Κι’ αν πορευτούμε τοιούτως, τι Ρωμαίικον θα κάμωμε;

Η φράση του τίτλου είναι παρμένη από τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη (είναι το Α5 εδώ). Τον έστειλαν οι προϊστάμενοί του επικεφαλής μιας ομάδας ανδρών για να καταστείλει μια εξέγερση στο Μενίδι. Οι εντολές που του έδωσαν οι προϊστάμενοί του ήταν πως, αν οι Μενιδιάτες δεν συμμορφώνονταν με το καλό, «σκότωμα και κάψιμο όλο το χωριόν». Όταν ο Μακρυγιάννης είδε τους άνδρες του σώματος που το δόθηκε να τρίβουν τα χέρια τους από ευχαρίστηση και να ετοιμάζουν τα υποζύγια για να κουβαλήσουν το πλιάτσικο από το Μενίδι, τους επέπληξε με τα λόγια «Αυτείνοι είναι Έλληνες, συναγωνισταί μας, κι’ αν πορευτούμε τοιούτως, τι Ρωμαίικον θα κάμωμε;»

Αφού ήταν ο Μαμούρης έξω ντερβέναγας (και τζάκιζε του φίλους του με το τζεκούρι, οπού τον έφεραν εδώ), είχε και κολτζήδες εις τα χωριά οπού περιέρχονταν. Πήγαν εις το Μενίδι αυτείνοι, μέθυσε ο αξιωματικός, γράφει του Γκούρα ότι οι Μενιδιάτες θα κάμουνε επανάστασιν αναντίον του. Τότε στέλνει με φωνάζει σουρουπώνοντας να πάγω ’στο Μενίδι. Μόδωσε κι ανθρώπους, πήρα και τους δικούς μου να πιάσω τους αίτιους οπού θα μου ειπή ο αξιωματικός, να τους δέσω, κι’ αν δεν σταθούν, σκότωμα και κάψιμον όλο το χωριόν. Πήρα τους ανθρώπους όπως διατάχτηκα και πήγα την νύχτα. Βλέπω απ’ όσους ανθρώπους μου ’χε δομένους ο Γκούρας είχαν και ζώα καμπόσοι και σακκιά. Κοντά εις το χωριόν τους ρωτάγω: «Τάχουμε, μου λένε, να φορτώσουμε πλιάτσικα. Τι ’ναι αυτείνοι, τους λέγω, οπού θα – Τ’ είναι εκείνοι, τους λέγω, όπού θα γυμνώσουμε, Τούρκοι; Αυτείνοι είναι Έλληνες, συναγωνισταί μας, κι’ αν πορευτούμε τοιούτως, τι Ρωμαίικον θα κάμωμε; Δεν σώθηκαν οι Τούρκοι ακόμα και θα μας κάμουν πλιάτσικα εμάς. Και τι στοχάζεστε, θα μπορέσουμε να γυμνώσουμεν τους Μενιδιάτες; Αυτό είναι τόσα ντουφέκια, κεφαλοχώρι. Ν’ ακούσετε εμένα ως μεγαλύτερον, κι’ όπως ιδώ εγώ τα πράματα, θα σας οδηγήσω, ότι δεν σκοτώνομαι εγώ μ’ Έλληνες, τους αδελφούς μου». Τους κακοφάνη καμποσουνών, τους είπα: «Σύρτε μόνοι σας κ’ εγώ γυρίζω πίσω». Τότε κλίναν να μ’ ακούσουνε.

