Τα ανατολικά γερμανικά φύλα #4: Οι Έρουλοι

Στην προηγούμενη ανάρτηση περιέγραψα συνοπτικά την ιστορία των Γότθων και του εθνωνύμου τους. Εδώ θα κάνω το ίδιο για τους Έρουλους.

Έρουλοι

Οι Έρουλοι αναδύονται στην ιστορία με την λεηλασία της Αθήνας το 267 μ.Χ. την οποία περιέγραψε ο σύγχρονος Αθηναίος ιστορικός Δέξιππος (τότε επώνυμος άρχων των Αθηνών και οργανωτής της άμυνας κατά των Ερούλων) στο δυστυχώς χαμένο του έργο Σκυθικά. Όπως δείχνει ο τίτλος της ιστορίας, ο Δέξιππος φαίνεται να χρησιμοποίησε τον κλασικίζοντα όρο-ομπρέλα «Σκύθαι» για τους Έρουλους (δεν αποκλείεται να είναι και ο πρώτος συγγραφέας που εγκαινίασε την συνήθεια χρήσης του όρου «Σκύθαι» για τα ανατολικά γερμανικά φύλα), αλλά από τους μεταγενέστερους ιστορικούς που χρησιμοποίησαν τα έργα του Δεξίππου ως πηγή (ο Ζώσιμος μέσω του Ευναπίου, o Ιορδάνης και ο Στέφανος Βυζάντιος στα Εθνικά του) φαίνεται ότι ο Δέξιππος προσδιόρισε τους λεηλάτες των Αθηνών και πιο συγκεκριμένα ως «Ἕλουρους», προσπαθώντας να αποδώσει το εθνώνυμο Ἔρουλοι.

Ο Στέφανος Βυζάντιος γράφει:

Ἕλουροι· Σκυθικὸν ἔθνος, περὶ ὧν Δέξιππος ἐν χροκικῶν ιβ΄

Σύμφωνα με την παρετυμολογία που διέσωσε ο (γοτθογενής λατινόφωνος) Ιορδάνης, οι «Γραικοί» (Greci ~ οι παλαιότεροι ελληνόφωνοι συγγραφείς) αποκάλεσαν τους Έρουλους Έλουρους επειδή κατοικούσαν στα έλη της Μαιώτιδος λίμνης:

[Ιορδάνης, Γετικά, 23.117] Sed cum tantorum servitio clarus haberetur, non passus est nisi et gentem Herulorum, quibus praeerat Halaricus, magna ex parte trucidatam reliquam suae subegeret dicioni. Nam praedicta gens, Ablavio istorico referente, iuxta Meotida palude inhabitans in locis stagnantibus, quas Greci ele vocant, Eluri nominati sunt, gens quantum velox, eo amplius superbissima.

Όσον αφορά την πραγματική (γερμανική) ετυμολογία του εθνωνύμου Ἕρουλοι/Heruli, ο Moritz Schönfeld κατέθεσε δύο ετυμολογικές προτάσεις, αμφότερες εξίσου πιθανές κατά την γνώμη μου. Η μία πρόταση είναι ότι το εθνώνυμο προέρχεται από τον πρωτογερμανικό όρο *heruz = «σπαθί» (λ.χ. γοτθ. 𐌷𐌰𐌹𐍂𐌿𐍃/hairus) και η άλλη είναι ότι προέρχεται από τον πρωτογερμανικό όρο *er(i)laz = «(ικανός) μαχητής, άνδρας» (λ.χ. PGmc *erlaz «άνδρας, μαχητής, αριστοκράτης» > αγγλ. earl και PGmc *erǭ = «μάχη»).

Έγραψα ότι θεωρώ εξίσου πιθανές αμφότερες τις ετυμολογικές προτάσεις, επειδή, σύμφωνα με τις ρωμαϊκές («βυζαντινές») πηγές, οι Έρουλοι, από τη μια, όντως διέθεταν ένα χαρακτηριστικό είδος σπαθιού και, από την άλλη, η κοινωνία τους ήταν διχοτομημένη σε μια άρχουσα κάστα μαχητών που πολεμούσε με ασπίδες και μια κατώτερη τάξη δούλων (κάτι σαν τους αρχαίους είλωτες) που πολεμούσε δίχως ασπίδα. Αφού πρώτα οι «δούλοι» έπρεπε ν΄αποδείξουν στους «δεσπότες» τους την ανδρεία τους, πολεμώντας δίχως ασπίδα, κέρδιζαν το δικαίωμα να φέρουν ασπίδα, το οποίο φαντάζομαι πως σήμαινε και ένταξη στην άρχουσα κάστα των μαχητών/«δεσποτών».

