Η IE ρίζα *dhelbh- «σκάβω»

Στη σημερινή ανάρτηση θα περιγράψω την ΙΕ ρίζα *dhelbh- «σκάβω» που έχει δώσει και όρους που περιστρέφονται γύρω από την έννοια του «βάθους». Θα ξεκινήσω παρουσιάζοντας την περιγραφή της ρίζας και των απογόνων της από τους Mallory & Adams:

dhelbh

Ο πρώτος απόγονος είναι το αγγλικό delve = «σκάβω, ψάχνω κάτι (θαμμένο) = ξεθάβω» που κατάγεται από το πρωτο-γερμανικό delbaną. Η εξέλιξη *bh>b>v είναι η ίδια που συνέβη στο αγγλικό *leubh-love = «αγάπη» (λ.χ. γερμανικό Liebe και, από τον σλαβικό κόσμο, το σερβο-κροατικό ljubav). O άλλος απόγονος είναι το λιθουανικό delbti = «χτυπώ ~ βαράω (γ)κασμά, ρίχνω βίαια» που σχετίζεται με το ουσιαστικό dalba = «λοστός» που στις παλαιότερες φάσεις της γώσσας πρέπει να χαρακτήριζε κάποιο άλλο εργαλείο για σκάψιμο, όπως ο (γ)κασμάς. Στον σλαβικό κλάδο, η ρίζα έδωσε το ουσιαστικό *dholbh-tom > PrSlv dolto > νοτιοσλαβικό dlato = «σμίλη,σκαρπέλο». To /b/ χάθηκε στην πρωτο-σλαβική από την εφαρμογή του νόμου των ανοικτών συλλαβών (λ.χ. *supnos > ελληνικό ὕπνος, αλλά πρωτο-σλαβικό (PrSlv) *sŭnŭ). Η συγκεκριμένη λέξη εισήλθε πολύ νωρίς στην ρουμανική και στην αλβανική γλώσσα, διότι εμφανίζεται στην προμεταθετική πρώιμη πρωτο-σλαβική (EPrSlv) μορφή *dalto > daltă = daltë . Επειδή το βικιλεξικό στο αλβανικό λήμμα περιγράφει το λήμμα σαν γνήσιο αλβανικό όρο, παραθέτω και την άποψη του Vladimir Orel:

dolbto

Θυμίζω ότι η μετάβαση από το Πρώιμο Πρωτο-Σλαβικό (EPrSlv) *a στο Ύστερο Πρωτο-Σλαβικό (LPrSlv) *o έγινε κάποια στιγμή μετά το 700 μ.Χ. όπως μαρτυρούν τα σλαβικά τοπωνύμια Γαρδίκι, Καρδίτσα, Αράχωβα (gardŭ > gordŭ > gradŭ), αλλά και τα προσλαβικά τοπωνύμια που στο στόμα των Σλάβων υπέστησαν την τροπή a>o (Σαλονίκη > Solun, Καστοριά > Kostur, Salonae > Solin, Assamus > Osum και Osam, Τίμαχος > Timok και Alutus > Olt) όπως συνέβη στο λατινικό δάνειο acetum > OCS ocĭtŭ = «ξίδι».

Άλλος σλαβικός απόγονος της ρίζας *dhelbh- τα ρήματα dĭlbiti ~ dĭlti = «σκάβω, λαξεύω/σμιλεύω». Τέλος, η ρίζα έδωσε και το πρωτο-σλαβικό επίθετο *dholbh-akos > *dŭlbokŭ = «βαθύς» (~ «σκαμμένος») που έδωσε το σερβο-κροατικό dubok (vuk, Bugarin, pun), το βουλγαρικό dƏlbok (vƏlk, BƏlgarin, pƏlen) και το «ανώμαλο» σλαβομακεδονικό dlabok που προέκυψε από το αναμενόμενο dl.bokŭ > dolbok (volk, Bolgarin, poln) με μετάθεση των υγρών, απόδειξη ότι αυτή συνέχισε να υφίσταται μετά το 1100 μ.Χ. (κατά τον 11ο αιώνα η γραφή Bgari προφερόταν ακόμα ως /Bl.gari/ όπως τον Τσεχικό ποταμό Vltava, που οι Βούλγαροι σήμερα τον προφέρουν VƏltava).