Στην διήγηση του Μακρυγιάννη βλέπουμε τον επαναστάτη να καθορίζει την συμπεριφορά των ανδρών του βάσει μιας ενδιαφέρουσας αρχής που σ΄εμάς σήμερα φαίνεται αυτονόητη, αλλά στους άνδρες του Μακρυγιάννη προφανώς δεν ήταν καθόλου αυτονόητη («Τους κακοφάνη καμποσουνών»): δεν μπορείς να στήσεις ρωμαίικο (i.e., ελεύθερη ρωμαϊκή πολιτεία = respublica Romana) σκοτώνοντας και πλιατσικολογώντας τους ομοεθνείς σου. O Μακρυγιάννης εδώ λέει με απλοϊκό τρόπο αυτό που είπε ο Ernest Renan το 1882 στην διάλεξη που έδωσε στην Σορβόννη με τίτλο Τι είναι το έθνος (Qu’est-ce qu’une nation ?) Η απάντηση του Ρενάν ήταν πως το έθνος είναι μια ομάδα ανθρώπων που έχουν επιλέξει συνειδητά να συμβιώσουν κατά τον αρχαίο ρωμαϊκό τρόπο.

Ποιος είναι ο ρωμαϊκός τρόπος του βιοτεύειν;

Η απάντηση, φυσικά, είναι ο ορισμός της Πολιτείας (res publica) του Κικέρωνα:

[De Republica, I.39Est igitur, inquit Africanus, res publica res populi, populus autem non omnis hominum coetus quoquo modo congregatus, sed coetus multitudinis iuris consensu et utilitatis communione sociatus.

Είναι, επομένως, η res publica τα κοινά πράγματα ενός λαού (res populi)· όχι όμως ενός οποιουδήποτε λαού που προέκυψε από οποιαδήποτε συνάθροιση, αλλά [ενός λαού που προέκυψε] από τη συναρμογή μεγάλου πλήθους (coetus multitudinisη οποία βασίστηκε στην κοινή αντίληψη περί δικαίου (iuris consensuκαι στη συνεργασία για την κοινωφελία (utilitatis communione).

Ρωμαϊκή πολιτεία, επομένως, θα πει συμβίωση με γνώμονες την κοινή αντίληψη περί δικαίου και την συνεργασία στην κοινωφελία. Salus populi lex suprema esto έγραψε ο Κικέρων (ο ύψιστος νόμος πρέπει να είναι η ευημερία (όλου) του (ρωμαϊκού) λαού, δηλαδή η προκοπή (όλου) του ρωμαίικου, όπως θα το απέδιδε ο Μακρυγιάννης).

Τι θα πει αυτό με απλά λόγια;

1. Ζώσιμος

Ο Ζώσιμος (έγραψε επί βασιλείας Αναστασίου Α΄, δηλαδή γύρω στο 500) διηγείται την εξής ιστορία. Κάποιοι υπερδουνάβιοι βάρβαροι από τους πολλούς που ο Μέγας Θεοδόσιος αναγκάστηκε να στρατολογήσει λόγω λειψανδρίας, καθώς πήγαιναν από τον Δούναβη προς την Αίγυπτο, συναντήθηκαν στην Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας με ένα σώμα (Ρωμαίων) στρατιωτών που ανέβαινε προς βορρά προερχόμενο από την Αίγυπτο («Αἰγύπτιοι»). Όταν κάποιος βάρβαρος φοβέρισε με το ξίφος του έναν μαγαζάτορα αρνούμενος να πληρώσει την τιμή του προϊόντος που είχε αγοράσει, ο μαγαζάτορας έτρεξε φοβισμένος προς τους Αιγύπτιους (Ρωμαίους) στρατιώτες. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες πήγαν στους βάρβαρους και τους είπαν αυτό που είπε ο Μακρυγιάννης και στους άνδρες του:

Μακρυγιάννης: κι’ αν πορευτούμε τοιούτως, τι Ρωμαίικον θα κάμωμε;

Αιγύπτιοι στους υπερδουνάβιους βάρβαρους: μὴ γὰρ εἶναι τοῦτο ἔργον ἀνθρώπων κατὰ Ῥωμαίων νόμους ζῆν ἐθελόντων = αυτή δεν είναι συμπεριφορά ανθρώπων που έχουν επιλέξει να ζουν σύμφωνα με τους νόμους των Ρωμαίων.