Σπαθία Ἐρουλίσκια:

Το Στρατηγικόν του Μαυρίκιου (περ. 600 μ.Χ.) αναφέρει τα «σπαθία Ἐρουλίσκια», τα «λαγκίδια σκλαβινίσκια» (σλαβικά λογχίδια, lancea ~ λόγχη) και τα «βουλγαρικά σαγία» (sagum > σαγίον, sagulatus), όταν περιγράφει τον εξοπλισμό του ρωμαϊκού στρατού της εποχής. Οι Αρμάνοι/Βλάχοι κι όσοι ασχολούνται με την ΑΒΡ ας προσέξουν τα επίθετα Ἐρουλ-ίσκιος και Σκλαβιν-ίσκιος (υστερολατ. -iscus < PGmc *-iskaz?) γιατί πίσω από αυτά κρύβεται το ίδιο συσχετιστικό επίθημα με το οποίο η ΑΒΡ δημιούργησε το επίθετο Roman-iscus > αρμαν. armînesc(u) ~ ρουμαν. românesc.

Σημείωσα με την ευκαιρία και τον ρωμαίικο όρο φαλκίδι(ν) (< φαλκίδιον < λατ. falx/falcem = δρεπάνι) γιατί πέρυσι το Πάσχα έτυχε να βρίσκομαι με τον πατέρα μου σε ένα μαγαζί με γεωργικά εργαλεία και, όταν ο πατέρας μου είπε στον μαγαζάτορα «δώσε κι΄ένα φαλκίδι», ο μαγαζάτορας απάντησε «κι εγώ από μικρός φαλκίδι το ξέρω, αλλά όλοι οι πελάτες μου το ζητάνε ως δρεπάνι».

Κάστα μαχητών και δούλοι:

Ο Προκόπιος, ενώ περιγράφει μια ρωμαϊκή εισβολή στην Περσαρμενία που περιελάμβανε και Έρουλους φοιδεράτους (βλ. παρακάτω), γράφει τα εξής για την διχοτόμηση της ερουλικής κοινωνίας σε μια άρχουσα κάστα μαχητώνοἱ δεσπόται» ~ PGmc *erlaz) που πολεμούσαν με ασπίδα και μια υφιστάμενη τάξη «δούλων» που πολεμούσαν «ἀφύλακτοι» δίχως ασπίδα. Αφού οι «δούλοι» αποδείκνυαν την ανδρεία τους στους «δεσπότες» τους, αποκτούσαν το δικαίωμα να φέρουν ασπίδα στην μάχη.

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 2.25.20] Πρῶτος δὲ Ναρσῆς ξύν τε τοῖς Ἐρούλοις καὶ Ῥωμαίων τοῖς ἑπομένοις ἐς χεῖρας τοῖς πολεμίοις ἦλθεν, ὠθισμοῦ τε γενομένου ἐτρέψατο τοὺς κατ’ αὐτὸν
Πέρσας.

[ibid, 2.25.26-8] ἄλλους εὐπετῶς ἔκτεινον καὶ διαφερόντως Ἐρούλους, οἳ ξὺν τῷ Ναρσῇ τὰ πρῶτα τοῖς ἐναντίοις ἐπιπεσόντες ἀφύλακτοι ἐκ τοῦ ἐπὶ πλεῖστον ἐμάχοντο. οὔτε γὰρ κράνος οὔτε θώρακα οὔτε ἄλλο τι φυλακτήριον Ἔρουλοι ἔχουσιν, ὅτι μὴ ἀσπίδα καὶ τριβώνιον ἁδρὸν, ὃ δὴ διεζωσμένοι ἐς τὸν ἀγῶνα καθίστανται. δοῦλοι μέντοι Ἔρουλοι καὶ ἀσπίδος χωρὶς ἐς μάχην χωροῦσιν, ἐπειδὰν δὲ ἄνδρες ἐν πολέμῳ ἀγαθοὶ γένωνται, οὕτω δὴ ἀσπίδας αὐτοῖς ἐφιᾶσιν οἱ δεσπόται προβάλλεσθαι ἐν ταῖς ξυμβολαῖς. τὰ μὲν τῶν Ἐρούλων ταύτῃ πη ἔχει.