Δεν ξέρω κατά πόσο το τοπωνύμιο Βελβεντό (βορειοελληνιστί Βιλβιντό παλαιότερο όνομα Δελβεντό) ανάγεται στο σλαβικό *dhelb-ent-os >*dĭlb-ętŭ = «σκαμμένος τόπος» (~ φαράγγι, χαράδρα). Μια άλλη εναλλακτική είναι το πρωτο-σλαβικό dervο = «ξύλο» (*derv-ętŭ = ὁ δενδρηείς/τὸν δενδρήεντα).

Delvendos

Εκ πρώτης όψεως, η ρίζα *dhelbh- δεν έχει ελληνικό απόγονο. Αν αυτός υπήρχε θα ήταν: *dhelbh- > thelph- > τελφ-/θελπ- ανάλογα με το πoια δασεία θα διατηρηθεί μετά την εφαρμογή του νόμου του Grassmann (λ.χ. *(s)bhendh- > πενθερός και *(s)bhn.dh-neh2 > φάτνη ~ πάθνη > παχνί).

Βέβαια υπάρχουν κάποια αρχαία ελληνικά τοπωνύμια που μπορεί να κατάγονται από τη ρίζα *dhelbh-. Στην Βοιωτία υπήρχε η πηγή Τιλφούσα και στην Αρκαδία η πηγή Θέλπουσα/Τέλφουσα. Για την Βοιωτική Τιλφούσα η αρχαιοελληνική παράδοση λέει πως:

Ο θεός Απόλλωνας από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε ήθελε να δημιουργήσει το πρώτο μαντείο στον κόσμο, που να φανερώνει στους ανθρώπους την αλάθευτη βουλή του πατέρα του,του Δία. Γι’ αυτό φεύγει από τον Όλυμπο και αρχίζει να ψάχνει να βρει τον κατάλληλο τόπο για το μαντείο του. Πέρασε πολλά μέρη αλλά δεν βρήκε κάτι που να τον ευχαριστεί.
Κάποια στιγμή φτάνει στα μέρη της Θήβας, που ήταν σκεπασμένα με παρθένα δάση, γιατί ούτε η πόλη είχε κτιστεί, ούτε δρόμοι είχαν ανοικτεί στον κάμπο της. Από εκεί τραβάει στην Ογχηστό, διαβαίνει τον Κηφισό ποταμό, περνάει την Αλίαρτο και φτάνει στο τέλος στα νερά της πηγής Τιλφούσας ή Τιλφώσ(σ)σας κάτω από το βουνό Τιλφούσιο ή Τιλφώσ(σ)ιον.
Εδώ, για πρώτη φορά, ύστερα από την περιπλάνησή του ο θεός Απόλλωνας πιστεύει πως βρήκε τον τόπο που γύρευε. Το καλάρυσμα της πηγής, τα πυκνά δέντρα γύρω του και το βουνό από πάνω ήταν ό,τι ακριβώς επιθυμούσε. Έτσι φωνάζει την Τιλφούσα, τη νύμφη που εξουσίαζε τα νερά, και της φανερώνει την απόφασή του να χτίσει σ΄αυτό τον τόπο το πρώτο του μαντείο. Και χωρίς να χάσει καιρό χαράζει τα όριά του μαντείου έτσι ώστε να γίνει φαρδύ και μακρύ.
Η νύμφη Τιλφούσα που είχε εκεί δικό ης μαντείο δεν επιθυμούσε να μοιραστεί τη θέση της με το θεό Απόλλωνα, γι’ αυτό και τον αποτρέπει να φτιάξει εκεί το μαντείο του λέγοντάς του ότι δεν είναι κατάλληλος ο τόπος για ένεν θεό σαν κι αυτόν. Του λέει ότι εδώ όλη την ημέρα φέρνουν οι άνθρωποι τα άλογά τους και τα μουλάρια τους για να τα ποτίσουν συτ νερά της, και τα ποδοβολητά τους δεν θα τον αφήσουν να ησυχάσει ούτε στιγμή. Κι έπειτα όσοι θα έρχονται εδώ αντί να επισκεφτούν τα ναό του και τους θησαυρόυς του, θα προτιμούν να περνούν την ώρα τους καμαρώνοντας τα άλογά και τα αμάξια των περαστικών. “Πήγαινε καλύτερα κάτω από τον Παρνασό, στην Κρίσα. Εκεί δε θα σε ενοχλεί τίποτε”.
Ο Απόλλωνας ξεγελιέται και παίρνει το δρόμο γαι τον Παρνασσό. Αμέσως βάζει τα θεμέλια του μαντείου του. Δίπλα ήταν μια πηγή που τη φύλαγε ένα φοβερό φίδι, που δεν άφηνε κανένα να πλησιάσει αυτά τα μέρη, χώρίς να τον φάει. Ο Απόλλωνας άντιλαμβάνεται την παγίδα που του είχε στήσει η Τιλφούσα και αφού σκότωσε το φίδι επιστρέφει στην πηγή της Τιλφούσας και σταματά τη ροή της με βροχή από βράχια. Δίπλα στην πηγή κατασκευάζει ένα βωμό.

