Γλωσσική διαφοροποίηση στους σλαβόφωνους μοναχούς της Μονής Ζωγράφου

Η σημερινή ανάρτηση συνεχίζει λίγο πολύ την θεματική της προηγούμενης. Την ιδέα για την ανάρτηση μου έδωσε η ανάγνωση της παρακάτω προσωπογραφικής μελέτης του Κυρίλλου Παυλικιανώφ για την αθωνική/αγιορείτικη Μονή Ζωγράφου ως το 1650:

Κύριλλος Παυλικιανώφ, Οἱ Σλάβοι στὴν Ἀθωνική Μονή Ζωγράφου, Βυζαντινά Σύμμεικτα 12 (κάντε κλικ στο “pdf” της σελίδας κάτω απ΄το «Πλήρες κείμενο» για να διαβάσετε/κατεβάσετε το άρθρο)

Αν και οι περισσότεροι σλαβόφωνοι Ζωγραφίτες μοναχοί ήταν βουλγαρικής καταγωγής, ο Παυλικιανώφ αναφέρει και μερικούς Σέρβους, έναν Ρώσο, έναν Μολδαβό και αρκετούς μοναχούς για τους οποίους δεν μπορεί να εξακριβωθεί η εθνογλωσσική ταυτότητά τους. Στην παρούσα ανάρτηση θα περιγράψω ορισμένα γλωσσικά χαρακτηριστικά που μας επιτρέπουν να καταλάβουμε ποιος σλαβόφωνος μοναχός ήταν σερβόφωνος και ποιος βουλγαρόφωνος (κατά την ορολογία εκείνης της εποχής) κατά την περίοδο 1400-1600.

1. OCS starĭcĭ «γέρων» > βουλγ. starec / σερβ. starac

Η πρώτη ένδειξη είναι ο τρόπος γραφής του σλαβονικού όρου «γέροντας». Οι θυγατρικές νοτιοσλαβικές γλώσσες που διαμορφώθηκαν βαθμιαία μετά το 1000 διαφέρουν στην εξέλιξη των λεγόμενων «γιερ» της Πρωτοσλαβικής και Εκκλησιαστικής Παλαιοσλαβονικής (OCS ъ/ŭ, ь/ĭ). Η μοίρα ενός γιερ εξαρτάται από το αν αυτό βρίσκεται σε ισχυρή ή ασθενή θέση (strong/weak position). Ένα γιερ βρίσκεται σε «ασθενή» θέση όταν βρίσκεται στο τέλος της λέξης ή στο εσωτερικό της λέξης πριν από συλλαβή που περιέχει πλήρες φωνήεν. Αντίθετα, ένα γιερ βρίσκεται σε «ισχυρή» θέση όταν βρίσκεται πριν από συλλαβή που περιέχει άλλο γιερ.

1) Σε ασθενή θέση, τα γιερ αποβλήθηκαν εντελώς σε όλες τις θυγατρικές σλαβικές γλώσσες:

OCS vlĭk-ŭ «λύκος» > βουλγ. vălk, μακ. volk, σερβ/κρ. vuk

OCS Bogŭ-danŭ «Θεόδοτος» > Bogdan σε όλες τις σημερινές σλαβικές γλώσσες

2) Σε ισχυρή θέση, τα γιερ φωνηεντοποιήθηκαν με διαφορετικό, χαρακτηριστικό τρόπο σε κάθε θυγατρική σλαβική γλώσσα:

Βουλγαρική: ĭ>e , ŭ>ă

Μακεδονική (πρότυπος και δυτικές διάλεκτοι): ĭ>eŭ>o

Σερβοκροατική: ĭ, ŭ > a (αμφότερα φωνηεντοποιήθηκαν σε /a/)

Παραδείγματα:

OCS dĭ «ημέρα» > βουλγ. και μακ. den, αλλά σρβ/κρ. dan

OCS otĭ «πατέρας» > βουλγ. και μακ. otec, αλλά σρβ/κρ. otac

OCS sŭ «ύπνος, όνειρο» > βουλγ. săn, μακ. son, σρβ/κρ. san

Ο Εκκλησιαστικός Παλαιοσλαβονικός όρος για τον «γέροντα» είναι παράγωγο σε -ĭcĭ του επιθέτου starŭ «παλαιός»:

OCS starĭ > βουλγ. και μακ. starec, αλλά σρβ/κρ. starac

Συνεπώς, οι σλαβόφωνοι Ζωγραφίτες γέροντες που αυτοπροσδιορίζονται με τον τύπο starac είναι σερβόφωνοι, ενώ εκείνοι που αυτοπροσδιορίζονται με τον τύπο starec είναι -με την ορολογία εκείνης της εποχής- βουλγαρόφωνοι (από την σημερινή Βουλγαρία και την ευρύτερη Μακεδονία).