Ένα άλλο έθνος σε εκείνα τα μέρη που ήταν διχοτομημένο σε «ελεύθερους» και «δούλους» ήταν οι Σαρμάτες του 4ου αιώνα: σύμφωνα με τον Αμμιανό Μαρκελλίνο, οι Limigantes ήταν οι Sarmatae servi (δούλοι Σαρμάτες), ενώ οι Arcaragantes ήταν οι Sarmatae liberi (ελεύθεροι Σαρμάτες).

Αυτά για τις δύο ετυμολογικές πιθανότητες του εθνωνύμου Ἔρουλοι.

Για την ερουλική λεηλασία των Αθηνών του 267/8, παραθέτω τις παρακάτω σελίδες από κεφάλαιο της Amelia Robertson Brown σ΄αυτό εδώ το βιβλίο. Η επιδρομή έγινε διά θαλάσσης με πλοία που ξεκίνησαν από την βόρεια ακτή του Ευξείνου Πόντου και ξεχύθηκαν στο Αιγαίο περνώντας από την Προποντίδα. Με την ευκαιρία, σημείωσα και τον όρο Graecia («Γραικία») που απαντά στις λατινικές πηγές του 4ου και του 5ου αιώνα πυο περιγράφουν τις επιδρομές αυτές, για να δείτε ότι, όταν οι λατινόφωνοι Ρωμαίοι συγγραφείς της ύστερης αρχαιότητας μιλάνε για Graecia εννοούν τη μικρή επαρχία Αχαΐας/Ελλάδος της ανατολικής Ρωμανίας που βρισκόταν νοτίως του Σπερχειού και δυτικά του Αχελώου (προσέξτε την αντιπαράθεση της «Γραικίας» σε Μακεδονία, Θεσσαλία και Ήπειρο). Το δυτικό παραμύθι ότι η άπτωτη Ρωμανία τάχα είναι «Γραικία» (Grecia), αν και απαντά σποραδικά σε λίγες εχθρικές προς τους Ρωμαίους πηγές του 6ου αιώνα, αποκτά δυτική θεσμική υποστήριξη στο β΄ μισό του 8ου αιώνα, όταν ο πάπας Αδριανός Α΄ αποφάσισε να βαφτίσει την άπτωτη Ρωμανία «Γραικία» και να κρατήσει δια το τσαντίριόν του τον όρο res publica Romana.

Ενώ οι Έρουλοι πρωτοεμφανίζονται να κατοικούν στην ανατολική εσχατιά του πολιτισμού Chernyakhov (δυτικά της  Μαιώτιδος λίμνης), η άφιξη των Ούννων μετά το 370 τους ανάγκασε να μεταναστεύσουν δυτικότερα προς την σημερινή Βουδαπέστη. Στην μάχη του Νέδαου ποταμού (454) όπου καταλύθηκε η ισχύς των Ούννων στην Παννονία, οι Έρουλοι αναφέρονται να πολεμούν στην πλευρά των νικητών δίπλα στους Γεπίδες, τους Ρουγίους, τους Σκιρίους κλπ. Στα τέλη του 5ου αιώνα οι Έρουλοι φαίνεται ότι είχαν ιδρύσει ένα μικρό βασίλειο στην ΒΑ Παννονία, το οποίο κατέλυσαν οι Λαγγοβάρδοι/Λομβαρδοί, όταν επί βασιλείας Αναστασίου Α΄ μετανάστευσαν μαζικά στην Παννονία. Ενώ ορισμένοι Έρουλοι φαίνεται να έμειναν στην βόρεια Παννονία, οι υπόλοιποι μετανάστευσαν νοτιότερα, όπου το 512 ο αυτοκράτορας Αναστάσιος Α΄ τους επέτρεψε να εγκατασταθούν ως φοιδεράτοι των Ρωμαίων «στις χώρες κaι τις πόλεις των Ρωμαίων» γύρω από το Σιγγιδούνον (Βελιγράδι).