Η παράδοση της Τιλφούσας είναι συνυφασμένη με αυτή των Δελφών. Η Τιλφούσα ήταν μια υπόγεια πηγή κάτω από το όρος Τιλφούσιον που την προστάτευε η «νύμφη» Τιλφούσα, η οποία ξεγέλασε τον Απόλλωνα και τον έστειλε στην υπόγεια πηγή κάτω απο τον Παρνασσό, όπου ήταν η δράκαινα Πυθώ που ήταν γνωστή και ως Δελφύνη.

Ως γνωστόν, η Πυθώ/Δελφύνη είναι το ελληνικό alter ego του σανσκριτικού Ahi Bhudhnyas = «ο όφις του πυθμένα», από την ρίζα *bhudh- που έχει δώσει τις ελληνικές λέξεις πυθμήν, βυθός και ἀ-βύθ-jος > ἄβυσσος = «χωρίς πάτο ~ απειρόβαθη». Δεδομένου ότι το ένα όνομα της δελφικής Δράκαινας Πυθώ σχετίζεται ετυμολογικά με τη ρίζα *bhudh- «πυθμένας, βάθος» δεν αποκλείεται και το άλλο όνομά της Δελφύνη, με θέμα δελφ- που είναι πολύ κοντά στο θέμα τελφ- της Τιλφούσας, να σχετίζεται με τη ρίζα *dhelbh- που, όπως έδειξα, στον σλαβικό κλάδο απέκτησε τη σημασία «βαθύς». Η σχέση Δελφ-/Τελφ- είναι ολόιδια με αυτήν των θεμάτων πυθ-/βυθ-. Η λογικότερη εξήγηση για τα ηχηρά θέματα (δελφ-,βυθ-) είναι ότι ο νόμος του Grassmann έδρασε πολύ νωρίς, πριν γίνει η πρωτο-ελληνική απηχηροποίηση *bh,dh,gh,gwh> ph,th,kh,kwh. Έτσι εάν εφαρμοστεί ο νόμος του Grassmann απευθείας στην ρίζα *bhudh- και όχι στην απηχηροποιημένη *phuth- (της οποίας το προϊόν είναι πυθ-), τότε προκύπτουν τα παράγωγα *bhud-/*budh- εκ των οποίων το δεύτερο *budh- εξελίσσεται κανονικότα σε *budh- > buth- > βυθ-. H ίδια διαδικασία προκύπτει το θέμα δελφ- από την ρίζα *dhelbh- που «κανονικά» αναμένετια να δώσει τελφ-/θελπ-.

Ένα από τα μεγάλα μυστήρια είναι το πότε ακριβώς η πρωτο-ελληνική γλώσσα απηχηροποίησε τα ΠΙΕ ηχηρά δασέα *bh,dh,gh. H άποψη του Ivo Hajnal είναι πως τα τελευταία ηχηρά δασέα απηχηροποιήθηκαν μετά την υιοθέτηση της γραμμικής Β΄, δηλαδή μετά το 1450 π.Χ. Ως απόδειξη παραθέτει την γραφή da-pu2-ri-to = λαβύρινθος. Το σύμβολο pu2 αποδίδει σταθερά την συλλαβή -φυ-. Ποιος ο λόγος λοιπόν που χρησιμοποιήθηκε για να αποδώσει την συλλαβή -βυ-; Γνωρίζοντας ότι το ελληνικό -φυ- προέρχεται από το ΠΙΕ -bhu- o Hajnal πρότεινε πως όταν οι Μυκηναίοι άρχισαν να καταγράφουν τη γλώσσα τους, το σύμβολο -pu2- απέδιδε ακόμα το -bhu- που εν τέλει απηχηροποιήθηκε σε -phu- = -φυ-.

pu2

Και υποσημείωση #20 από την σελίδα 24 του βιβλίου “Phonetics and Philology: Sound change in Italic” της Jane Stuart-Smith (OUP, 2004):

[…] See too Hajnal (1993), whose argument for the continued presence of /bh/ at the time of the adaptation of the Linear B script for Mycenean assumes an independent Greek devoicing of *bh at least.