2. Προκόπιος

Ο Βελισάριος κατά τον Βανδαλικό Πόλεμο (533-4) κατέκτησε το βασίλειο των Βανδάλων και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Το 536 ο Βελισάριος ήταν στην Σικελία και, καθώς ετοιμαζόταν να εισβάλει στην Οστρογοτθική Ιταλία, μια σημαντική μερίδα του ρωμαϊκού στρατού κατοχής της Αφρικής στασίασε και άρχισε να λεηλατεί την Αφρική, σκοτώνοντας τους νομιμόφρονες Ρωμαίους στρατιώτες που επιχείρησαν να τους σταματήσουν. Οι στασιώτες εξέλεξαν για αρχηγό τους τον γερμανικής καταγωγής Ρωμαίο στρατιώτη Στότζα (μάλλον το ίδιο με το σημερινό γερμανικό επώνυμο Stotz, ο γερμανικός συγγενής του αρχαιοελληνικού ονόματος Τῡδεύς, IE *(s)tew-d-/*(s)tud- > γερμ. stoßen «πλήττω, μπήγω, σπρώχνω», τα ονόματα Τῡδεύς/Στότζας σημαίνουν λίγο πολύ «Πλήκτωρ/πλήκτης», αυτό που οι ποδοσφαιρόφιλοι λένε στράικερ/striker). Ο Βελισάριος αναγκάστηκε να αναβάλει για λίγο την εισβολή στην Ιταλία και μετέβη στην Αφρική για να καταστείλει την εξέγερση.

Όταν έφτασε στην Αφρική, ο Βελισάριος μάζεψε τους Ρωμαίους στρατιώτες που παρέμειναν αφοσιωμένοι στον βασιλέα και την πολιτεία των Ρωμαίων (ο όρος «εὔνοια» στον Προκόπιο σημαίνει «αφοσίωση», όπως η φράση «ἐπ΄εὐνοίᾳ χθονός» στο έργο Επτά επί Θήβας (εδώ, στ. 1013) του Αισχύλου σημαίνει «από αγάπη για την πατρίδα, από πατριωτισμό», φυσικά η πατρίδα του Ετεοκλή είναι μόνον η πόλη των Θηβών) και τους προετοίμασε ψυχολογικά για την επικείμενη μάχη με τους υπεράριθμους (4:1) στασιώτες στρατιώτες του Στότζα, οι οποίοι μέχρι τότε είχαν υπάρξει συστρατιώτες και συμπολεμιστές τους.

Ο Προκόπιος αρχίζει την περιγραφή των γεγονότων της μάχης του Βεγραδά ποταμού (όπου ο Βελισάριος νίκησε τον τετραπλάσιο σε αριθμό στρατό του Στότζα), με το παρακάτω χωρίο:

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 4.15.1] Οἱ δὲ στασιῶται τὰ ἐν Καρχηδόνι ἅπαντα ληισάμενοι ἔς τε τὸ Βούλλης ξυλλεγέντες πεδίον Στότζαν, τῶν Μαρτίνου δορυφόρων ἕνα, τύραννον σφίσιν εἵλοντο, ἄνδρα θυμοειδῆ καὶ δραστήριον, ἐφ’ ᾧ τοὺς βασιλέως ἄρχοντας ἐξελάσαντες Λιβύης πάσης κρατήσουσιν.

Ο λόγος του Βελισαρίου:

[Προκόπιος, Πόλεμοι, 4.15.16-21] ἃ δὴ Βελισάριος ταῖς τῶν στρατιωτῶν διανοίαις ἐναποθέσθαι βουλόμενος βεβαίως ἅπαντας ξυγκαλέσας ἔλεξε τάδε «Ἐλπίδος μὲν καὶ εὐχῆς ἧσσον, ἄνδρες συστρατιῶται, βασιλεῖ τε καὶ Ῥωμαίοις τὰ πράγματα ἔχει. ἐς ξυμβολὴν γὰρ τανῦν ἥκομεν, ἐξ ἧς οὐδὲ τὸ νικᾶν ἄκλαυστον ἕξομεν, ἐπὶ ξυγγενεῖς τε καὶ ξυντρόφους στρατεύοντες. ἔχομεν δὲ τοῦ κακοῦ παραψυχὴν τήνδε, οἷς γε οὐ τῆς μάχης ἄρχοντες αὐτοὶ, ἀλλ’ ἀμυνόμενοι ἐς τὸν κίνδυνον καθιστάμεθα. ὁ γὰρ ἐς τοὺς φιλτάτους τὴν ἐπιβουλὴν ποιησάμενος καὶ τὸ ξυγγενὲς διαλύσας οἷς ἔδρασεν, οὐ πρὸς τῶν φίλων, ἢν ἀπόληται, θνήσκει, ἀλλ’ ἐν πολεμίου γεγονὼς μοίρᾳ τοῖς ἠδικημένοις ἐκτίνει τὴν δίκην. πολεμίους δὲ καὶ βαρβάρους καὶ ὅ τι ἄν τις εἴποι δεινότερον εἶναι δείκνυσι τοὺς ἐναντίους οὐ Λιβύη μόνον ὑπὸ ταῖς τούτων χερσὶν ἐς λείαν ἐλθοῦσα, οὐδὲ οἱ ταύτην οἰκοῦντες οὐ δέον παρ’ ἐκείνων ἀνῃρημένοι, ἀλλὰ καὶ Ῥωμαίων στρατιωτῶν πλῆθος, οὓς οἱ δυσμενεῖς οὗτοι κτείνειν ἐτόλμησαν, μίαν αὐτοῖς αἰτίαν τὴν ἐς τὴν πολιτείαν ἐπικαλέσαντες εὔνοιαν· οἷς νῦν τιμωροῦντες ἐπ’ αὐτοὺς ἥκομεν, δυσμενεῖς εἰκότως τοῖς πάλαι φιλτάτοις γενόμενοι.

Με λίγα λόγια, ο Βελισάριος λέει στους στρατιώτες πως μερικοί από αυτούς θα προβληματίζονται για το ότι «ἐπὶ ξυγγενεῖς τε καὶ ξυντρόφους στρατεύοντες». Αλλά αυτό δεν ισχύει γιατί οι αντίπαλοι διέλυσαν τους δεσμούς συγγένειας (τὸ ξυγγενὲς διαλύσας) που τους συνδέει με «εμάς», όταν επιτέθηκαν στους φίλους «μας» (ὁ γὰρ ἐς τοὺς φιλτάτους τὴν ἐπιβουλὴν ποιησάμενος καὶ τὸ ξυγγενὲς διαλύσας οἷς ἔδρασεν). Συνεπώς, οι αντίπαλοι δεν είναι πια Ρωμαίοι, αλλά «πολέμιοι και βάρβαροι» (πολεμίους δὲ καὶ βαρβάρους, πολέμιος = perduellis = hostis publicus = δημόσιος εχθρός, εχθρός της πολιτείας), όχι μόνον επειδή λεηλάτησαν την Λιβύη [=Αφρική] και σκότωσαν τους κατοίκους της, αλλά κυρίως επειδή σκότωσαν Ρωμαίους στρατιώτες που παρέμειναν αφοσιωμένοι στην πολιτεία (ἀλλὰ καὶ Ῥωμαίων στρατιωτῶν πλῆθος, οὓς οἱ δυσμενεῖς οὗτοι κτείνειν ἐτόλμησαν, μίαν αὐτοῖς αἰτίαν τὴν ἐς τὴν πολιτείαν ἐπικαλέσαντες εὔνοιαν). «Εμείς» πάμε τώρα να πολεμήσουμε, για να εκδικηθούμε αυτούς τους αφοσιωμένους στην πολιτεία νεκρούς Ρωμαίους στρατιώτες (οἷς νῦν τιμωροῦντες ἐπ’ αὐτοὺς ἥκομεν).

Leave a comment

Filed under Βυζαντινολογία, Εθνολογία, Ιστορία

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.