Γράφει ο Κόμης Μακρελλίνος στο Χρονικό του:

[AD 512] Gens Herulorum in terras atque civitates Romanorum iussu Anastasii caesaris introducta

Κάποια στιγμή πριν την κατάλυση του Ερουλικού «βασιλείου», ο Οστρογότθος βασιλιάς Θευδέριχος έστειλε πρέσβεις από την Ραβέννα στους Έρουλους της Παννονίας. Ο Θευδέριχος ζήτησε από τους πρέσβεις του να εξηγήσουν στους Έρουλους το πρώτο μέρος της επιστολής στα λατινικά και το υπόλοιπο στην (κοινή σε Οστρογότθους και Ερούλους) πάτριο φωνή (patrio sermone), δηλαδή στην ανατολική γερμανική ποικιλία που σήμερα αποκαλούμε «Γοτθική» γλώσσα.

Παραθέτω δυο χάρτες του Ian Mladjov που δείχνουν την μετανάστευση των Ερούλων (το 475 μ.Χ. γύρω από την σημερινή Βουδαπέστη και μετά το 525, μετά την έλευση των Λαγγοβάρδων στην Παννονία, νοτίως του σημερινού Βελιγραδίου, στην επαρχία Μυσία Α΄ της Διοίκησης Δακίας):

Με το που γίνονται φοιδεράτοι των Ρωμαίων, οι Έρουλοι αναφέρονται σε κάθε μάχη που ο Προκόπιος περιγράφει στους Πολέμους του. Ο αρχηγός τους είναι ο Φάρας (βλ. και εδώ), τον οποίο ο Προκόπιος επαινεί για τον χαρακτήρα του γράφοντας πως, αν και Έρουλος το γένος, ήταν ενάρετος και κατεσπουδασμένος, πράγμα σπάνιο και αξιέπαινο, γιατί οι περισσότεροι Έρουλοι είναι μπαμπέσηδες και μεθύστακες. Όχι μόνον ήταν ενα΄ρετος ο ίδιος, αλλά κατάφερνε να διατηρήσει και την ευκοσμία στους Έρουλους που διοικούσε.

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 4.4.29-31] ἦν δὲ ὁ Φάρας οὗτος δραστήριός τε καὶ λίαν κατεσπουδασμένος καὶ ἀρετῆς εὖ ἥκων, καίπερ Ἔρουλος ὢν γένος. ἄνδρα δὲ Ἔρουλον μὴ ἐς ἀπιστίαν τε καὶ μέθην ἀνεῖσθαι, ἀλλ’ ἀρετῆς μεταποιεῖσθαι, χαλεπόν τε καὶ ἐπαίνου πολλοῦ ἄξιονΦάρας δὲ οὐ μόνος τῆς εὐκοσμίας ἀντείχετο, ἀλλὰ καὶ Ἐρούλων ὅσοι αὐτῷ εἵποντο.

Ο Φάρας και οι 300 Έρουλοί ομογενείς του στη μάχη του Δάρας (530):

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 1.13.19] Ἅμα τε ἡλίῳ ἀνίσχοντι τοὺς πολεμίους ἐπὶ σφᾶς προϊόντας ὁρῶντες ἐτάξαντο ὧδε. εὐθείας μὲν τὰ ἔσχατα τῆς ἀριστερᾶς, ἣ ἔνερθεν ἦν τῆς ὀρθῆς κεραίας μέχρι ἐς τὸν λόφον, ὃς ταύτῃ ἀνέχει, Βούζης εἶχε ξὺν ἱππεῦσι πολλοῖς καὶ Φάρας Ἔρουλος ξὺν ὁμογενέσι τριακοσίοις·

[ibid, 1.14.32-3] Φάρας δὲ Βελισαρίῳ τε καὶ Ἑρμογένει παραστὰς εἶπεν «Οὐδέν μοι δοκῶ ἐνταῦθα ξὺν τοῖς Ἐρούλοις μένων τοὺς πολεμίους ἐργάσασθαι μέγα·

O στρατηλάτης Ιλλυρικού Μούνδος και οι υπ΄αυτόν βάρβαροι Έρουλοι βοηθούν τον Βελισάριο στην καταστολή της στάσης του Νίκα (532), σφάζοντας στον ιππόδρομο κάπου 30.000 στασιώτες:

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 1.24.41] Μοῦνδος δὲ, Ἰλλυριῶν στρατηγὸς ἀποδεδειγμένος, τύχῃ τινὶ ξυνεκύρησε βαρβάρους Ἐρούλους ἐπαγαγόμενος κατά τινα χρείαν ἐς Βυζάντιον μετάπεμπτος ἥκειν.