To άρθρο του Ivo Hajnal στο οποίο παραπέμπει είναι το:

HAJNAL, I. (1993), “Neue Aspekte zur Rekonstruktion des frühgriechischen Phonem-systems”, IF, 98:108-29

Αν η υπόθεση του Hajnal ευσταθεί τότε τα διπλά θέματα πυθ-/βυθ- και τελφ-/δελφ- δημιουργήθηκαν κατά τον 15ο π.χ. αιώνα και εξηγούνται από τους διαφορετικούς συνδυασμούς του νόμου της απηχηροποίησης των δασέων (D) και του νόμου του Grassmann (G).

Στην περίπτωση όπου πρώτα έδρασε ο D και μετά ο G έχουμε:

*bhudh- > phuth- > puth-/phut- (πυθ-/φυτ-)

*dhelbh- > thelph- > telph-/thelp- (τελφ-/θελπ-)

Στην αντίστροφη περίπτωση όπου πρώτα έδρασε ο G και μετά ο D έχουμε:

*bhudh- > budh-/bhud- > buth-/phud- (βυθ-/φυδ-)

*dhelbh- > delbh-/dhelb- > delph-/thelb- (δελφ-/θελβ-)

Επομένως είναι πάρα πολύ πιθανόν, το τερατωνύμιο Δελφύνη (και, κατά συνέπεια, το τοπωνύμιο Δελφοί) να σχετίζεται ετυμολογικά με την Τιλφούσα και σημασιολογικά με το άλλο τερατωνύμιο  Πυθώ, το οποίο γνωρίζουμε πως σχετίζεται με το σανσκριτικό Ahi Bhudhnyas = ο όφις του πυθμένος/βυθού». Με άλλα λόγια, για την σημασία «βαθος» χρησιμοποιήθηκαν και οι δύο ΙΕ ρίζες: *bhudh- και *dhelbh-.

Αυτή είναι και η άποψη του Calvert Watkins την οποία μπορείτε να διαβάσετε στην σελίδα 460 (κεφ. 47) του “How to Kill a Dragon”:

Pytho

Επομένως, η συνδυασμένη εξέταση τόσο της ΙΕ ποιητικής/μυθολογικής παράδοσης όσο και των κοινών ΙΕ γλωσσολογικών ριζών μας επέτρεψε όχι μόνο να συσχετίσουμε την δράκαινα Πυθώ/Δελφύνη με την «νύμφη» Τιλφούσα και τον σανσκριτικό Ahi Bhudhnyas (ahim … bhudhne nadinam = «τον όφι που κατοικεί στο βάθος των ποταμών», το σανσκρ. nada = ποταμός σχετίζεται με τον ποταμό της Πελοποννήσου Νέδα, τον θρακικό Νέστο, τη λίμνη Νεσσωνίδα της Θεσσαλίας και την λίμνη Loch Ness), αλλά και να συσχετίσουμε τα αρχαιοελληνικά υδρωνύμια Δελφοί, Τιλφούσα, Θέλπουσα/Τέλφουσα με ένα σωρό γερμανικό-σλαβικά υδρωνύμια που παράγονται από την ΙΕ ρίζα *dhelbh- «σκάβω», όπως το Ολλανδικό Delft , τους δύο Βουλγαρικούς «βαθείς ποταμούς» που ήδη ανέφερα (Dlaboka Reka, Dâlboca Reka) και τα σερβο-κροατικά υδρωνύμια Duboka Reka και Duboki Potok («Βαθύ Ρυάκι»).

2 Comments

Filed under Γλωσσολογία, Ελληνική γλώσσα, Ινδοευρωπαϊκά θέματα, Σλαβικές γλώσσες

2 responses to “Η IE ρίζα *dhelbh- «σκάβω»

  1. Κουκόηλ'ς

    Καλησπέρα. Από πότε είναι ο χάρτης με το Βελβεντό που παρέθεσες; Από ότι ξέρω, το τοπωνύμιο “Βελβεντό” αναφέρεται πρώτη φόρα στον κώδικα της μονής Ζάβορδας το 16ο αιώνα. Μήπως το “Delventos” είναι καμιά παραφθορά όπως το Kojiani από το Κόσδιανη που βλέπω στον ίδιο χάρτη; Το Khatista ποιό είναι; Η Σιάτιστα;

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.