνική μετά την σλαβική τροπή a>o, γιατί αυτό μας επιτρέπει να χρονολογήσουμε το terminus post quem της εισόδου των υδρωνυμίων στις δύο γλώσσες γύρω στο 750-800 μ.Χ. όταν οι Σλάβοι ολοκληρώνουν την τροπή a>o. Αντίθετα, το βλαχικό όνομα της Βοβούσας Bãjeàsã είναι το μόνο που μπορεί θεωρητικά να αναχθεί στο πρώιμο σλαβικό Vavosa πριν την σλαβική τροπή a>o. Αυτό φαίνεται να δείχνει ότι οι σλαβο-βλαχικές επαφές στην περιοχή του Αώου προηγήθηκαν σε σχέση με τις σλαβο-ελληνικές και σλαβο-αλβανικές.

Γράφει ο Robert Elsie για τα δύο υδρωνύμια που εισήλθαν στην Αλβανική μέσω σλαβικής διαμεσολάβησης (through slavic transmission) δείχνοντας την σλαβική τροπή a>o. Θυμίζω πως Άψαμος/σσαμος υπήρχε και στην αρχαία Θράκη και οι Βούλγαροι σήμερα τον ονομάζουν Osəm.

Εδώ σημειώνω ότι ο τύπος calendae > κόλιντα («κόλιντα μπάμπω κόλιντα!» = σλαβ. “kolede babo!“, baba = γριά με κλητική πτώση babo όπως majka > lele majko «αχ μάνα!») για τα κάλαντα δείχνει την σλαβική τροπή a>o. Αυτό δείχνει ότι το έθιμο των Καλένδων/Καλάντων εισήλθε στους Σλάβους πριν το 800 μ.Χ. όταν ολοκληρωνόταν η σλαβική τροπή a>o κάτι που σημαίνει ότι κάποιοι τουλάχιστον Σλάβοι είχαν ήδη εκχριστιανιστεί πριν το 800 μ.Χ.

Vjosa

Osum

Tα πρώιμα σλαβικά δάνεια (~ 600-750 μ.Χ.) τόσο της Ελληνικής όσο και της Αλβανικής δείχνουν το σλαβικό /a/ πριν αυτό τραπεί σε a>o.

Ελληνικά παραδείγματα:

1) To σλαβικό *ragazŭ > rogo εισήλθε στην Ελληνική ως ραγάζιον > ραγάζι (= ξερός θάμνος των βάλτων)

2) Το σλαβικό *barna > borna > brana εισήλθε στην Ελληνική ως σβάρνα με «α» και πριν την μετάθεση των υγρών

3) Το σλαβικό laky/lakva > loky/lokva εισήλθε στην Ελληνική ως λακούβα

4) To ενδωνύμιο των Σλάβων Slavěninŭ > Slověninŭ εισήλθε στην Ελληνική ως Σκλαβηνός/Σθλαβηνός

5) Το σλαβικό *arěhŭ > *orě = «καρύδι» απαντά με /α/ στο τοπωνύμιο Αράχωβα = «Καρυδότοπος» (Orehovo, Orahova)

6) To σλαβικό *karūto > koryto > korito απαντά με /α/ στα τοπωνύμια όπως η Καρύταινα (λ.χ. Koritno, Koritnik, Koritnice)

7) To σλαβικό *magūla > mogyla > mogila ~ gomila εισήλθε στην Ελληνική ως μαγούλα

Όλα τα παραπάνω σλαβικά δάνεια έχουν εισέλθει στην Ελληνική γλώσσα πριν την περίοδο ~ 750-800 μ.Χ. και γι΄αυτό διατήρησαν «απολιθωμένο» το /a/.

Η ίδια ιστορία ισχύει με τα πρώιμα σλαβικά δάνεια στην Αλβανική: Το /a/ διατηρείται «απολιθωμένο». Πριν παραθέσω την σελίδα από τον Orel αναφέρω δύο σλαβικά δάνεια στην αλβανική που έχουν αναφερθεί και παραπάνω :

*karūto > koryto > korito που εισήλθε στην Αλβανική ως karrutë (η πηγή του όρου «καρούτα» πολλών νεοελληνικών διαλέκτων)

*magūla > mogyla > mogila που εισήλθε στην Αλβανική ως magullë

*karvā(l)jŭ > *korva(l)jŭ όπου η Αλβανική έπιασε «στα πράσα» την μεταβατική «πλειοφωνία» (polnoglasie) της νοτιοσλαβικής μετάθεσης των υγρών (TorT > TaraT > TraT) στο karavelë που δεν εμφανίζεται στο Ελληνικό καρβέλι (το οποίο φαίνεται να εισήλθε στην ελληνική την ίδια εποχή με την σβάρνα).

early-slavalb-loans

10 Comments

Filed under Βαλκανικές γλώσσες, Γλωσσολογία

10 responses to “Ο ποταμός Αώος και τα πολλά του ονόματα

  1. leonicos

    Είσαι απίθανος, ρε μπαγάσα. Πότε θα σε γνωρίσω; Φοβάμαι πως δεν υπάρχεις

    Λεώνικος

  2. Ιήτης

    ἐώς / ἕως (δυο φορές στο κείμενο)
    Ἐωσφόρος (βάλε δασεία)

  3. Ιήτης

    Παραχελωῖται (υπογεγραμμένη)
    thehos (βάλε αστερίσκο)
    μήκος (περισπωμένη)
    ἄυως / αὔως
    Ᾱπειρωτωτᾶν / Ᾱπειρωτᾶν
    Βοούση (μήπως η ονομαστική είναι Βοούσα; η γενική Βοούσης όπως π.χ. θάλασσα-θαλάσσης. Εικάζω, δεν ξέρω. Ρίξε μια ματιά στον index locorum αν έχεις την έκδοση πρόχειρη).

    • Ετέθησαν, μυριωπές μυριωπέ πανόπτα!

      Εντωμεταξύ, μέχρι σήμερα δεν έχω κατασταλάξει κάπου για το πως και εάν το αρχαίο ποταμωνύμιο Ἀῷος/Αὖος συνεχίζει στα μεσαιωνικά και σύγχρονα ονόματα Βοβούσα/Vjosa κλπ.

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.