[ibid, 1.24.52-4] κραυγῆς δὲ πολλῆς, ὡς τὸ εἰκὸς, γεγενημένης, πλησίον που ἑστηκὼς Μοῦνδος καὶ βουλόμενος ἔργου ἔχεσθαι (ἦν γάρ τις τολμητὴς καὶ δραστήριος), ἀπορούμενος δὲ ᾗ χρήσεται τοῖς παροῦσιν, ἐπειδὴ ἐτεκμήρατο ὡς Βελισάριος ἐν τῷ πόνῳ εἴη, εὐθὺς ἐπὶ τὸ ἱπποδρόμιον διὰ τῆς εἰσόδου, […] θνήσκουσί τε τοῦ δήμου πλέον ἢ τρισμύριοι ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ.

Κάποια στιγμή στο ανατολικό μέτωπο, ο Βελισάριος επιλέγει τους 6000 πιο ευμήκεις και ρωμαλέους του στρατού του γιατί θέλει να εντυπωσιάσει τον Πέρση πρέσβη. Ο Προκόπιος εξηγεί ότι αυτοί ήταν «Ιλλυριοί και Θράκες» (Ρωμαίοι από την ενδοχώρα του Ιλλυρικού και της Θράκης) και (βάρβαροι) Γότθοι, Έρουλοι, Βανδίλοι και Μαυρούσιοι (Μαυριτανοί). Προσέξτε ότι Γότθοι, Έρουλοι και Βανδίλοι είναι όλοι ανατολικά γερμανικά φύλα.

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 2.21.1-4] Χοσρόης δὲ μαθὼν Βελισάριον παντὶ τῷ Ῥωμαίων στρατῷ ἐστρατοπεδεῦσθαι ἐν Εὐρωπῷ, […] αὐτὸς μὲν ἑξακισχιλίους ἀπολεξάμενος ἄνδρας εὐμήκεις τε καὶ τὰ σώματα καλοὺς μάλιστα μακράν που ἄποθεν τοῦ στρατοπέδου ὡς κυνηγετήσων ἐστάλη […] τῆς μὲν καλύβης ἐφ’ ἑκάτερα Θρᾷκές τε καὶ Ἰλλυριοὶ ἦσαν, Γότθοι δὲ μετ’ αὐτοὺς, καὶ τούτων ἐχόμενοι Ἔρουλοι, μεθ’ οὓς Βανδίλοι τε καὶ Μαυρούσιοι ἦσαν.

Από τα χωρία που ήση έχω παραθέσει οι περισσότεροι προσεκτικοί θα προσέξατε ότι οι Έρουλοι φοιδεράτοι σ΄αυτά τα χωρία αντιπαραβάλλονται στους Ρωμαίους ως βάρβαροι:

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 1.24.41] Μοῦνδος δὲ, Ἰλλυριῶν στρατηγὸς ἀποδεδειγμένος, τύχῃ τινὶ ξυνεκύρησε βαρβάρους Ἐρούλους ἐπαγαγόμενος κατά τινα χρείαν ἐς Βυζάντιον μετάπεμπτος ἥκειν.

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 2.25.20] Πρῶτος δὲ Ναρσῆς ξύν τε τοῖς Ἐρούλοις καὶ Ῥωμαίων τοῖς ἑπομένοις ἐς χεῖρας τοῖς πολεμίοις ἦλθεν, ὠθισμοῦ τε γενομένου ἐτρέψατο τοὺς κατ’ αὐτὸν
Πέρσας.

Αυτά τα συνοπτικά για τους Έρουλους. Τις υπόλοιπες αναφορές του Προκοπίου και των άλλων πηγών της ύστερης αρχαιότητας για τους Έρουλους θα τις βρείτε μόνοι σας διαβάζοντας.

Leave a comment

Filed under Αρχαιότητα, Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.