1496 μ.Χ.: γέροντας (staracъ) Ονούφριος «εκ Ζωγράφου» (ot Zografa). Το /a/, η ορθογραφία (χρήση του «ъ» αντί για «ь») και η χρήση της γενικής πτώσης (βλ. παρακάτω) στην φράση ot Zografa = «εκ Ζωγράφου» όλα συνηγορούν υπέρ της σερβοφωνίας του γράφοντος.

1581 μ.Χ.: γέροντας (staracъ) Συμεών Ζωγραφίτης (Zografski). βλέπουμε ξανά τον σερβικό τύπο του όρου «γέροντας» με /a/.

2. Η απώλεια πτώσεων στην ύστερη Βουλγαρική

Στην παραδοσιακή περιοδολόγηση της Βουλγαρικής γλώσσας, ο 15ος αιώνας σηματοδοτεί τη μετάβαση από την «Μέση» στην «Ύστερη» Βουλγαρική. Η σημαντικότερη εξέλιξη αυτής της μετάβασης είναι η πλήρης απώλεια των σλαβονικών πτώσεων (με εξαίρεση ορισμένες κλητικές και μερικά επιρρήματα) στις τότε ΔΗΜΩΔΕΙΣ βουλγαρικές ποικιλίες (με σημερινά δεδομένα βουλγαρικές και μακεδονικές). Αντίθετα, η ΔΗΜΩΔΗΣ Σερβική διατηρεί τις σλαβονικές πτώσεις μέχρι σήμερα. Μετά το 1500, οι μόνοι Βούλγαροι που χρησιμοποιούσαν τις σλαβονικές πτώσεις στην γραπτή τους γλώσσα ήταν οι λίγοι αρχαΐζοντες λόγιοι. Συνεπώς, η χρήση πτώσεων (λ.χ. η γενική πτώση ot Zografa = εκ [της Μονής] Ζωγράφου) στα σλαβόγλωσσα κείμενα της Μονής Ζωγράφου δείχνει ότι ο συγγραφέας ήταν είτε ολιγοεγγράμματος Σέρβος ή λογιότατος Βούλγαρος.

Συνεπώς, η σύνταξη με ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ πτώση ot Zograf  = «εκ Ζωγράφος» (αντί της παραδοσιακής σλαβονικής ΓΕΝΙΚΗΣ ot Zografa = «εκ Ζωγράφου») μαρτυρεί ότι ο γραφέας είναι ομιλητής της εν τη γενέσει «Ύστερης Βουλγαρικής». Ενώ οι Σέρβοι μέχρι σήμερα λένε iz Beograda = «εκ Βελιγραδίου», οι Βούλγαροι και οι (Σλαβο)Μακεδόνες λένε άκλιτα ot Belgrat = «από Βελιγράδι», με το τοπωνύμιο Belgrad σε «καθηλωμένη/παγωμένη» ονομαστική.

Η περιοδολόγηση της Βουλγαρικής γλώσσας:

Η παρόμοια με την «Ύστερη Βουλγαρική» απώλεια πτώσεων στην νυν Μακεδονική γλώσσα:

Στις αρχές του 16ου αιώνα (1506), η χρήση της γενικής πτώσης ot Zografa = «εκ Ζωγράφου» δηλώνει ή δημώδη σερβοφωνία ή συντηρητική (λόγια) βούλγαροφωνία:

Κατά το υπόλοιπο του 16ου αιώνα, η απώλεια της γενικής πτώσης στην φράση ot Zografa > ot Zograf γίνεται σύνηθες  χαρακτηριστικό των βουλγαρόφωνων μοναχών:

Leave a comment

Filed under Βαλκανικές γλώσσες, Γλωσσολογία, Σλαβικές γλώσσες

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.